Τι δεν θα μάθουμε ούτε στις δεύτερες εκλογές… Του Γιώργου Παπανικολάου

419

Του Γιώργου Παπανικολάου

Εάν εξετάσει κάποιος τις θέσεις που έχουν εκφράσει όλα ανεξαιρέτως τα σημαντικά κόμματα που διεκδικούν την ψήφο των Ελλήνων πολιτών, θα διαπιστώσει ότι οι τεκτονικές μεταβολές που συντελούνται στο διεθνές γεωπολιτικό, οικονομικό και τεχνολογικό στερέωμα δείχνουν να έχουν περάσει απαρατήρητες.

Ο πόλεμος στην Ουκρανία, η επέλαση της τεχνητής νοημοσύνης (που θα αγγίξει προσεχώς σχεδόν όλες τις πλευρές της ανθρώπινης ζωής), η απο-παγκοσμιοποίηση, η αλλαγή παραδείγματος από ένα «μονοπολικό» κόσμο, αυτόν της μοναδικής υπερδύναμης, σε έναν «πολυπολικό» πολύ πιο ασταθή, τουλάχιστον για τα επόμενα χρόνια, θίγονται από ελάχιστα έως καθόλου. Παρότι θα έχουν βαθύτατες επιδράσεις στο περιβάλλον στο οποίο καλείται να κινηθεί η χώρα μας τα επόμενα χρόνια.

Ουδείς βεβαίως ανέμενε ότι τέτοιου είδους θέματα θα πρωταγωνιστούσαν στην προεκλογική ατζέντα, ιδίως μιας μικρότερης χώρας. Το παράξενο είναι ότι δεν συζητούνται ούτε σε εκπομπές, σε συνεντεύξεις, ότι δεν υπάρχουν θέσεις επί αυτών ακόμη και σε κάποιες σελίδες προεκλογικών προγραμμάτων, τις οποίες, δυστυχώς, αναλογικά ελάχιστοι έτσι κι αλλιώς διαβάζουν.

Η αίσθηση που αποπνέει αυτή η πραγματικότητα είναι ότι σχετίζεται με δύο λόγους. Ο πρώτος αφορά την προσπάθεια των πολιτικών κομμάτων να διαβεβαιώσουν τους ψηφοφόρους ότι επιστρέφουμε ή επιστρέψαμε σε μια «κανονικότητα» (που δυστυχώς, όπως έγκαιρα επισήμανε ο Ευάγγελος Βενιζέλος, έχει πάψει να υφίσταται σχεδόν σε όλους τους κρίσιμους τομείς), αντί ενδεχομένως να ενισχυθούν συναισθήματα αβεβαιότητας για το εγγύς μέλλον.

Ο δεύτερος αφορά την αμηχανία των ίδιων των κομμάτων, σε σχέση με τις ραγδαίες μεταβολές στο περιβάλλον. Είτε πρόκειται για την κυβέρνηση είτε για την αντιπολίτευση, οι επίσημες θέσεις των κομμάτων δείχνουν να πάσχουν από σημαντική υστέρηση σε σχέση με το τι πραγματικά συμβαίνει σήμερα στις διεθνείς σχέσεις, γεωπολιτικές και οικονομικές, αλλά και μέσα στις ίδιες τις κοινωνίες.

Για παράδειγμα, το ότι ανήκουμε στη Δύση, στο ΝΑΤΟ και στην Ευρώπη είναι θέμα που έχει απαντηθεί στην πράξη όχι μία αλλά πολλές φορές, ακόμη και το 2015. Το ερώτημα της εποχής δεν είναι πια το «πού ανήκουμε» αλλά το σε ποια κατεύθυνση κινούνται οι υπερεθνικοί σχηματισμοί στους οποίους ανήκουμε, το πώς εμείς θα κινηθούμε μέσα στους κόλπους τους, αλλά και στη ραγδαία αλλαγή συσχετισμών που επέρχεται, ανάμεσα σε αυτούς τους σχηματισμούς και τον υπόλοιπο κόσμο.

Θέματα πολύ σημαντικά για μια χώρα που βρίσκεται στο νότιο άκρο της Ευρώπης. Στην παραδοσιακά ταραχώδη περιοχή των Βαλκανίων (πόσοι άραγε έχουν αντιληφθεί τι συμβαίνει το τελευταίο διάστημα, μια σπιθαμή από τα σύνορά μας, ανάμεσα στη Σερβία και το Κόσοβο;), μια χώρα που βρίσκεται δίπλα στην Τουρκία, απέναντι από τη Μέση Ανατολή και την Αφρική, κυριολεκτικά δηλαδή στο σταυροδρόμι διαφορετικών κόσμων!

Με τις εκλογές που ήδη έγιναν να έχουν ουσιαστικά κρίνει την πρωτιά -κατά πάσα πιθανότητα και το ποιος και με ποιους κοινοβουλευτικούς όρους θα κυβερνήσει-, θα ήταν ίσως σκόπιμο να συζητηθούν ευρύτερα τέτοιου είδους θέματα, να υπάρξει μια προσπάθεια διαμόρφωσης ευρύτερων συναινέσεων, για παράδειγμα, στο ζήτημα των ελληνοτουρκικών σχέσεων, κατόπιν και της εκ νέου επικράτησης του Ερντογάν.

Κάτι τέτοιο όμως δεν αναμένεται να συμβεί. Κι όχι μόνο διότι η κυβέρνηση θέλει πάση θυσία να διασφαλίσει την αυτοδυναμία που κινδυνεύει (εφόσον υπάρξει ταυτόχρονα κάποια διαρροή ψηφοφόρων, αλλά και είσοδος πολλών μικρών κομμάτων στη Βουλή), άρα θα επενδύσει περαιτέρω στο αφήγημα της σταθερότητας και της κανονικότητας. Εξίσου αρνητικό είναι το περιβάλλον και στην αντιπολίτευση, καθώς τα δύο μεγαλύτερα κόμματα έχουν βρεθεί εκ του αποτελέσματος που προηγήθηκε, σε μια μονομαχία «επιρροής» με έπαθλο την πρωτοκαθεδρία στον χώρο.

Εντούτοις, η πραγματικότητα δεν πρόκειται να αλλάξει. Βρισκόμαστε σε μια σπάνια ιστορική περίοδο μεγάλων -και επιταχυνόμενων- ανακατατάξεων, απέναντι στις οποίες ούτε η Ελλάδα, που παραδοσιακά είναι δέσμια ενός αλλόκοτου «επαρχιωτισμού», μπορεί να μείνει αδιάφορη, χωρίς να κινδυνεύσουν τα συμφέροντά της, οικονομικά και γεωπολιτικά.

Το πιθανότερο είναι ότι μέσα στην επόμενη τετραετία, όλα τα επιμέρους θέματα που θίξαμε, θα τεθούν υποχρεωτικά επί τάπητος. Το ερώτημα είναι πόσο προετοιμασμένη θα είναι η ελληνική πολιτική σκηνή αλλά και η κοινή γνώμη.

Πηγή: euro2day.gr