Του Νίκου Χριστοδουλάκη*
Ανεξάρτητα από τη μεριά που βρισκόταν κάποιος την περίοδο 1989-1991 –είτε δηλαδή χαιρόταν με την πτώση του τείχους είτε τον έπιανε ο πόνος για τη συντριβή του σοβιετικού οικοδομήματος– υπήρχε διάχυτη σε όλους μια αίσθηση ότι τουλάχιστον τελειώσαμε με το ενδεχόμενο μιας μετωπικής αντιπαράθεσης των υπερδυνάμεων που τελικά μάλλον θα κατέληγε σε πυρηνικό ολοκαύτωμα. Συγκρούσεις βέβαια θα υπήρχαν και πόλεμοι θα ξεσπούσαν σε διάφορες χώρες, αλλά θα ήταν διαχειρίσιμοι ως προς την έκταση και τις συνέπειές τους, αποκλείοντας έτσι την πιθανότητα να τους “πάρει στην πλάτη του“ κάποιο μεγάλο κράτος και έτσι να ρισκάρει μια ευρύτερη πολεμική εμπλοκή.
Σε αυτό το κλίμα παγκόσμιας ανακούφισης, ξεπήδησε η μεταφυσική αισιοδοξία του Φράνσις Φουκουγιάμα1 για το τέλος της Ιστορίας που μέχρι σήμερα προκάλεσε μύριες όσες συζητήσεις, ενθουσιασμούς αλλά και επικρίσεις. Σύμφωνα με την πρόβλεψή του, ο κόσμος θα απαλλασσόταν από τις μεγάλες ιδεολογικές συγκρούσεις που οδήγησαν στις μαζικές σφαγές του 20ού αιώνα και αργά ή γρήγορα όλα τα κράτη θα υιοθετούσαν κάποια παραλλαγή της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο, οι διαφορές θα φαίνονταν λιγότερο απειλητικές και κάποια διευθέτηση θα μπορούσε πάντα να βρεθεί αφού ο βαθύτερος πυρήνας των αξιών κάθε πλευράς θα προσέγγιζε και θα ήταν συμβατός με αυτόν της αντίπαλης.
Για κάποια χρόνια και σε αρκετές περιπτώσεις, ο συλλογισμός του Φουκουγιάμα φαινόταν να επαληθεύεται. Ο παλιός διπολισμός Αμερικής – Σοβιετικής Ένωσης εξελίχθηκε σε ένα ασύμμετρο κουαρτέτο ισχύος που περιελάμβανε την αδύναμη πλέον Ρωσία, την ανερχόμενη Κίνα και τη μονίμως σε σύγχυση Ευρωπαϊκή Ένωση. Στην πράξη όμως ήταν σαφές ότι είχαμε μπει σε μια περίοδο μονοπολικής επικράτησης των ΗΠΑ. Ήταν μια περίοδος αδιαμφισβήτητης επικυριαρχίας τους, από τα ζητήματα οικονομίας και αγορών έως τους θεσμούς πολιτικής αντιπροσώπευσης. Οι ίδιες άλλωστε καθόρισαν και τη διαδικασία προσαρμογής των άλλων. Για τη σύγκλιση των οικονομικών δομών είχε τεθεί σε κίνηση η παγκοσμιοποίηση, ενώ για τη διάδοση των θεσμών συμμετοχής γινόταν επιτόπου εξαγωγή των “πολύχρωμων” επαναστάσεων.
Η δυσφορία των άλλων μελών του κουαρτέτου ισχύος ότι έτσι υπερφαλαγγίζονται ή ακόμη και εκτοπίζονται από παραδοσιακές σφαίρες επιρροής δεν απέκτησε ποτέ το επίπεδο μιας οργανωμένης αντίδρασης για να οδηγήσει τις ΗΠΑ σε αναθεώρηση της στρατηγικής τους. Ακόμα και όταν έγιναν μεγάλες επεμβάσεις και εισβολές –όπως στη Γιουγκοσλαβία ή το Ιράκ– οι αντιδράσεις ήταν χλιαρές. Μάλιστα δεν έλειψαν και περιπτώσεις όπου συμμετείχαν μαζί με τις ΗΠΑ στην αντιμετώπιση κοινών απειλών που προέκυπταν, όπως για παράδειγμα για την απόκρουση του Ισλαμικού Κράτους.
