Θέλουν πνοή οι μεταλλευτικές επιχειρήσεις… Του Αθανάσιου Κεφάλα

273

Πρέπει να αρθούν τα εμπόδια που εμποδίζουν την ανάπτυξη της εξορυκτικής δραστηριότητας.

Του Αθανάσιου Κεφάλα*

Η χρονιά που πέρασε ξεκίνησε καλά αλλά γρήγορα η πανδημία της Covid-19 μας υποχρέωσε σε μεγάλες αλλαγές και κινήσεις προσαρμογής στα καινούργια δεδομένα, διατηρώντας όμως ακέραιες τις παραγωγικές δομές.

Οι επιχειρήσεις μας έβαλαν σε πρώτη προτεραιότητα την υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων και των συνεργατών τους, καθώς και τη συνεπή εξυπηρέτηση των πελατών σε απαιτητικές συνθήκες αλυσίδων εφοδιασμού, προκλήσεις στις μεταφορές και πρωτόγνωρα υγειονομικά πρωτόκολλα.

Επιπλέον στάθηκαν κοντά στις τοπικές κοινωνίες στις οποίες λειτουργούν, στήριξαν το δοκιμαζόμενο Εθνικό Σύστημα Υγείας και συνολικά βοήθησαν την προσπάθεια για μία αποτελεσματική δημόσια υγεία με υλικά και χορηγίες που ξεπέρασαν τα δέκα εκατομμύρια ευρώ.

Όσον αφορά τις επιδόσεις για κάθε μεγάλη κατηγορία ορυκτών τα αδρανή και δομικά υλικά κατάφεραν να έχουν θετικό πρόσημο, τα μάρμαρα επλήγησαν ιδιαίτερα αλλά συγκράτησαν τις απώλειες περί το 20% έναντι του 2019, τα βιομηχανικά ορυκτά είχαν μικτή εικόνα αλλά με διαχειρίσιμη πτώση, τα μεταλλεύματα είχαν σταθερή πορεία ή μονοψήφια πτώση και ο λιγνίτης σε έντονα πτωτική πορεία ως αποτέλεσμα της απολιγνιτοποίησης της ηλεκτροπαραγωγής.

Το 2021 είναι ένας χρόνος με προκλήσεις και με πολλές αβεβαιότητες όσον αφορά την αποτελεσματική αντιμετώπιση της πανδημίας, όμως πρέπει να δούμε δύο από τα πιο σημαντικά ζητήματα που αφορούν την επόμενη μέρα και συγκεκριμένα τον ρόλο της εξόρυξης στην πορεία της Πράσινης Συμφωνίας και την επιτακτική ανάγκη άμεσης και αποτελεσματικής αντιμετώπισης των χρονιζόντων ρυθμιστικών θεμάτων που δημιουργούν ένα αποθαρρυντικό πλαίσιο για την ανάπτυξη του κλάδου μας.

Προτεραιότητα μας η βιώσιμη ανάπτυξη

Η βιώσιμη ανάπτυξη αποτελεί έξυπνη επιλογή για όλες τις επιχειρήσεις. Είναι θετικό για τη χώρα μας ότι έρευνες, όπως αυτή που έγινε από το Συμβούλιο Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΣΕΒ το 2018, δείχνουν ότι οι Στόχοι Βιώσιμης Ανάπτυξης (SDGs) του ΟΗΕ αναγνωρίζονται ως πλαίσιο με επιχειρηματική αξία από το 56% των μεγάλων επιχειρήσεων και το 41% των μεσαίων. Επιπλέον το 68% των ανωτάτων στελεχών διοίκησης αναγνωρίζουν την αξία της βιώσιμης ανάπτυξης ως στοιχείο επιχειρηματικών αποφάσεων και εκτίμησης επιχειρηματικού κινδύνου. Επίσης σημειώνεται ότι οι ελληνικές βιομηχανίες μείωσαν κατά 29% τις εκπομπές CO2 στη περίοδο 1990-2018, ενώ η συνολική μείωση του βιομηχανικού κλάδου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ήταν 22% κατά την ίδια περίοδο. Ειδικά για τον εξορυκτικό κλάδο της χώρας, τα μέλη του Συνδέσμου, τα οποία αντιπροσωπεύουν το 30% των επιχειρήσεων και το 85% του κύκλου εργασιών της εξορυκτικής βιομηχανίας, δεσμεύονται σε Κώδικα Αρχών Βιώσιμης Ανάπτυξης ήδη από το 2006. Τα στοιχεία αυτά αποδεικνύουν ότι ήδη για πολλές από τις ελληνικές επιχειρήσεις η βιώσιμη ανάπτυξη και η φροντίδα για το περιβαλλοντικό αποτύπωμα αποτελούν προτεραιότητα.

