Άκου ιστορία από τον βίο και την πολιτεία μας, που γράφει ο Σενέρ Λεβέντ. Του την είπε ο ταβερνιάρης Κεμάλ Ντεμίρκιραν «ο οποίος έπινε μισό μπουκάλι κονιάκ «Αγγλίας» με μια ρώγα σταφύλι».
«Κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων στη Λεμεσό, οι Ελληνοκύπριοι έβαλαν σφοδρά κατά ενός τουρκικού φυλακίου, λέει. Οι Τούρκοι αγωνιστές που βρίσκονταν στο φυλάκιο παραδόθηκαν, λέει. Ο Ελληνοκύπριος διοικητής είδε πολλά άδεια μπουκάλια κονιάκ στο τουρκικό φυλάκιο που κατέλαβε. Κονιάκ Χατζηπαύλου. Ρώτησε τους δικούς μας: «Ποιος τα ήπιε ρε αυτά;» «Εμείς τα ήπιαμε», του είπαν. Σάστισε ο διοικητής. «Ρε», τους είπε, «εμείς σας πυροβολούσαμε από το κτήριο του Χατζηπαύλου και εσείς εδώ πίνετε Χατζηπαύλου;» Τι αστείες καταστάσεις ζουν τελικά τούτοι οι Κύπριοι ακόμα και όταν πολεμούν μεταξύ τους μέχρι θανάτου!».
Παράλογη η μοίρα μας, Σενέρ, κανένας σημερινός άνθρωπος δεν θα πίστευε αυτές τις τόσο αληθινές, τραγικές και κωμικές ταυτόχρονα ιστορίες μας. Δες εδώ τη φωτογραφία που δημοσιεύω σήμερα. Μου την έστειλε ένας φίλος, επίμονος ιστορικός και ερευνητής, ο Μιχάλης Σταυρή. Την εντόπισε στην Daily Telegraph της 12ης Ιουνίου 1956. Η λεζάντα έλεγε «Business as usual». Είναι ένας Ελληνοκύπριος και ένας Τουρκοκύπριους που διεκπεραιώνουν τις εμπορικές τους συναλλαγές πάνω από το συρματόπλεγμα – διαχωριστική γραμμή της Λευκωσίας. Οι Βρετανοί στρατιώτες, όπως πάντα, διασφαλίζουν ότι οι «μπίζνες» (εμπορικές και πολιτικές) βαίνουν καλώς…
Λες, μα πώς μπορεί να συνέβαιναν αυτά! Σε ποιους κόσμους; Κι όμως αυτά ήταν στην καθημερινότητα των γονιών και των παππούδων μας. Το χειρότερο είναι ότι συνεχίζονται… Οι μπίζνες τώρα δεν είναι πάνω από το συρματόπλεγμα, είναι μέσα από τη νεκρή ζώνη. Δεν σταμάτησαν ποτέ, ούτε μετά από το ‘74. Το εμπόριο και το λαθρεμπόριο ήταν πάντα ανθηρά υπό οποιεσδήποτε συνθήκες. Μόνο που ήταν πάντα και οι Βρετανοί ανάμεσά μας. Και οι Τούρκοι. Και οι εθνικιστές. Και οι προδότες. Και οι κακούργοι.
Μετά σου λένε, να ακούς αυτές τις ιστορίες, αλλά να μην είσαι συναισθηματικός όταν μιλάς για το Κυπριακό. Δεν χωράνε συναισθηματισμοί, πρέπει να τα βλέπεις ορθολογιστικά τα πράματα, ρεαλιστικά. Μα, υπάρχει πιο απόλυτος ρεαλισμός από αυτή τη φωτογραφία; Υπάρχει πιο απόλυτος ρεαλισμός από την ιστορία με το φυλάκιο και το κονιάκ; Ας το θεωρούν συναισθηματισμό οι ψευτορεαλιστές. Έχω ένα όνειρο, λοιπόν, όπως το όνειρο του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ. Έχω ένα όνειρο ότι μια μέρα θα μπορούμε να κάτσουμε οι Κύπριοι μόνοι μας να λέμε αυτές τις ιστορίες των παππούδων μας και να γελάμε. Έστω και πικρά. Αλλά απελευθερωμένοι. Και από το παρελθόν μας και από τους κατακτητές μας, Τούρκους και Βρετανούς. Έχω ένα όνειρο ότι μια μέρα θα κτίσουμε ένα ελεύθερο κράτος χωρίς φυλετικούς διαχωρισμούς. Ότι θα έρθει μια μέρα που οι εμπορικές συναλλαγές μας δεν θα γίνονται ούτε πάνω από συρματοπλέγματα ούτε μέσα από διαχωριστικά οδοφράγματα ούτε μέσα από την ανομία της νεκρής ζώνης. Έχω ένα όνειρο ότι μια μέρα τα μικρά αγόρια και κορίτσια (μαύρα και λευκά, έλεγε ο Κινγκ) θα μπορέσουν να πιαστούν χέρι με χέρι και να περπατήσουν μαζί χωρίς να νοιάζονται αν μιλούν Ελληνικά ή Τούρκικα, αν γεννήθηκαν χριστιανοί ή μουσουλμάνοι. Να αντιλαμβάνονται μόνο αυτό που έγραφε ο Κυριάκος Μάτσης. Ότι «εκείνο που έχει αξία είναι (τούτη τη γη) να τη ζουν αυτοί που την ποτίζουν με τον ιδρώτα τους και να περπατούν ελεύθεροι πάνω της, διαφεντευτές της, κυρίαρχοί της. Να αναπνεύσουν,περήφανοι τον αέρα της που να ‘ναι αέρας δροσιάς, ομορφιάς, λεβεντοσύνης. Όχι πνίχτης»…
Συναισθηματισμοί, ε; Ρομαντισμοί; Και τι άλλο μπορείς να ονειρευτείς αν επιβιώνεις στην Κύπρο αυτών των ιστοριών; Είναι όραμα η ΔΔΟ; Το προτεκτοράτο; Η τουρκοποίηση; Είναι όραμα τα οδοφράγματα; Είναι ρεαλισμός να μάθεις να ζεις με τους κατακτητές σου; «Είμαστε ρεαλιστές, επιδιώκουμε το αδύνατο», έλεγε ο Τσε Γκεβάρα. Αλλιώς, κανένα ιδανικό, κανένα όνειρο δεν έχει νόημα. Προπάντων η ελευθερία.
Πηγή: www.philenews.com