Η προεδρική εκλογή της Κυριακής 23 Απριλίου δεν μοιάζει με καμιά άλλη, αναφέρουν Γάλλοι αναλυτές: η προεκλογική εκστρατεία δεν είχε τα συνήθη θέματα, οι πολιτικοί «δεινόσαυροι» έχουν παραμεριστεί, το εκλογικό αποτέλεσμα είναι αβέβαιο.
Σύμφωνα με την τελευταία δημοσκόπηση της Cevipof ο Εμμανουέλ Μακρόν έχει ποσοστό 23% σε πρόθεση ψήφου, η Μαρίν Λεπέν 22,5%, ο Φρανσουά Φιγιόν 19,5% και ο Ζαν Λικ Μελανσόν 19%.
Πάνω από το 1/4 του εκλογικού σώματος δηλώνει ότι δεν είναι ακόμη βέβαιο για την ψήφο του. Επιπλέον, κανείς δεν είναι ακόμη σε θέση στη Γαλλία να εκτιμήσει πώς θα επιδράσει η τρομοκρατική επίθεση στα Ηλύσια Πεδία, την Πέμπτη 20 Απριλίου. Πρόκειται για το πιο αβέβαιο εκλογικό σκηνικό της Γαλλίας των τελευταίων χρόνων. Οι δημοσκοπήσεις προβλέπουν ότι το ποσοστό αποχής θα είναι υψηλό, περίπου 27-28%. Η Γαλλία έχει επίσης μια παράδοση λευκών ψηφοδελτίων. Το 2002 περίπου 3,4% των ψηφοφόρων είχαν ψηφίσει λευκό ή άκυρο στον πρώτο γύρο, παρότι υπήρχαν τότε 16 υποψήφιοι πρόεδροι.
Σε όλες τις προηγούμενες προεκλογικές εκστρατείες για προεδρικές εκλογές, κάποια βασικά θέματα είχαν απασχολήσει κυρίως: το 1995 τα κοινωνικά θέματα, το 2002 η ασφάλεια, το 2007 οι ώρες εργασίας, το 2012 τα οικονομικά. Στην προεκλογική εκστρατεία του 2017 δεν υπήρξε κυρίαρχο θέμα και κανείς υποψήφιος πρόεδρος δεν μπόρεσε να επιβάλλει ένα μείζον ζήτημα. Το μοναδικό, ίσως, θέμα, που απασχόλησε επί καιρό την προεκλογική εκστρατεία ήταν τα σκάνδαλα του Φρανσουά Φιγιόν, τα οποία πιθανότατα θα τον κάνουν να χάσει την εκλογή.
Ωστόσο, αυτό που θα μείνει από τις προεδρικές εκλογές του 2017 είναι ότι ο δικομματισμός θα αφήσει την τελευταία του αναπνοή: μια ακροδεξιά ηγέτης, η Μαρίν Λεπέν, ένας νεοκομμουνιστής, ο Ζαν Λικ Μελανσόν και ένας κεντρώος, ο Εμμανουέλ Μακρόν δεν εκπροσωπούν τον δικομματισμό. Αντίθετα, βρίσκονται στους αντίποδες του πολιτικού συστήματος. Λεπέν, Μελανσόν και Μακρόν προηγούνται σταθερά στις δημοσκοπήσεις εις βάρος των παραδοσιακών κομμάτων και των υποψηφίων του δικομματισμού -του Δεξιού Φρανσουά Φιγιόν και του Σοσιαλιστή Μπενουά Αμόν. Ενα φαινόμενο που στα γαλλικά αποτελεί πλέον παράδοση και αποκαλείται « dégagisme » -που θα μπορούσαμε να μεταφράσουμε ως «πάρτε πόδι». Αλλοι αποκαλούν αυτό το φαινόμενο ως «ανάγκη ανανέωσης».
Η άνοδος-έκπληξη του Εμμανουέλ Μακρόν και του κινήματος «Εμπρός!» εγγράφεται σε αυτή την τάση την κατάρρευσης του δικομματισμού Αριστερά-Δεξιά. Αλλά οι εκλογές του 2017 χαρακτηρίζονται, επίσης, από την τρομερή άνοδο της ριζοσπαστικής αριστεράς, με την υποψηφιότητα του Μελανσόν, και την ενίσχυση της ακροδεξιάς. Το 2012 η Μαρίν Λεπέν είχε πάρει 17,9% στις προεδρικές εκλογές, ήτοι 6,4 εκατομμύρια ψήφους. Αν η Λεπέν πάρει τελικά την Κυριακή 23 Απριλίου τα ποσοστά που της δίνουν οι δημοσκοπήσεις, αυτό σημαίνει ότι θα έχει κερδίσει την εμπιστοσύνη 7,25 εκατομμυρίων Γάλλων ψηφοφόρων.
Το «τέλος» των δύο παραδοσιακών κομμάτων, του Σοσιαλιστικού κόμματος και της Δεξιάς παράταξης αναμένεται να συμβεί την Κυριακή 23 Απριλίου. Αν κανείς από τους δύο υποψηφίους των σοσιαλιστών και των συντηρητικών δεν προκριθεί για τον δεύτερο γύρο, στη Γαλλία θα μπορούμε να μιλάμε για ένα νέο πολιτικό σκηνικό. Από το 1965, τα δύο αυτά παραδοσιακά κόμματα ποτέ δεν έπεσαν κάτω από 44% μαζί, σε προεδρική εκλογή.
Η εκλογή της Κυριακής μπορεί να οδηγήσει σε κατάρρευση τον παραδοσιακό δικομματισμό που αποτελεί την σφραγίδα της 5ης γαλλικής δημοκρατίας. Ο Μακρόν, η Λεπέν, ο Μελανσόν, κανείς από αυτούς δεν είναι προϊόν του δικομματισμού.