Μία ανανεωμένη ακροδεξιά προπαγάνδα προσαρμοσμένη στους φόβους της εποχής ήταν σε θέση να διασώσει αμεσότερα και ευκολότερα, μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης σε σημαντικό βαθμό, τις ανελεύθερες ιδέες της στη δημόσια σφαίρα
Της Βασιλικής Γεωργιάδου*
O δεξιός εξτρεμισμός, παρότι κατέγραφε διαρκή παρουσία στον δυτικό κόσμο καθ’ όλη τη μεταπολεμική περίοδο, η δυναμική του ήταν ακανόνιστη, ενώ βρισκόταν σε υποχώρηση πριν από την 11η Σεπτεμβρίου. Τα πράγματα αρχίζουν σταδιακά να αλλάζουν μετά τις επιθέσεις στους Δίδυμους Πύργους και ό,τι αυτό το αδιανόητο γεγονός σηματοδότησε για τα ζητήματα της παγκόσμιας ασφάλειας. Πλέον, ο βίαιος δεξιός εξτρεμισμός, που θεωρείται διεθνώς μια εκδοχή της δεξιάς τρομοκρατίας και που – δυστυχώς – για μια κρίσιμη περίοδο το εγχώριο αποτύπωμά του υποβαθμίστηκε στη χώρα μας, περιγράφεται ως ένας «σοβαρός και αυξανόμενος κίνδυνος» (Antonio Guterres) και ως μια «παγκόσμια απειλή» (UN-Trends Alert) που πλήττει τα θεμέλια της ελευθερίας, του πλουραλισμού και της ανοικτότητας του δημοκρατικού κόσμου.
Ο πυρήνας του δεξιού εξτρεμισμού συγκροτείται από ένα «διάχυτο φάσμα» (Cynthia Miller-Idriss) από ατομικότητες, ομάδες και οργανώσεις (alt-right, νεοναζί, παραστρατιωτικές μιλίτσιες, παραθρησκευτικές σέχτες, κ.ά.). Πρόκειται για ένα εκτενές μωσαϊκό, οι ψηφίδες του οποίου εστιάζουν εμφατικά στην καταγγελία του συνωμοσιολογικού νεφελώματος της «Νέας Παγκόσμιας Τάξης». Τα στοιχεία αυτού του ψηφιδωτού διακρίνονται από βαθύ και αυθεντικό ρατσισμό και διατείνονται από μισαλλόδοξες ιδέες που εκθειάζουν την υπεροχή της λευκής φυλής εκφράζοντας ό,τι συμπυκνώνεται γύρω από το ρεύμα του αποκαλούμενου «λευκού εθνικισμού», με τον αντισημιτισμό, την ξενοφοβία και ισλαμοφοβία, τον μισογυνισμό και την ομοφοβία να αποτελούν τις κύριες και χαρακτηριστικότερες ιδεολογικές εκφράσεις του.
Εκτός από τον βίαιο δεξιό εξτρεμισμό, η μετά την 11η Σεπτεμβρίου πολιτική σκηνή ευνόησε την ενίσχυση του ευρύτερου ρεύματος της άκρας Δεξιάς. Ο «πόλεμος» εναντίον της ισλαμικής τρομοκρατίας συνέκλινε με τα μοτίβα της ακροδεξιάς ρητορικής συμβάλλοντας μάλιστα στην ανανέωση ενός προϋπάρχοντος αντιμεταναστευτικού αφηγήματος που έδειχνε να στερεύει σε δυναμική. Μία ανανεωμένη ακροδεξιά προπαγάνδα προσαρμοσμένη στους φόβους της εποχής ήταν σε θέση να διαχύσει αμεσότερα και ευκολότερα, μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης σε σημαντικό βαθμό, τις ανελεύθερες ιδέες της στη δημόσια σφαίρα. Η ισλαμοφοβία έχει γίνει σημαία κάθε εκδοχής της άκρας Δεξιάς που πλέον εστιάζει στους πολιτισμικούς –περισσότερο από ό,τι στους οικονομικούς – φόβους. Οι ακροδεξιοί, εξτρεμιστές και εθνικολαϊκιστές, εκπέμπουν συστηματικά ένα επείγον σήμα κινδύνου που βρίσκει ευήκοα ώτα σε ένα κοινό πολύ ευρύτερο των κατεξοχήν οπαδών τους. Το γεγονός αυτό αυξάνει την επιρροή τους, ενώ ταυτόχρονα «κανονικοποιεί» στοιχεία από το μήνυμά τους και, εν μέρει τουλάχιστον, αποστιγματίζει το προφίλ τους.
H «πολιτισμική αντίδραση», το γεγονός δηλαδή ότι στον ύστερο μεταπολεμικό κόσμο εγκαταλείπονται οι παραδοσιακές/χριστιανικές δυτικές αξίες χάριν των μεταϋλιστικών και φιλελεύθερων – κοσμοπολιτικών, υπήρξε από παλιά ένα αφήγημα με κοινωνικό συντηρητικό πρόσημο που λειτουργούσε ενισχυτικά υπέρ εκείνων των πολιτικών δυνάμεων που προέτασσαν στη ρητορική τους μια τέτοια λογική (Pippa Norris & Ronald Inglehart). Η άκρα Δεξιά έχτισε το προφίλ της συστηματοποιώντας αυτή την εξιστόρηση. Στον μετά την 1ln Σεπτεμβρίου 2001 κόσμο μας αυτή η εξιστόρηση ανανεώθηκε ως προς τα επιμέρους μοτίβα της και έγινε κομβική στο εγχείρημα της αντιμετώπιση της ισλαμικής τρομοκρατίας. Η «πολιτισμική αντίδραση» έπαψε να είναι γενική, αόριστη, θεωρητική και έγινε συγκεκριμένη και ειδική, με τις παραλλαγές της άκρας Δεξιάς να δίνουν τη δική τους εκδοχή όσον αφορά τους καταλύτες αυτής της αντίδρασης. Ο δεξιός εξτρεμισμός και συνολικά η άκρα Δεξιά τροφοδοτήθηκαν με ό,τι επακολούθησε την 11η Σεπτεμβρίου. Δεν αποτελούν ωστόσο κάποιον «σύμμαχο» των δυτικών αξιών, όπως θέλουν να αυτοσυστήνονται, αλλά μια επιπλέον απειλή για τη δημοκρατία και την ελευθερία.
*καθηγήτρια Πολιτικής Επιστήμης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο