Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Έκανα μια προσωπική -ερασιτεχνική βέβαια- έρευνα. Σε μια γνωστή καφετέρια των βορείων προαστίων, ρώτησα κάπου 30 άτομα, να μου πουν αν γνωρίζουν τι είναι στην οικονομία, η αποκαλούμενη «ποσοτική χαλάρωση» (quantitave easing QE).
Δυστυχώς, στο ερώτημα πήρα μια μόνο υποφερτή απάντηση, γεγονός που είναι ενδεικτικό του οικονομικού αναλφαβητισμού στο ευρύ κοινό, ιδιαίτερα δε σε μια εποχή όπου η οικονομική πολυπλοκότητα είναι διεθνές καθεστώς. Με τεράστιο βάρος στην καθημερινή ζωή.
Παράλληλα όμως, είναι προφανές ότι στο ευρύ κοινό τεράστια είναι τα κενά από πλευράς ρόλου του χρήματος στην οικονομία και το κοινωνικό γίγνεσθαι.Με αποτέλεσμα αρκετά γεγονότα,ειτε να μην γίνονται αντιληπτά στο βάθος που πρέπει,ειτε να ερμηνεύονται με βάση ανύπαρκτες δοξασίες.
Αναφορικό τώρα με την ποσοτική χαλάρωση, είναι μια πρακτική που στηρίζει τη ρευστότητα μιας οικονομίας, όταν αυτή βρίσκεται σε περίοδο ύφεσης και πτώσης της παραγωγικής δραστηριότητας. Σαφώς όμως πρόκειται για νόμισμα με δύο όψεις, ως συνήθως.
Υπό αυτές τις συνθήκες είναι χρήσιμο να δούμε γιατί μια Κεντρική Τράπεζα αποφασίζει να προσφύγει στην «ποσοτική χαλάρωση»;
Αν ένα κράτος δεν έχει αρκετό χρήμα – ίσως οφείλει πολλά στον διεθνή δανεισμό ή η εθνική οικονομία του αντιμετωπίζει δυσκολίες – τίθεται το ερώτημα για την κεντρική τράπεζά του να μην μπορεί να τυπώσει περισσότερο χρήμα. Έχει όμως ανάγκη από φρέσκο χρήμα γιατί πρέπει να ταφέρειβόλτα. Στη συνέχεια θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει το νέο χρήμα για εξόφληση των χρεών της ή για επενδύσεις· για παράδειγμα, στην κατασκευή δρόμων, κατοικιών και σχολείων. Κατά κάποιον τρόπο, μια οικονομία πράγματι αυτό κάνει. Αλλά δεν είναι τόσο απλό.
Στις καλές εποχές, όταν η οικονομία είναι υγιής και «ανθηρή», οι τράπεζες που χορηγούν δάνεια δημιουργούν σταθερά περισσότερο χρήμα σε σχετικά μικρές ποσότητες. Το επιπλέον χρήμα δεν δημιουργείται με εκτύπωση και κυκλοφορία νέων τραπεζογραμματίων, αλλά με τη δημιουργία τραπεζικού χρήματος χωρίς φυσική υπόσταση (τραπεζικών καταθέσεων, bank money). Για παράδειγμα, αν λάβετε στεγαστικό δάνειο 200.000 ευρώ, η τράπεζα θα πιστώσει τον λογαριασμό σας με 200.000 ευρώ και θα χρωστάτε στην τράπεζα αυτό το ποσό. Τα δύο ποσά αλληλοακυρώνονται. Τελικά, όταν θα έχετε αποπληρώσει το χρέος, το χρήμα που δημιουργήθηκε για τους σκοπούς του δανείου εξαφανίζεται. Στο μεταξύ, η τράπεζα κερδίζει πραγματικό χρήμα από τους τόκους που καταβάλλετε για το δάνειο. Κανονικά το χρήμα δημιουργείται με σταθερό ρυθμό που δεν προκαλεί προβλήματα στην οικονομία. Αλλά αν οι τράπεζες δημιουργούν πάρα πολύ χρήμα και υπάρχει τόσο χρέος που οι άνθρωποι και οι επιχειρήσεις δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν οικονομικά στην εξόφλησή του, αυτό αποτελεί πρόβλημα. Η εμπιστοσύνη στις τράπεζες χάνεται και οι τράπεζες σταματούν να χορηγούν δάνεια (να δημιουργούν χρήμα). Το σύστημα γίνεται ασύμμετρο.Η κρίση παραμονεύει
Ποσοτική χαλάρωση
Σε περιόδους κανονικότητας, η ρυθμιζόμενη δημιουργία νέου χρήματος πραγματοποιείται μέσω των δραστηριοτήτων των εμπορικών τραπεζών, οι οποίες εποπτεύονται από την κεντρική τράπεζα. Σε περιόδους κρίσης, η κεντρική τράπεζα μπορεί να δημιουργήσει νέο χρήμα μέσω μιας διαδικασίας που ονομάζεται ποσοτική χαλάρωση (quantitative easing, QE). Αυτό θεωρείται ως μια «αντισυμβατική» νομισματική πολιτική, επομένως χρησιμοποιείται μόνο σε ασυνήθιστες περιστάσεις.
