Παράδοση και πολιτισμικές αλλαγές από τη δικτατορία μέχρι σήμερα.
Του Πάνου Καζάκου*
Από τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο διαβάζαμε την ιστορία μας μέσα από τις κομματικές ή παραταξιακές αντιπαραθέσεις στον άξονα αριστερά-δεξιά. Το σχήμα αυτό, παρά τη χρησιμότητά του για τον προσανατολισμό των ατόμων ως πολιτών, έτεινε να αγνοήσει το πολιτισμικό μας υπόβαθρο πάνω στο οποίο εκτυλίσσονταν οι κομματικές αντιπαραθέσεις και, εντέλει, οι προσωπικές επιλογές.
Μετά τη δικτατορία το πολιτισμικό τοπίο έγινε πολυπλοκότερο σε σύγκριση με ό,τι προϋπήρχε. Για τον λόγο αυτό (και προϊδεάζοντας για όσα ακολουθούν) προτιμώ ένα διαφορετικό πλαίσιο όπου οι όροι παράδοση, νεωτερικότητα σε ποικίλες εκφάνσεις και μεταμορφώσεις και μετανεωτερικότητα αποτελούν τις έννοιες -κλειδιά.i Κάθε μια από τις αφηρημένες αυτές έννοιες (παράδοση, νεωτερικότητα, μετανεωτερικότητα) παραπέμπει σε δέσμες αξιών που είναι το κλειδί για την κατανόηση όσων συμβαίνουν στην πολιτική σκηνή.
Πολιτισμικός πλουραλισμός.
Στην Ελλάδα ιδίως μετά τον Β ΠΠ και οπωσδήποτε μετά τη Δικτατορία, την πολιτισμική κατάσταση χαρακτηρίζει ένας συνεχώς μεταβαλλόμενος πολιτισμικός πλουραλισμός.ii Πρόκειται για ένα φαινόμενο που χαρακτηρίζει γενικά τις κοινωνίες και, οπωσδήποτε, τις δυτικές λόγω των συνθηκών ελευθερίας που ισχύουν εκεί.
Συγκεκριμένα, στην Ελλάδα, συνυπάρχουν παραδοσιακές (οικογένεια κλπ) οι «υλιστικές» αξίες (στη διάλεκτο του Inglehart) ανάπτυξη, απασχόληση, άνοδος του βιοτικού επιπέδου, οι αξίες του καταναλωτισμού και του «χρεωμένου ανθρώπου» (Bauman) και του μετανεωτερικού «δικαιωματισμού).iii Εκτός τούτου, η νεωτερικότητα προσήλθε με πολλά πρόσωπα- περισσότερα από όσα είχε ο Ιανός. Επομένως, το αξιακό μας τοπίο διαφοροποιήθηκε πέρα από όσα μπορούν να συλλάβουν απλουστευτικά σχήματα άλλων εποχών.
Οι αφανείς και ορατές αντιθέσεις ή εντάσεις δεν περιορίζονται πλέον στις σχέσεις παράδοσης και εκσυγχρονισμού, αλλά επεκτείνονται στο εσωτερικό της παράδοσης (έθνος έναντι της αντίληψης για την οικουμενικότητα) της Ορθοδοξίας) και στο εσωτερικό της νεωτερικότητας (αριστερές και δεξιές αντιλήψεις έναντι wokeness). iv
Παράδοση και νεωτερικότητα αρχικά.
Όπως σημειώσαμε, οι ιστορικοί μας είδαν εξ αρχής μια θεμελιώδη αντίθεση μεταξύ παράδοσης και νεωτερικότητας.v Όμως το περιεχόμενο της παράδοσης διέφερε από εκείνο της δυτικής. Η παράδοση στη Δύση ήταν συνυφασμένη με την απολυταρχία, τα προνόμια των ευγενών και της καθολικής Εκκλησίας, την ελέω θεού μοναρχία. Όλα αυτά αμφισβητήθηκαν ριζικά μετά τις επαναστάσεις του Cromwell, των ΗΠΑ, του γαλλικού διαφωτισμού, της επιστήμης και, φυσικά της οικονομίας με την επικράτηση του καπιταλισμού και της βιομηχανίας. Αντικαταστάθηκαν από νέους θεσμούς.