1. Οι δύο παγίδες της αρχαιότητας
Δύο είναι τα πράγματα που μπορεί να πάνε στραβά σε μια τέτοια γεωπολιτική διευθέτηση με ασύμμετρα χαρακτηριστικά. Το πρώτο είναι η λεγόμενη “παγίδα του Θουκυδίδη”, από το όνομα του κορυφαίου ιστορικού της αρχαίας Αθήνας. Η παγίδα ενεργοποιείται όταν ο επικυρίαρχος του παιχνιδιού αγνοεί (ή και περιφρονεί ανοιχτά) την ανάγκη εξέλιξης των άλλων μερών και προτιμά να τους κρατά σε ασφυξία αντί να τους αφήσει να αναπτύξουν κάπως και τη δική τους επιρροή σε γεωγραφικά υποσύνολα ισχύος. Το μοντέλο αυτό το έχουν κατά κόρον υιοθετήσει όσοι σήμερα προσπαθούν να δικαιολογήσουν (ή έστω να εξορθολογίσουν) την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, πολύ βολικά όμως ξεχνούν το επόμενο ρίσκο που παραμονεύει.2
Διότι υπάρχει πιθανότητα να τύχει και ένα δεύτερο στραβό που είναι η λεγόμενη “παγίδα του Πολύβιου”, από το όνομα ενός λιγότερο γνωστού ιστορικού που έζησε κατά τους ελληνιστικούς χρόνους (202-120 π.Χ.). Η παγίδα αυτή μπαίνει σε λειτουργία όταν ένας διεκδικεί αυξημένη επιρροή επί άλλων αλλά στο εσωτερικό του έχει ένα αυταρχικό πολίτευμα που δεν παρέχει ούτε έμπνευση ούτε εμπιστοσύνη σε όσα κράτη θέλει να επηρεάσει. Σε αυτές τις συνθήκες, η προσπάθεια επέκτασης των σφαιρών επιρροής θα εκληφθεί ως πάραυτα εχθρική ενέργεια και θα οδηγήσει σε μια σθεναρή αντίσταση εναντίον του.
Παραδόξως, η πρώτη που δεν κατανόησε και έπεσε στην παγίδα του Θουκυδίδη ήταν η ίδια η Αμερική όταν νόμισε ότι οι άλλοι εταίροι του κουαρτέτου δεν μετράνε και δεν υπάρχει λόγος να τους παρέχει ζωτικό χώρο για να συμμετέχουν στις αποφάσεις. Η υπεροψία κορυφώθηκε με την ανήθικη εισβολή στο Ιράκ το 2003, για την οποία δεν υπήρξαν ούτε οι δέουσες εγκρίσεις του ΟΗΕ αλλά ούτε και βρέθηκαν ποτέ τα όπλα μαζικής καταστροφής που είχε επικαλεστεί ως κίνδυνο η αγγλο-αμερικανική συμμαχία Μπους-Μπλερ για να διεξάγει τον πόλεμο.
Άρχισε τότε μια ηθική απονομιμοποίηση της μονοπολικής ισχύος των ΗΠΑ και η αναζήτηση νέων ισορροπιών εντός του κουαρτέτου ισχύος, η οποία ενισχύθηκε ακόμα περισσότερο με το ξέσπασμα της χρηματο-οικονομικής κρίσης του 2008. Άλλωστε και η ίδια η κρίση είχε προκληθεί εξαιτίας και πάλι της αμερικανικής πλεονεξίας και της επιδεικτικής αγνόησης κανόνων και περιορισμών. Ο συνδυασμός γεωπολιτικών και οικονομικών αποτυχιών της Αμερικής στις αρχές του νέου αιώνα είχε αποτέλεσμα να μεταβληθούν εις βάρος της οι συσχετισμοί που είχαν προσδιορίσει τις αρχικές συντεταγμένες του κάθε μέρους κατά τη δεκαετία του 1990.
