Του Πάνου Ευαγγελόπουλου*
Τριακόσια χρόνια συμπληρώθηκαν φέτος από την γέννηση του Άνταμ Σμιθ σε μια μικρή πόλη της Ανατολικής Σκωτίας, το Κιρκάλντυ, λίγα μόλις χιλιόμετρα από το διάσημο και ιστορικό Εδιμβούργο. Τριακόσια χρόνια ενός κόσμου που πάλλεται, ακόμη και σήμερα, με βάση τους νόμους που για πρώτη φορά ανέλυσε ο Adam Smith, σε τόση έκταση στο βιβλίο του, ο Πλούτος των Εθνών, με τέτοια πρωτοφανή ευφυή οξυδέρκεια και επιστημονική προσήλωση και αφοσίωση ακρίβειας που αποτελεί, ακόμη και στις μέρες μας, πηγή γνώσης και σοφίας για την πορεία των αγορών και των οικονομιών.
Κεντρικό θέμα του έργου του Άνταμ Σμιθ είναι η λειτουργία της ελεύθερης αγοράς, ο εκπληκτικός τρόπος με τον οποίο κινητοποιεί τις παραγωγικές δυνάμεις της κοινωνίας και τις συντονίζει με τέτοιον τρόπο, ώστε οι πολίτες της κοινωνίας να απολαμβάνουν από τα παραγόμενα αγαθά και υπηρεσίες την μέγιστη δυνατή ωφέλεια, στο καλύτερο εφικτό επίπεδο ποιότητας και στην φθηνότερη τιμή. Η αγορά αποτελεί για τον Άνταμ Σμιθ, το ελεύθερο πεδίο δράσης της ατομικής πρωτοβουλίας, η οποία είναι ο κύριος μοχλός παραγωγής πλούτου στην κοινωνία. Τον συντονισμό αυτών των πρωτοβουλιών τον αναλαμβάνει η ίδια η αγορά με την διάσημη Αόρατη Χείρα του Adam Smith που όμως είναι καθόλα ορατή από τις πολύ πραγματικές δυνάμεις της προσφοράς και της ζήτησης που εκδηλώνονται καθημερινά στην αγορά. Όπως οι δυνάμεις της δράσης και της αντίδρασης στην φύση ή η δύναμη της βαρύτητας, ενώ είναι τόσο άυλες και αόρατες, από την άλλη πλευρά επιφέρουν τόσο πραγματικά και σημαντικά αποτελέσματα. Αυτά που ανακάλυψε και μας δίδαξε ο Ισαάκ Νεύτων για τους νόμους της Φύσης και τις αόρατες δυνάμεις της, το αυτό έπραξε ο Άνταμ Σμιθ για τους νόμους της οικονομίας και τις αόρατες δυνάμεις της, της προσφοράς και της ζήτησης. Γι’ αυτόν τον λόγο, πολύ δικαίως, ο Άνταμ Σμιθ απεκλήθη, από υπερασπιστές και αντιπάλους, ο Νεύτων της Οικονομίας.
Αντίστοιχα με την ισορροπία που επιτυγχάνεται στην φύση από την εξισορρόπηση της δράσης από την αντίδραση, το ίδιο συμβαίνει και στην οικονομία, μας εξηγεί ο Άνταμ Σμιθ, με απαράμιλλη λεπτότητα ορθολογικής σκέψης και ανάλυσης αλλά και εμπειρικής εξακρίβωσης των τετελεσμένων αποτελεσμάτων της αλληλεπίδρασης στην οικονομία, των δυνάμεων της προσφοράς και της ζήτησης. Η ελεύθερη αγορά, αποδεικνύει ο Άνταμ Σμιθ, εξασφαλίζει την ισορροπία και την σταθερότητα του οικονομικού συστήματος, με τον μηχανισμό των τιμών στο μικροοικονομικό επίπεδο, ενώ στο μακροοικονομικό επίπεδο λειτουργεί, ο μεταγενέστερος στην διατύπωση, περίφημος νόμος, του μεγάλου Σμιθιανού Γάλλου οικονομολόγου, Jean Baptiste Say, αφού οι δυνάμεις της προσφοράς δημιουργούν την αναγκαία ζήτηση, ώστε η τελική συνολική προσφορά να εξισώνεται με την τελική συνολική ζήτηση και να μην αφήνεται μ’ αυτόν τον τρόπο παραγωγικό δυναμικό αναπασχόλητο.
