Από τον Ιστορικό υλισμό στους… επινοημένους θρύλους… Του Αντώνη Βενέτη

249

Του Αντώνη Βενέτη

Γνωστός καθηγητής, με πρόσφατο κείμενό του δημοσιευμένο στο εβδομαδιαίο ΒΗΜΑ, αναφέρεται με ένα τρόπο αόριστο στον εμφύλιο πόλεμο, εις το οποίο όμως διαφαίνεται η καταφανής προτίμησή του προς την ηττηθείσα παράταξη, η οποία επέλεξε «μια άλλη διαφορετική διαδρομή», την οποίαν όμως δεν προσδιορίζει έστω και επιγραμματικά εις τι απέβλεπε. Αφήνει ακόμα ως υπονοούμενο ότι ο εμφύλιος ξεπέρασε την ιστορική του φάση και πέρασε πλέον εις την σφαίρα του θρύλου, σαν κάτι μοναδικό και ανεπανάληπτο, ως προς τον αγώνα και τους στόχους της παράταξης της προτίμησής του. Κάπως έτσι. Ο τρόπος αυτός παρουσίασης μου θύμισε ένα απόσπασμα του Ναπολέοντος Λαπαθιώτη, που διάβασα σε προπολεμική ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ.

«Επιμένει να καλλιεργεί το αριστοτεχνικό εκείνο είδος του λόγου που… συσσωρεύοντας αοριστίες και υπονοούμενα καταφέρνει να μην λέει τίποτα».

Έτσι θα αναφερθώ σε κάποιους στόχους εις τους οποίους απέβλεπε η κομμουνιστική εξέγερση.

Απέβλεπε μ’ ένα πρωτοφανές πάθος να καταστή η Ελλάδα «Λαϊκή Δημοκρατία», πιστή στη Σταλινική βούληση.

Έτσι δεν δίστασε το Κ.Κ.Ε. να αιματοκυλίσει τη χώρα για να εκπληρώσει και το διεθνιστικό του καθήκον, όπως εκδήλωσε υπερηφάνως ο αρχηγός του Ν. Ζαχαριάδης. Ακόμα έφτασε να αποδεχθεί να ακρωτηριασθεί ο κορμός της χώρας, για να βρέχεται η Γιουγκοσλαβία του Τίτο από τα νερά του Αιγαίου.

Ήχθη προφανώς ο Ν. Ζ. στην απόφαση της βίαιης κατάληψης της εξουσίας από την ύπαρξη «Λαϊκών Δημοκρατιών» στα βόρεια σύνορα της χώρας, που ήταν για τα σχέδιά του, τραγούδι σειρήνων, και «Γαία πυρί Μειχθήτω»… Είχε εξ άλλου έτοιμα τα στελέχη του κόμματος, τα οποία κατά την διάρκεια της κατοχής γαλουχήθηκαν με τον τρόπον που περιγράφει ο βετεράνος κομμουνιστής Γιάννης Μανούσακας. «… έτσι έμπαινε η αρχή να μην βασανίζουμε τα μυαλά μας. Αυτό το καθήκον ανήκε στην Ηγεσία. Εμείς μόνο να εκτελούμε».

Έτσι τα στελέχη τα διέκρινε μια τυφλή πίστη προς την ηγεσία του κόμματος, το οποίο εξ άλλου «διέθετε» και το παπικό αλάθητο.

Ακόμα οι αγώνες και οι θυσίες των κομμουνιστών, χαρακτηρίζονται από ένα επίλεκτο κομμουνιστή του Κ.Κ. της Γιουγκοσλαβίας, τον Ντομπρίτσα Τσόσιτς: «Το νόημα της αυτοθυσίας τους είναι παράλογο. Εγώ δεν θαυμάζω τον παραλογισμό».

Τώρα πια τους απομένει μόνο ο πόλεμος της μνήμης και με την ανελέητη δογματική ακαμψία που τους διακρίνει, αγωνίζονται για την πλήρη διαστροφή του παρελθόντος, για να επιτύχουν την πολυπόθητη για τον ψυχισμό τους «αυτοδικαίωση».

Ακόμα λοιπόν κατά κάποιο τρόπο η μαρξιστική αντίληψη και η λενιστική τακτική αφού απέτυχε στην γήινη έκφρασή της, καταφεύγουν σε μεταφυσικά πεδία μύθων και θρύλων…

Προσποιούνται ακόμα ότι δεν αντιλαμβάνονται ότι το παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα έπεσε σ’ αυτό που προέβλεπε για τους άλλους, στον «σκουπιδοτενεκέ της Ιστορίας».

Όσο για την τύχη που επεφύλαξε «η άλλη διαδρομή» στα ανήλικα παιδιά, γράφει η Μαργαρίτα Λαζαρίδου, από τα κορυφαία στελέχη του γυναικείου τμήματος του Κ.Κ.Ε. «… μαθαίνουμε ότι μικρές κοπέλες των 13, 14, 15 χρόνων, που επιστρατεύσαμε, άμαθες και ανεκπαίδευτες, όπως ήταν, σκοτώνονταν στις πρώτες μάχες που τις στέλναμε».

Έτσι ακόμα μια φορά οι θεοί εξαπάτησαν τους ανθρώπους με το πρόσχημα μιας σωτήριας ιδεολογίας. Ακόμα μια φορά ο Σκάμανδρος γέμισε αμέτρητα κουφάρια «για ένα πουκάμισο αδειανό», όπως λέει ο Γ. Σεφέρης.

Άλλως το «κιβώτιο» του Κ.Κ. για τους απλούς μαχητές του Δ.Σ.Ε. ήταν άγνωστου περιεχομένου και τελικά, όπως γράφει ο Άρης Αλεξάνδρου, όταν ανοίχτηκε βρέθηκε κενό και άδειο…

Κάπως πιο τσεκουράτα το θέτει ο γιος του, εκ των ηγετών του Κ.Κ.Ε., Ν. Μπελογιάννη, που έφερε το όνομα του πατέρα του: «Μια γενιά έδωσε τη ζωή της για κάτι που θεωρούσε το άπαν, ο υπαρκτός σοσιαλισμός δηλαδή, απεδείχθη η μεγαλύτερη απάτη του 20ου αιώνα».