2. Κλείνοντας το χάσμα ισχύος
Αντιλαμβανόμενες από νωρίς το διευρυνόμενο χάσμα ισχύος με τις ΗΠΑ τόσο η Κίνα όσο και η Ρωσία κινήθηκαν για να το περιορίσουν, σε πλήρη επαλήθευση των διδαγμάτων που απορρέουν από την παγίδα του Θουκυδίδη. Η απονομιμοποίηση των ΗΠΑ γινόταν η δική τους ηθική επίκληση για να την αντισταθμίσουν.
Το έκαναν όμως με ένα πολύ διαφορετικό τρόπο: η μεν Κίνα με προμετωπίδα την οικονομική ασφάλεια φρόντισε να μην δώσει σχεδόν καθόλου αφορμές για να παρερμηνευτεί η στάση της ως ανατρεπτική του διεθνούς στάτους κβο. Αφού απέκτησε εντυπωσιακή οικονομική δύναμη άρχισε να προβάλει μια σειρά από στόχους που σταδιακά θα της εξασφάλιζαν ένα πιο άνετο γεωπολιτικό χώρο από τα στενά όρια που είχαν τεθεί στην αρχή της παγκοσμιοποίησης, όπως οι εξής: γιγαντιαίες κρατικές συμφωνίες στην Αφρική για την παραγωγή τροφίμων, ο νέος δρόμος του μεταξιού με την αλυσίδα των κόμβων μεταφοράς σε Ασία και Ευρώπη, το διαστημικό πρόγραμμα, αλλά επίσης και μία σαφής προδιάθεση για την “απορρόφηση” της Ταϊβάν, συνιστούν πλέον την απάντηση της Κίνας στον νέο ρόλο που απαιτεί η αύξηση ισχύος και η συνακόλουθη ασφάλεια που η ίδια θεωρεί ότι πρέπει να έχει.
Μια στρατηγική επανεξέταση δυνατοτήτων και περιορισμών έκανε κάθε τόσο και η Ρωσία, ευθύς αμέσως μόλις ξεπέρασε τον κίνδυνο οικονομικής χρεοκοπίας και κοινωνικής κατάρρευσης που είχε κορυφωθεί με την κρίση του 1998. Η συσσώρευση γιγαντιαίων συναλλαγματικών αποθεμάτων από την εμπορία πρώτων υλών τής προσέδωσαν μια αίσθηση κρατικού πλούτου, ενώ η ενεργός συμμαχία με πολλά αντι-αμερικανικά κράτη (από το Ιράν έως τη Βενεζουέλα) και οι στρατιωτικές επεμβάσεις σε εμπόλεμες περιοχές (όπως στη Συρία και το Σουδάν) επανέφεραν τις μνήμες της πάλαι ποτέ σοβιετικής ισχύος.
Διαφορετικές ήταν όμως και οι αντιδράσεις της Δύσης απέναντι στην αναδιάταξη ισχύος των δύο κρατών. Για τη μεν Κίνα, τόσο οι ΗΠΑ όσο και η ΕΕ ανταποκρίθηκαν θετικά, συμβάλλοντας με τις αμέτρητες επενδύσεις τους στην εδραίωσή της ως παράγοντα διεθνούς σταθερότητας.
Στην περίπτωση της Ρωσίας, οι ΗΠΑ ήταν εξαρχής πιο καχύποπτες και έτοιμες να αντιδράσουν για διάφορους λόγους και αφορμές, μεταξύ άλλων και γιατί η γειτνίαση της Ρωσίας με τις χώρες του ΝΑΤΟ στην Ανατολική Ευρώπη συντηρούσε τις αντιπαλότητες που είχαν διαμορφωθεί την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου. Αντιθέτως η ΕΕ είχε αφιερώσει πολύ χρόνο και προσπάθεια για να οικοδομήσει μια πιο λειτουργική σχέση με τη Ρωσία, που μεταξύ άλλων θα της έλυνε και θεμελιώδη ζητήματα ενεργειακού εφοδιασμού.
