Η λυκοφιλία … Τουρκίας – Γερμανίας

212

Η ρήση του Λόρδου Palmerston, που είχε διατελέσει Πρωθυπουργός της Αγγλίας στα μέσα του 19ο αιώνα, ότι τα κράτη δεν έχουν σταθερούς φίλους, αλλά έχουν συμφέροντα, φαίνεται να περιγράφει αδρομερώς τις σχέσεις μεταξύ Τουρκίας και Γερμανίας. Παρά τις συγκρούσεις που έχουν υπάρξει κατά καιρούς, κυρίως σε επίπεδο ρητορικής, αμφότερες έχουν αμοιβαία συμφέροντα που καθιστούν σημαίνουσα την συνεργασία μεταξύ τους. Μολονότι, δεν είναι γειτνιάζοντα κράτη υπάρχουν ζητήματα που εμπίπτουν στο κοινό ενδιαφέρον. Σε αυτά περιλαμβάνονται το προσφυγικό, το διμερές εμπόριο, η ενταξιακή διαδικασία της Τουρκίας στην Ε.Ε, η τρομοκρατία και η μεγάλη μειονότητα Τούρκων στην Γερμανία.  Το τελευταίο χρονικό διάστημα, ιδίως μετά το πραξικόπημα, παρατηρείται ένταση στη σχέση των 2 κρατών, η οποία αν και δεν έχει λάβει μεγάλες διαστάσεις δύναται να επιφέρει αρνητικά αποτελέσματα και για τα 2 μέρη.

Τουρκία-Γερμανία μία σχέση συμφερόντων και στο βάθος η Ε.Ε

Η συνεργασία των δύο κρατών εντοπίζεται σε ένα μεγάλο εύρος θεμάτων, τόσο πολιτικού όσο και οικονομικού περιεχομένου. Στο πολιτικό επίπεδο, η μεταξύ τους σχέση χαρακτηρίζεται από τις εκατέρωθεν επισκέψεις σε υψηλό επίπεδο, τόσο από την Καγκελάριο Α. Merkel τον περασμένο Μάρτιο, όσο και του Τούρκου Υπουργού Εξωτερικών Μ. Cavusoglu. Παράλληλα αποτελούν μέλη στο ΝΑΤΟ, στο Συμβούλιο της Ευρώπης και στον ΟΑΣΕ. Ειδικά όσον αφορά το ΝΑΤΟ, η Τουρκία παραμένει ισχυρός σύμμαχος καθώς αποτελεί τον 2ο μεγαλύτερο στρατό της συμμαχίας, γεγονός που την καθιστά χρήσιμη σύμμαχο.

Ιδιαίτερης σημασίας όμως είναι και οι μεταξύ τους οικονομικές σχέσεις. Πιο συγκεκριμένα, το διμερές εμπόριο το 2016 αυξήθηκε κατά 4% φθάνοντας τα 37,3 δις ευρώ. Οι τουρκικές εξαγωγές ανήλθαν στα 15,4 δις ευρώ, ενώ οι γερμανικές στα 21,9 δις ευρώ. Παράλληλα, η Γερμανία αποτελεί τον 2ο μεγαλύτερο ξένο επενδυτή στην Τουρκία, μετά την Ολλανδία. Από το 1980 και μετά οι συνολικές επενδύσεις ανέρχονται στα 13,3 δις ευρώ. Αν και ο τουριστικός τομέας έχει σημειώσει κάμψη, ιδίως μετά τις τελευταίες τρομοκρατικές επιθέσεις, η Γερμανία παραμένει ισχυρός παράγοντας καθώς το 2016 3,9εκ τουρίστες επισκέφθηκαν την Τουρκία. Βέβαια, πρέπει να σημειωθεί ότι ο αριθμός αυτός είναι κατά πολύ μικρότερος εν συγκρίσει με το 2015 όπου καταγράφηκαν 5,58εκ τουρίστες.

Επιπροσθέτως, συνεργασία υπάρχει και στην ανθρωπιστική κρίση ,με την αντιμετώπιση του προσφυγικού, όπου η Γερμανία έχει παράσχει 56εκ ευρώ για την περίθαλψη των σύρων προσφύγων. Κατά μεγάλο μέρος η βοήθεια κάλυπτε επισιτιστικές ανάγκες, στέγαση και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Παράλληλα, η Γερμανία αποτέλεσε από τους κύριους μοχλούς πίεσης για την συμφωνία στο προσφυγικό, όπου για τον περιορισμό των σύρων προσφύγων η Τουρκία πήρε ως αντάλλαγμα από την Ε.Ε χρηματική βοήθεια ύψους 3εκ ευρώ, όπου ο μεγαλύτερος όγκος χρημάτων καταβάλλεται από την Γερμανία, και τουριστική visa για τους Τούρκους πολίτες, η οποία ακόμα δεν έχει εφαρμοστεί.

