Τον άλλο Σταύρο Ψυχάρη που γνώρισα επί χρόνια!… Του Δημήτρη Στεργίου

285

Του Δημήτρη Στεργίου

Η είδηση του θανάτου του Σταύρου Ψυχάρη σε ηλικία 77 ετών (γεννήθηκε την 1η Ιανουαρίου του 1945 και είχε θείο τον  Κώστα Λουλέ, ηγετικό στέλεχος και βουλευτή του ΚΚΕ) μού ξετύλιξε, σαν σε κινηματογραφική ταινία, μνήμες 30 ετών, καθώς η επαγγελματική – δημοσιογραφική πορεία μας στον Δημοσιογραφικό Οργανισμό Λαμπράκη είχε την ίδια χρονική αφετηρία. Άρχισε να εργάζεται  στο «Συγκρότημα Λαμπράκη» το 1972, δηλαδή ένα περίπου χρόνο μετά την πρόσληψή μου, αρχικά ως δημοσιογράφος και εν συνεχεία ως πολιτικός συντάκτης της εφημερίδας «Τα Νέα». Σημειώνω ότι η  δημοσιογραφική του  δραστηριότητα  είχε αρχίσει από το 1964 στην αριστερή εφημερίδα «Δημοκρατική Αλλαγή», ενώ στη συνέχεια,  κατά τη διάρκεια της δικτατορίας  εργάστηκε ως κοινοβουλευτικός συντάκτης της εφημερίδας «Έθνος».

Οι επιδόσεις του  στο κοινοβουλευτικό ρεπορτάζ  συνεχίστηκαν στα «Νέα» και μάλιστα είχε καταστεί προνομιακός συνομιλητής των Κωνσταντίνου Καραμανλή και Ανδρέα Παπανδρέου, αλλά  και πολέμιος του Κώστα Καραμανλή και της κυβέρνησης Κωνσταντίνου Μητσοτάκη (1990-1993), «ψυχρός» προς τον Γιώργο Παπανδρέου για το γνωστό «τραπεζικό δάνειο» της οργής, «φίλος» του Μιλτιάδη Έβερτ και φίλος του Αντώνη Σαμαρά! Αυτό όμως που είχε γίνει ολοφάνερο ήταν οι  προνομιακές σχέσεις με τον Κώστα Σημίτη και το εκσυγχρονιστικό μπλοκ  μετά το 1996, των οποίων αθώο θύμα ήταν ο «Οικονομικός Ταχυδρόμος», όπως θα αναφέρω αναλυτικότερα πιο κάτω.

Αλλά αυτά είναι γνωστά. Γι΄αυτό  θέλω  να  «ζωντανέψω» άλλες, ίσως άγνωστες, στιγμές και πτυχές της προσωπικότητας του δημοσιογράφου , του δαιμόνιου ρεπόρτερ, του εκδότη, του επιχειρηματία και ανθρώπου, που έγινε ένας  από τους ισχυρότερους παράγοντες της πολιτικής, οικονομικής και δημοσιογραφικής ζωής της χώρας, όπως τον γνώρισα κυρίως  ως διευθυντή της εφημερίδας  «Το Βήμα» από το φθινόπωρο  του 1983 και σε όλα τα επόμενα χρόνια, έως το και  το 2001, όταν αποχώρησα από τον Δημοσιογραφικό Οργανισμό Λαμπράκη, υποβάλλοντας την παραίτησή μου ύστερα από 32 χρόνια συνεχούς και σκληρής  δημοσιογραφικής δραστηριότητας από διευθυντικές θέσεις.

Μακριά από εμένα  σκέψεις  γύρω από τα «κουτσομπολιά», τις κουμπαριές και άλλες κατηγορίες που κύκλωναν συχνά πυκνά τον δραστήριο δημοσιογράφο και εκδότη  και που άφηναν, φαινομενικά, ατάραχο! Μόνο συγκεκριμένα «επεισόδια», καλά και άσχημα, έχω σκοπό να παρουσιάσω για χαρισματικό και εργασιομανή, εύστροφο, ευέλικτο δημοσιογράφο, τον  οποίο, είναι αλήθεια, πολλοί από τους εργαζόμενους στον ΔΟΛ τον «έτρεμαν», αλλά δεν είχαν δίκιο. Αυτό μπορεί να το διαβεβαιώσει η ταπεινότητά μου, καθώς , μετά το φθινόπωρο του 1983, όταν ο Χρήστος Λαμπράκης, αιφνιδιάζοντας όλα τα άλλα, αρχαιότερα, στελέχη του ανέθεσε τη διεύθυνση της εφημερίδας «Το Βήμα» (έγινε τότε καθημερινή),  η άνοδος του Σταύρου Ψυχάρη έγινε αλματώδης, ήταν ο «άνθρωπος» του Χρήστου Λαμπράκη και ο πιο ισχυρός άνθρωπος του συγκροτήματος ύστερα από αυτόν.

