Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενημέρωσε την Amazon ότι, σύμφωνα με προκαταρκτική της άποψη, παραβιάζει τους αντιμονοπωλιακούς κανόνες της ΕΕ στρεβλώνοντας τον ανταγωνισμό στις διαδικτυακές αγορές λιανικής. Η Επιτροπή προσάπτει στην Amazon ότι στηρίζεται συστηματικά σε μη δημόσια επιχειρηματικά δεδομένα για τους ανεξάρτητους πωλητές που πραγματοποιούν πωλήσεις στη διαδικτυακή αγορά της προς όφελος των του κλάδου λιανικής της ίδιας της Amazon, ο οποίος ανταγωνίζεται άμεσα τους εν λόγω τρίτους πωλητές.
Επίσης, η Επιτροπή κίνησε δεύτερη επίσημη αντιμονοπωλιακή έρευνα σχετικά με πιθανή προτιμησιακή μεταχείριση των προσφορών λιανικής της ίδιας της Amazon και των πωλητών που χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες υλικοτεχνικής υποστήριξης και παράδοσης της Amazon στη διαδικτυακή αγορά της.
Η κ. Μαργκρέιτε Βεστάγκερ Εκτελεστική Αντιπρόεδρος της Επιτροπής αρμόδια για την πολιτική ανταγωνισμού δήλωσε σχετικά: «Πρέπει να διασφαλίσουμε ότι οι πλατφόρμες που έχουν διττό ρόλο και διαθέτουν ισχύ στην αγορά, όπως η Amazon, δεν στρεβλώνουν τον ανταγωνισμό. Τα δεδομένα σχετικά με τη δραστηριότητα τρίτων πωλητών δεν θα πρέπει να χρησιμοποιούνται προς όφελος της Amazon όταν αυτή ενεργεί ως ανταγωνιστής των εν λόγω πωλητών. Επιπλέον, οι συνθήκες του ανταγωνισμού στην πλατφόρμα Amazon πρέπει να είναι δίκαιοι. Οι κανόνες της Amazon δεν θα πρέπει να ευνοούν τεχνητά τις προσφορές λιανικής της ιδίας ούτε να προσφέρουν πλεονέκτημα στις προσφορές των λιανοπωλητών που χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες υλικοτεχνικής υποστήριξης και παράδοσης της Amazon. Τη στιγμή που το ηλεκτρονικό εμπόριο ανθεί και η Amazon έχει αναδειχθεί σε κορυφαία πλατφόρμα ηλεκτρονικού εμπορίου, είναι σημαντικό όλοι οι πωλητές να έχουν δίκαιη και χωρίς στρεβλώσεις πρόσβαση στους καταναλωτές στο διαδίκτυο.»
Κοινοποίηση αιτιάσεων σχετικά με τη χρήση από την Amazon δεδομένων σχετικά τους πωλητές στη διαδικτυακή αγορά της
Η Amazon διαδραματίζει διττό ρόλο ως πλατφόρμα: i) παρέχει μια διαδικτυακή αγορά όπου ανεξάρτητοι πωλητές μπορούν να πωλούν προϊόντα απευθείας στους καταναλωτές και ii) στην ίδια διαδικτυακή αγορά πωλεί προϊόντα ως λιανοπωλητής, ανταγωνιζόμενη τους εν λόγω πωλητές.
Ως πάροχος υπηρεσιών διαδικτυακής αγοράς, η Amazon έχει πρόσβαση σε μη δημόσια επιχειρηματικά δεδομένα για τους τρίτους πωλητές, τα οποία περιλαμβάνουν π.χ. τον αριθμό των μονάδων παραγγελθέντων και αποσταλέντων προϊόντων, τα έσοδα που πραγματοποιούν οι πωλητές στη διαδικτυακή αγορά, τον αριθμό των επισκέψεων στις προσφορές των πωλητών, δεδομένα σχετικά με την αποστολή, τις ως τώρα επιδόσεις των πωλητών, τις αξιώσεις των καταναλωτών σχετικά με τα προϊόντα, συμπεριλαμβανομένων των εγγυήσεων που έχουν ενεργοποιηθεί.