Τελικά τόσο η Ρωσία όσο και η Κίνα βρίσκονταν σε μια διαδικασία αναπροσαρμογής οικονομικής και γεωπολιτικής ισχύος, γεγονός που υπό ορισμένες προϋποθέσεις θα ήταν πιθανό να τις καταστήσει εγγυήτριες της διεθνούς σταθερότητας. Διαφορετικά αν έμεναν στριμωγμένες στα στενά πλαίσια της δεκαετίας του 1990 θα υπήρχε ο κίνδυνος –σύμφωνα με το σχήμα του Θουκυδίδη– να εξελιχθούν σε παράγοντες αστάθειας.
3. Ισχύς χωρίς δημοκρατική νομιμοποίηση
Εδώ όμως διαπράχθηκε το σφάλμα να αγνοηθεί η “παγίδα του Πολύβιου”. Δηλαδή, η ανάγκη αυτές οι δύο κομμουνιστικές και μετα-κομμουνιστικές χώρες να αποκτήσουν όχι μόνο γεωπολιτική επιρροή και οικονομική ισχύ αλλά επίσης και μια εσωτερική δομή δημοκρατικής συγκρότησης που με τη σειρά της θα αύξανε τη συμμετοχή των πολιτών στις αποφάσεις και θα οδηγούσε στη δικαιότερη κατανομή του παραγόμενου πλούτου.
Από μια άποψη θα ήταν κάτι παρόμοιο με αυτό που νόμισε ως ενδιάμεσο στάδιο ο Φουκουγιάμα, προκειμένου να υποστηρίξει το πέρας των ιδεολογικών στρατοπέδων και τη μετάβαση σε μια μακρά περίοδο συνεννόησης και ειρηνικής διευθέτησης. Μόνο που όπως είδαμε είχαν προλάβει οι ΗΠΑ να απονομιμοποιήσουν την αποδοχή που το σχήμα αυτό θα μπορούσε να έχει στις διάφορες χώρες με το να προσπαθούν να το επιβάλουν έξωθεν και καταναγκαστικά. Έπρεπε να περάσουν πολλά χρόνια για να παραδεχτεί η αμερικανική διοίκηση πως η δημοκρατία δεν εξάγεται, αλλά φύεται μόνο ενδογενώς.
Χωρίς όμως να ικανοποιείται η συνθήκη του Πολύβιου, η παγίδα του Θουκυδίδη γινόταν αυτόχρημα απειλητική για όσους βρίσκονταν στα όριά της. Σε πιο πρακτικό επίπεδο, ο λόγος είναι ότι το καθεστώς της Κίνας δεν αποτελεί πηγή έμπνευσης και εμπιστοσύνης για καμία γειτονική χώρα και η οποιαδήποτε επαύξηση ισχύος εκλαμβάνεται ως κλιμάκωση εναντίον τους. Για αυτό βλέπουμε τα τελευταία χρόνια να ενισχύεται η καχυποψία του Χονγκ-Κονγκ και ο φόβος της Ταϊβάν για τα απώτερα σχέδια του Πεκίνου, ενώ μια σειρά από μικρότερες χώρες της περιοχής όπως οι Φιλιππίνες και το Βιετνάμ δέχονται ήδη αφόρητη πίεση να δεχθούν τις επιλογές της Κίνας για να μην υποστούν τις συνέπειες μιας άρνησης.
Ακριβώς το ίδιο –αλλά σε πολύ μεγαλύτερη ένταση– συμβαίνει την τελευταία δεκαετία με τη Ρωσία. Ούτε αυτή μπήκε στη διαδικασία να αποκτήσει θεσμούς συμμετοχής και μηχανισμούς ειρηνικής επίλυσης διαφορών που θα της επέτρεπαν μια ανάκτηση γεωπολιτικής επιρροής σε συνθήκες συνύπαρξης και αποδοχής. Όταν μια σειρά από χώρες με μακραίωνη Ιστορία (όπως η Γεωργία και η Ουκρανία) άρχισαν να πειραματίζονται με την επιλογή μεταξύ “φινλανδοποίησης” και πλήρους εθνικής ανεξαρτησίας, η Ρωσία αντέδρασε με αιματηρές εισβολές για να καταπνίξει κάθε προσπάθεια αυτοκαθορισμού τους. Έτσι φτάσαμε στη σημερινή βαρβαρότητα.