Η Ελλάδα, δεν συμμετείχε εξ αρχής στις ιστορικές εκείνες επαναστάσεις, που τελικά ανέτρεψαν το «παλαιό καθεστώς». Η παράδοσή της διαμορφώθηκε στο πλαίσιο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Π.χ. η ταυτότητα του έθνους ορίσθηκε διαφορετικά και εμπεριέχει την Ορθοδοξία και τοπικούς θεσμούς εξουσίας στους οποίους πρωτοστατούσαν οι προεστοί και οπλαρχηγοί. Το οθωμανικό δίκαιο είχε άλλωστε επιβάλει τη συλλογική ευθύνη της κοινότητας για την απόδοση φόρων στις οθωμανικές αρχές.
Γενικά, συνοψίζουμε την παράδοση στο εξάπτυχο:
-
έθνος, οικογένεια, θρησκεία (Ορθοδοξία).
-
πελατειακό σύστημα – ένα σύνολο πρακτικών, άτυπων δικτυώσεων και συναλλαγών
-
«τοπικισμός» και ίσως
-
«κοινοτικό μοντέλο» κοινωνικών σχέσεων (Ερατοσθένης Καψωμενος).
Στο μεταπολεμικό πνευματικό σύμπαν αυτή η παράδοση υφίσταται οξεία κριτική από διαφορετικές θεωρητικές οπτικές γωνίες. Γενικά η δημόσια συζήτηση έκλινε προς την άποψη ότι στην αντιπαράθεση παράδοσης και νεωτερικότητας νικήτρια βγήκε η παράδοση. Η ανθεκτικότητά της παράδοσης εξηγεί τις θεσμικές υστερήσεις και ειδικότερα τις δυσκολίες του εκσυγχρονισμού στη ευρωπαϊκή πορεία της χώρας. Όπως γράφει ο Νίκος Δεμερτζής
« η εκσυγχρονιστική κουλτούρα δεν πατάει στην παράδοση προκειμένου να ριζώσει και να ανθήσει, αλλά η παράδοση ανανεώνεται και τρέφεται από τον εκσυγχρονισμό»[…] Η ηγεμονική κουλτούρα συνεχίζει να έλκει την καταγωγή της από τον λεγόμενο ελληνοχριστιανικό πολιτισμό».vi
Επομένως, η παράδοση θριαμβεύει. Παρόμοια επιχειρηματολογεί και ο Γιώργος Τσιάκαλος που κατατάσσει την Ελλάδα στις «καθυστερημένες κοινωνίες», όπως τις ορίζει ο BanfieldΒλέποντας όμως στην παιδεία μια διέξοδο από τη στασιμότητα. vii Κατά τον Νικηφόρο Διαμαντούρο, που ακολουθεί τα αχνάρια των ιστορικών μας, στην Ελλάδα συγκρούονται η παρωχημένη κουλτούρα και η μεταρρυθμιστική κουλτούρα. Κατά τη γνώμη του επικρατεί η παρωχημένη που κατά προσέγγιση ταυτίζεται με την παράδοση. viii
Αυτό το «διυστικό σχήμα» απλουστεύει τα πράγματα: Υποθέτει ότι υπάρχει μία αιώνια εκδοχή (πρότυπο) του εκσυγχρονισμού, δηλαδή της προσαρμογής στη νεωτερικότητα. Επίσης, παράδοση και νεωτερικότητα συνυπάρχουν σε άτομα και ομάδες ως υβριδικά μορφώματα. Π.χ. οι μεταρρυθμιστές (ή όποιοι θεωρούνται μεταρρυθμιστές) μπορεί στην πραγματικότητα να ασκούν ευθέως ή εμμέσως πελατειακές πρακτικές και οι «νοικοκυραίοι» να επιζητούν τη μόρφωση των παιδιών τους και την οικονομική επιτυχία με σκληρή δουλειά. Τέλος, η Ελλάδα αναπτύχθηκε στο πλαίσιο της ΕΕ και της Ευρωζώνης που λειτούργησαν ως αυτοεπιλεγμένη εξωτερική δέσμευση (vincolo esterno)ix για εκσυγχρονισμό κατά την ευφυή διατύπωση του Kevin Featherstone. Ενδιαφέρον έχει εδώ να σημειώσουμε ότι οι νεωτερικοί στόχοι τη ανάπτυξης μέσω της εκβιομηχάνισης και η βαθμιαία ενσωμάτωση στην ΕΕ προάχθηκε από κόμματα που είχαν γερές βάσεις στην παράδοση.