Όμως για μένα, την ταπεινότητά μου ως  διευθυντικού στελέχους  που είχα τακτική συνεργασία μαζί του, ήταν,  μαζί με τον αείμνηστο Λέοντα  Καραπαναγιώτη (διευθυντή των «Νέων» από τότε) με τον οποίο συνεργαζόμουν στενά επί πολλά χρόνια γράφοντας το κύριο άρθρο «Ριπές», τα άρθρα στις στήλες «Πολιτικό Βαρόμετρο» και «Προβολείς στην Πολιτική Ζωή» και τα οικονομικά σχόλια στη στήλη «Η Άλλη Όψη»,  και τον σοφό διευθυντή του «Οικονομικού Ταχυδρόμου» Γιάννη Μαρίνο, με τον οποίο συνεργάστηκα επί … 30 χρόνια ως αρχισυντάκτης του ιστορικού περιοδικού, μεγάλοι δάσκαλοι, φωτισμένοι δημοσιογράφοι και, κυρίως, μάνατζερ, καθώς γνώριζαν ή γοητεύονταν να ανταμείβουν  τους ικανούς. Περιττό να επισημάνω ότι και οι τρεις  έβγαλαν μια πλούσια νέα γενιά δημοσιογράφων και δημιούργησαν  τις  καλύτερες εφημερίδες όλων των εποχών («Βήμα» και «Νέα»)  και το καλύτερο, εγκυρότερο περιοδικό, τον «Οικονομικό Ταχυδρόμο».

Αυτή τη μακρά περίοδο γνώρισα από κοντά τον Σταύρο Ψυχάρη. Έως το 2001, όταν έγινε γενικός διευθυντής του ΔΟΛ και η ταπεινότητά μου παραιτήθηκε, τιμώντας με με μεγάλες παροχές , θερμές ευχαριστίες και θερμές ευχές.

Δύο σημαδιακά επεισόδια

Αλλά, μέχρι τότε είχαν προηγηθεί δύο σημαδιακά επεισόδια στην ιστορία του ΔΟΛ. Το ένα θλιβερό, το άλλο ευχάριστο.  Το πρώτο σημάδεψε την αρχή του τέλους του «Οικονομικού Ταχυδρόμου» το φθινόπωρο του 1996 και το άλλο την κορύφωση της οικονομικής δύναμης του ΔΟΛ με την εισαγωγή  στο ελληνικό Χρηματιστήριο ως Ανώνυμης Εταιρείας το 1999. Επιτρέψτε μου να παρουσιάσω τα δύο αυτά επεισόδια αναλυτικότερα.