Η ποσοτική χαλάρωση δεν αποτελεί στην πραγματικότητα αδειοδότηση για εκτύπωση χρήματος, αφού στην πράξη δεν τυπώνεται χρήμα – αλλά αποτελεί αδειοδότηση για τη δημιουργία χρήματος ηλεκτρονικά. Αν η κυβέρνηση θεωρεί ότι η χώρα θα πήγαινε καλύτερα αν υπήρχε περισσότερο χρήμα σε κυκλοφορία, δημιουργεί μια ποσότητα χρήματος και στη συνέχεια το χρησιμοποιεί για να αγοράσει ομόλογα από επενδυτές, όπως ασφαλιστικές εταιρείες και συνταξιοδοτικά ταμεία – και με αυτόν τον τρόπο το χρήμα περνά στην κανονική οικονομία.
Αυτό έχει δύο αποτελέσματα: Πρώτον, οι τόκοι που καταβάλλονται για τα ομόλογα μειώνονται. Όταν τα επιτόκια είναι χαμηλά, δεν υπάρχει κίνητρο για αποταμίευση, αλλά πολλά κίνητρα για δανεισμό και δαπάνες. Ο δανεισμός και οι δαπάνες θα αναζωογονήσουν την οικονομία αφού η αύξηση της ζήτησης δίνει ώθηση στην παραγωγή. Δεύτερον, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα έχουν περισσότερο χρήμα. Δεδομένου ότι έχουν επιπλέον χρήμα, θα πρέπει να έχουν μεγαλύτερη προθυμία να το δανείσουν (με υπευθυνότητα, ελπίζουμε) σε επιχειρήσεις που θέλουν να αναπτυχθούν, ή ακόμα και σε άτομα που θέλουν να αγοράσουν μια κατοικία ή ένα αυτοκίνητο ή να κάνουν διακοπές. Οι επιχειρήσεις παράγουν περισσότερα αγαθά και υπηρεσίες, που οι άνθρωποι αγοράζουν επειδή τώρα διαθέτουν χρήματα. Οι επιχειρήσεις λόγω της ανάπτυξής τους απασχολούν περισσότερους ανθρώπους, οι οποίοι στη συνέχεια έχουν εισόδημα που μπορούν να δαπανήσουν. Ολόκληρη η οικονομία γίνεται πιο ισχυρή. Η ώθηση στην οικονομία υποτίθεται ότι θα την ανασπάσει από την ύφεση ή τη στασιμότητα.
Η διαδικασία αυτή όμως, κάθε άλλο παρά εντελώς αθώα είναι. Η πολιτική της κατάχρηση μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρά προβλήματα υπερχρέωσης και πληθωριστικής κερδοσκοπίας, με σοβαρούς κινδύνους και για πτωχεύσεις τραπεζών.
Και αυτή είναι μια διάσταση των σημερινών συνθηκών στη διεθνή οικονομία, η οποία βρίσκεται στην κόψη του ξυραφιού και άρα θα μπορούσε να γνωρίσει μια συνολική κρίση με πολύ οδυνηρές κοινωνικές επιπτώσεις.Ας προσέχουν λοιπόν οι ιεραπόστολοι της ποσοτικής χαλάρωσης.Οι υπερβολές έχουν κόστος.
Πηγή: ot.gr