Παράδοση και χαμηλή εμπιστοσύνη στους θεσμούς.
Όμως ιδιαίτερη αναφορά πρέπει να γίνει στην κριτική της παράδοσης που εδράζεται στις θεωρίες του κοινωνικού κεφαλαίου. Στην οπτική τους, όσο περισσότερο οικογένεια και στενή συγγένεια διέπουν δομές και συμπεριφορές, τόσο χαμηλότερο είναι το επίπεδο εμπιστοσύνης σε τρίτους εκτός οικογένειας –άτομα, ομάδες και θεσμούς– ή και ανύπαρκτο (no trust ή low trust society).x
Ανάλογα περιορισμένη είναι η διάθεση και η ικανότητα των ατόμων να συνεργάζονται με τρίτους για κοινούς σκοπούς σε ομάδες και οργανώσεις. Στην Ελλάδα,xi όπως βεβαιώνουν διάφορες έρευνες, συναντούμε τον τύπο κοινωνίας χαμηλής εμπιστοσύνης. Μία συνέπεια μεταξύ πολλών: Οικογένεια, στενή συγγένεια και πατρωνία προλείαναν εξαρχής το έδαφος για τη διάβρωση τυπικών και εισηγμένων νεωτερικών θεσμών.
Ωστόσο η διείσδυση της νεωτερικότητας δεν αποτράπηκε.
Ειρήσθω εν παρόδω πάντως ότι είναι προβληματική η πλήρης απαξίωση της παραδοσιακής οικογένειας και γενικά της παράδοσης. Οι άνθρωποι έχουν έναν φυσικό τρόπο κοινωνικότητας που συνίσταται στο να ευνοούν ή να προτιμούν φίλους και συγγενείς (Francis Fukuyama), άτομα με τα οποία συνεννοούνται στην ίδια γλώσσα και με τα οποία μοιράζονται τα ίδια έθιμα και ιστορικά αφηγήματα. Η εξάλειψη ισοδυναμεί με προκρούστια περικοπή της ανθρώπινης φύσης.
Επομένως το ζήτημα είναι πως η παράδοση θα ενταχθεί σε ένα νεωτερικό πλαίσιο κανόνων και θεσμών ώστε να συγκρατούνται οι αρνητικές επιπτώσεις της. Αυτό ήδη επιχειρείται από το 1974 μέχρι σήμερα, προκαλώντας τριγμούς,
Οι εγγενείς αντιθέσεις της νεωτερικότητας (ή περί αριστεράς και δεξιάς) .
Όπως αναφέραμε, οι αξίες της νεωτερικότητας είναι αρχικά κατά την απλουστευτική άποψη του Inglehart η ανάπτυξη, γενικά ταυτόσημη με την εκβιομηχάνιση, η απασχόληση και η άνοδος του βιοτικού επιπέδου. Θα προσθέταμε την ευταξία, την πειθαρχημένη ζωή, την αποταμίευση, τη σταθερότητα και το κοινωνικό κράτος που δεν είναι διόλου «υλιστικές αξίες».
Μπορεί η ανάπτυξη και η άνοδος του βιοτικού επιπέδου να ήταν γενικά αποδεκτές αξίες, αλλά συγκρούονταν διαφορετικές αντιλήψεις για τα μέσα που έπρεπε να χρησιμοποιηθούν και ειδικά για τη θεσμική συγκρότηση της χώρας. Επομένως, αντιπαρατέθηκαν διαφορετικές αξιακές επιλογές πέραν των αναπτυξιακών ή καθ΄ υπόθεση «υλιστικών». Εδώ υπεισέρχεται η διάκριση αριστερά-δεξιά.
Στην Ελλάδα οι κυβερνήσεις προσανατολίσθηκαν γενικά προς το φιλελεύθερο- δημοκρατικό πρότυπο. Οι αξίες του οποίου κωδικοποιήθηκαν στη Συνθήκη ΕΕ.xii
Όμως, η κριτική στον γενικό αυτό προσανατολισμό ήταν συνεχής. Η Αριστερά με πυρήνα το ΚΚΕ άσκησε μεν ριζοσπαστική κριτική του και έθετε ως προτεραιότητα την ανάπτυξη και εκβιομηχάνιση, προσκολλήθηκε όμως στο σοβιετικό μοντέλο κεντρικού σχεδιασμού, κρατικοποίησης των πάντων, πλήρως καθοδηγούμενης οικονομίας από το κράτος, και πολιτικού αυταρχισμού.