Στον τομέα της τρομοκρατίας, μετά τις επιθέσεις που έλαβαν χώρα το περασμένο έτος στην Γερμανία, η Τουρκία αποτελεί δίοδο για την αντιμετώπιση του Ισλαμικού Κράτους. Ειδικότερα, μέσω της βάσης του ΝΑΤΟ στο Ιντσιρλίκ και της γειτνίασης με την Μέση Ανατολή, διευκολύνεται η πρόσβαση και η καταπολέμησή του, γεγονός που αποτελεί προτεραιότητα και για την Γερμανία.

Παράλληλα, όσον αφορά την σχέση Ε.Ε-Τουρκίας, αν και σε επίπεδο ρητορικής ο Τούρκος Πρόεδρος έχει διαμηνύσει ότι δεν αποτελεί προτεραιότητα για την Τουρκία η ένταξή της στην Ε.Ε , διάφοροι λόγοι καθιστούν αναγκαία την συνεργασία μεταξύ τους. Τόσο το προσφυγικό όσο και η σταδιακή διπλωματική απομόνωση της Τουρκίας έπειτα από το περσινό αποτυχημένο πραξικόπημα και τις αυταρχικές κινήσεις του Erdogan, είναι δύο μεταβλητές που ωθούν στην επικοινωνία μεταξύ των 2 μερών. Από την μία η Ε.Ε, μη θέλοντας την επιδείνωση του προσφυγικού με την αύξηση των μεταναστευτικών ροών επιθυμεί την συνομιλία με την Τουρκία, η οποία μπορεί να διευκολυνθεί με την παρουσία της Γερμανίας που είχε σημαντικό ρόλο στην προαναφερθείσα συμφωνία. Από την άλλη η Τουρκία, βλέποντας την απομόνωσή της από την πλευρά της Δύσης, η διατήρηση ομαλής σχέσης με το Βερολίνο αποτελεί γέφυρα επικοινωνίας με την Ε.Ε.

Αξίζει να αναφερθεί πως η Τουρκία πέρα από την χρηματική ενίσχυση που λαμβάνει από το Ευρωπαϊκό Καταπιστευματικό Ταμείο για την προσφυγική κρίση, βλέπει στην Ε.Ε έναν σημαντικό εμπορικό εταίρο. Η Ε.Ε είναι για την Τουρκία ο μεγαλύτερος εξαγωγέας, ενώ η Τουρκία αποτελεί τον 5ο εμπορικό εταίρο για την Ε.Ε. Επίσης η Τουρκία έχει δεσμεύσει περίπου 1,5 δις ευρώ για την βελτίωση των επιπέδων χρηστής διακυβέρνησης, δημοκρατίας και κράτος δικαίου κατά την περίοδο 2014-2020. Επιπλέον, το 2013 οι ΑΞΕ στην Τουρκία προέρχονταν κατά 70% από την Ε.Ε. Συνεπώς, η διατήρηση της επικοινωνίας και σε αυτό το επίπεδο μπορεί να διευκολυνθεί μέσω των καλών σχέσεων Τουρκίας-Γερμανίας δεδομένης της ηγετικής παρουσίας της τελευταίας στην Ε.Ε.

Η διπλωματική κρίση μπορεί να οδηγήσει σε ρήξη;

Παρά τα αμοιβαία συμφέροντα που προκύπτουν από την σχέση Τουρκίας-Γερμανίας, το τελευταίο διάστημα παρατηρείται ένταση στις σχέσεις τους που είναι απόρροια μίας σειράς αντιθέσεων μεταξύ των 2 κρατών. Η αρχή της μεταξύ τους τριβής καταγράφεται τον περασμένο Ιούνιο όταν και η γερμανική βουλή αναγνώρισε την γενοκτονία των Αρμενίων, γεγονός που εξόργισε την Τουρκία. Αυτό οδήγησε την Τουρκία να απαγορεύσει σε Γερμανούς βουλευτές να επισκεφθούν τα στρατεύματα της Γερμανίας στο Ιντσιρλίκ.