Σύμφωνα με τα προκαταρκτικά πορίσματα της Επιτροπής, πολύ μεγάλες ποσότητες μη δημόσιων δεδομένων για τους πωλητές διατίθενται στους υπαλλήλους του κλάδου λιανεμπορίου της Amazon και διοχετεύονται απευθείας στα αυτοματοποιημένα συστήματά του, όπου συγκεντρώνονται και χρησιμοποιούνται για τη στάθμιση των προσφορών λιανικής της Amazon και των στρατηγικών επιχειρηματικών αποφάσεών της εις βάρος των άλλων πωλητών της διαδικτυακής αγοράς. Αυτό επιτρέπει στην Amazon π.χ. να εστιάζει τις προσφορές της στα ευπώλητα προϊόντα από όλες τις κατηγορίες προϊόντων και να προσαρμόζει τις προσφορές της λαμβάνοντας υπόψη μη δημόσια δεδομένα για τους πωλητές που ανταγωνίζεται.
Σύμφωνα με την προκαταρκτική άποψη της Επιτροπής, η οποία αναλύεται στην κοινοποίηση αιτιάσεων, χάρη στη χρήση μη δημόσιων δεδομένων για τους πωλητές της διαδικτυακής αγοράς, η Amazon αποφεύγει τους συνήθεις κινδύνους του ανταγωνισμού στο λιανεμπόριο και μοχλεύει τη δεσπόζουσα θέση της στην αγορά της παροχής υπηρεσιών διαδικτυακής αγοράς στη Γαλλία και τη Γερμανία, που είναι οι μεγαλύτερες αγορές της Amazon στην ΕΕ. Εάν αυτό επιβεβαιωθεί, θα συνιστούσε παραβίαση του άρθρου 102 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), το οποίο απαγορεύει την κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης στην αγορά.
Η αποστολή της κοινοποίησης αιτιάσεων δεν προδικάζει το αποτέλεσμα της έρευνας.
Έρευνα σχετικά με τις πρακτικές της Amazon όσον αφορά το «Buy Box» και το σήμα Prime
Επιπλέον, η Επιτροπή έχει κινήσει δεύτερη αντιμονοπωλιακή έρευνα σχετικά με επιχειρηματικές πρακτικές της Amazon που ενδέχεται να ευνοούν τεχνητά τις δικές της προσφορές λιανικής και τις προσφορές πωλητών της διαδικτυακής αγοράς που χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες υλικοτεχνικής υποστήριξης και παράδοσης της Amazon («fulfilment by Amazon ή FBA sellers»).
Ειδικότερα, η Επιτροπή θα διερευνήσει κατά πόσον τα κριτήρια που χρησιμοποιεί η Amazon για την επιλογή του νικητή του «Buy Box» και για την παροχή στους πωλητές της δυνατότητας να προσφέρουν προϊόντα στους χρήστες της υπηρεσίας Prime στο πλαίσιο του προγράμματος ανταμοιβής πελατών Prime της Amazon, οδηγούν σε προνομιακή μεταχείριση του κλάδου λιανικής της Amazon ή των πωλητών που χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες υλικοτεχνικής υποστήριξης και παράδοσης της Amazon.
Το «Buy box», το οποίο προβάλλεται σε περίοπτη θέση στους ιστοτόπους της Amazon, επιτρέπει στους πελάτες να προσθέτουν αντικείμενα από συγκεκριμένο λιανοπωλητή απευθείας στο καλάθι αγορών τους. Για τους πωλητές της διαδικτυακής αγοράς, είναι πολύ σημαντικό η προσφορά τους να κερδίσει το «Buy Box» (δηλαδή να επιλεγεί ώστε να εμφανιστεί στο πλαίσιο αυτό), καθώς το Buy Box προβάλλει σε περίοπτη θέση την προσφορά ενός μόνο πωλητή για ένα συγκεκριμένο προϊόν στις διαδικτυακές αγορές της Amazon, και σε αυτό βασίζεται μεγάλο ποσοστό όλων των πωλήσεων. Η άλλη πτυχή της έρευνας επικεντρώνεται στη δυνατότητα των πωλητών να προσεγγίσουν αποτελεσματικά τους χρήστες της υπηρεσίας Prime. Η προσέγγιση των καταναλωτών αυτών είναι σημαντική για τους πωλητές, διότι ο αριθμός των χρηστών της υπηρεσίας Prime αυξάνεται συνεχώς και επειδή τείνουν να κάνουν περισσότερες αγορές από τους μη χρήστες στις διαδικτυακές αγορές της Amazon.
Η υπό διερεύνηση πρακτική, εάν επιβεβαιωθεί, ενδέχεται να παραβιάζει το άρθρο 102 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), το οποίο απαγορεύει την κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης στην αγορά.
Η Επιτροπή θα διεξαγάγει τώρα τη διεξοδική της έρευνα κατά προτεραιότητα. Η έναρξη επίσημης έρευνας δεν προδικάζει την έκβασή της.
Ιστορικό και διαδικασία
Το άρθρο 102 της ΣΛΕΕ απαγορεύει την κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης. Η εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων ορίζεται στον αντιμονοπωλιακό κανονισμό (κανονισμός αριθ. 1/2003 του Συμβουλίου), ο οποίος μπορεί να εφαρμοστεί και από τις εθνικές αρχές ανταγωνισμού.
Στις 17 Ιουλίου 2019, η Επιτροπή κίνησε διεξοδική έρευνα σχετικά με τη χρήση από την Amazon δεδομένων για τους πωλητές στη διαδικτυακή αγορά της.
Η κοινοποίηση αιτιάσεων αποτελεί επίσημο στάδιο των ερευνών της Επιτροπής για εικαζόμενες παραβιάσεις των αντιμονοπωλιακών κανόνων της ΕΕ. Η Επιτροπή ενημερώνει εγγράφως τα εμπλεκόμενα μέρη σχετικά με τις αιτιάσεις που διατυπώνονται εναντίον τους. Οι αποδέκτες έχουν τη δυνατότητα να μελετήσουν τα έγγραφα του φακέλου έρευνας της Επιτροπής, να απαντήσουν εγγράφως και να ζητήσουν προφορική ακρόαση για να παρουσιάσουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με την υπόθεση ενώπιον εκπροσώπων της Επιτροπής και των εθνικών αρχών ανταγωνισμού. Η αποστολή κοινοποίησης αιτιάσεων και η έναρξη επίσημης αντιμονοπωλιακής έρευνας δεν προδικάζουν το αποτέλεσμα των ερευνών.
Περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την έρευνα είναι διαθέσιμες στον ιστότοπο της Επιτροπής για τον ανταγωνισμό, στο δημόσιο μητρώο υποθέσεων με αριθμό υπόθεσης AT.40462.
Η Επιτροπή ενημέρωσε την Amazon και τις αρχές ανταγωνισμού των κρατών μελών ότι έχει κινήσει δεύτερη διεξοδική έρευνα σχετικά με τις επιχειρηματικές πρακτικές της Amazon.
Η παρούσα έρευνα θα καλύψει τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο πλην της Ιταλίας. Πέρυσι, η ιταλική αρχή ανταγωνισμού άρχισε να διερευνά παρόμοιες εν μέρει ανησυχίες, εστιάζοντας ιδιαίτερα στην ιταλική αγορά. Η Επιτροπή θα συνεχίσει να συνεργάζεται στενά με την ιταλική αρχή ανταγωνισμού καθ’ όλη τη διάρκεια της έρευνας.
Περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την έρευνα θα καταστούν διαθέσιμες στον ιστότοπο της Επιτροπής για τον ανταγωνισμό, στο δημόσιο μητρώο υποθέσεων με αριθμό υπόθεσης AT.40703.
Η ολοκλήρωση των αντιμονοπωλιακών ερευνών δεν υπόκειται σε νόμιμες προθεσμίες. Η διάρκεια μιας αντιμονοπωλιακής έρευνας εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, όπως η πολυπλοκότητα της υπόθεσης, ο βαθμός συνεργασίας των εμπλεκομένων επιχειρήσεων με την Επιτροπή και η άσκηση των δικαιωμάτων υπεράσπισης.