Επιπροσθέτως, ενδεικτικό της στροφής είναι και το γεγονός ότι οι ελληνικές τράπεζες στοχεύουν στην προώθηση προϊόντων συνδεδεμένων με τη βιώσιμη ανάπτυξη, ενώ και οι μακροπρόθεσμοι επενδυτές έχουν βάλει στα επενδυτικά κριτήρια τους θέματα που αφορούν στο περιβάλλον, την κοινωνία και την εταιρική διακυβέρνηση. Επιπλέον και το καταναλωτικό κοινό αναπτύσσει σταδιακά ευαισθησία στα περιβαλλοντικά θέματα και δείχνει να προτιμά προϊόντα από εταιρείες που εφαρμόζουν πρακτικές βιώσιμης ανάπτυξης.

Παγκοσμίως παρατηρούμε την πρόθεση των κρατών να συνδυάσουν την ανάκαμψη της οικονομίας που δέχθηκε πλήγμα από την πανδημία, με επενδύσεις στην Πράσινη Οικονομία και τη Ψηφιακή Μετάβαση. Πρωταθλητής σε αυτή τη στρατηγική είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση που έχει ήδη αναλάβει διακριτή δέσμευση με την Πράσινη Συμφωνία, νωρίτερα από άλλες μεγάλες οικονομίες, για μείωση των εκπομπών του θερμοκηπίου κατά 55% έως το 2030 σε σχέση με το 1990. Η χώρα μας κινείται προς αυτήν την κατεύθυνση, ενθαρρύνοντας πρακτικές βιώσιμης ανάπτυξης και κυκλικής οικονομίας.

Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να ελκύει και να κινητοποιεί εγχώριες και ξένες επενδύσεις, απαιτείται όμως ταυτόχρονα η επίλυση χρονιζόντων προβλημάτων ώστε να απελευθερωθεί το πλήρες δυναμικό των ελληνικών επιχειρήσεων. Πλέον οι επιχειρήσεις στοχεύουν στο διεθνή στίβο και υπάρχουν αρκετές οι οποίες ακολουθούν τις επιταγές των καιρών, οργανισμοί που ασχολούνται με τη μελέτη των αναγκών και την υποστήριξη των επιχειρήσεων στην προσαρμογή τους στα δεδομένα και τις απαιτήσεις της βιώσιμης ανάπτυξης, καθώς και τοπικές κοινωνίες και επενδυτές που αξιολογούν και επιβραβεύουν όσους επενδύουν στο περιβάλλον, την κοινωνία και την εταιρική διακυβέρνηση.

Κρίσιμα θέματα απαιτούν άμεση λύση

Αναγνωρίζουμε τη μεταρρυθμιστική προσπάθεια που γίνεται τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας,όμως η εξόρυξη των στερεών ορυκτών πρώτων υλών δεν έχει ακόμα την απαιτούμενη προτεραιότητα στην άρση δυσλειτουργιών, την οποία αναμφισβήτητα δικαιούταιλόγω της συνεισφορά της του 3,1% στο ΑΕΠ της χώρας και του 5% στις εξαγωγές της.

Τα σημαντικότερα κρίσιμα θέματα που αποτελούν τροχοπέδη στην αναπτυξιακή πορεία της εξόρυξης αφορούν:

  • Στην πολύ αργή και περίπλοκη περιβαλλοντική αδειοδότηση, με χρόνους που ξεπερνούν τις περισσότερες φορές τα τρία με τέσσερα χρόνια, η οποία αποθαρρύνει μεγάλες επενδύσεις και δημιουργεί ανασφάλεια δικαίου.
  • Στις ασάφειες στην ενσωμάτωση του ευρωπαϊκού δικαίου, στα περιθώρια ερμηνειών στα διάφορα επίπεδα δημόσιας διοίκησης όσον αφορά στη δασική και λατομική νομοθεσία που οδηγούν σε καθυστερήσεις και αυξημένο κόστος λειτουργίας, και τελικά επιβαρύνουν τη διεθνή ανταγωνιστική θέση των επιχειρήσεων του κλάδου.
  • Στις επιβεβλημένες αλλαγές στο Λατομικό Νόμο, μετά από εμπειρία τριετούς εφαρμογής του, οι οποίες καθυστερούν αναιτιολόγητα και οδηγούν σε αυξημένο κόστος λειτουργίας αλλά και συντηρούν κλίμα ανησυχίας στις επιχειρήσεις του κλάδου.
  • Στη σημαντική επιβάρυνση που αντιμετωπίζουν οι μεταλλευτικές επιχειρήσεις λόγω του υπολογισμού των μεταλλευτικών τελών με βάση την έκταση των παραχωρήσεων, γεγονός που πλήττει την διεθνή ανταγωνιστικότητα τους.
    Στον εκ των προτέρων αποκλεισμό της εξόρυξης στερεών ορυκτών σε περιοχές NATURA 2000, παρά τις αντίθετες προβλέψεις των Ευρωπαϊκών οδηγιών και του τρόπου που εφαρμόζονται αυτές σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη με αντίστοιχες ανταγωνιστικές δραστηριότητες.
  • Στην ανάγκη στήριξης της ελληνικής εξορυκτικής βιομηχανίας για να ισχυροποιήσει τη θέση της στην πορεία για την υλοποίηση της νέας Ευρωπαϊκής Πολιτικής για τις Πρώτες Ύλες, λόγω της αναγνωριζόμενης σημασίας αυτών στην επίτευξη των στόχων της Πράσινης Συμφωνίας.

Τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα που απορρέουν από την ποικιλία των ορυκτών πόρων της χώρας, την υψηλή τεχνογνωσία και τεχνολογία που διαθέτουν οι ελληνικές επιχειρήσεις, τη γεωγραφική θέση της χώρας που ευνοεί τις αποτελεσματικές θαλάσσιες μεταφορές καθώς και η ισχυρή παρουσία των επιχειρήσεων του κλάδου στο εξωτερικό με παραγωγικές βάσεις και δίκτυα διανομής, έχουν δημιουργήσει ισχυρό αποτύπωμα στις διεθνείς αγορές. Οι χώρες υποδοχής είναι σημαντικά διαφοροποιημένες και πολλά από τα ελληνικά προϊόντα κατέχουν θέση στην πρώτη πεντάδα διεθνώς.

Για την αύξηση των εξαγωγών απαιτείται περισσότερη φροντίδα της Οικονομικής Διπλωματίας για τα εξορυκτικά προϊόντα, η υποστήριξη των δραστηριοτήτων εκτός Ελλάδας και εργαλεία μείωσης του επιχειρηματικού ρίσκου για εξαγωγές ή και δραστηριοποίηση σε χώρες με ελκυστικό δυναμικό αλλά ανώριμο πλαίσιο διασφάλισης ξένων επενδύσεων.

Τι χρειαζόμαστε

Οι καιροί επιτάσσουν μία ολιστική προσέγγιση με στόχο τη δημιουργία ενός αποτελεσματικού φιλο-επενδυτικού περιβάλλοντος με γρήγοροκύκλο αδειοδότησης, γρήγορη απονομή δικαιοσύνης και ασφάλεια δικαίου, αποτελεσματική Δημόσια Διοίκηση, σταθερό πλαίσιο επιχειρηματικής λειτουργίας και τέλος αναγνώριση και επιβράβευση των επιχειρήσεων που λειτουργούν με υπεύθυνο τρόπο.
Με αυτή τη στρατηγική θα μπορέσουμε να επαναπατρίσουμε σημαντικό μέρος των νέων μας, αλλά και να προσελκύσουμε «παγκόσμιο ταλέντο» που θα συμβάλλει έμπρακτα στην ανάπτυξη της χώρας.

Ο Σύνδεσμος μας, εκπροσωπώντας το 85% της οικονομικής δραστηριότητας του κλάδου, έχει κινητοποιηθεί έντονα ώστε τα πλεονεκτήματά και η υπεύθυνη λειτουργία της ελληνικής εξορυκτικής βιομηχανίας να αποτελέσουν παράδειγμα για το ζητούμενο νέο παραγωγικό υπόδειγμα της χώρας και στέρεο θεμέλιο για την αποτελεσματική συνεισφορά της στο στόχο να αποτελέσει η βιομηχανική παραγωγή το 15% του ΑΕΠ της χώρας μέχρι το τέλος της τρέχουσας δεκαετίας.

Είμαστε έτοιμοι να συνεργαστούμε και να υποστηρίξουμε την απαιτούμενη συλλογική προσπάθεια για την επιτάχυνση των νομοθετικών παρεμβάσεων αλλά και των λοιπών πρωτοβουλιών που απαιτούνται, για να μπορέσουμε να ξεδιπλώσουμε το δυναμικό μας και να αποδείξουμε ότι είμαστε μέρος της βιώσιμης ανάπτυξης της χώρας μας.

*Πρόεδρος ΣΜΕ