Ασφαλιστικό : Το «σαράβαλο» και η «μερσεντές»… Του Λουκά Αποστολίδη

258

Του Λουκά Αποστολίδη*

Δεν έχει στεγνώσει η μελάνη του τελευταίου ασφαλιστικού νόμου. Δεν έχει περάσει ούτε χρόνος. Δεν έχουν εφαρμοσθεί βασικοί εγκύκλιοι του επανυπολογισμού των συντάξεων. Η επιστροφή των αναδρομικών που περιμένουν χιλιάδες συνταξιούχοι βρίσκεται σε αναμονή. Το μαρτύριο 300 χιλιάδων συνταξιούχων συνεχίζεται και περιμένουν καρτερικά την έκδοση των συντάξεων. Είναι ακόμη ζωντανός ο απόηχος των δηλώσεων του προηγούμενου Υπουργού Εργασίας, ότι με την αναλογιστική μελέτη του 2020 της ΕΑΑ, η βιωσιμότητα του συστήματος είναι διασφαλισμένη μέχρι το 2050!! Καθώς επίσης οι υποσχέσεις ότι η προσωρινή σύνταξη θα έφθανε σε ποσοστά 80% και οι διαδικασίες έκδοσης χρονικά θα ήταν εξπρές.

Με τον νέο υπουργό η κυβέρνηση ανακάλυψε ότι ο e-ΕΦΚΑ είναι ένα «σαράβαλο» και δεν μπορεί να τρέχει σαν τη «μερσεντες» για να εκδίδονται σύντομα οι χιλιάδες συντάξεις, που αναμένουν δύο και τρία χρόνια. Στο ενδιάμεσο βρέθηκε η λύση να αποδίδεται η εθνική σύνταξη, 384 ευρώ και πώς κάποιος θα ζήσει αν δεν έχει άλλο εισόδημα; Για τα υπόλοιπα προσωρινή και κύρια έχει ο Θεός. Θα προστρέξουμε και σε ιδιώτες για να διεκπεραιώσουν τη δουλειά του Δημοσίου. Αν διερωτηθεί κανείς, γιατί ρε παιδιά δεν προσλαμβάνετε 1000 υπαλλήλους στον e – ΕΦΚΑ, αντί να προσλαμβάνετε 1000 «πανεπιστημιακούς χωροφύλακες», θα θεωρηθεί λαϊκισμός. Ο καθ’ης και οι προτεραιότητές του:

Οι αντιλήψεις και οι επιλογές στη διαχείριση των δημοσίων υποθέσεων έχουν σημαντικό ιδεολογικο-πολιτικό φορτίο και ας φαντάζουν ως αθώες περιστερές. Οι ενέργειες της κυβερνώσας εξουσίας δοκιμάζονται στις πολιτικές και τα μέτρα που ψηφίζονται. Αν είναι συντηρητικές ή προοδευτικές, δεν εξαρτώνται από την ταμπέλα που κάθε παράταξη έχει ως σημαία αναφοράς. Όλα προσμετρώνται στην πράξη, από τον βαθμό ικανοποίησης των αναγκών της μεγάλης πλειοψηφίας του λαού. Αυτός είναι εξάλλου και ο κεντρικός σκοπός της κοινοβουλευτικής μας δημοκρατίας. Αντί κάθε φορά από κυβέρνηση σε κυβέρνηση και από υπουργό σε υπουργό να ακούμε ότι ανακαλύψαμε τον τετραγωνισμό του κύκλου, για την επίλυση της βιωσιμότητας του συστήματος, καλύτερα να σοβαρευτούμε με περισσότερες πράξεις και λιγότερα λόγια. Διακυβέρνηση σε κρίσιμα ζητήματα, όπως το ασφαλιστικό, χωρίς συμμετοχή φορέων και των πολιτών και σχεδιασμό δεκαετίας δεν έχει μακροζωία. Κάθε φορά θα λέμε «τι είχες Γιάννη, τι είχα πάντα».

