Του Chris Giles
Η απέχθεια της Λιζ Τρας για την οικονομική ορθοδοξία ήταν ολοφάνερη στην πρώτη μεγάλη συνέντευξη της εκστρατείας της για την ηγεσία του συντηρητικού κόμματος. «Έχουμε μια συναίνεση μεταξύ του υπουργείου Οικονομικών, των οικονομολόγων, των Financial Times και άλλων εφημερίδων, υπέρ ενός συγκεκριμένου τύπου οικονομικής πολιτικής εδώ και 20 χρόνια. Δεν έφερε ανάπτυξη» δήλωσε.
Η στήλη αυτή δεν είναι μια υπεράσπιση των FT, αλλά μια εξήγηση στη νέα πρωθυπουργό του Ηνωμένου Βασιλείου για το τι είναι και τι δεν είναι οικονομική ορθοδοξία. Έχοντας πάρει ένα εντατικό μάθημα όσον αφορά τον πόνο που μπορεί να προκαλέσουν οι αγορές μετά τον «μίνι» προϋπολογισμό της περασμένης Παρασκευής, ίσως φανεί χρήσιμο ανάγνωσμα στη νέα της κυβέρνηση.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η ορθοδοξία μπορεί να αποδειχθεί εσφαλμένη. Αλλά μαθαίνει από τα λάθη της. Πολύ λίγα στοιχεία της «συναίνεσης της Ουάσιγκτον» – η οικονομική ορθοδοξία της δεκαετίας του 1990 – επιβίωσαν της ασιατικής οικονομικής κρίσης στο τελευταίο κομμάτι αυτή της δεκαετίας.
Τα διδάγματα από το 2010 ώς το 2015, τα οποία έχουν πλέον αναγνωριστεί από το ΔΝΤ, τον ΟΟΣΑ και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, είναι πώς υπήρξε υπερβολική επικέντρωση στη μείωση των ελλειμμάτων και τη λιτότητα κατά την περίοδο μετά την παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση. Θα έπρεπε να είχε υπάρξει περισσότερη ευελιξία δεδομένων των ιστορικά χαμηλών επιτοκίων και της υψηλής ανεργίας.
Συγκρίνετε αυτή τον ευέλικτο τρόπο σκέψης με πρόσφατα κρούσματα οικονομικού λαϊκισμού σε πολλές χώρες και κάντε τα ακόλουθα ερωτήματα. Ήταν η Ελλάδα σε καλύτερη κατάσταση με την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ το 2015, η οποία επιδίωξε μια κρίση και την παρ’ ολίγον έξοδο της χώρας από το ευρώ ή με την ισχυρή ανάκαμψη που απολαμβάνει σήμερα; Το Brexit και οι εμπορικοί φραγμοί που υψώθηκαν με τους γείτονες του Ηνωμένου Βασιλείου προάγουν ή πλήττουν την ευημερία της χώρας; Οι δασμοί του Ντόναλντ Τραμπ ανάγκασαν την Κίνα να συνθηκολογήσει και έκαναν ξανά τις ΗΠΑ μια εξαγωγική χώρα;
Ο οικονομικός λαϊκισμός πάσχει από όλες τις ασθένειες που εσφαλμένα αποδίδει στην οικονομική ορθοδοξία. Είναι άκαμπτος όσον αφορά τις πεποιθήσεις του, ιδεοληπτικός και ανήμπορος να προσαρμοστεί καθώς αλλάζουν τα δεδομένα. Διακρίνεται από μια ανικανότητα να σκεφτεί εναλλακτικές ή απρόβλεπτες συνέπειες των εφαρμοζόμενων πολιτικών και αυτός είναι ο λόγος που έχει τόσο κακές επιδόσεις.
Πάρτε για παράδειγμα την οικτρή επίδοση του Ηνωμένου Βασιλείου στις χρηματοοικονομικές αγορές την περασμένη εβδομάδα, με τη βουτιά της λίρας, την εκτίναξη του κόστος δανεισμού, την αδυναμία των νοικοκυριών να εξασφαλίσουν στεγαστικά δάνεια και την παρ’ ολίγον κατάρρευση των συνταξιοδοτικών ταμείων. Όταν υπουργοί λαχταρούν να αμφισβητήσουν την ορθοδοξία, δεν θα ήταν φρόνιμο ο υπουργός Οικονομικών, Κουάσι Κουαρτένγκ, να σκεφτεί αν οι άνθρωποι στις αγορές είναι κομμάτι της οικονομικής ορθοδοξίας; Το γεγονός ότι είναι – διότι έχει αποδειχθεί ότι αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος να φυλάγεται το χρήμα – θα έπρεπε να τον είχε κάνει να δει υπό διαφορετική σκοπιά την ιδέα να εφαρμόσει μη χρηματοδοτούμενες φοροελαφρύνσεις σε μια περίοδο υψηλού πληθωρισμού, προκαλώντας όπως ήταν αναμενόμενο έντονες ανησυχίες.
Με έλλειμμα τόσο στον προϋπολογισμό όσο και στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, το Ηνωμένο Βασίλειο έχει ανάγκη την οικονομική ορθοδοξία για να συνεχίσει να του δανείζει χρήματα. Oπότε δεν είναι σοφό να απαξιώνει κανείς τον τρόπο σκέψης της, ή να απολύει τον αξιοσέβαστο ανώτατο αξιωματούχο του υπουργείου Οικονομικών ή να αρνείται μια ανεξάρτητη αξιολόγηση των δημόσιων οικονομικών.
Στην πραγματικότητα, η περασμένη εβδομάδα έδειξε ότι το μόνο πρόβλημα με την οικονομική ορθοδοξία είναι το όνομα της.
Αντ’ αυτού πείτε τη γνώση και εμπειρία.
Πηγή: euro2day.gr