Οι πρόσφατες οικονομικές μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα, αναμένεται να καθορίσουν σε μεγάλο βαθμό το διακύβευμα της ελάφρυνσης του χρέους, με αποτέλεσμα το άνοιγμα μιας περιόδου έντονης επενδυτικής δραστηριότητας στη χώρα και το τέλος της οικονομικής κρίσης. Αν όχι, η λιτότητα θα συντρίψει τη χώρα και θα στείλει την κυβέρνηση αναγκαστικά σε αναζήτηση ενός ακόμα πακέτου διάσωσης. Σύντομα θα μάθουμε τι από τα δυο θα συμβεί γράφει το Bloomberg λίγη ώρα μετά την ψήφιση του 4ου Μνημονίου από τους 153 βουλευτές της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Μετά από στοιχεία που έδειξαν ότι η οικονομία βυθίστηκε και πάλι στην ύφεση το πρώτο τρίμηνο του 2017, οι Έλληνες βουλευτές την Πέμπτη ενέκριναν τα τελευταία οικονομικά μέτρα που ζητούσαν οι πιστωτές, προκειμένου να μείνουν σε ισχύ τα δάνεια διάσωσης. Ο κίνδυνος που ελλοχεύει είναι μήπως η επίτευξη φιλόδοξων δημοσιονομικών στόχων στραγγαλίσει την οικονομία σε τέτοιο βαθμό, που να χαθεί ο στόχος για την επόμενη χρονιά, οπότε οι περικοπές των συντάξεων και οι αυξήσεις των φόρων θα ενισχύσουν περαιτέρω τη λιτότητα και το αδιέξοδο, αναφέρεται στην ανταπόκριση του Bloomberg. “Η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε κρίσιμο σταυροδρόμι”, δήλωσε ο Νίκος Βέττας, επικεφαλής του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) στην Αθήνα. “Είναι περίπου στο ίδιο επίπεδο τα τρία τελευταία χρόνια και, ενώ πολλοί παράγοντες που δημιούργησαν μια αρνητική δυναμική από την αρχή της κρίσης είναι τώρα πιο αδύναμοι, ωστόσο δεν υπάρχει εγγύηση ότι η οικονομία θα εισέλθει σε φάση βιώσιμης ανάπτυξης”.
Εάν η Ελλάδα αναλάβει μια αρκετά σημαντική δέσμευση για την ελάφρυνση του χρέους από τους πιστωτές της στην Ευρωζώνη, αυτό με τη σειρά του θα μπορούσε να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη και να επιτρέψει την είσοδο επενδυτών στην πραγματική οικονομία. Μια τέτοια συμφωνία θα συζητηθεί στη συνεδρίαση των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης (Eurogroup) στις Βρυξέλλες τη Δευτέρα. H ελληνική χρηματαγορά σημείωσε άνοδο τον μήνα αυτό μετά την ολοκλήρωση μιας προκαταρκτικής συμφωνίας με τους πιστωτές της Ευρωζώνης και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Η αβεβαιότητα για την κατάληξη αυτής της συμφωνίας προκάλεσε την επαναφορά της χώρας στην ύφεση και τον εξαναγκασμό της κυβέρνησης να μειώσει τις προβλέψεις ανάπτυξης για το 2017 σε 1,8% από 2,7%.
Σημείο καμπής
Στο πλαίσιο του αισιόδοξου σεναρίου, μια συμφωνία χρέους που ικανοποιεί το ΔΝΤ διευκολύνει την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να συμπεριλάβει το χαρτοφυλάκιο της ελληνικής κυβέρνησης στο πρόγραμμα αγοράς περιουσιακών στοιχείων της (ομολόγων), το QE. Αυτό θα προκαλέσει μια ροή ξένων επενδύσεων που κυνηγούν αποδόσεις σε μια χώρα όπου η κεντρική τράπεζα λέει ότι το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν είναι σχεδόν 10% χαμηλότερο από αυτό που θα μπορούσε να είναι, δυνητικά. «Η συμφωνία με τους πιστωτές συνεπάγεται ορισμένα μέτρα ύφεσης, συμπεριλαμβανομένης της απαίτησης για αύξηση των πρωτογενών πλεονασμάτων τα επόμενα χρόνια”, δήλωσε ο Νικόλαος Καραμούζης, πρόεδρος της τράπεζας Eurobank Ergasias, του τρίτου μεγαλύτερου δανειστή της χώρας, και της Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών. “Αυτός ο αρνητικός αντίκτυπος θα αντισταθμιστεί κυρίως από ένα καλύτερο οικονομικό κλίμα, τη συμμετοχή στο QE και τη βιώσιμη αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους”.
Σε αντάλλαγμα, η Ελλάδα θα πρέπει να διατηρήσει τα δημοσιονομικά της πλεονάσματα για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από ό, τι περίμενε η κυβέρνηση της Αθήνας. Ο υπουργός Οικονομικών της Ολλανδίας, Γερούν Ντάισελμπλουμ, ο οποίος προεδρεύει του Eurogroup, πρότεινε την Πέμπτη ότι το πρωτογενές πλεόνασμα του προϋπολογισμού θα πρέπει να είναι τουλάχιστον 3,5% του ΑΕΠ για πέντε χρόνια από το 2018, κάτι που το ΔΝΤ υποστηρίζει ότι θα απαιτηθεί ένα ακριβό αντίτιμο από την ελληνική οικονομία, εάν υποτεθεί ότι μπορεί να επιτευχθεί. Το πακέτο μέτρων που ψηφίστηκε την Πέμπτη, περιελάμβανε 5,4 δισ. ευρώ (6 δισ. δολάρια) μέτρα στήριξης των πολιτών για τα έτη 2019 και 2020 προκειμένου να αντισταθμιστούν οι περικοπές των συντάξεων και οι αυξήσεις των φόρων που ζητούσαν οι πιστωτές. Αλλά η προϋπόθεση είναι ότι αυτό το κίνητρο θα ξεκινήσει μόνο εάν η Ελλάδα πετύχει τους στόχους του προϋπολογισμού.
Η κυβέρνηση δηλώνει ότι θα επιτύχει τον στόχο της, δείχνοντας ένα πρωτογενές πλεόνασμα 4,2% πέρυσι σε σύγκριση με στόχο 0,5% και παρουσιάζοντας το συγκεκριμένο στοιχείο ως απόδειξη ότι το ΔΝΤ είναι πολύ απαισιόδοξο. Ο Ηλίας Λεκκός, επικεφαλής οικονομολόγος της Τράπεζας Πειραιώς Α.Ε. στην Αθήνα, δεν έχει πειστεί: “Δεν υπάρχει προηγούμενο για μια χώρα που δεν εξάγει πετρέλαιο να επιτύχει ένα πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% συστηματικά για μια περίοδο πολλών ετών”, ανέφερε. “Δεν μπορεί να επιτευχθεί, ή θα επιτευχθεί με τίμημα μια τεράστια ύφεση”.