Στη στήλη «Το Θέμα της Εβδομάδας» του «Οικονομικού Ταχυδρόμου» (22 Αυγούστου 1996) δημοσιεύθηκε, με ευθύνη μου ως αρχισυντάκτη (λόγω απουσίας με τη θερινή άδεια του διευθυντού Γιάννη Μαρίνου και ύστερα από συνεννόηση μαζί του)  έρευνα του συνάδελφου Γιώργου Παπανικολάου με υπέρτιτλο «Παρά τις επίσημες αντίθετες διαβεβαιώσεις» και βασικό τίτλο «Αμόκ αύξηση προεκλογικών (;) δαπανών» και πλαγιότιτλο «Δυνητική πρόσθετη δαπάνη 682 δις. δραχμών από πρόσφατες νομοθετικές ρυθμίσεις», με δικό μου εισαγωγικό σημείωμα. Η έρευνας αυτή αξιοποιήθηκε ασμένως στελέχη της Νέας Δημοκρατίας, οι οποίοι την επικαλούνταν  για την ενίσχυση των επιχειρημάτων τους κατά τις σχετικές συζητήσεις τους με στελέχη του ΠΑΣΟΚ σε ραδιοτηλεοπτικούς σταθμούς,  τις διαπιστώσεις του δημοσιεύματος. Κι έτσι, η  αντίδραση του υπουργείου Οικονομικών ήταν θυελλώδης και εκδηλώθηκε με την αποστολή  την επομένη (23 Αυγούστου 1996) … Δελτίου Τύπου στις … εφημερίδες και όχι στον  … «άγνωστο»  «Οικονομικό Ταχυδρόμο»! Όμως το σημαντικότερο είναι ότι το ίδιο δημοσίευμα προκάλεσε για πρώτη φορά ταραχή και στην ηγεσία του ΔΟΛ (διάβαζε: Σταύρος Ψυχάρης), καθώς ζήτησε απόν διευθυντή του «Οικονομικού Ταχυδρόμου» Γιάννη Μαρίνο να διακόψει τη θερινή άδεια και τις διακοπές του στη Σαντορίνη και να επιστρέψει την Αθήνα. Έτσι, λόγω του νέου τότε προεκλογικού κύκλου και της στήριξης του Κώστα Σημίτη από τον Σταύρο Ψυχάρη, επαύθη ο Γιάννης Μαρίνος από τη θέση του διευθυντού του ιστορικού περιοδικού, την οποία αξίως την είχε αναθέσει ο Χρήστος Λαμπράκης από τον Απρίλιο του 1963. Δηλαδή, ο Γιάννης Μαρίνος ήταν διευθυντής εκείνος, ο οποίος, με τη βοήθεια τη δική μου ως αρχισυντάκτη από το 1977 (ύστερα από επτά χρόνια από τη ένταξή μου στον κατάλογο των συντακτών του Δημοσιογραφικού Οργανισμού Λαμπράκη το 1970), ανέδειξε το ιστορικό οικονομικό έντυπο σε «θεσμό». Η ταπεινότητά μου παρέμεινε στη θέση του αρχισυντάκτη και στη συνέχεια του διευθυντή Σύνταξης έως το τέλος Δεκεμβρίου του 2001, όταν αποχώρησα και αμέσως πήγα στον «Ελεύθερο Τύπο της Κυριακής» στην αρχή ως σύμβουλος Έκδοσης και στη συνέχεια ως διευθυντής.

Τους πρώτους μήνες συνεχίστηκε, με  «επαναστατικές» αλλαγές στη μορφή και στην ύλη, η έκδοση και κυκλοφορία του «Οικονομικού Ταχυδρόμου»  από τα περίπτερα και με συνδρομές, αλλά γρήγορα  έγινε ένθετο στο «Βήμα» του Σαββάτου και με συνδρομές. Τελικά, παρά τις τεράστιες προσπάθειες,  τρία χρόνια μετά την αποχώρησή μου από τον ΔΟΛ και τον «Οικονομικό Ταχυδρόμο», στις 3 Ιουνίου 2004 κυκλοφόρησε το τελευταίο φύλλο, το οποίο μάλιστα αναγγελλόταν  και η αναστολή της έκδοσής του ως «συνέπεια της αλλαγής των συνθηκών εκδόσεως  με την εισαγωγή της ηλεκτρονικής πληροφόρησης και τη μεταβολή των όρων λειτουργίας των Μέσων Ενημέρωσης», όπως τονιζόταν.

Όμως, τα διαχρονικά οικονομικά στοιχεία (κυκλοφορία, έσοδα κλπ) που με επιμέλεια κρατούσα και με ευλάβεια διατηρώ  έως το 1996 δεν επιβεβαιώνουν τον λόγο αυτόν της αναστολής της έκδοσης του ιστορικού περιοδικού. Στην πραγματικότητα, ο «Οικονομικός Ταχυδρόμος» «ήχθη  ως πρόβατον επί σφαγήν»,  ως ενοχλητικό  για την πολιτική ηγεσία!

Το άλλο επεισόδιο αφορά την πανηγυρική είσοδο του ΔΟΛ στο Χρηματιστήριο το 1999, με τη γνωστή συνέχεια από τη βαρύγδουπη πτώση του και το κραχ προς το τέλος ιδίου έτους και το 2000. Για την ιστορία αναφέρω ότι τότε, το 1999, όταν όλα τα διευθυντικά στελέχη του ΔΟΛ και, φυσικά, ο Σταύρος Ψυχάρης είχαν αναγάγει σε ύψιστο σκοπό για την επικράτηση στον ελληνικό Τύπο (εξαγορές  δεκάδων «πεθαμένων» περιοδικών κι άλλων τίτλων, ενοικιάσεις γραφείων!!!), η ταπεινότητά μου, όπως προκύπτει από το Ενημερωτικό Δελτίο του 1998, κατείχε την 6η θέση στον κατάλογο των δημοσιογραφικών στελεχών με βάση τη χρονολογία  πρόσληψης στον ΔΟΛ! Κι όμως αναγκάστηκα να φύγω ύστερα από 32 χρόνια  προσφορά στον ΔΟΛ!

