Αντιευρωπαϊκή καταστροφολογία… Του Δημήτρη Κούρκουλα

213

Του Δημήτρη Κούρκουλα

Δεν γνωρίζω αν πρόκειται για ψυχική διαταραχή ή για πολιτική επιλογή. Αναφέρομαι στην αντιευρωπαϊκή καταστροφολογία που κατακλύζει τον ελληνικό δημόσιο διάλογο κάθε φορά που η Ευρωπαϊκή Ένωση, τα 27 κυρίαρχα κράτη που την απαρτίζουν, αντιμετωπίζουν κάποια πρόκληση και καλούνται να λάβουν αποφάσεις.

Ανατρέξτε στις δηλώσεις και τα σχόλια τις παραμονές μεγάλων, ιστορικών πολλές φορές, αποφάσεων που ελήφθησαν στις Βρυξέλλες τα τελευταία χρόνια. Κάθε φορά τα σχόλια είναι αρνητικά, οι προβλέψεις δυσοίωνες και η Ευρώπη είναι σταθερά «κατώτερη των περιστάσεων». Όταν την επόμενη ημέρα ανακοινωθούν οι αποφάσεις, που συχνά ξεπερνούν και τις πιο αισιόδοξες προβλέψεις, τα ίδια μέσα ενημέρωσης, οι ίδιοι δημοσιογράφοι και οι ίδιοι πολιτικοί ξεροβήχουν αμήχανα και «απαιτούν» κι άλλα μέτρα από τις Βρυξέλλες.

Δεν δημιουργεί έκπληξη όταν τέτοια συμπεριφορά προέρχεται από τους ορκισμένους ιδεολογικούς εχθρούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης που βαθύτατα την μισούν γιατί στηρίζεται και πρεσβεύει αρχές και αξίες που είναι ασυμβίβαστες με τα δικά τους ακροδεξιά ή ακροαριστερά ολοκληρωτικά ιδεολογήματα. Ό,τι και να κάνει η Ευρώπη, αυτοί θα είναι επικριτικοί.

Αναφέρομαι σε δημόσια πρόσωπα που εντάσσονται στο δημοκρατικό τόξο και δηλώνουν ευρωπαϊστές. Πολλοί εξ αυτών αγνοούν παντελώς τον τρόπο λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και καταλήγουν σε αβάσιμες κρίσεις και σχόλια. Άλλοι πάλι εξαπολύουν τα αντιευρωπαϊκά τους βέλη γιατί αρέσει και πουλάει. Είναι αυτό που έχει κατ’ ευφημισμό χαρακτηρισθεί ως «διεκδικητική» εξωτερική πολιτική και υιοθετείται και από μεγάλο μέρος της δημοσιογραφία. Μας δίνει 10 η Ευρώπη, γκρινιάζουμε γιατί δεν έδωσε 20. Μας δίνει 40, γκρινιάζουμε γιατί δεν μας δίνει 100.

Όταν ξεκίνησε η περιπέτεια του BREXIT πολλοί προέβλεπαν βαθύ ρήγμα ανάμεσα στα κράτη μέλη ως προς την αντιμετώπιση της βρετανικής αποχώρησης. Είχαν μάλιστα αρχίσει να στοιχηματίζουν ποια θα είναι η επόμενη χώρα που θα ζητήσει την αποχώρησή της. Διαψεύσθηκαν παταγωδώς. Η ΕΕ συνεχίζει να αντιμετωπίζει τις βρετανικές προκλήσεις με ενότητα και αποτελεσματικότητα.

Πριν 2 χρόνια όταν ενέσκηψε η πανδημία προέβλεπαν επαναφορά των συνοριακών ελέγχων, κατάργηση της ελεύθερης διακίνησης και κατάρρευση της σημαντικότερης ευρωπαϊκής κατάκτησης, της εσωτερικής αγοράς. Αντ’ αυτού η ΕΕ έκανε τεράστια βήματα προόδου για την κοινή αντιμετώπισή της πανδημίας τόσο σε επίπεδο δημόσιας υγείας με την κοινή προμήθεια των εμβολίων, την εξασφάλιση υγειονομικών υλικών για όλα τα κράτη μέλη και τα αμοιβαίως αναγνωρισμένα πιστοποιητικά εμβολιασμού. Ακόμα πιο εντυπωσιακή ήταν η αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεων της πανδημίας με το Ταμείο Ανάκαμψης των 750 δις και την χρηματοδότησή του, για πρώτη φορά, μέσω κοινού δανεισμού.

Η βάρβαρη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία έδωσε νέα τροφή στις αντιευρωπαϊκές Κασσάνδρες. Η εξάρτηση κάθε κράτους μέλους από τη Ρωσία είναι διαφορετική και γι’ αυτό αποκλείεται να υπάρξει κοινή πολιτική απέναντι στη Μόσχα μας διαβεβαίωναν οι διάφοροι αναλυτές. Ξέχασαν βεβαίως ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι ένωση συμφερόντων αλλά κυρίως ένωση αξιών. Και η πίστη στις κοινές αξίες οδήγησαν στην υιοθέτηση των πιο αυστηρών κυρώσεων, 6 πακέτα κυρώσεων μέσα σε διάστημα 100 ημερών που διαρκεί η εισβολή. Αποφασίσθηκε η χρηματοδότηση από τον κοινοτικό προϋπολογισμό όχι μόνο ανθρωπιστικής και οικονομικής βοήθειας προς την Ουκρανία αλλά και της αποστολής εξοπλισμού. Ποτέ στο παρελθόν οι συνθήκες για ενδυνάμωση της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής άμυνας δεν ήταν πιο ευνοϊκές.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση βασίζεται στη δημοκρατική αρχή και δεν διεκδικεί, όπως έκαναν στο παρελθόν άλλοι συνασπισμοί, την απόλυτη αλήθεια. Οι αποφάσεις των ευρωπαϊκών οργάνων όχι μόνο μπορούν αλλά πρέπει να γίνονται αντικείμενο κριτικής και όταν χρειάζεται και επικρίσεων.

Για να είναι όμως οποιαδήποτε κριτική εποικοδομητική θα πρέπει να πληροί δυο βασικούς όρους: Πρώτον να λαμβάνει υπόψη την ιδιαιτερότητα της ΕΕ που δεν είναι ένας απλός διεθνής οργανισμός αλλά ούτε κυρίαρχο κράτος. Είναι μια συμπολιτεία 27 κυρίαρχων κρατών στα οποία εδράζεται και η δημοκρατική της νομιμοποίηση. Είναι συνεπώς ουτοπικό να απαιτεί κανείς από τη ΕΕ την ίδια ταχύτητα και ευκολία στη λήψη αποφάσεων που αναμένει και απαιτεί από ένα κυρίαρχο κράτος. Η διαπραγμάτευση και ό,τι αυτή συνεπάγεται είναι συνυφασμένη με την ευρωπαϊκή ενοποίηση.

Ο δεύτερος όρος για μια εποικοδομητική αξιολόγηση των ευρωπαϊκών αποφάσεων είναι η επίγνωση των ορίων και των αρμοδιοτήτων της. Η ΕΕ διαθέτει εκείνες μόνο τις αρμοδιότητες που τα κράτη μέλη έχουν αποφασίσει να της παραχωρήσουν, και τίποτα παραπάνω.

Σε μια από τις τελευταίες συνεντεύξεις της μεγάλης φιλοσόφου Χάννα Άρεντ, που μας χάρισε την πιο διεισδυτική ανατομία του ολοκληρωτισμού, είχε πει ότι μια κοινωνία που υποτιμά ή αγνοεί τα επιτεύγματά της γίνεται ευάλωτη στον ολοκληρωτισμό. Σήμερα που η φιλελεύθερη δημοκρατία απειλείται θα πρέπει να υπενθυμίζουμε τα επιτεύγματα της ευρωπαϊκής ενοποίησης και τα μεγάλα βήματα που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια.