Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Τα τελευταία χρόνια της δεκαετίας του 1990 έκλεινε ο 20ος αιώνας και ήδη γινόταν πολύς λόγος για την έλευση του 21ου αιώνα, μέσα σ’ ένα κλίμα μεγάλης οικονομικής ευφορίας.
Τα χρηματιστήρια παντού κάλπαζαν και στην Αθήνα ο δείκτης είχε ξεπεράσει τις 6.000 μονάδες. Στην αγορά κυκλοφορούσε άφθονο χρήμα και στην οδό Σοφοκλέους όπου στεγαζόταν το Χρηματιστήριο Αθηνών, κερδίζονταν και χάνονταν περιουσίες μέσα σε ώρες.
Την ίδια περίοδο, τα δημοκρατικά καθεστώτα αυξάνονταν στον πλανήτη μας, η οικονομία της αγοράς θριάμβευε και η χρηματοοικονομική παγκοσμιοποίηση αποτελούσε ένα νέου τύπου Ελντοράντο.
Ημέρες δόξας γνώριζε επίσης και η διεθνής σοσιαλδημοκρατία, με σημαία της τον «τρίτο δρόμο» και σημαιοφόρους τον Αμερικανό πρόεδρο Μπιλ Κλίντον και τον Βρετανό πρωθυπουργό Τόνυ Μπλαίρ.
Ακόμα, στην Ιταλία πρωθυπουργός ήταν ο πρώην κομμουνιστής Μάσιμο ντ’ Αλέμα, στη Γαλλία ο σοσιαλιστής Λιονέλ Ζοσπέν, στη Γερμανία δέσποζε ο σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος Γκέρχαρντ Σρέντερ, στην Πορτογαλία κυβερνούσε ο σοσιαλιστής Αντώνιο Γκουτέρες και στην Ελλάδα είχε ούριο άνεμο η σοσιαλιστική κυβέρνηση του Κώστα Σημίτη.
Θυμάμαι σε μια συνάντηση των Ευρωπαίων Δημοσιογράφων στο Πόρτο της Πορτογαλίας αρχές του 1998, τον πρώην σοσιαλιστή Γάλλο πρωθυπουργό Μισέλ Ροκάρ να μου λέει ότι «αν η σοσιαλδημοκρατία δεν παρασυρθεί από την φρενίτιδα του χρηματοοικονομικού καπιταλισμού, της οικονομίας-καζίνο δηλαδή, η κυριαρχία της στον πλανήτη θα κρατήσει για πάρα πολλά χρόνια». Άρα ο δυτικός καπιταλισμός έχει ευοίωνο μέλλον ρώτησα τον Γάλλο πολιτικό, που τότε ήταν ευρωβουλευτής. «Θα γίνει θνητός, αν πάψει να είναι φιλελεύθερος», μου απάντησε ο Μισέλ Ροκάρ και με έβαλε σε πολλές σκέψεις. Τι να ήθελε άραγε να πει;
Λίγες εβδομάδες αργότερα, ύστερα από πρόσκληση του Διεθνούς Επιμελητηρίου βρέθηκα στη Σαγκάη και εκεί δοκίμασα σειρά εκπλήξεων. Κατά πρώτον διαπίστωσα ότι στην Κίνα ίσχυαν τα εσωτερικά διαβατήρια. Ο κάτοικος της Σαγκάης για να ταξιδέψει στο εσωτερικό της χώρας του έπρεπε να διαθέτει διαβατήριο και αν πήγαινε στο Πεκίνο δεν μπορούσε να εγκατασταθεί εκεί ούτε να μείνει πάνω από δύο εβδομάδες.
Διαπίστωσα επίσης ότι η παραοικονομία ήταν επιτρεπτή στην περιοχή της Σαγκάης, η οποία τότε έφθανε τα 20 εκατομμύρια κατοίκους. Η γη της περιοχής ανήκε πλήρως στην περιφερειακή εξουσία, ήτοι στο τοπικό Κομμουνιστικό Κόμμα και οι πολίτες, υπό ορισμένες προϋποθέσεις μπορούσαν να γίνουν ιδιοκτήτες, για 99 χρόνια. Κάθε νοικοκυριό όμως δεν μπορούσε να επενδύσει σε ακίνητα κατά βούληση ούτε να έχει προσόδους από αυτά. Εκτός και αν το νοικοκυριό αποκτούσε εταιρική μορφή και είχε την άδεια του κόμματος να κάνει κτηματικές επενδύσεις.
Για να μην πολυλογώ, η κινεζική μου εμπειρία με έβαζε σε νέες σκέψεις, γιατί έβλεπα μπροστά μου να οικοδομείται ένας ιδιότυπος καπιταλισμός, με πολύ παράξενους όρους κεφαλαιακής συσσώρευσης.
Τις σκέψεις μου αυτές τις κατέθετα σε μια συζήτηση με τον τότε διευθυντή του Οργανισμού Ξένων Επενδύσεων στη Σαγκάη, Λιού Σιάμπο, στον οποίον έθετα το ερώτημα «μήπως στην μετά τον Μάο Κίνα αναδυόταν ένας διαφορετικός του δυτικού καπιταλισμός, με φιλοδοξία παγκόσμιας ηγεμονίας».
Με πολύ λακωνικό τρόπο, ο Κινέζος τεχνοκράτης μου απαντούσε ότι «η Κίνα ως πολιτισμός, έθνος, δημογραφική οντότητα και αναπτυσσόμενη οικονομία θα διεκδικήσει τη θέση που της αξίζει στον παγκόσμιο χώρο…».