Εργασιομανής  και … «χαΙδευτικά» … παλιόλογα!

Από τη συχνή συνεργασία μου με τον Σταύρο Ψυχάρη διαπίστωσα ότι ως διευθυντής, ως εκδότης, ως επιχειρηματίας έκρινε τους πάντες και τα πάντα εξ ιδίων. «Έφτασα εδώ που έφτασα κι όπου θα φτάσω μόνο με τη σκληρή δουλειά», είχε δηλώσει  σε συνέντευξή που στο περιοδικό FLASH, τον Ιούλιο του 1993.

Υποδεχόταν και συμπεριφορόταν προς  τον σκληρά εργαζόμενο  και με πάθος  και συνέπεια ανταποκρινόμενο  στο πρόγραμμά του συνάδελφο με  το χαρακτηριστικό  υπομειδίαμα που συχνά συνοδευόταν από  χαϊδευτικά «παλιόλογα», «βρισίδια», τα οποία όταν τα άκουγε κάποιος που δεν τον γνώριζε θα νόμιζε ότι  είναι ένας απάνθρωπος διευθυντής.

Δεν ήταν όμως έτσι. Αντιθέτως, όλους  (κυρίως τα στελέχη)  αντάμειβε με την έγκριση πρόσθετων  χρηματικών και άλλων παροχών (αυτοκίνητο, βενζίνη, τηλέφωνα κλπ).

Επίσης, δεν έλεγε πολλά, δεν έμενε στη θέση του, κατά τις επισκέψεις του, επί πολλή ώρα. Απλώς, ρωτούσε, ενημερωνόταν  και απερχόταν  αφήνοντας κάποιο σημείωμα. Ήθελε όμως συνέπεια, ακόμα περισσότερο από  την ποιότητα του δημοσιογραφικού  «κομματιού».

Ακόμα, ο Σταύρος  Ψυχάρης ήταν ένας από τους πιο διορατικούς (η μεγάλη πείρα εκεί σε πάει) δημοσιογράφος – μάνατζερ. Δηλαδή έβλεπε πολύ μακριά για την εξέλιξη του ελληνικού Τύπου , τονίζοντας ότι  «το μέλλον ανήκει στα ηλεκτρονικά μέσα» και ότι « οι εφημερίδες που δεν προσαρμόζονται στις τάσεις της αγοράς είναι καταδικασμένες να κλείσουν». Αυτήν την εμμονή του διαπίστωσα από την αρχή της περιπέτειας του «Οικονομικού Ταχυδρόμου», όταν αμέσως άλλες αμέσως όλη τη μορφή και την ύλη με την οποία είχε γίνει θεσμός από τους αναγνώστες του και τον έκανε … αγνώριστο! Τον έκαναν  λαμπερό περιοδικό  life-style, όπου κυριαρχούσε η φωτογραφία και όχι το κείμενο, η «ύλη», η ενημέρωση που είχε μορφώσει και αναδείξει σε λαμπρούς επιστήμονες από το 1926 ο «Οικονομικός Ταχυδρόμος»

Ολοκληρώνω  το σημείωμα αυτό με ευγνωμοσύνη, αλλά και μια απορία ύστερα από όλα αυτά. Έως τον Δεκέμβριο του 2001 που ήμουν κοντά του και τον επισκεπτόμουν στο γραφείο  είχα πολλές φορές διερωτηθεί και συνεχίζω ακόμα: Πώς ένας τόσο ευφυής  δημοσιογράφος, ευέλικτος διευθυντής, σχολαστικός εκδότης  δεν είχε αντιληφθεί ότι  μερικές επιλογές τις οποίες πρότειναν και υιοθετούσε ήταν σφόδρα αντιοικονομικές, αναλώμασι του ισχυρότερου οικονομικά με την άντληση κεφαλαίων από το Χρηματιστήριο ΔΟΛ.

Αυτή ήταν η άποψή μου μόνιμη και σταθερή για τον Σταύρο Ψυχάρη. Και δεν την εκφράζω τώρα που «δεδικαίωται»…

Πηγή: ot.gr