Επίσης, το αποτυχημένο πραξικόπημα που έλαβε χώρα τον Ιούλιο του 2016 δυσχέρανε ακόμα περισσότερο τις σχέσεις ανάμεσα στις 2 χώρες, καθώς η Άγκυρα κατηγόρησε το Βερολίνο ότι δεν έδειξε την απαιτούμενη στήριξη στον Τούρκο Πρόεδρο. Η γερμανική πλευρά θεώρησε ότι ο Τούρκος Πρόεδρος βαδίζει στην δημιουργία ενός αυταρχικού καθεστώτος.

Σε αυτή την εξέλιξη συγκαταλέγονται και οι φυλακίσεις από πλευράς Τουρκίας ακτιβιστών και δημοσιογράφων με την πρόφαση ότι υποκινούν την τρομοκρατία, το οποίο η Γερμανία το θεωρεί ως καταπάτηση ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Τελευταίο χαρακτηριστικό παράδειγμα ήτανε η φυλάκιση του Γερμανού ακτιβιστή Peter Stoitzner, όπου η Γερμανία πέρα από τη αποφυλάκισή του μέσω ανακοινώσεων καταγράφεται και ο προβληματισμός της γύρω από την συνέχιση της χρηματικής βοήθειας από πλευράς Ε.Ε. Στο ίδιο μήκος κύματος είναι και οι δηλώσεις του Γερμανού Υπουργού Εξωτερικών Zigmar Gabriel, ο οποίος προειδοποίησε τους Γερμανούς τουρίστες να προσέχουν σε περίπτωση που ταξιδέψουν στην Τουρκία, ενώ διεμήνυσε στην γερμανική κυβέρνηση να επανεξετάσει την χορήγηση αδειών για τις επιχειρήσεις που επενδύουν στην Τουρκία. Ανοιχτή παραμένει και η πιθανότητα επιβολής κυρώσεων.

Όμως από τα σημαντικότερα γεγονότα που προκάλεσαν τριγμούς ήτανε η απαγόρευση από την γερμανική κυβέρνηση στις συγκεντρώσεις τούρκων πολιτικών στην Γερμανία, λίγο πριν το δημοψήφισμα της 16ης Απριλίου. Η Τουρκία αντιτάχθηκε σε αυτή την απόφαση, ενώ ο Erdogan ανέφερε ότι η Γερμανία ακολουθεί πρακτικές Ναζί. Μάλιστα, αξιοσημείωτο είναι ότι διεξήχθησαν συγκεντρώσεις που ήταν κατά του δημοψηφίσματος και του ΝΑΙ, στις οποίες υψώθηκαν και σημαίες του PKK. Αυτό εξόργισε περισσότερο την Άγκυρα που κατηγόρησε το Βερολίνο ότι υπονομεύει την τρομοκρατία στην Τουρκία έχοντας σχέσεις με το PKK.

Η διπλωματική κρίση να κλιμακωθεί σε ρήξη δεν ευνοεί κανένα από τα 2 κράτη, πολλώ μάλλον την Γερμανία η οποία έχει στο εσωτερικό της 3εκ Τούρκους. Μία ενδεχόμενη ρήξη με την Τουρκία θα φαλκίδευε και την ήδη προβληματική σχέση μεταξύ Γερμανίας και Τούρκων μεταναστών. Ιδιαίτερα, η ενσωμάτωσή τους στην γερμανική κοινωνία κρίνεται αναποτελεσματική έως τώρα εν συγκρίσει με τις άλλες μειονοτικές ομάδες. Παρά το γεγονός πως αποτελούν την μεγαλύτερη μειονοτική ομάδα, σχεδόν το 1/3 αυτών ζει κάτω από το όριο της φτώχειας, ενώ εκπαιδευτικά και επαγγελματικά είναι λιγότερο επιτυχημένοι από ότι οι άλλες μειονοτικές ομάδες. Αν και στο δημοψήφισμα οι υποστηρικτές του Erdogan ανήλθαν στο 63,1%, ποσοστό υψηλότερο από ότι στην Τουρκία, το δείγμα δεν κρίνεται πλήρως αντιπροσωπευτικό καθώς ψήφισαν 700 χιλιάδες από το 1,5εκ που είχαν δικαίωμα. Ωστόσο αναδεικνύεται η προβληματική αντιμετώπιση και ενσωμάτωση από την γερμανική κοινωνία. Συνεπώς, μία ενδεχόμενη ρήξη μεταξύ των 2 χωρών ενδέχεται να προκαλέσει συγκρούσεις στο εσωτερικό της Γερμανίας.