4. Το τέρμα της Λογικής;
Η εισβολή στην Ουκρανία δεν θρυμμάτισε μόνο τη χαρωπή αισιοδοξία για το τέλος της Ιστορίας, αλλά επανέφερε στο προσκήνιο μια σειρά από παράλογες και εν δυνάμει καταστροφικές καταστάσεις που νομίσαμε ότι εξέλιπαν εδώ και 30 χρόνια. Οι πιο απειλητικές είναι οι ακόλουθες:
Πρώτη και πλέον επικίνδυνη, η ασύμμετρη χρήση της πυρηνικής απειλής. Ακόμα και την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου, η απειλή χρήσης πυρηνικών όπλων ήταν περισσότερο μια μπλόφα παρά μια κλιμάκωση της αντιπαράθεσης των υπερδυνάμεων αφού θα οδηγούσε στην αμοιβαία εξουδετέρωσή τους. Σήμερα είδαμε τα πυρηνικά να επισείονται μονόπλευρα ως το ύστατο εργαλείο επικράτησης της Ρωσίας έναντι της μη-πυρηνικής Ουκρανίας, αν τα άλλα μέσα αποτύχουν για τα σχέδια του Πούτιν. Δεν είναι απίθανο στο μέλλον, ανάλογες ασύμμετρες τακτικές να υιοθετήσουν και άλλες πυρηνικές δυνάμεις, με εκθετική αύξηση των συνεπαγόμενων κινδύνων και πλήρη διάρρηξη των παραδοχών σταθερότητας στη διεθνή έννομη τάξη.
Δεύτερη παράλογη εξέλιξη συνιστά η προσπάθεια για βίαιη αλλαγή συνόρων ενός ανεξάρτητου κράτους και ο ενδεχόμενος διαμελισμός του ή/και προσάρτηση από ένα γειτονικό. Οι μαζικές ανθρώπινες απώλειες κάνουν τέτοιες ενέργειες ακόμα πιο αποτρόπαιες. Όσο όμως και αν κινητοποιηθεί ο διεθνής παράγων και η διεθνής δικαιοσύνη, δεν υπάρχει κανένα εχέγγυο ότι η βίαιη αυτή πράξη μπορεί να ανατραπεί και να επιστρέψουμε στο status quo ante. Άλλωστε ανάλογο παράδειγμα σε ευρωπαϊκό έδαφος είχε λάβει χώρα το 1974 με την τουρκική εισβολή στην Κύπρο για την οποία ακόμα δεν έχει υπάρξει ούτε νέμεσις ούτε δικαίωση. Εάν το Ουκρανικό ζήτημα αφεθεί να χρονίζει στα διάφορα διεθνή συμβούλια χωρίς να επιλύεται, προφανώς η έλξη που θα ασκεί η σημερινή εισβολή σε μελλοντικούς μιμητές της θα γίνει ακατανίκητη.
Τρίτη εξέλιξη είναι η ανάσχεση της παγκοσμιοποίησης λόγω της γενικευμένης αβεβαιότητας, των εκατέρωθεν κυρώσεων και τη χρήση του Διεθνούς Οργανισμού Εμπορίου ως μηχανισμού επιβολής ποινών στη Ρωσία και τους δορυφόρους της. Άμεση συνέπεια θα είναι η επιστροφή των οικονομικών σχέσεων στην κλίμακα της γεωγραφικής περιφέρειας ή του γεωπολιτικού μπλοκ, θυμίζοντας την κατάσταση πριν από το 1990. Με τη σειρά της αυτή η εσωστρέφεια θα μειώσει τις ευκαιρίες ευημερίας για πολλές χώρες και θα εντείνει τις πιέσεις για μετανάστευση προς τις πιο ανεπτυγμένες. Ένα μεγάλο στοίχημα που είχε τεθεί στην αρχή της χιλιετίας για την άνοδο του βιοτικού επιπέδου των πιο φτωχών χωρών και την έξοδο του πληθυσμού τους από την εξαθλίωση φαίνεται ότι μάλλον θα χαθεί. Το μεγαλύτερο πλήγμα θα το δεχτεί η Αφρική που μετά από τεράστιες προσπάθειες είχε αρχίσει σιγά-σιγά να αναπτύσσεται.