Ο Adam Smith πέτυχε στα τέλη του ΙΗ΄ αιώνα να θέσει για πρώτη φορά, συνολικά τα θεμέλια της οικονομικής επιστήμης, συγκεντρώνοντας στο ογκώδες έργο του, όλη την γνώση και την σοφία των αιώνων και προσθέτοντας σε αυτήν, όλες τις δικές του ανακαλύψεις και διατυπώσεις, με έναν απίστευτα συγκροτημένο, ταυτόχρονα, αναλυτικό και συνθετικό τρόπο. Δικαίως ονομάστηκε και ανακηρύχτηκε ο Πατριάρχης της Οικονομικής Επιστήμης. Στο βιβλίο του, “An Inquiry into the Nature and Causes of the Wealth of Nations”, συγκέντρωσε όλο το πραγματολογικό υλικό των οικονομικών σχέσεων και μεγεθών, σχεδόν από τον 12ο αιώνα μέχρι τις μέρες του. Δίνοντας έμφαση όμως σ’ αυτό της εποχής του, προχώρησε στη συστηματική μελέτη του, χρησιμοποιώντας την θεωρητική αφαίρεση και την παραγωγική μέθοδο.
Πριν όμως προχωρήσω, θα ήθελα να τονίσω ότι παράλληλα με την θεωρητική σύλληψη, ισχυρή είναι επίσης και η ιστορική του ανάλυση. Ο Adam Smith είναι Ηροδότειος συγγραφεύς και δεν νομίζω ότι αυτό είναι τυχαίο διότι όπως ο Ηρόδοτος, ως πρώτος δυτικός ιστορικός, αντίκρισε με έκπληξη την διαρκή ροή πολύ σημαντικών γεγονότων που αλλάζουν ραγδαία τον κόσμο σε ένα ευρύτατο γεωγραφικό πλάτος, έτσι και ο Adam Smith βρέθηκε αντιμέτωπος με έναν κόσμο, και μάλιστα πλανητικό αυτή την φορά, όπου οι οικονομικές σχέσεις άλλαζαν γοργά με θεωρητικό αντίβαρο μία στενή και κλειστή εμποροκρατική σύλληψη που ήταν σε αντίθεση με την νεότερη αλλά ασθενέστερη ακόμη και αρκούντως μονοδιάστατη, φυσιοκρατική αντίληψη. Το εγχείρημα του επομένως, της θεμελίωσης του οικονομικού φιλελευθερισμού, μιας νέας θεωρίας για την παγκόσμια οικονομία, δυναμικής και ανοικτής, που θα κάνει τα έθνη πλούσια και δυνατά όπως η Αγγλία, απαιτούσε την ιστορική ανάλυση, ως ενός πεδίου εμπειρικής απόδειξης και στήριξης των συναγομένων, δια της μεθόδου της θεωρητικής αφαίρεσης, που θα θεμελίωναν έναν νέο κόσμο, δυναμικό και ανοικτό στο διεθνές ελεύθερο εμπόριο και βαθιά μεταρρυθμιστικό στο εσωτερικό των κρατών για την κατάργηση όλων των φεουδαλικών και συντεχνιακών πολιτικών, κοινωνικών και οικονομικών θεσμών. Γι’ αυτό και πάνω απ’ όλα, ο Άνταμ Σμιθ είναι ο κατ’ εξοχήν φιλόσοφος των θεσμών και της θεσμικής αλλαγής, από την φεουδαρχία στον νέο θαυμαστό κόσμο του καπιταλισμού.
Το εγχείρημα του ήταν πολύ μεγάλο για να πετύχει, επικίνδυνο για την καθεστηκυία τάξη και εν τέλει, συγκρουσιακό και επαναστατικό! Όμως τα κατάφερε και μάλιστα, το πολύ μεγάλο και πολύ δύσκολο βιβλίο του, Ο Πλούτος των Εθνών, έγινε αμέσως το best seller της εποχής του, διαδεχόμενη η μια έκδοση την άλλη και σε όλο και μεγαλύτερη κυκλοφορία. Αυτό ήταν κάτι πρωτόγνωρο για την εποχή του, δεδομένου του μεγάλου αριθμού αναλφάβητων και της πολύ περιορισμένης, αν όχι ανύπαρκτης, παιδείας των μαζών της εποχής. Η παιδεία, η καλλιέργεια και η μόρφωση ήταν για λίγους και ανήκε σε μια τάξη, την αριστοκρατική, που της επιτίθετο με σφοδρότητα ο Άνταμ Σμιθ, διεκδικώντας την κατάλυση της. Η θεαματική όμως εκδοτική επιτυχία του Άνταμ Σμιθ, εξηγείται από το αναμφισβήτητο γεγονός, ότι οι πεπαιδευμένοι της εποχής του Διαφωτισμού, διάβαζαν πολύ περισσότερο και ότι η ταχεία άνοδος και αριθμητικά πλέον της μπουρζουαζίας, συνοδευόταν με μια ακόρεστη δίψα για μάθηση, της νεοεισερχόμενης στο ιστορικό προσκήνιο αστικής τάξης, κάτι ανεπανάληπτο χρονικά, που δεν μπορεί να συγκριθεί, ούτε με την σημερινή εποχή της φρενήρους τεχνολογικής αλλαγής που όμως συνοδεύεται από την ασυμμετρία της εκπαίδευσης των μαζών.