Είναι καιρός τα πολιτικά και συλλογικά υποκείμενα να διαβουλευτούν στο τραπέζι του κοινωνικού διαλόγου σε βάθος χρόνου και όχι τετραετίας, για το δέον γενέσθαι στο εκρηκτικό πρόβλημα της βιωσιμότητας του συστήματος. Οι απλές διαπιστώσεις μονάχα της κατάστασης πραγμάτων δεν λύνονται με αντιλήψεις, ότι το ασφαλιστικό είναι «βαρίδι» για την ανάπτυξη και η βασική αιτία της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα. Όπως και οι απλοϊκές δηλώσεις για την ποιότητα των προσφερόμενων υπηρεσιών, ότι ο e- ΕΦΚΑ είναι ένα «σαράβαλο» και όχι μια «μερσεντες», για την ταχύτερη έκδοση των συντάξεων. Η απλοποίηση και ψηφιοποίηση των διαδικασιών εξυπηρέτησης των ασφαλισμένων, είναι απαίτηση των καιρών.

Όλες οι πολιτικές παρατάξεις, για λιγότερο ή περισσότερο χρόνο έχουν δοκιμασθεί στη διαχείριση αυτού του κεντρικού θεσμού της Πολιτείας μας, που αφορά ανεξαιρέτως όλους τους πολίτες. Ουδεμία παράταξη δεν μπορεί να «βγάλει την ουρά της» από τις ευθύνες και ουδεμία δεν μπορεί να παριστάνει την «παρθένα». Οι βασικοί παράμετροι που προσδιορίζουν και επηρεάζουν τη βιωσιμότητα του συστήματος είναι γνωστοί και λίγο –πολύ από όλους αποδεκτοί.

Το εύρος της παραγωγικής βάσης, διαμορφώνει κυρίαρχα το εύρος της ασφαλιστικής βάσης και την αναλογία εργαζομένων – συνταξιούχων. Η Ανάπτυξη δημιουργεί Απασχόληση και η υπανάπτυξη ανεργία. Στο καθολικό διανεμητικό σύστημα οι μεταβλητές αυτές είναι κυρίαρχες για τη βιωσιμότητα του συστήματος.

Το κοινωνικό ασφαλιστικό ζήτημα στη χώρα μας και σε άλλες χώρες του Νότου, για τη διασφάλιση του δικαιώματος στην εργασία και την ασφάλιση είναι εξίσου σημαντικό, όσο η υγεία στα Νοσοκομεία, όπου τριγυρνάει ο χάρος μεταμορφωμένος στο Covid – 19.
Οι αντιλήψεις των πολιτικών παρατάξεων και των συλλογικών φορέων δοκιμάζονται στη διαχείριση αυτών των παραγόντων με απώτερο σκοπό την καθολική προστασία των ασφαλισμένων από τις απειλές και τους κινδύνους της επαγγελματικής και κοινωνικής ζωής.
Η οργάνωση του συστήματος και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των παρεχόμενων υπηρεσιών έχουν εξόχως πολιτικό χαρακτήρα.

Προσδιορίζουν το επίπεδο διαβίωσης των πολιτών. Στο σύνηθες δίλημμα πρώτα η οικονομία ή η κοινωνία, θαρρώ πως είναι προτιμότερο να κατανοήσουμε ότι αποτελούν ένα ζευγάρι και χορεύουνε ταγκό μαζί. Κάθε μονομερής επιλογή έχει μεγάλες συνέπειες στο διανεμητικό σύστημα ασφάλισης.

Τα οργανωτικά και λειτουργικά θέματά του e- ΕΦΚΑ, ο ψηφιακός εκσυγχρονισμός των υπηρεσιών, η εξυπηρέτηση των ασφαλισμένων, η επιτάχυνση των διαδικασιών παροχής υπηρεσιών και έκοδης των συντάξεων, καθώς και το γκρέμισμα της γραφειοκρατίας, αποτελούν βασικές προτεραιότητες, αλλά κυρίαρχα κάθε φορά τίθεται επί τάπητος η βιωσιμότητα του ιδίου του συστήματος.

