Στην επικράτεια της υπερθέσμισης… Του Ηλία Καραβόλια

87

Του Ηλία Καραβόλια

«Όπως το ίσιο δεν χρειάζεται χάρακα, έτσι και το δίκαιο δεν χρειάζεται δικαιοσύνη»
(Επίκτητος)

Οι θεσμοί σήμερα εύκολα «υπερχειλίζουν» όταν οι αρμοδιότητες προσώπων υπερβαίνουν θεσμικούς ρόλους και όταν οι εντεινόμενες παρεμβάσεις, και η άσκηση ασφυκτικού «ελέγχου» στο κοινωνικό γίγνεσθαι, αφθονούν.

Καθημερινά γινόμαστε μάρτυρες ενός εκτεταμένου φορμαλισμού μετακίνησης (μάλλον : «επέκτασης») των ορίων της δικαιοσύνης, των δικαστών, του ίδιου του δικαίου.

Εμφανώς πλέον το «κράτος δικαστών» δηλώνει εκκωφαντικό παρόν και φυσικά θολώνει τις συζεύξεις, τους κώδικες εμπιστοσύνης, τις αποδεκτές νόρμες και τις παραδοσιακές γραμμές επικοινωνίας μεταξύ πολιτών και πολιτείας.

Η δε κρατική εξουσία της «βιοπολιτικής διακυβέρνησης» επωφελείται εξόφθαλμα από την υπερθέσμιση που παράγεται λόγω ακριβώς αυτής της υπεραναζήτησης του δικαίου στα μεγάλα κοινωνικά συμβάντα.

Και αυτό είναι φαινόμενο που δομείται μέσα σε ένα υπερεπικοινωνιακό περιβάλλον, όπου σύμπασα η κοινωνία απολαμβάνει το σύμπτωμα της νεύρωσης του υποκειμένου να αντιμάχεται (έστω και «γλωσσικά») τον Άλλο.

Η κατασκευή αντιπάλων εμπλουτίζει την τάξη του λόγου και πληθαίνει τα σημαίνοντα, ενώ απελευθερώνει ζωώδη ένστικτα και αποδίδει μια κάποια αίσθηση κυριαρχίας στο Εγώ.

Οι θεματοφύλακες των θεσμών, οι περσόνες δηλαδή της ευθύνης πίσω από μικρές και μεγάλες εξουσίες – θέσεις , της δικαιοσύνης και του δημοσίου συμφέροντος, οφείλουν να προλαμβάνουν αυτό ακριβώς το κοινωνικό σύμπτωμα : οφείλουν να μην λειαίνουν το εδαφος για σοσιαλμιντιακούς κοινωνικούς εμφυλιους, λαϊκά δικαστήρια στα ψηφιακά καφενεία, και να μην θρεφουν την νεύρωση του εισαγγελέα και του κατήγορου που χαρακτηρίζει τους μανιακούς χρήστες των εικονικών δικτύων και των εικονικών δικών.

Η δε υπερδομή της εκτελεστικής κρατικής εξουσίας παράγει ενός άλλου είδους «φαντασιακή υπερθεσμιση» : οι πολίτες συγχέουν αναγκαστικά την εξουσία με τον νόμο και παρακολουθούν την πολιτική μεταγλώσσα να ακολουθεί πίστα τον «δυσνόητο» δικανικό λόγο του νομικού και δικαστικού σύμπαντος.

Η ηγεσία της δικαιοσυνης όμως ενισχύει συνεχώς αυτή την φαντασιακή υπερθέσμιση κάνοντας συχνή επίδειξη ισχύος και «υποδεικνύοντας» τον έλεγχο και την χωροχρονική ηγεμονία της ως θεματοφύλακας του δικαίου και το νόμου.

Όμως η νεοελληνική κοινωνία είναι συλλογικό υποκείμενο που παλινδρομεί επι δεκαετίες από το βάθος και το σκότος που παράγει ο ιδιάζων «χρόνος του νόμου» στον τόπο αυτό.

Οι δε θεσμοί δεν ανήκουν σε καμια εξουσία, δεν είναι ακόλουθοι της επίκλησης για δημοκρατία, αλλά προϋπόθεση της κοινωνικής συμμετοχής στις νόρμες που παράγουν ως θεσμοί. εντός του δικαίου και του κράτους.

Ζούμε σε συνθήκη πλήρους «βιοφιλελευθερισμού» και δεν χρειαζόμαστε ως υποκείμενα δικαίου την υπερθεσμισμένη αναπαράσταση των κοινωνικών συμβάντων και της κοινωνικής παθογένειας.

Οι φύλακες της νομιμότητας ας φυλαχτούν καλύτερα από την συρρικνωμένη αλλά πανταχού παρούσα κρατική υπερεξουσία που αρκείται μόνη της να καθυποτάσσει τις μάζες.

Άλλωστε όσο και αν «κατασκευάζεται» εύκολα μια απόφαση της δικαιοσύνης ή ένα κατηγορητήριο, τελικά η επικοινωνιακή συνθήκη διάχυσης της αμφιβολίας, και η υποψία μιας κάποιας άνομης παρέμβασης, είναι ισχυρότερες κατασκευές. Και πάντως βλάπτουν σίγουρα την έννοια του δικαίου και το καθήκον συμμόρφωσης…