Ο Adam Smith δεν είναι όμως μόνον ο θεμελιωτής του οικονομικού φιλελευθερισμού αλλά και θεμελιωτής της ανθρωπιστικής ηθικής φιλοσοφίας. Παρόλα αυτά, υπάρχει ένα σημείο που ο Adam Smith δέχτηκε κριτική, κυρίως από τους πιο σύγχρονους μελετητές του. Αυτό είναι η αντίφαση που υπάρχει της θέσης περί συμπάθειας και αλληλεγγύης που αναπτύσσει ο Adam Smith στο πρώτο κύριο έργο του, “The Theory of Moral Sentiments”, και της προάσπισης του ατομικού συμφέροντος, στο δεύτερο κύριο έργο του, “The Wealth of Nations”. Βεβαίως, η απάντηση δίνεται από το γεγονός, ότι το πρώτο βιβλίο μιλώντας περί συμπάθειας και αλληλεγγύης, αναπτύσσει τα επιχειρήματα του στον χώρο της ηθικής φιλοσοφίας. Αντίθετα, ο Adam Smith στο “The Wealth of Nations” αλλάζει την κατηγορία ανάλυσης από το ηθικό στο οικονομικό επίπεδο. Ο Adam Smith μετακινείται, από την ηθική φιλοσοφία στην νέα επιστήμη, την οικονομική που θέλει να την ξεχωρίσει, να την αποκόψει και να την αυτονομήσει τόσο από την φιλοσοφία όσο και από την ηθική.
Το ατομικό συμφέρον είναι το νέο αναλυτικό κατηγόρημα που χρησιμοποιεί ο Adam Smith για να σηματοδοτήσει την νέα επιστημονική ανάλυση της οικονομικής επιστήμης. Το ατομικό συμφέρον δεν αναιρεί και δεν αντιφάσκει με την συμπάθεια και την αλληλεγγύη. Το πρώτο αφορά την οικονομική πρακτική και τα δύο δεύτερα την εθελοντική κοινωνική πρακτική. Ο προαιρετικός και μη υποχρεωτικός χαρακτήρας έκφρασης της συμπάθειας και της αλληλεγγύης δεν εισβάλλει στον οικονομικό χώρο άσκησης του ατομικού συμφέροντος και δεν επηρεάζει με κανέναν τρόπο τα αποτελέσματα του Σμιθιανού συστήματος πολιτικής οικονομίας τόσο για την προαγωγή του δημοσίου συμφέροντος όσο και για την μεγιστοποίηση της ατομικής ευημερίας.
Η επιδίωξη του ατομικού συμφέροντος κατά τον Adam Smith απολαμβάνει τελικά και ηθική δικαίωση διότι αναγκάζει το άτομο να ξεδιπλώσει τις μεγαλύτερες δυνατές ηθικές αρετές του για να πετύχει τους καλύτερους όρους αξιοπιστίας και συνεργασίας στην αγορά. Αυτό φέρνει τον Adam Smith σε μία λεπτή διαφοροποίηση με τον Bernard Mandeville, που όντας προγενέστερος του, είχε υποστηρίξει ότι τα ιδιωτικά ελαττώματα, είτε όταν εκδηλώνονται με αλόγιστη σπατάλη, είτε όταν εκδηλώνονται με αρρωστημένη φιλαργυρία, οδηγούν σε δημόσια οφέλη. Η επιδίωξη του ατομικού συμφέροντος στην αγορά είναι για τον Adam Smith άσκηση αρετής, αφού φέρνει σε συνεργασία την εργατικότητα με την οικονομία, προάγει το κοινωνικό καλό, ενώ για να υλοποιηθεί, προϋποθέτει την συναίνεση των άλλων, ελεύθερα και οικειοθελώς. Ο Adam Smith διαφοροποιείται από τον Mandeville, παρά το γεγονός όπως έχει αναλύσει διεξοδικά ο Hayek, ο Mandeville είναι εκείνος που ανοίγει τον δρόμο του ατομικισμού, με την τεράστια επίδραση που άσκησε το βιβλίο του στην Αγγλική σκέψη που προετοίμασε το έδαφος της ανάπτυξης της κλασσικής πολιτικής οικονομίας.