Επίσης, ξεχωριστοί διανοούμενοι επεσήμαναν νωρίς ότι η φιλελεύθερη-δημοκρατική εκδοχή στο ελληνικό παραδοσιακό περιβάλλον στρεβλώθηκε εξ αρχής. Έτσι, για τον Κώστα Αξελό «η Ελλάδα είναι και δεν είναι νεωτερική». xiii ενώ ο Παναγιώτης Γεννηματάς εκτίμησε ότι στην Ελλάδα έχει «αυτοτελή ριζώματα» η βυζαντινοχριστιανική παράδοση του 11ου -15ου αιώνα.xiv
Γράφει ενδεικτικά ο Κων/νος Τσουκαλάς,
« Ιδέες όπως η εντιμότητα, η ευθύνη, η χρηστότητα και η πειθαρχία σχεδόν στερούνται του δεσμευτικού ηθικού αντικρίσματος το οποίο έχουν προσλάβει στη Δύση. Με αυτή την έννοια, παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες για θεσμικό και οικονομικό «εκσυγχρονισμό» η Ελλάδα ουδέποτε έγινε μια καθ’ ολοκληρίαν σύγχρονη χώρα […] Η ελευθερία θεωρείται συνώνυμη της πλήρους ανευθυνότητας έναντι του συνόλου, του νόμου και των άλλων […]xv
Όμως ο δυτικός ή ευρωπαϊκός προσανατολισμός, επηρέασε την Ελλάδα βαθιά. Η χώρα ακολουθεί παρά τις δυσκολίες και υστερήσεις, έστω εν μέρει αξίες και θεσμούς της Δύσης μετά τον εμφύλιο και σαφέστερα μετά το 1974. Η διαδικασία κορυφώθηκε με την ένταξη στην ΕΕ (1981) και ΟΝΕ(2001) που δέσμευαν την εσωτερική πολιτική ολοένα και περισσότερο. Μετά το 2019 έγινε επανεκκίνηση του εξευρωπαϊσμού.
Η μεταμόρφωση της νεωτερικότητας: Παγκοσμιοποιηση, η άνοδος του Καταναλωτισμού, του χρεωμένου ανθώπου και του χ/π συστήματος.
Και ενώ από τη δεκαετία του 1990 κυβερνήσεις και κοινωνία προσπαθούσαν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της νεωτερικότητας και να ανταπεξέλθουν στα προβλήματα που προκαλούσε η συντεχνιακή πολυδιάσπαση και η πελατειακή παράδοση, η ίδια η ευρωπαϊκή νεωτερικότητα περνούσε σε ένα ύστερο στάδιο. Νέες αξίες έρχονταν στο προσκήνιο επηρεάζοντας και περιπλέκοντας τα πολιτισμικά πράγματα της χώρας. Μεταβαίνουμε στην «ύστερη νεωτερικότητα». Χαρακτηριστικά της είναι η έξαρση του καταναλωτισμού, η άνοδος του χρηματοπιστωτικού συστήματος, η κερδοσκοπία και η συσσώρευση χρεών στα άτομα και στο κράτος, ένας (ακραίος) ατομικισμός και η ελευθεριότητα των ηθών.
Οι «ύστερες αξίες», οι νέοι θεσμοί που τις υποβάσταζαν («επενδυτικά ταμεία» (funds), τραπεζικές τεχνικές, φορολογικές οάσεις κ.α.) δεν εξάλειψαν μεν τις προηγούμενες, αλλά τις εξασθένισαν. Το πολιτισμικό τοπίο έγινε πολυπλοκότερο.
