Του Πάνου Καρβούνη*
Η σιδηροδρομική τραγωδία στα Τέμπη ανέδειξε, για μια ακόμη φορά, τις τεράστιες διαχρονικές παθογένειες του ελληνικού κράτους: κακοδιοίκηση, καθυστερήσεις στην εκτέλεση έργων, γραφειοκρατία, αναξιοκρατία, έλλειψη επαγγελματικής συνείδησης, λούφα και παραλλαγή. Το τίμημα αυτής της κατάστασης είναι αβάσταχτο και δυστυχώς επαναλαμβανόμενο. Η αξία της ζωής των Ελλήνων πολιτών αποδεικνύεται ήσσονος σημασίας! Η υποψία των πολιτών είναι ότι αν ξύσουμε λίγο το βερνίκι που επικαλύπτει κι άλλους χώρους ή φορείς, θα βρεθούμε μπροστά στο ίδιο χάος με αυτό που ανακαλύπτουμε στους σιδηροδρόμους. Από την άλλη μεριά, είμαστε ικανοποιημένοι από άλλους τομείς που διαχειρίζεται το ελληνικό κράτος; Είμαστε ικανοποιημένοι από το σύστημα δημόσιας υγείας και με την κατάσταση των νοσοκομείων μας, όπου γιατροί και νοσηλευτές έχουν ξεπεράσει τα όρια της ανθρώπινης αντοχής; Ή μήπως είμαστε ικανοποιημένοι από τις αστικές συγκοινωνίες και τις συνθήκες μεταφοράς των επιβατών; Ή ακόμη, είμαστε ικανοποιημένοι από το επίπεδο της παιδείας μας, όπου χωρίς άπειρες ώρες φροντιστηρίου και μεγάλης χρηματικής δαπάνης των οικογενειών, η ανώτατη ποιοτική παιδεία είναι απρόσιτη ακόμη και για τους καλούς μαθητές;
Οι απαιτούμενες αλλαγές για τη διόρθωση του κράτους και των υπηρεσιών που προσφέρει με χρήματα του ελληνικού λαού, είναι τεκτονικής φύσης. Κι εδώ έγκειται το πρόβλημα, γιατί ενέχουν ένα πολύ υψηλό πολιτικό κόστος, ενώ καιροφυλακτεί η εκάστοτε αντιπολίτευση για να στηλιτεύσει, δικαίως ή αδίκως, την οποιαδήποτε μεταρρύθμιση. Εχει όντως αποδειχθεί ότι στη χώρα μας οποιοδήποτε κόμμα επιχειρήσει, μόνο του, να αλλάξει μια βαθιά ριζωμένη κατάσταση, θα βρεθεί απέναντι σ’ ένα αξεπέραστο τείχος άρνησης που θα υψώσουν τα άλλα κόμματα. Την τελευταία φορά που έγιναν βαθιές αλλαγές στη χώρα μας ήταν υπό το κράτος των μνημονίων που μας επιβλήθηκαν, αφού εμείς, μόνοι μας, δεν μπορέσαμε δυστυχώς να υλοποιήσουμε τις αλλαγές αυτές, ακριβώς λόγω πολιτικού κόστους. Στη συνέχεια δε, και παρά το γεγονός ότι η υλοποίηση των αλλαγών αυτών είχαν επιβληθεί από τους εταίρους – δανειστές σαν αντάλλαγμα για τη χρηματοδότηση της χώρας σε κατάσταση πτώχευσης, αυτές οι αλλαγές κατέστησαν δυνατές όταν σχηματίστηκαν κυβερνήσεις συνεργασίας και υπήρξε εναλλαγή στη διακυβέρνηση από όλα τα κόμματα του δημοκρατικού τόξου. Οι κυβερνήσεις αυτές δεν ήταν όλες του ίδιου επιπέδου και έγιναν σοβαρά λάθη, ενώ βαρύτατες ήταν οι θυσίες του ελληνικού λαού, το τελικό αποτέλεσμα όμως ήταν η διάσωση της χώρας και η επαναφορά της εκτροχιασμένης οικονομίας μας στην ευρωπαϊκή κανονικότητα και την ανάκαμψη. Γίνεται καταφανές ότι καμιά κυβέρνηση δεν μπορεί να σηκώσει βαθιές αλλαγές του κράτους αν δεν αντιπροσωπεύει μια μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού. Τα τελευταία γεγονότα καταδεικνύουν ότι ελλοχεύει πάντα ο κίνδυνος εκτροχιασμού, αυτή τη φορά, της χώρας. Οι παθογένειες του κράτους, η ανασφάλεια, η αβεβαιότητα, η απογοήτευση, ο θυμός των πολιτών, αλλά και η εκμετάλλευση όλων αυτών των αρνητικών συναισθημάτων από επιτήδειους φορείς ή άτομα, μπορεί να οδηγήσουν σε απρόβλεπτες, ακραίες καταστάσεις, που θα επιφέρουν μεγάλο κοινωνικοπολιτικό αναβρασμό. Αυτός, με τη σειρά του, μπορεί να προκαλέσει νέο οικονομικό εκτροχιασμό και ανατροπή των όσων χτίστηκαν τα τελευταία χρόνια με μεγάλες θυσίες των πολιτών. Και τελικά να αντιστρέψει τις θετικές προοπτικές που ανοίγονται στη χώρα μας. Ενώ στο εξωτερικό πεδίο θα αποδυνάμωνε τη θέση της Ελλάδας στη διεθνή σκακιέρα και ιδιαίτερα απέναντι σ’ έναν ισχυρό και δύσκολο γείτονα.
Μπορούμε άραγε να αλλάξουμε, αυτή τη φορά, την Ελλάδα χωρίς να μας επιβληθούν μέτρα από το εξωτερικό, χωρίς δηλαδή νέα μνημόνια, χωρίς διχασμούς; Μπορούμε να πάμε τη χώρα πιο μπροστά, αναλαμβάνοντας την ευθύνη διόρθωσης του ελληνικού κράτους με τις δικές μας δυνάμεις και με σημείο αναφοράς τις βέλτιστες διεθνείς πρακτικές; Αν ναι, είναι πατριωτικό καθήκον μας να επιδείξουμε ωριμότητα, εποικοδομητικό πνεύμα, υπομονή και επιμονή για να χτίσουμε προγραμματικές διακομματικές συνεργασίες, μέσα από φόρμουλες πολιτικής συναίνεσης που θα αναδείξουν αυτά που μας ενώνουν ως Ελληνες. Για να πατήσει γερά η χώρα μας στον 21ο αιώνα και να αποκτήσουμε επιτέλους ένα σύγχρονο, αποτελεσματικό, φιλελεύθερο, αλλά και κοινωνικό κράτος το οποίο μας αξίζει, δηλαδή ένα κράτος προστασίας για τους πολίτες του.
* Ο κ. Πάνος Καρβούνης είναι πρόεδρος της Κίνησης Πολιτών για μια Ανοικτή Κοινωνία, πρώην επικεφαλής της αντιπροσωπείας της Ε.Ε. στην Ελλάδα.
Πηγή: kathimerini.gr