Κουράστηκαν οι ασφαλισμένοι την τελευταία δεκαετία με την «καραμέλα» των μεταρρυθμίσεων και των αναλογιστικών μελετών βιωσιμότητας του συστήματος. Οι αποσπασματικές δηλώσεις ότι με τη δημιουργία των επαγγελματικών ταμείων και του κεφαλαιοποιητικού συστήματος θα λύσουν το πρόβλημα, πιστεύω ότι αποτελούν ένα παυσίπονο και όχι μέσο θεραπείας.

Η βιωσιμότητα του συστήματος βρίσκεται και πάλι στην προκρούστεια κλίνη. Οι κοινωνικές δαπάνες σε ποσοστά στο ΑΕΠ, αποτελούν το βασικό στοχόμετρο της Πολιτείας. Πάση θυσία να προσεγγίσουμε το μέσο ευρωπαϊκό γύρω στο 12,5%. Ιστορικά φθάσαμε τις κοινωνικές δαπάνες στο 24% του ΑΕΠ, χωρίς απόκλιση από το μέσο ευρωπαϊκό. Στις συνταξιοδοτικές δαπάνες φθάσαμε και το 18%. Στη συνέχεια με τα μνημόνια στο 16% και έχουμε βάλει πλώρη για το 12,5% και η πανδημία χειροτερεύει την κατάσταση. Όλα αυτά χωρίς ιδιαίτερη μελέτη, η εξέταση σε βάθος, σε ποιο βαθμό αυτός ο κατήφορος είναι κοινωνικά αποδεκτός ή τουλάχιστον ανεκτός. Οι αριθμοί φοβίζουν, αλλά οι άνθρωποι τρομάζουν περισσότερο από ανασφάλεια και αβεβαιότητα για το αύριο. Θαρρώ πως είναι καιρός για έναν ανοιχτό εθνικό κοινωνικό διάλογο και όχι μονάχα για οδηγίες προς ναυτιλόμενους και ασκήσεις επί χάρτου:

• Είναι ανάγκη να εξετάσουμε τις κοινωνικές δαπάνες του κράτους στο σύνολό τους και όχι μόνο τη συνταξιοδοτική δαπάνη. Να εξετάσουμε τις κοινωνικές πολιτικές και τις προσφερόμενες υπηρεσίες για να συγκριθούμε με το μέσο ευρωπαϊκό κεκτημένο και όχι το βαλκανικό.
• Να δούμε τη μεγάλη εικόνα. Με ποιες αντιλήψεις διαμορφώθηκε διαχρονικά το σύστημα. Το πελατειακό και συντεχνιακό πνεύμα ήταν διάχυτο, τόσο στα οργανωτικά, όσο και στα ποιοτικά στοιχεία του συστήματος.
• Η καθολική ασφάλιση των πολιτών και η διαφύλαξη μιας αξιοπρεπούς διαβίωσης αποτελεί συνταγματική επιταγή του Κράτους.
• Οι βασικοί παράμετροι που κρίνουν τη βιωσιμότητα του συστήματος, όπως αναφέρθηκε, είναι πρωτίστως το μέγεθος της παραγωγικής διαδικασίας, το απασχολούμενο προσωπικό και η αναλογία του με τον αριθμό των συνταξιούχων. Επίσης, το δημογραφικό αποτελεί καθοριστική παράμετρο, διότι επηρεάζει την ένταξη νέων εργαζομένων στον παραγωγικό ιστό και αντίστοιχα την αποχώριση – συνταξιοδότηση των εργαζομένων από την παραγωγή.
• Να κατανοήσουμε την τεράστια αφαίμαξη (περικοπές) στα εισοδήματα των ασφαλισμένων – συνταξιούχων.
Όλοι οι ως άνω παράγοντες που επηρεάζουν άμεσα τη βιωσιμότητα του συστήματος έχουν αρνητικό πρόσημο σήμερα. Η παραγωγική βάση έχει χάσει έδαφος της τάξης του 25% του ΑΕΠ και η πανδημία βαραίνει αφόρητα την οικονομική πραγματικότητα. Η ανεργία στα ύψη. Τα εισοδήματα των εργαζομένων και οι εισφορές προς το σύστημα συνεχώς μειώνονται. Η αναλογία εργαζομένων και συνταξιούχων είναι αρνητική (1,87 εργαζόμενοι για έναν συνταξιούχο). Η πανδημία χειροτερεύει ακόμη περισσότερο τα πράγματα και η εμπιστοσύνη στο σύστημα γίνεται περισσότερο προβληματική όταν:
• Μαθαίνει ο ασφαλισμένος ότι περί τα 36 δισ. ευρώ είναι το ιδιωτικό χρέος (επιχειρήσεων και ατόμων), από εισφορές προς το e – ΕΦΚΑ.
• Γνωρίζει εδώ και χρόνια ότι η ακίνητη περιουσία των ασφαλιστικών ταμείων που μπορεί να ξεπερνά και τα οκτώ και δέκα δισ. βρίσκεται παροπλισμένη, εγκαταλελειμμένη και ανεκμετάλλευτη.
• Βιώνει κοινωνικές υπηρεσίες και παροχές χαμηλής στάθμης και αναγκάζεται να προσφύγει στον ιδιωτικό τομέα και σε ασφαλιστικά προγράμματα υγείας.
• Διαβάζει ότι έρχεται νέο κύμα «μεταρρυθμίσεων» για να λυθεί το πρόβλημα της βιωσιμότητας. Τη δεκαετία που πέρασε είχαμε περικοπές στις συντάξεις, επικούρηση, δώρα κλπ της τάξης το 50% και 60%, καθώς και αύξηση του χρόνου συνταξιοδότησης, όπως και μεγάλες περικοπές στα ομόλογα των Ταμείων.
• Το επόμενο βήμα για τους νεότερους φαίνεται να σχεδιάζεται η αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης. Τα 62 χρόνια με 40 χρόνια απασχόλησης να πάνε στα 67. Και το 67 χρόνια να πάνε στα 70. Αυτά για τη νέα γενιά, μαζί και το κερασάκι στην τούρτα. Η μεγάλη ανακάλυψη του κεφαλαιοποιητικού συστήματος στο νέο υπό ίδρυση Επαγγελματικό Ταμείο. Να μάθουν οι νέοι να αποταμιεύουν και να παίζουν «λοταρία» στα τραπεζικά προϊόντα και τα χρηματιστηριακά. Καμένη, η «γούνα» των ασφαλισμένων, από τις περικοπές στα αποθέματα και τα ομόλογα των Ταμείων με τις μνημονιακές ρυθμίσεις. Η διαχείριση των αποθεματικών των Ταμείων από την Τράπεζα Ελλάδος δεκαετίες τώρα δεν είχε αποδόσεις μέχρι σήμερα. Γι’ αυτό δεν αρκεί το νέο ταμείο να έχει δημόσιο χαρακτήρα και να εποπτεύεται από το κράτος, αλλά θα πρέπει να υπάρχει και η εγγύηση του κράτους για τη βιωσιμότητα του Ταμείου, όπως επιβάλει το Σύνταγμα. Διαφορετικά, οι επισφάλειες.

Από 1/1/2022, το νυν Επικουρικό Ταμείο θα αποκοπεί από το νέο Επαγγελματικό. Οι ειδικοί λένε θα δημιουργηθεί ένα έλλειμμα πάνω από 20 δισ. ευρώ μέσα στην επόμενη 10ετία η 15ετία.

Φαίνεται δεν απασχολεί την Πολιτεία, αφού υπάρχει διάταξη που λέει ούτε λίγο, ούτε πολύ ότι ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος. Συνεπώς, βλέπω την «παλιά» επικούρηση να καταρρέει και πάλι προς τα κάτω.