Τέταρτη αλλά καθόλου αμελητέα εξέλιξη είναι οι έντονες πληθωριστικές πιέσεις και η συνακόλουθη ύφεση που δέχονται κυρίως οι ευρωπαϊκές χώρες λόγω της ανόδου των τιμών στα καύσιμα, στα σιτηρά και σε μια σειρά από πρώτες ύλες που προμηθεύονταν από τη Ρωσία. Το εμπάργκο που επιβλήθηκε εναντίον της προφανώς θα έχει κόστος όχι μόνο για την ίδια αλλά και για την Ευρώπη. Είναι το απαραίτητο τίμημα για τη συμπαράσταση που πρέπει να δείξει η ΕΕ στον ουκρανικό λαό και κανένα ωφελιμιστικό επιχείρημα δεν μπορεί να κλονίσει την ηθική του.
Δεν παύει όμως να δείχνει και το πόσο παράλογο μπορεί να γίνει το κόστος ευημερίας σε εκατοντάδες εκατομμύρια πολίτες που προκαλείται όταν ένα απρόβλεπτο υποσύστημα ισχύος (όπως οι σχέσεις Ρωσίας-Ουκρανίας) ξεφύγει από τους κανόνες της διεθνούς νομιμότητας. Για να αντιμετωπίσει ανάλογα ενδεχόμενα στο μέλλον, η ΕΕ αποφάσισε να ενισχύσει δεόντως την αμυντική της ικανότητα, γεγονός που θα προκαλέσει νέα άνοδο στο δημόσιο χρέος και μάλιστα σε μια εποχή που θα έπρεπε να χρηματοδοτεί παραγωγικές υποδομές και επενδύσεις για να βγει από την ύφεση της πανδημίας.
Πέμπτος παραλογισμός είναι το πλήγμα αξιοπιστίας στον ενεργειακό προγραμματισμό που είχε σχεδιάσει η Ευρωπαϊκή Ένωση για τις επόμενες δεκαετίες, με στόχο να αντικαταστήσει τη χρήση ορυκτών καυσίμων με μη-ρυπαίνουσες μορφές ενέργειας. Ήταν τόση η υπεραισιοδοξία της ΕΕ ότι τα πάντα θα γίνουν τέλεια και στην ώρα τους που αγνόησε κάθε ανάγκη για εφεδρεία του συστήματος σε περίπτωση που κάτι δεν πάει καλά. Κατά την περίοδο μετάβασης, οι ενεργειακές ανάγκες θα καλύπτονταν από τις εισαγωγές φυσικού αερίου της Ρωσίας, πράγμα που θα έκανε περιττή την οποιαδήποτε διατήρηση εναλλακτικών προμηθειών από άλλη περιοχή. Όλο το δυναμικό της ΝΑ Μεσογείου είχε απαξιωθεί ακόμη και ως εφεδρική επιλογή και οι σχετικές μελέτες είχαν μπει στο ιστορικό αρχείο. Εκεί δηλαδή που θα καταλήξει τώρα όλη η πρώιμη αισιοδοξία για τη γραμμική εξέλιξη της ιστορίας. Τώρα πλέον, όλος ο σχεδιασμός και οι προτεραιότητες της πράσινης μετάβασης θα τεθούν πάλι εξαρχής, λαμβάνοντας επιτέλους υπόψη και το ενδεχόμενο δραματικών αλλαγών.
