Του Τάσου Παπαδόπουλου
Στην Ελλάδα έχουμε μάθει να ξύνουμε τα νύχια μας για καβγά. Από τα κόμματα και τους οπαδούς τους, μέχρι το ποδοσφαιρο. Η χώρα πέρασε μια μεγάλη οικονομική κρίση την προηγούμενη δεκαετία. Μόλις πήγε να ανασάνει, προέκυψε ταυτόχρονα η πανδημία και η επιθετική δραστηριότητα της Τουρκίας.
Δύο μεγάλες κρίσεις μαζί. Στην πρώτη φάση της πανδημίας και σε αυτήν της υβριδικής επίθεσης της Τουρκίας από τον Έβρο, οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας εμφάνισαν μια πρωτόγνωρη για τα ελληνικά δεδομένα σύμπνοια.
Όμως κάτι οι δημοσκοπήσεις που εμφανίζουν την αντιπολίτευση στάσιμη και την κυβέρνηση να διατηρεί τις δυνάμεις της καθώς και το δεύτερο κύμα της πανδημίας που ενέσκηψε δριμύτερο, είχε σαν αποτέλεσμα την ενεργοποίηση των αντανακλαστικών των κομμάτων.
Σε ένα ιδιότυπο διαγωνισμό που νικητής θα βγει εκείνος που θα καταφέρει να πετύχει τους υψηλότερους τόνους, ακούμε και βλέπουμε από την μια κραυγές καταστροφολογίας κι από την άλλη παροχές, που ανέξοδα δίνουν τα κόμματα, γνωρίζοντας ότι δεν θα κληθούν στο άμεσο μέλλον να τα υλοποιήσουν.
Όμως οι κρίσεις γεννούν νέες ευκαιρίες. Κι αυτή δεν είναι άλλη από τα χρήματα που θα εισρεύσουν, τόσο από το Ταμείο Ανάκαμψης όσο και από το νέο Κοινοτικό Πλαίσιο που προσεγγίζουν τα 72 δις.
Παράλληλα λόγω της επιδημιολογικής κρίσης, η Ελλάδα βρέθηκε εκτός του ασφυκτικού κλοιού εποπτείας, που σημαίνει ότι μπορεί με μια σχετική ελευθερία να διαχειριστεί το σημαντικό αυτό ποσό και αν κάνει τις σωστές κινήσεις, να δημιουργήσει μια νέα ευημερούσα Ελλάδα, που πολλοί ονειρευόμαστε, αλλά δεν βλέπουμε, εδώ και πολλές δεκαετίες.
Διαβάζοντας κανείς την Έκθεση Πισσαρίδη για το Ταμείο Ανάκαμψης, χωρίς φυσικά κομματικές παρωπίδες, διαπιστώνει ότι μπορεί να αποτελέσει τη βάση για περαιτέρω συζήτηση, προκειμένου τα χρήματα αυτά να κατευθυνθούν σε πάσης φύσεως παραγωγικές επενδύσεις και όχι σε σπατάλες, προς έχοντες αετονύχηδες και σε επιδόματα άεργων, που είναι κι αυτά ένα νέο φρούτο της εποχής μας.
Από την πράσινη ανάπτυξη, μέχρι την ψηφιοποίηση του κράτους καθώς και κάθε λογής ιδιωτικής δραστηριότητας. Και από την μείωση φόρων και εισφορών μέχρι την παροχή κινήτρων για εργαζόμενους και συνταξιούχους.
Αντί λοιπόν με βάση αυτή την πρόταση ενός νομπελίστα και μιας επιτροπής σημαντικών ανθρώπων να γίνει μια παραγωγική συζήτηση των κομμάτων, με στόχο την βελτίωση της, προκειμένου να υπάρξει ένα δίκαιο μέρισμα ανάπτυξης, που θα έχει στόχο σε μια εικοσαετία να ανεβάσει το ΑΕΠ από το 67% που είναι σήμερα, στο 81%, που είναι ο Ευρωπαϊκός Μέσος Όρος, ακούμε γενικούς αφορισμούς και συζητήσεις για την παρουσίαση ενός σχεδίου, άκουσον – άκουσον «αντι-Πισσαρίδη».
Κι αν το ρεπορτάζ που διαβάσαμε ισχύει, τότε οι αντί – προτάσεις θα περιλαμβάνουν 35ωρο ή τετραήμερη εργασία, όπου το κράτος θα καλύπτει το ποσό που αντιστοιχεί για το υπολειπόμενο του 40ωρου ή της τετραήμερης εργασίας !!!
Για να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους. Κάποιοι χαϊδεύουν τα αυτιά όσων επιλέγουν να ζουν με βάση την αρχή της μειωμένης προσπάθειας. Εξ ου και η επικρατούσα άποψη της προηγούμενης κυβέρνησης περί αριστείας, που είναι ρετσινιά καθώς και η πρόσφατη, που επικροτεί την είσοδο στα ΑΕΙ με λευκές κόλλες.
Αν αυτή η χώρα θέλει να δει μιαν άσπρη μέρα μετά από μια ζοφερή δεκαετία και ένα δύσκολο 2020 με μεγάλες απώλειες συνανθρώπων μας, τότε χρειάζεται και στο όνομα αυτών των 500.000 που πήραν των ομματιών τους και εγκατέλειψαν την πατρίδα μας, να υπάρξει μια πλειοψηφική διαφορετική αντίληψη, που θα οδηγήσει σταθερά, χωρίς ταλαντεύσεις και δισταγμούς, στην πρόοδο.
Ο λαϊκισμός που βρίσκει δυστυχώς ευήκοα ώτα αρκετών συμπολιτών μας δεν μπορεί και αυτή την φορά, που είναι το πιθανότερο και η τελευταία ευκαιρία, να εμποδίσει την ανάπτυξη και την ανάταση επιτέλους μιας χώρας, που μονίμως την καταπιέζουν οι λίγοι, που θέλουν να τραβήξουν και τους πολλούς προς τα κάτω και όχι προς τα πάνω.
Αλλά και η κυβέρνηση δεν πρέπει να επαναπαύεται στο βάθρο της εξουσίας και να μην εφησυχάζει. Να προχωρήσει δυναμικά και χωρίς πισωγυρίσματα στο εκσυγχρονισμό του κράτους και να φροντίσει τα του οίκου της και να μην δίνει αφορμές, που θυμίζουν το αμαρτωλό παρελθόν του παλαιοκομματισμού, των τακτοποιήσεων «ημετέρων» και της λεηλασίας του εθνικού πλούτου.
Ανάπτυξη και κοινωνική συνοχή είναι το ζητούμενο, για να οδηγηθεί η Πατρίδα μας σε μια νέα εποχή. Ιδού η Ρόδος…