Είχα αρθρογραφήσει και πριν την ψήφιση του τελευταίου νόμου να γίνει μετατροπή του υπάρχοντος Ταμείου Επικούρησης σε επαγγελματικό. Χωρίς να λειτουργούν δύο Ταμεία Επικούρησης και να γίνεται νέος χωρισμός σε νέους και παλιούς ασφαλισμένους.

Ο αντίλογος με το απλοϊκό επιχείρημα «δεν θα συντηρούν οι νέοι τους παλιούς» είναι κάλπικο. Και οι παλιοί στη βάση των εισφορών που έχουν πληρώσει θα μπορούσαν να διαμορφώσουν και αυτοί έναν ατομικό λογαριασμό και να δοκιμάσουν την αξιοποίηση των αποταμιεύσεών τους.

Αυτή η ρύθμιση θα ήταν ενιαία σε παλιούς και νέους χωρίς διαχωρισμούς. Τα ημίμετρα στην ασφαλιστική νομοθεσία, αντί να λύνουν δημιουργούν νέα προβλήματα.

Δυστυχώς, τα πολιτικά και συλλογικά μας υποκείμενα δεν λένε να διαμορφώσουν με τις πράξεις τους νοοτροπία κοινωνικού διαλόγου, που αποτελεί την πεμπτουσία μιας ευνομούμενης Πολιτείας.

Στον ορυμαγδό των ταχύτατων αλλαγών και ανατροπών στο πεδίο της εργασίας, των εισοδημάτων, της ασφάλισης και των συντάξεων, οι προσαρμογές στις νέες καταστάσεις είναι βίαιες. Πρωτίστως πιστεύω πρέπει η εξουσία και τα άλλα συλλογικά υποκείμενα να αλλάξουν αντιλήψεις και να ενεργοποιήσουνε τους κοινωνικούς θεσμούς, όπου μέσα από τον κοινωνικό διάλογο προκύπτουν συναινέσεις και συγκλήσεις.

Τα συλλογικά υποκείμενα έχουν χάσει την αίγλη και την ισχύ τους. Ένα κοινωνικό σώμα 2.7 εκ. συνταξιούχων με μεγάλη εμπειρία και σοφία δεν ακούγεται και δεν αναγνωρίζεται ως θεσμικός συνομιλητής με την εξουσία τουλάχιστο σε ζητήματα που αφορούν το ασφαλιστικό και την κοινωνική πολιτική και πρόνοια.

Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις με την οικονομική κρίση, την πανδημία και τις αλλαγές στην παραγωγική βάση με ανατροπές στο εργασιακό μοντέλο βρίσκονται αποδυναμωμένες με περιορισμένη διαπραγματευτική ισχύ. Μπορούν όμως να ζωντανέψουν την παρουσία τους και να ασκήσουν σοβαρό κοινωνικό έλεγχο στην εξουσία. Οι συγκρούσεις αντιλήψεων και συμφερόντων στον πολιτικό και κοινωνικό διάλογο, αποτελούν το οξυγόνο της Δημοκρατίας. Στο πεδίο των θεσμών και του κοινωνικού διαλόγου καταλήγουν σε συγκλήσεις και συναινέσεις, που είναι απαραίτητες για να πάει η Πολιτεία μας ένα βήμα παρακάτω.

Σήμερα μπροστά στον καθρέφτη του Ασφαλιστικού, όπου αποτυπώνεται η μεγάλη εικόνα της εξέλιξής του για την προστασία των πολιτών από τις απειλές και τους κινδύνους (ζωής, εισοδημάτων, επιβίωσης, ατυχημάτων, έξοδος από τον εργασιακό βίο), οφείλουμε να σχεδιάσουμε τα βήματα για την επόμενη δεκαετία, με σοβαρό διάλογο και όχι μονολόγους. Στον δύσκολο χορό για δύο, της οικονομίας και της κοινωνίας, να γίνουμε συμμέτοχοι και όχι θεατές, αν θέλουμε να διασφαλίσουμε τη βιωσιμότητα του συστήματος και ένα αξιοπρεπές επίπεδο ζωής.

*Διευθύνων Εταίρος

Πηγή: tovima.gr