5. Οι επιπτώσεις στην Ελλάδα
Όλα τα παραπάνω αφορούν όλες τις χώρες και φυσικά τη δική μας, η οποία διαχρονικά υπόκειται σε ασύμμετρες γεωπολιτικές απειλές. Οι τρέχουσες εξελίξεις θα θέσουν την Ελλάδα ενώπιον νέων διλημμάτων για τον τρόπο διασφάλισης της εθνικής κυριαρχίας και απόκρουσης τυχόν αναθεωρητικών βλέψεων από την Τουρκία. Η σημερινή συγκατάβαση που δείχνει η κυβέρνηση Ερντογάν για να μην τροφοδοτήσει νέες εστίες έντασης στο Αιγαίο και την Κύπρο θα διαρκέσει όσο και οι ανάγκες της να εγγραφεί ως εγγυήτρια δύναμη στο μεταπολεμικό τοπίο της Ουκρανίας. Δεν αποκλείεται μάλιστα τυχόν αναγνώριση του ρόλου της στη διευθέτηση του Ουκρανικού να ανοίξει τη φιλοδοξία της να μπει και αυτή στην κατηγορία των μεσαίων πυρηνικών δυνάμεων. Οπότε βέβαια η αλλαγή δεδομένων θα είναι δραματική.
Θα δοκιμαστεί όμως και οικονομικά, καθώς οι τρομερές υπερτιμήσεις ενεργειακών και διατροφικών πρώτων υλών θα εκτοξεύσουν αρχικά τον πληθωρισμό, μετά τα επιτόκια και τέλος τα ελλείμματα και το δημόσιο χρέος. Πάνω που οι εξαγωγές σημείωναν μια αξιοπρόσεκτη άνοδο, θα περιοριστούν και πάλι καθώς ο πληθωρισμός θα περικόψει την ανταγωνιστικότητα και ο πόλεμος θα αποκλείσει πολλά κανάλια τροφοδοσίας και συναλλαγών. Η οικονομική πολιτική πρέπει τα επόμενα χρόνια να κινείται όπως ένας χορευτής σε ναρκοπέδιο: να βρίσκει πού είναι καθαρό το έδαφος για να πατήσει και να αποφεύγει τις νάρκες που παραμονεύουν.
Για όλους τους πρακτικούς και πολιτικούς λόγους, η μάχη της Ελλάδας για ασφάλεια και οικονομική σταθερότητα χρειάζεται να δοθεί μέσα από την ΕΕ. Να συμμετάσχει ομοθύμως στη Στρατηγική Πυξίδα, επισημαίνοντας τις δικές της προσδοκίες για συνδρομή έναντι της Τουρκίας. Να διεκδικήσει με τη συμμαχία των τεσσάρων χωρών του Νότου τη χρηματοδότηση νέων ευρωπαϊκών εργαλείων, υποδομών και πολιτικών για να αναχαιτίσουν την ενεργειακή ακρίβεια και να διασφαλίσουν την Πράσινη Μετάβαση –έστω και με κάποιες εκπτώσεις στο χρονοδιάγραμμα. Και μετά να προωθήσει μέσα από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς τη διαμόρφωση νέων διεθνών θεσμών ετοιμότητας και συνεννόησης, όπως περιγράφονται στη συνέχεια.
6. Για μια νέα πολυπολικότητα
Οιεκδοχές του παραλόγου που εκτέθηκαν προηγουμένως πρέπει να τύχουν μεγάλης προσοχής από όσους ξανασχεδιάσουν τη διεθνή αρχιτεκτονική, στο γεωπολιτικό, οικονομικό και ενεργειακό επίπεδο. Φυσικά προέχει υπέρ πάντων η ματαίωση των στόχων της ρωσικής εισβολής και η υπεράσπιση της Ουκρανίας ως ανεξάρτητου και ελεύθερου κράτους και από εκεί πρέπει να ξεκινήσουν. Ποιοι όμως θα ασχοληθούν για να το διασφαλίσουν;
Εδώ είναι η μεγάλη πρόκληση: Βεβαίως η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι ΗΠΑ, η μεσολάβηση των οποίων ζητείται διακαώς από την Ουκρανία, τι θα γίνει όμως με την Κίνα; Μέχρι πριν από λίγους μήνες οι ΗΠΑ πειραματίζονταν πώς θα την περιορίσουν με την περίεργη νέα δομή του AUKUS για να σταματήσει τις επεκτατικές πρωτοβουλίες.3 Μάλλον θα πρέπει να ανακρούσουν πρύμνα και να της εγγυηθούν έναν ουσιαστικό ρόλο στη νέα διεθνή τάξη.4 Έτσι θα εμποδίσουν τη Ρωσία να συμμαχήσει μαζί της και όντας απομονωμένη θα αισθανθεί πολύ μεγαλύτερη πίεση για την επίλυση του Ουκρανικού.