Ένα άλλο σημείο που απασχόλησε πολύ τον Adam Smith ήταν τα οικονομικά δόγματα της εποχής του, τα οποία θεωρούσε ανεπαρκή να εξηγήσουν τις νέες κοινωνικές και οικονομικές μεταβολές, έτσι ώστε να δύνανται να προτείνουν τα σωστά μέτρα οικονομικής πολιτικής. Ο Adam Smith αναλύει την επικρατούσα οικονομική σκέψη και πολιτική της εποχής του, στον Πλούτο των Εθνών, στο περίφημο BOOK IV, με τον τίτλο “Of Systems of political Oeconomy”. Ο Adam Smith διακρίνει δύο κύρια δόγματα. Το εμποροκρατικό και το φυσιοκρατικό. Τους εμποροκράτες τους κατηγορεί διότι δεν έχουν συλλάβει σωστά την έννοια του πλούτου, άρα και τις διαδικασίες που οδηγούν σ’ αυτό, με αποτέλεσμα να προτείνουν διαρκώς παρεμβατικούς μηχανισμούς, ώστε να εμποδίζουν τα άτομα στην πραγμάτωση των συμφερόντων και επιθυμιών τους. Οι δασμοί στις εισαγωγές, η φορολογία στους αγρότες, η κρατικά σχεδιασμένη εκβιομηχάνιση, είναι μερικά παραδείγματα. Από την άλλη πλευρά, οι φυσιοκράτες, παρά την επιρροή τους στον Adam Smith, δέχονται την κριτική του, ειδικά όσον αφορά το ποιος παράγει το πλεόνασμα. Έτσι λοιπόν, ενώ στους Εμποροκράτες καταλογίζει λάθη στο οικονομικό τους μοντέλο, που δεν μπορεί να εξηγήσει αλλά και να καθοδηγήσει τον ανατέλλοντα κόσμο της πρώτης Βιομηχανικής Επανάστασης, στους Φυσιοκράτες διαβλέπει μία αδυναμία στο υπόδειγμα τους να συλλάβουν το σύνολο των νέων οικονομικών σχέσεων που αναπτύσσονται, ιδίως με την εμμονή των Φυσιοκρατών, να υποστηρίζουν ότι το πλεόνασμα της παραγωγής, προέρχεται αποκλειστικά από τον γεωργικό τομέα.
Ο Adam Smith υποστηρίζει ότι υπάρχει μια ισχυρή αλληλεξάρτηση μεταξύ του καταμερισμού της εργασίας και της συσσώρευσης του κεφαλαίου, τέτοια ώστε να αλληλοενισχύονται. Δέχεται την διάκριση μεταξύ παραγωγικής και μη εργασίας, αποδίδοντας την πρώτη μόνο σε εκείνους που παράγουν υλικά αγαθά, διευρύνοντας όμως παρακάτω τον ορισμό, όταν ισχυρίζεται ότι παραγωγική εργασία είναι εκείνη που προσθέτει στην αξία του αγαθού ή δημιουργεί πλεόνασμα με τη μορφή κέρδους. Στην θεωρία περί αξίας διακρίνει το μισθό, το κέρδος και τη γαιοπρόσοδο, ως τα στοιχεία εκείνα, όπου το σύνολο του κόστους τους καθορίζει και την αξία του αγαθού.
Ο Adam Smith μας προσέφερε πάρα πολλά σε αυτά τα τριακόσια χρόνια με το έργο του! Ξεκίνησε από ένα βιβλίο, περί εν γένει Ηθικής, για να καταλήξει στον Πλούτο των Εθνών, προσφέροντας μία νέα θεωρία, τον Οικονομικό Φιλελευθερισμό, όπου αποπειράται να ερμηνεύσει αλλά και να καθοδηγήσει την νέα οικονομική πραγματικότητα της πρώτης βιομηχανικής επανάστασης, που με το ίδιο μοτίβο, συνεχίζεται μεταλλασσόμενη μέχρι σήμερα, αλληλένδετα συνδεδεμένη με την θεαματική πρόοδο του καπιταλισμού και την εκθετική και πολυδιάστατη σύγχρονη τεχνολογική επανάσταση και αυτό αποδεικνύει το ακλόνητο και την κλασική αξία του έργου του Άνταμ Σμιθ, που πρώτος συνέλαβε και εξήγησε αυτήν την ιστορική διαδικασία, ανάπτυξης και καθιέρωσης του καπιταλισμού από τα μέσα του ΙΗ αιώνα μέχρι σήμερα.
* Ο Πάνος Ευαγγελόπουλος είναι Αναπληρωτής Καθηγητής, Τμήμα Διοικητικής Επιστήμης και Τεχνολογίας, Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου
Πηγή: capital.gr