Από τη δεκαετία του 1990, ο καταναλωτισμόςxvi εισήλθε ορμητικά στο πεδίο, επέτεινε την ανισορροπία μεταξύ παραγωγής και κατανάλωσης και υπέσκαψε τις αξίες των «νοικοκυραίων» της πρότερης αναπτυξιακής περιόδου. Ενώ μέχρι τότε η έμφαση ήταν στην αύξηση της παραγωγής και την παραγωγικότητα, στη συνέχεια αποθεώθηκαν η κατανάλωση και ο δανεισμός. Αυτός ο καταναλωτισμός μπορούσε να ικανοποιηθεί με αιτήματα για υψηλότερα εισοδήματα και περισσότερο ελεύθερο χρόνο, χωρίς σύνδεση με την παραγωγικότητα. Οδήγησε έτσι σε αξιώσεις που ξεπέρασαν τις παραγωγικές δυνατότητες της χώρας και καλύφθηκαν με χρέη. Εκδηλώθηκε δε με πολλούς τρόπους, π.χ., επιθετικές ατομικές ή ομαδικές διεκδικήσεις προσοδοθηρικού χαρακτήρα (rent–seeking), εκτεταμένο δανεισμό των νοικοκυριών για καταναλωτικούς σκοπούς. Τον νέο καταναλωτισμό και την ανάληψη χρεών για την ικανοποίησή του προωθούσε χωρίς αναστολές το διογκούμενο χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Δηλαδή, ενώ η ένταξη στο ευρωπαϊκό και διεθνές σύστημα απαιτούσε εξορθολογισμούς ευρείας κλίμακας στην παραγωγική – οικονομική βάση (όπως και συνέβη μερικώς υπό την πίεση των πραγμάτων), μέρος της κουλτούρας ακολουθούσε ένα δρόμο που παρήγαγε εμπόδια. Η αναντιστοιχία κουλτούρας και οικονομικών επιταγών εξηγεί τις δυσκολίες της μεταρρυθμιστικής πολιτικής πριν από την κρίση του 2009 και τις ανακολουθίες της προσαρμογής που ζητούσαν τα τρία Μνημόνια (2010-2018) για την υπέρβαση της κρίσης.
Όπως αναφέραμε ήδη οι αξιακές μεταλλάξεις έχουν πολλές πηγές (και συνεχίσθηκαν με το πέρασμα στη λεγόμενη μετανεωτερικότητα). Εδώ ξεχωρίζουμε τις εξωγενείς πολιτισμικές επιρροές και τα μεταβαλλόμενα ήθη και τις δομές επιρροής μιας υπερεθνικής κουλτούρας. ΜΜΕ, κινηματογράφος, νέες τεχνολογίες και λοιποί μηχανισμοί διάχυσής αξιών και ιδεών (μουσική, μόδα, best seller, διεθνή βραβεία), ιδεολογικές μόδες κλπ, που ανακάτευαν συνεχώς το εγχώριο αξιακό έδαφος. Αναμφίβολα, η Ελλάδα επηρεάσθηκε αξιακά και θεσμικά από την εξέλιξη αυτή.
Τα πολλά πρόσωπα της μετανεωτερικότητας.
Τέλος στη στροφή του αιώνα αναδύονται νέες αξίες – η λεγόμενη μετανεωτερικότητα (post–modernity). Σε αυτές περιλαμβάνονται (αν και όχι σε ένα ενιαίο πρόγραμμα), ο σεβασμός της διαφορετικότητας και η συμπεριληπτικότητα (inclusiveness) με επίκληση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η αυτοεκτίμηση (ή αυτοπραγμάτωση), η ενεργός συμμετοχή σε δραστηριότητες εκτός επισήμων φορέων, η αμφισβήτηση των συμβατικών προτύπων κοινωνικής και οικογενειακής ζωής, σεξουαλικότητας και σχέσεων ανδρών και γυναικών.
Πολλά ξεκίνησαν ή συνδέθηκαν με το κίνημα της «πολιτικής ορθότητας»xvii κατά το οποίο οι διακρίσεις είναι ενσωματωμένες στη γλώσσα. Απαίτησε και απαιτεί να καθορίσει τι και πως μπορεί να ειπωθεί κάτι στο δημόσιο χώρο και τι πρέπει να εξαλειφθεί. Φθάνει όμως σε ακρότητες και σε εφήμερη δημοσιότητα όταν απαιτεί να γραφούν «ορθώς» κλασικά κείμενα, να υπακούνε όλοι στη λογική gender ή να εξαλειφθεί η (δυτική) κουλτούρα και ιστορία (υπό το σύνθημα cancel culture). Ισοδυναμεί με λογοκρισία.
