Μαθήματα ιστορίας και γεωπολιτικής αναγκαιότητας… Του Σωτηρίου Κ. Σέρμπου

312

Ανακυκλώνοντας τα λάθη σε Κορέα και Βιετνάμ όπου δεν διακυβεύονταν υπαρξιακές απειλές για: τα στρατηγικά συμφέροντα των ΗΠΑ και παρασυρόμενη από τον πειρασμό ένταξής τους στη φιλελεύθερη διεθνή τάξη, η Αμερική ηττήθηκε τόσο στο Ιράκ όσο και στο Αφγανιστάν

Του Σωτηρίου Κ. Σέρμπου*

Η τρομοκρατική καταιγίδα της 11ης Σεπτεμβρίου πάτησε τη σκανδάλη οδηγώντας την υπερδύναμη του πλανήτη σε πολεμικές αναμετρήσεις σχεδόν καθ’ όλη τη διάρκεια του αιώνα που διανύουμε. Ανατρέποντας το μεγαλύτερο τμήμα του προηγούμενου και υιοθετώντας μια εσφαλμένη στρατηγική περιορισμένης εμβέλειας και απώλειας γεωπολιτικής πυξίδας. Οδηγούμενη σε εθνικές αυταπάτες που τραυμάτισαν την ισχύ της διεθνώς και περιόρισαν την ικανότητά της ως προς τον έλεγχο γεγονότων παγκόσμιας εμβέλειας. Ανακυκλώνοντας τα λάθη σε Κορέα και Βιετνάμ όπου δεν διακυβεύονταν υπαρξιακές απειλές για τα στρατηγικά συμφέροντα των ΗΠΑ και παρασυρόμενη από τον πειρασμό ένταξής τους στη φιλελεύθερη διεθνή τάξη, η Αμερική ηττήθηκε τόσο στο Ιράκ όσο και στο Αφγανιστάν. Επιπλέον, η καταγραφή των επιπτώσεων δεν περιορίστηκε μόνο σε διεθνές ή περιφερειακό επίπεδο αλλά περιέλαβε και το εσωτερικό της.

Εξέλιξη που επιβεβαιώνει πως στο πλαίσιο προώθησης μιας μη πειθαρχημένης εθνικής στρατηγικής που συμπίεσε και παρανόησε τα κύρια γεωπολιτικά της συμφέροντα, το αισθητήριο της υπερδύναμης αλλοιώθηκε αναφορικά με το πώς επιλέγει – όταν δεν τις επιβάλλονται – οι μη κρίσιμοι πόλεμοι στους οποίους αποφασίζει να εμπλακεί. Άλλωστε η αναγνώριση των απειλών πηγαίνει χέρι χέρι με την πρόδηλη και ρεαλιστική αποτύπωση τόσο του κόστους που συνεπάγονται όσο και της πιθανότητας επιτυχώς να ανασχεθούν. Σε διαφορετική περίπτωση, οι μόνες διαθέσιμες επιλογές που απομένουν στο Οβάλ Γραφείο του προέδρου δεν είναι ανάμεσα στη νίκη και την ήττα αλλά μεταξύ του να χάσω ή να μη χάσω κατά τη διάρκεια της δικής μου διακυβέρνησης – μεταθέτοντας τη δύσκολη αλλά ορθή απόφαση στον επόμενο. Με το πολιτικό κόστος της μετάβασης να είναι αναπόφευκτο, συνειδητά ο Μπάιντεν «τραβάει την πρίζα» και ομολογεί την ήττα εγκαίρως. Επιλέγοντας να το αναλάβει στην αρχή της θητείας του. Αναδρομικό πλην όμως βραχυπρόθεσμο και άρα διαχειρίσιμο. Παραμένοντας συνεπής με τις δεσμεύσεις που προσέφεραν προεκλογικά οι στενοί του συνεργάτες Σάλιβαν και Μπλίνκεν. Εργαζόμενοι συστηματικά στο εσωτερικό των Δημοκρατικών για μια εξωτερική πολιτική που θα ανταποκρίνεται στη μεσαία τάξη των ΗΠΑ.

Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, η αλλαγή πορείας της ναυαρχίδας της Δύσης μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και ο πυρήνας του μηνύματος «πρώτα η Αμερική» είχαν ήδη εκτελεστεί στη δεύτερη θητεία του Μπαράκ Ομπάμα. Με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον και προς Ασία-Ειρηνικό μεριά, αποφάσισε να κλείσει τα αφτιά του στις σειρήνες των ηθικών δεσμεύσεων και του ρόλου που συνεπάγονται για τις ΗΠΑ (με αδιάφορο ή αρνητικό για τις ίδιες γεωπολιτικό πρόσημο), προκειμένου να κρατήσει το καράβι προσανατολισμένο στα άμεσα ζωτικά συμφέροντα της χώρας. Προς αυτή την κατεύθυνση, κατά τη διάρκεια της δεύτερης τετραετίας του, τέθηκε το πλαίσιο μιας διαφοροποιημένης στρατηγικής που θα προωθεί την επίτευξη γεωπολιτικά ευνοϊκών για την ίδια ισορροπιών δυνάμεων ανά παγκόσμια περιφέρεια. Με τις ΗΠΑ να αποδέχονται (μετά την προεδρία Τζορτζ Μπους του νεότερου) πως η πολιτική της μιας υπερδύναμης ή αλλιώς της μονοκρατορίας με άμεσες στρατιωτικές και οικονομικές επεμβάσεις ανά την υφήλιο την ξεπερνάει. Η υπερεπέκτασή της σε πολλά μέτωπα, η κρίση χρέους και τέλος οι μεγάλες απώλειες που κατέγραψαν οι εσφαλμένες πολιτικές στο Ιράκ αποτελούν ουσιώδεις παράγοντες που συνετέλεσαν στην προαναφερθείσα αλλαγή πλεύσης. Από κοινού με την άρνηση του εκλογικού σώματος να εμπλακεί η χώρα σε αορίστου χρόνου δευτερεύουσες και άνευ στρατηγικού διακυβεύματος πολεμικές συγκρούσεις. Εκκινώντας τη στρατηγική της ισορροπίας δυνάμεων ανά παγκόσμια περιφέρεια, προσαρμοσμένη στο νέο διεθνές σύστημα μειωμένης μονοπολικότητας αλλά και της πιθανής μετάβασης σ’ έναν μελλοντικά πολυπολικό κόσμο. Απότομα επί Ομπάμα, αλλοπρόσαλλα επί Τραμπ και προς ώρας συγκροτημένα με τον Μπάιντεν (οι συμφωνίες Ομπάμα με Ιράν και Τραμπ – Μπάιντεν με Ταλιμπάν εντάσσονται σε αυτό το πλαίσιο). Μετά από μια δεκαετία, κάθε άλλοθι περαιτέρω υποκρισίας εκ μέρους των Ευρωπαίων για επιστροφή στη συνθήκη «business as usual» αξιολογείται ως επικίνδυνο. Το ποτάμι δεν γυρίζει πίσω.

*αναπληρωτής καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης και ερευνητής στο Ελληνικό Ίδρυμα Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ)