Της Δέσποινας Κονταράκη
«Αν ήμουν 16-17 χρόνων, είχα περάσει από χίλια μύρια κύματα για να φτάσω στην ευρωπαϊκή γη της επαγγελίας και βρισκόμουν στην κόλαση της Μόριας, κι εγώ φωτιά θα έβαζα. Να μην αφήσουμε ανυπεράσπιστους τους Αφγανούς νεαρούς πρόσφυγες. Να οργανώσουμε τη νομική τους υπεράσπιση. Να μην τους εγκαταλείψουμε στα χέρια του Χρυσοχοΐδη. Είναι και δημοκρατικό και ανθρωπιστικό καθήκον».
ΔΥΣΚΟΛΑ ΜΠΟΡΕΙ κάποιος να ξεχωρίσει ποιο απ’ όλα τα σημεία της δήλωσής του είναι το πιο προβληματικό. Αυτό στο οποίο ταυτίζεται με την οργή και το έργο των εμπρηστών ή αυτό με το οποίο καλεί τον νομικό κόσμο να μην αφήσει τους δράστες «στα χέρια του Χρυσοχοΐδη»; Αν δηλαδή καταλάβαμε καλά -και μια χαρά καταλάβαμε- εννοεί πως ένας υπουργός μιας δημοκρατικά εκλεγμένης κυβέρνησης, σε μια Δημοκρατία της Δύσης όπως είναι η Ελλάδα, δεν μπορεί να εγγυηθεί τη δίκαιη δίκη.
ΤΟ ΧΕΙΡΟΤΕΡΟ στο αφήγημα του καθηγητή είναι ότι επιμένει, παρόλο που είδε τα αποτελέσματα της φωτιάς. Διότι η κόλαση μπορεί να φλέγεται εσαεί χωρίς να καίγεται, σε αντίθεση με τους ανθρώπους. Τους 30.000 ντόπιους και τους 15.000 μετανάστες, όπως του θύμισε ο κακός Χρυσοχοΐδης, που μπήκαν σε θανάσιμο κίνδυνο από τη φωτιά των νεαρών Αφγανών. Η ολική καταστροφή του καταυλισμού χειροτέρεψε και άλλο τις ήδη κακές συνθήκες και εξέθεσε ένα ολόκληρο νησί στον κίνδυνο ανεξέλεγκτης μετάδοσης του κορονοϊού.
Ο ΑΝT. ΛΙΑΚΟΣ μίλησε σε δεύτερη, εξίσου ατυχή δήλωσή του, για αστυνομικό ζηλωτισμό. Για τον αριστερό ζηλωτισμό ούτε κουβέντα. Ομως αυτήν την ιδεολογική φούσκα την έχουμε ξαναζήσει, όταν φούσκωνε από αντιπολιτευτικά λόγια του αέρα και όταν έσκαγε με κρότο όταν ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε κυβέρνηση. Είχαν 4,5 χρόνια στη διάθεσή τους να διαχειριστούν τη Μόρια της ντροπής. Οχι μόνο δεν το έπραξαν, αλλά επί ημερών τους οι συνθήκες χειροτέρεψαν και αποτελούσαν πρώτο θέμα παγκοσμίως. Αλήθεια, θυμούνται τα ρεπορτάζ ξένων καναλιών -που προφανώς δεν εμπίπτουν στην κατηγορία των «βοθροκάναλων»- για ανήλικους στη Μόρια που ήθελαν να αυτοκτονήσουν;
ΤΩΡΑ ΛΟΙΠΟΝ, από την ασφάλεια της αντιπολίτευσης, επιχειρείται για μία ακόμα φορά η πολιτική κεφαλαιοποίηση μιας καταστροφής διά της προσφιλούς ρητορείας του ΣΥΡΙΖΑ: οι πρόσφυγες είναι ανεξαιρέτως όλοι καλοί, οι αστυνομικοί είναι ex officio κακοί και οι «νοικοκυραίοι» είναι καθ’ έξιν ρατσιστές. Πώς το είχε πει πριν από μερικούς μήνες; Οτι στην Ελλάδα έχει συγκροτηθεί «ένα καθεστώς έναντι των προσφύγων για το οποίο οι Ελληνες θα απολογούνται μετά από χρόνια, όπως οι Γερμανοί για τα χρόνια του ναζισμού».
Ο ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ θα έπρεπε να ξέρει πως η νομιμοποίηση της οργής του πλήθους, όταν αυτή εκφράζεται με βίαιες πράξεις, είναι επικίνδυνη επειδή προφέρει άλλοθι. Αν εμπεδωθεί στην κοινωνία το αίσθημα ότι όποιος αισθάνεται αδικημένος ή καταπιεσμένος, ακόμα και όταν όντως είναι, μπορεί να πυρπολεί και θα πέσει στα μαλακά, ανοίγει την πόρτα της κοινωνικής αβύσσου. Και μετά εύκολα νομιμοποιούνται και συνηθίζονται τα πάντα: από γιαουρτώματα μέχρι μολότοφ και από χτισίματα πρυτανικών γραφείων μέχρι πυρπολισμοί τραπεζικών κτιρίων με ανθρώπους μέσα…
ΚΑΙ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ τέλος, όσοι ανησυχούν για τη νομική υπεράσπιση των δραστών θα έπρεπε να ξέρουν πως το Εξπρές του Μεσονυκτίου δεν κάνει δρομολόγια στη χώρα μας. Σε αντίθεση με την Τουρκία, το Ιράν και το Αφγανιστάν, από όπου φεύγουν τρέχοντας της Γης οι κολασμένοι για να βρεθούν στη χώρα του Χρυσοχοΐδη.
Πηγή: eleftherostypos.gr