Στην Ελλάδα είναι πιο αθώες από αλλού οι γλωσσικές »διορθώσεις»: Οι τσιγγάνοι μετονομάσθηκαν ρομά χωρίς να αλλάξει ο,τιδήποτε στην κοινωνική τους θέση και η «υιοθεσία» σε τεκνοθεσία. Η Άλκηστις Πρωτοψάλτη αφαίρεσε αθώα τη λέξη «χοντρή» από το τραγούδι της «πάμε στον ΄Αδωνι για καφέ» κ.ο.κ. Αλλά δεν συγκρίνονται αυτές οι γλωσσικές προσαρμογές με τις λυσσώδεις μετωπικές αντιπαραθέσεις για τη γλώσσα στις πυρηνικές χώρες της Δύσης και ιδιαίτερα στις ΗΠΑ και στη Γερμανία.
Οι νέες αξίες που προστέθηκαν στο πολιτισμικό μας σύμπαν χωρίς όμως να εξαλείψουν τις αξίες της παράδοσης και της νεωτερικότητας, ενσαρκώνονται τρόπον τινά στις ταυτοτικές ομάδες (identity groups), σε ορισμένες από τις οποίες εκφράζεται πράγματι ένας νέος ιδεαλισμός, σε άλλες όμως αντικοινωνικά αισθήματα και «φθηνά υποκατάστατα σοβαρής σκέψης». Το τοπίο τους είναι εξόχως κατακερματισμένο.
Για να κάνουμε ευκρινέστερη την εικόνα ξεχωρίζουμε διάφορες κατηγορίες ομάδων που συχνά λειτουργούν ως συγκοινωνούντα δοχεία – ΜΚΟ στην υπηρεσία του περιβάλλοντος αλλά και «αντιεξουσιαστές», τρομοκρατικοί πυρήνες, αθλητικοί σύνδεσμοι που καλλιεργούν τη βία και ποικίλες μορφές αφύπνισης (wokeness)- με υποκατηγορίες τύπου queer (=ισότητας των αντισυμβατικών σεξουαλικών συμπεριφορών με τις συμβατικές) που προβάλλουν ζητήματα σεξουαλικών ταυτοτήτων. Στην Ελλάδα συνώνυμο της αφύπνισης είναι ο »δικαιωματισμός».
Αξίζει να σταθούμε εν συντομία στην τελευταία κατηγορία.
Στις δυτικές κοινωνίες ιδιαίτερα τις αγγλοσαξωνικές και γερμανικές, το κίνημα (ρεύμα) της αφύπνισης θεωρεί ότι η δυτική κοινωνία συγκροτεί ένα πολυσχιδές σύστημα καταπίεσης της υποκειμενικότητας.xviii Ειδικά σε ζητήματα σεξουαλικότητας υποστηρίζουν οι αφυπνισμένοι ότι ο άνδρας και η γυναίκα είναι προϊόν εσωτερικοποιημένων κοινωνικών προδιαγραφών και προϊόντα εξουσιαστικών μηχανισμών. Και οι δύο μπορούν να αλλάξουν φύλο απλά δηλώνοντάς το. Από την ίδια θεωρητική βάση προκύπτει η ολική απόρριψη του δυτικού πολιτισμού που εκδηλώθηκε με το σύνθημα (και τους ακτιβιστές) του cancel culture.
Αναμφίβολα οι εμπειρίες διακρίσεων είναι υπαρκτές και πολυσχιδείς. Οι αφυπνισμένοι βλέπουν καθαρά τη διασύνδεση (στην ορολογία τους: intersectionality) των θεμάτων αυτών με τις ανισότητες, τον ρατσισμό κλπ. Σε ακραίες εκδοχές τους όμως παραβλέπουν πλήρως (α) την κοινωνική και πολιτισμική εξέλιξη τουλάχιστον από την εποχή του διαφωτισμού, και (β) ανθρωπολογικά ή βιολογικά δεδομένα και σταθερές. Συχνά χωρίζουν τον κόσμο σε θύτες και θύματα τα οποία υποτίθεται ότι αντιπροσωπεύουν.
Στην Ελλάδα δεν έχουν την ηχώ που κέρδισαν σε ορισμένες δυτικές κοινωνίες, Είναι εμφανές όμως ότι επηρεάζουν την πολιτική. Ενδεικτικά σημειώνω ότι πλέον δεν αναιρείται μεν η αξία της ανάπτυξης, αναγνωρίζεται όμως περισσότερο ότι πρέπει να γίνεται σεβαστό το περιβάλλον, δηλαδή η ανάπτυξη να είναι διατηρήσιμη, επανήλθε το ζήτημα της κοινωνικής συνοχής, γίνεται μετάβαση από την ανοχή στην ενεργό συμπερίληψη ρομά, μεταναστών κ.α, επανεξετάζονται τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα με κριτήρια γενικού συμφέροντος.
Το ηθικό δίδαγμα.
Ό,τι προηγήθηκε δεν αποτελεί απλά θεωρητική ανάλυση, κατάλληλη μόνο για τον κόσμο των ιδεών, αλλά καταλήγει και σε ένα ηθικό μήνυμα. Όπως αναφέραμε, η συνύπαρξη διαφορετικών αξιών και ιδεών συνεπάγεται κατά διαστήματα εκρηκτικές αντιθέσεις.
Το ερώτημα είναι πως θα επιτευχθούν συμβιβασμοί όταν συγκρούονται αξίες και ιδέες. Η απάντηση παραπέμπει μεταξύ άλλων την ανάγκη να καλλιεργηθεί η κουλτούρα του διαλόγου, του συμβιβασμού, της συναίνεσης γύρω όμως από κάποιο κεντρικό κοινό αξιακό πυρήνα. Όπως απαίτησε ο Κάρλο Ροσέλι ένα (φιλελεύθερο από τη φύση του) «σύμφωνο πολιτισμού» – «ένα σύνολο κανόνων του παιγνιδιού τους οποίους τα αντιμαχόμενα μέρη δεσμεύονται να σεβαστούν. Πρόκειται για κανόνες που στοχεύουν στη διασφάλιση της ειρηνικής συμβίωσης των πολιτών, των τάξεων, των κρατών, και στη συγκράτηση των αναπόφευκτων και μάλιστα επιθυμητών αντιθέσεων εντός ανεκτών ορίων». xix
[στο Books Journal, τεύχος 151, Mάρτιος 2024.]
i Εξετάζουμε διεξοδικά το θέμα αυτό δίνοντας και την αναγκαία εμπειρική τεκμηρίωση στο Πάνος Καζάκος και Πάνος Κολιαστάσης Αφανείς και ορατές αντιθέσεις- παράδοση και νεωτερικότητα στη μεταδικτατορική Ελλάδα, Θεσσαλονίκη, 2023.
ii Ως περιγραφικός όρος ο πλουραλισμός υποδηλώνει την ύπαρξη και ανταγωνισμό πολιτικών κομμάτων («πολιτικός πλουραλισμός»), ποικιλία ηθικών και πολιτισμικών πεποιθήσεων («πολιτισμικός πλουραλισμός» )κλπ. Βλ. Andrew Heywood Political ideologies, 2nd ed. 1998, p. 36. Στο κείμενο αυτό χρησιμοποιούμε τον πλουραλισμό ως περιγραφικό όρο. Ο Νίκος Δεμερτζής προκρίνει τον όρο «ανεστραμμένος συγκρητισμός» που εμπεριέχει την υπόθεση ότι επικρατεί η παράδοση που απορροφά τη νεωτερικότητα. Βλ. πιο κάτω.
iii Για τους όρους νεωτερικότητα και μετανεωτερικότητα βλ. από την απέραντη βιβλιογραφία Zygmund Bauman και Carlo Bordoni Η νεωτερικότητα σε κρίση, μετάφραση Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος, εκδόσεις Υψιλον 2016.
iv Βλ. τεκμηρίωση στο Πάνος Καζάκος/Πάνος Κολιαστάσης Αφανείς και ορατές αντιθέσεις, όπως αλλού κεφάλαια 6 («η νεωτερικότητα υπερισχύει της παράδοσης στην πολιτειακή δομή της χώρας») και 7 (παράδοση και νεωτερικές αξίες κατά περιοχές πολιτικής).
v Βλ. μεταξύ πολλών άλλων Γιώργος Δερτιλής Ιστορία του ελληνικού κράτους 1830-1920, τόμος Α΄, εκδόσεις Εστία Αθήνα 2006, Σπύρος Ασδραχάς Ελληνική οικονομική ιστορία (ΙΕ-ΙΘ αιώνας), τομος Α, Πολιτιστικό Ίδρυμα Ομίλου Πειραιώς, Αθήνα 2003, Θανος Βερέμης και Ιωάννης Κολιόπουλος Νεότερη Ελλάδα. Μια ιστορία από το 1821, εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2013.