Από τότε μέχρι σήμερα έχουν περάσει 20 και παραπάνω χρόνια. Και κάποιοι αριθμοί προκαλούν ίλιγγο. Στην περίοδο που πέρασε, η Κίνα παρήγαγε και αξιοποίησε σχεδόν δυο φορές περισσότερο τσιμέντο από ό,τι οι ΗΠΑ καθ’ όλη τη διάρκεια του 20ου αιώνα.
Επίσης, για παράδειγμα, το έτος 2015, με τον τότε «χαμηλό» ρυθμό ανάπτυξής της, σε όρους ΑΕΠ, δημιουργούσε μια Ελλάδα ανά 16 εβδομάδες και ένα Ισραήλ ανά 25. Την ίδια περίοδο, κινεζικές επιχειρήσεις, εξαγόραζαν το 50% του αφρικανικού ορυκτού πλούτου, παράλληλα δε έβαζαν στα σκαριά την ανασύσταση του Δρόμου του Μεταξιού, σε μια προσπάθεια οικοδόμησης χερσαίων διαδρόμων επικοινωνίας κατά μήκος της ευρασιατικής ηπείρου.
Όπως αναφέρει ο γεωπολιτικός αναλυτής Δημήτρης Αναγνωστόπουλος στο τελευταίο «Φόρειν Αφαίρς» με την εφαρμογή του κινεζικού σχεδίου (Belt and Road Initiative) γίνεται εφικτό το ξεπέρασμα φραγμών στον ευρασιατικό χώρο με ενίσχυση της διασύνδεσιμότητάς τους.
Οι επικείμενες μεγάλες μειώσεις στο κόστος των χερσαίων συγκοινωνιών σε συνδυασμό με την εμπλοκή άνω των 60 κρατών, ή των 2/3 του παγκόσμιου πληθυσμού, προμηνύουν τεκτονικές αλλαγές στο διεθνές σύστημα. Αλλαγές που δύνανται να αναδιαμορφώσουν, τουλάχιστον μερικώς, την δομή της παγκόσμιας ισχύος. Εις επίρρωσιν του επιχειρήματος αυτού, κρίνεται απαραίτητη η σύγκριση της δομής ισχύος προηγούμενων υπερδυνάμεων με την διαμορφούμενη κινεζική.
Ιδιαίτερα δε με κριτήριο την απόκτηση θαλάσσιας ισχύος, βάσει ιστορικής εμπειρίας, ο έλεγχος της θάλασσας είναι ζωτικής σημασίας για την οικονομική άνθιση και την ευρύτερη ευημερία ενός έθνους. Ως εκ τούτου, οι πλανητικές δυνάμεις έχουν κατ’ εξοχήν ναυτική δομή ισχύος.
Για παράδειγμα, η διάταξη των ναυτικών δυνάμεων των Ηνωμένων Πολιτειών σήμερα εκφράζει με ιδιαίτερη σαφήνεια τον απώτερο αντικειμενικό σκοπό λειτουργικού ελέγχου του δικτύου, δηλαδή των σημαντικότερων υδάτινων κατά κύριο λόγο εμπορευματικών κόμβων και διαύλων επικοινωνίας. Η Κίνα συνεπώς, σε καμιά περίπτωση δεν θα απουσιάσει από αυτήν την διεκδίκηση ισχύος.
Την έχει απόλυτη ανάγκη την ισχύ αυτή, διότι στη σημερινή Κίνα εκκολάπτεται και ένα σύστημα «αντιδημοκρατικού καπιταλισμού», το οποίο έχει τεράστιες ιδεολογικές και γεωπολιτικές φιλοδοξίες. Αποτελεί δε σημαντικό λάθος κάποιων επωνύμων δυτικών αναλυτών να αναλύουν, να ερμηνεύουν και να αξιολογούν τον κινεζικό αντιδημοκρατικό καπιταλισμό με δυτικά κριτήρια.
Ο μεγάλος Γάλλος φιλόσοφος Μισέλ Φουκώ ήταν αυτό που κάποτε είχε γράψει ότι η Δύση θα πρέπει να «συλλάβει» τον βαθμό «ετεροτοπίας» της Κίνας, αν πράγματι θέλει να πάει στο βάθος της κινεζικής σκέψης.
Από την άποψη αυτή, είναι σημαντικό να διερευνήσει κανείς ποια ανάγνωση κάνουν οι σημερινοί Κινέζοι κομμουνιστές στον Κάρλ Μαρξ. Ο έμπειρος παρατηρητής μιας τέτοιας προσπάθειας θα καταλάβει ότι στη μεταμαοϊκή Κίνα, η κινεζική ηγεσία δεν εφαρμόζει τη μαρξική αντίληψη «της πάλης των τάξεων», αλλά την αντίστοιχη της «παραγωγικής ανατροπής».
Με ποιο απλά λόγια, ο κινεζικός καπιταλισμός ενδιαφέρεται περισσότερο για επιχειρηματική δραστηριότητα παρά για «δικτατορία του προλεταριάτου», η οποία έτσι κι αλλιώς στην αχανή αυτή χώρα υπάρχει από την εποχή του Μάο και φέτος συμπλήρωσε 72 χρόνια.
Υπό αυτή την έννοια, φιλοδοξία της Κίνας είναι ο καπιταλισμός της να γίνει πλανητικός και στο επίπεδο αυτό προσώρας τα πάει καλά.
Πηγή: euro2day.gr