Μετά πρέπει να ληφθούν πρόνοιες που διασφαλίζουν ότι κάτι παρόμοιο δεν θα είναι εύκολο να επαναληφθεί. Σε αυτή την κατεύθυνση υπάρχουν πάμπολλες συμβουλές του Θουκυδίδη για τα όρια ισχύος και νομιμότητας που πρέπει να εφαρμόζονται για να κρατούν υπό έλεγχο όσους ονειρεύονται να τα παραβιάσουν. Αρκεί βέβαια να εφαρμοστούν έγκαιρα, ολοκληρωμένα και προπάντων καθολικά.
Γίνεται έτσι προφανές ότι η αυριανή αρχιτεκτονική δεν θα οικοδομηθεί με όρους υπεροψίας και επικυριαρχίας του ενός ή των δύο εις βάρος των άλλων, αλλά λαμβάνοντας υπόψη τη συμμετοχή που κάθε εταίρος μπορεί να έχει στην εμπέδωση της ασφάλειας και του διεθνούς δικαίου. Με αυτή την προοπτική τόσο η Κίνα όσο και η Ρωσία μετά τον Πούτιν και την επιστροφή της νομιμότητας στην Ουκρανία πρέπει να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο σε έναν κόσμο πειστικά απαλλαγμένο και από την κινεζοφοβία και από τη ρωσοφοβία.
Υπάρχουν όμως και οι συμβουλές του Πολύβιου για το πόσο δημοκρατικά και αποτελεσματικά πρέπει να πολιτεύονται τα κράτη που φιλοδοξούν να είναι πρότυπο για τα άλλα και όλοι να είναι στραμμένοι προς αυτά και να επιζητούν τη συμμαχία τους.5 Αυτή τη φορά τα δημοκρατικά και συμμετοχικά προαπαιτούμενα της ηγεμονίας πρέπει να ισχύσουν τόσο από την Κίνα και τη Ρωσία που είναι οι συνήθεις –αλλά και αρκούντως βολικοί– ύποπτοι όσο και από την ΕΕ και τις ΗΠΑ που συχνά –αλλά όχι πάντα δικαίως– αυτοανακηρύσσονται σε τιμητές. Διαφορετικά καμία εγγύηση δεν θα υπάρχει ότι το μάθημα της Ουκρανίας κατανοήθηκε επαρκώς από αυτούς που έπρεπε.
*Ο Νίκος Χριστοδουλάκης είναι Καθηγητής Οικονομικής Ανάλυσης στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Παραπομπές
1. Fukuyama, F. (1989). The End of History? The National Interest, 16, 3–18. Διαθέσιμο στο: http://www.jstor.org/stable/24027184.
2. Για μία συστηματική παρουσίαση αυτής της άποψης βλέπε το άρθρο του John Mearsheimer on why the West is principally responsible for the Ukrainian crisis, The Economist, 19/3/2022.
3. Από τα αρχικά των χωρών Australia, United Kingdom, USA.
4. Μια ενδιαφέρουσα αντιπαράθεση για το μέλλον των σχέσεων ΗΠΑ-Κίνας υπάρχει στο τελευταίο τεύχος του περιοδικού Foreign Affairs, “Contain or Engage? The China Debate”, March/April 2022.
5. Πολυβίου, Ιστοριών ΣΤ΄, Ζ΄, Η΄. Εκδόσεις Στιγμή, 2000. (Ιστοριών Έκτη, 50).