vi Βλ. Νίκος Δεμερτζής «θύλακες και φύλακες αρχαϊσμού» στην εφημερίδα η Καθημερινή 24.12.2023. του ίδιου «Ελληνική πολιτική κουλτούρα στη δεκαετία του ΄80», στο ειδικό αφιέρωμα της Ελληνικής Επιθεώρησης Πολιτικής Επιστήμης.
vii Edward Banfield Η ηθική βάση μιας καθυστερημένης κοινωνίας, μετάφραση φ. Καραβέσης, εκδόσεις Eπίκεντρο, Θεσσαλονίκη 2014.
viii Βλ. Νικηφόρος Διαμαντούρος Πολιτισμικός δυισμός και πολιτική αλλαγή στην Ελλάδα της Μεταπολίτευσης, εκδόσεις Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2000.
ix Τον όρο πρότεινε ο Kevin Featherstone.
x Πρωτοποριακή ήταν σχετικά με το θέμα αυτό η μελέτη του Robert D. Putnam Making Democracy work, Prinston University Press, 1993.
xi Βλ. μεταξύ πολλών άλλων κείμενα των Σωκράτη Κονιόρδου, Χρήστου Παρασκευόπουλου, Νίκου Δεμερτζή, Πάνου Καζάκου και Δημήτρη Α. Σωτηρόπουλου σε ειδικό αφιέρωμα της επιθεώρησης πολιτικής και ηθικής θεωρίας Επιστήμη και Κοινωνία, Αθήνα, τεύχος 16, Άνοιξη 2006. Επίσης Σωκράτης Κονιόρδος (επιμ.) Κοινωνικό κεφάλαιο, εμπιστοσύνη και κοινωνία των πολιτών, εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα 2010.
xii Συνθήκη ΕΕ, άρθρο 2. Βλ. επίσης Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του 2000.
xiii Κωστας Αξελός Η μοίρα της σύγχρονης Ελλάδας, επανέκδοση Πληθώρα, Αθήνα 2010. Πρωτοδημοσιεύθηκε στο τέλος του εμφυλίου.
xiv Παναγιώτης Γεννηματάς Ελλάς: Δύση ή Ανατολή; Εκδόσεις Ροές, 2013.
xv Το κείμενο περιλαμβάνεται στον τόμο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς Ταξίδι στο λόγο και στην ιστορία, τόμος Β, Αθήνα 1996. Παρόμοια επιχειρηματολογούσε ο Παναγιώτης Κονδύλης.
xvi Βλ. από την απέραντη σχετική βιβλιογραφία, Raffaele Simone, Το μειλίχιο τέρας. Γιατί η Δύση δεν πηγαίνει προς τα αριστερά, μετάφραση Μιχάλης Μητσός, εκδόσεις Πόλις, Αθήνα 2011, σελ. 44.
xvii Βλ. σχετικά Francis Fukuyama Tαυτότητα- Η απαίτηση για αξιοπρέπεια και η πολιτική της μνησικακίας, μετάφραση Σταύρος Β. Γαβαλάς εκδόσεις Ροπή, Αθήνα 2018.
xviii Οι θεωρητικές βάσεις τέθηκαν αρχικά από τον Mchel Foukault (Επιτήρηση και τιμωρία). Ακολούθησε η ατέλειωτη σειρά δημοσιεύσεων για την αποδόμηση του εξουσιαστικούν λόγου. Ο Φουκώ υποστήριξε ότι το πως και τι αισθανόμαστε ,τι μας κάνει αυτό που είμαστε είναι οι περιορισμοί της σκέψης και όχι η σωματική η βιολογία. Με άλλα λόγια μπορούμε να προσδιορίσουμε το ποιοι και τι είμαστε, άνδρας ή γυναίκα, με τη βούλησή μας. Πρόκειται για την αποθέωση του υποκειμενισμού σε βάρος του πραγματικού.
xix Κάρλο Ροσέλι Φιλελεύθερος σοσιαλισμός, μετάφραση Αχιλλέας Καλαμαράς,εκδόσεις Πόλις, Αθήνα 2013, σελ. 55.