Του Κωνσταντίνου Φίλη*
0 πρόεδρος Ερντογάν άρχισε ήδη να προβαίνει σε αναγκαίες προσαρμογές στην πολιτική της χώρας του ενόψει της ανάληψης της προεδρίας των ΗΠΑ από τον Μπάιντεν. Προς στιγμή προκρίνει την ηπιότερη προσέγγιση, με θετικές αναφορές (μετά από πολύ καιρό) στη Δύση και το ΝΑΤΟ και στη θέση της Τουρκίας εντός της ευρωπαϊκής οικογένειας. Από την άλλη, οι αντιδράσεις των προηγούμενων ημερών (νηοψία σε τουρκικό πλοίο, απειλές Τσαβούσογλου προς την ΕΕ) καταδεικνύουν τον προσχηματικό χαρακτήρα της αλλαγής στάσης εκ μέρους της.
Πάντως, η νέα αμερικανική προεδρία θα κινηθεί πιο θεσμικά έναντι του Ερντογάν, ο οποίος, όμως, είναι μαθημένος στην άσκηση προσωπικής διπλωματίας και οπωσδήποτε θα δυσκολευθεί, τουλάχιστον στην αρχή. Οι ΗΠΑ θα επιχειρήσουν να επαναρυμουλκήσουν την Τουρκία και ασφαλώς να μην τη «χάσουν» ή να την ωθήσουν στην «αγκαλιά» χωρών, όπως η Ρωσία ή η Κίνα. Τι σημαίνει αυτό; Ότι θα γίνει προσπάθεια ή έστω διερεύνηση προθέσεων, ωστόσο, πιθανότατα με όρους και προϋποθέσεις, που θα άπτονται ζητημάτων (Συρία, Λιβύη, Ναγκόρνο Καραμπάχ, Ανατολική Μεσόγειος) για τα οποία ίσως η τουρκική ηγεσία δεν μπορεί να προσφέρει στην Ουάσιγκτον αυτά που θα θέλει. Το μεγαλύτερο πρόβλημα για τον Ερντογάν είναι διττό: από τη μία η προσπάθεια της νέας αμερικανικής ηγεσίας να σταθεροποιήσει την κατάσταση μεταξύ των εταίρων των ΗΠΑ, με έμφαση στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ προκειμένου να ανασχεθεί η ρωσική και κινεζική επιρροή, τουλάχιστον σε περιοχές ειδικού ενδιαφέροντος για τις πρώτες. Άραγε, σε μία τέτοια περίπτωση, ιδίως σε σχέση με τη Μόσχα, αν δηλαδή ο νέος αμερικανός πρόεδρος πιέσει την Άγκυρα να επιλέξει (κάτι που απέφευγε ο προκάτοχός του, πόσο θα στενέψει ο κλοιός για την τελευταία; Κατά δεύτερον, με τον Μπλίνκεν στο τιμόνι του ΥΠΕΞ, οι ΗΠΑ θα χαράξουν σαφή διαχωριστική γραμμή μεταξύ των δημοκρατικών και των αυταρχικών καθεστώτων, φέρνοντας σε δύσκολη θέση τον Ερντογάν. Βέβαια, ο επόμενος αμερικανός υπουργός Εξωτερικών ανήκε σε αυτούς που πίστευαν ότι η Τουρκία είχε τα φόντα να εξελιχθεί στο μετριοπαθές και φιλελεύθερο υπόδειγμα του μουσουλμανικού κόσμου. Προφανώς, θα έχει αναθεωρήσει, εντούτοις, δεν θα θέλει να χρεωθεί ότι στη δική του θητεία χάθηκε ένας τόσο σημαντικός εταίρος, άρα θα της δώσει μία ακόμη ευκαιρία.
Επίσης, μεγάλο ενδιαφέρον έχει σε ποιο βαθμό ο Η Μπάιντεν θα διαφοροποιηθεί από την πολιτική Ο Τραμπ στη Μέση Ανατολή και πώς θα επηρεαστούν οι σχέσεις με την Άγκυρα. Μη λησμονούμε ότι η ομάδα Μπάιντεν είχε στηρίξει τις αραβικές εξεγέρσεις, κλείνοντας το μάτι στις μουσουλμανικές αδελφότητες, με τις οποίες η Τουρκία έχει αναπτύξει οργανική σχέση. Εξίσου, ερωτηματικό υπάρχει για το αν η Ουάσιγκτον γίνει πιο (επιλεκτικά) παρεμβατική και πώς θα κινηθεί στη Συρία και σε σχέση με το κουρδικό στοιχείο. Παράλληλα, αν οι ΗΠΑ απομακρυνθούν από Σαουδική Αραβία και Ισραήλ, θα αναβαθμιστεί ο ρόλος της Τουρκίας; Θα ωφεληθεί σε περίπτωση προσπάθειας επαναπροσέγγισης με το Ιράν – τυχόν νέα συμφωνία για το πυρηνικό του πρόγραμμα θα γίνει υπό πολύ δυσκολότερες συνθήκες; Μήπως ήδη η τουρκική ηγεσία επιχειρεί να επουλώσει τις πληγές της πολιτικής της σε σχέση με τη Σαουδική Αραβία, για να προλάβει την επόμενη αμερικανική ηγεσία και διαδικασίες, όπως η προσέγγιση Ριάντ – Τελ Αβίβ;
*εκτελεστικός διευθυντής IΔIΣ