Η πρώτη μεγάλη και αναλυτική ομιλία της Βρετανίδας πρωθυπουργού, Τερέζας Μέι, επί των σχεδίων της για την αποχώρηση της χώρας της από την Ευρωπαϊκή Ένωση πυροδότησε κάθε είδους αντιδράσεις σε ολόκληρο τον κόσμο. Όποιοι εστίασαν στα σημεία εκείνα όπου η Μέι μίλησε ξεκάθαρα για «σκληρό» Brexit, συνειδητοποίησαν ότι η βρετανική κυβέρνηση δεν σκοπεύει να αλλοιώσει την ψήφο του λαού που εκπροσωπεί και ο οποίος, τον περασμένο Ιούνιο, επέλεξε το «διαζύγιο» από την ΕΕ με ποσοστό 52%.
Όσοι πάλι εστίασαν στις ασάφειες, διέκριναν περιθώρια συμβιβασμών, εκφράζοντας επιφυλάξεις ότι τελικά οι διαδικασίες για το Brexit θα εξελιχθούν με γρήγορο ρυθμό ή ότι θα ξεκινήσουν καν τον ερχόμενο Μάρτιο, εφόσον εκκρεμούν ουσιαστικά ζητήματα (πχ η δικαστική διαμάχη για το εάν η βρετανική κυβέρνηση μπορεί να ενεργοποιήσει το άρθρο 50 για την έναρξη της διαδικασίας αποχωρισμού, χωρίς την έγκριση του κοινοβουλίου).
Συνεπώς, με την βαρυσήμαντη ομιλία της την Τρίτη η Τερέζα Μέι προκάλεσε ανάμικτα συναισθήματα, τόσο στους ηγετικούς κύκλους της ευρωπαϊκής πολιτικής, όσο και στις ΗΠΑ του Ντόναλντ Τραμπ. Είναι αυτονόητο ότι ο οσονούπω νέος πρόεδρος της Αμερικής πανηγυρίζει για το Brexit, τρίβοντας τα χέρια του ικανοποιημένος από τις εξελίξεις και με την υστεροβουλία ότι θα συνάψει εμπορικές συμφωνίες με τους Βρετανούς επιβάλοντας τους δικούς του όρους.
Ο Ντόναλντ Τραμπ είπε πρόσφατα ότι «το Brexit είναι ένα σπουδαίο γεγονός και θα αποδειχθεί κάτι πολύ καλό στο μέλλον. Η Βρετανία τα πηγαίνει θαυμάσια μετά από το δημοψήφισμα και την απόφαση για την αποχώρηση από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ας πούμε, το γεγονός ότι η λίρα έχει πέσει είναι πολύ θετικό. Διότι οι επιχειρήσεις θα αναπτυχθούν απίστευτα σε πολλά σημεία της Βρετανίας. Θα προσπαθήσουμε πολύ να κλείσουμε μια εμπορική συμφωνία ΗΠΑ-Βρετανίας γρήγορα και όπως πρέπει, ώστε να αποβεί επωφελής και για τις δύο πλευρές. Θα συναντήσω σύντομα την Μέι. Εκείνη ζητά τη συνάντηση και θα τη δω αμέσως μόλις εγκατασταθώ στον Λευκό Οίκο. Θα κάνουμε κάτι πολύ γρήγορα».
Αρνητικοί οι Ευρωπαίοι
Στην Ευρώπη ωστόσο, ο Γκι Φέρχοφσταντ, επικεφαλής της διαπραγματευτικής ομάδας εκ μέρους του Ευρωκοινοβουλίου για το Brexit ήταν ιδιαίτερα καυστικός, γράφοντας σε διαδοχικά tweets ότι «η Βρετανία επέλεξε ένα σκληρό Brexit. Καλοδεχούμενη η ευκρίνεια της Μέι, αλλά η εποχή που το Ηνωμένο Βασίλειο έπαιρνε από εμάς ό,τι ήθελε, αντιμετωπίζοντας αλα καρτ την Ευρώπη, έχει τελειώσει. Το να απειλεί η Τερέζα Μέι ότι η Βρετανία θα μετατραπεί σε έναν απορυθμισμένο φορολογικό παράδεισο μόνο να βλάψει μπορεί τον βρετανικό λαό και είναι μια μη εποικοδομητική διαπραγματευτική τακτική. Η Μέι θα πρέπει να λάβει υπόψη της τις ανησυχίες του 48% των Βρετανών που ψήφισαν εναντίον του Brexit. Η τρέχουσα έλλειψη σαφήνειας για το τι θα γίνει με τους Βρετανούς που ζουν στην ΕΕ και το αντίστροφο προκαλεί αναστάτωση στη ζωή πολλών ανθρώπων».
Η άποψη του Φόλκερ Τρέιερ, εκπροσωπώντας το γερμανικό βιομηχανικό και εμπορικό επιμελητήριο επεσήμανε ότι «με ένα σκληρό Brexit η Βρετανία αποχωρεί από την κοινή αγορά και την τελωνειακή ένωση, κάτι που θα επιφέρρει σημαντικές ζημίες στους επιχειρηματικούς δεσμούς ανάμεσα στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Γερμανία. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι λόγω του Brexit περιορίζεται η ανάπτυξη και στις δύο όχθες της Μάγχης. Αλλά η ζημιά στη Βρετανία θα είναι μεγαλύτερη, καθώς επελέγη η τακτική του να γίνει λιγότερο ελκυστική από οικονομικής άποψης».
Στο ίδιο πνεύμα ο Γάλλος κεντροδεξιός βουλευτής Αλαίν Λαμασούρ σχολίασε ότι «είναι σαφές ότι το συμφέρον της Βρετανίας είναι οι 500 εκατομμύρια καταναλωτές στην Ευρώπη, όχι μόνο τα 65 εκατ. της εγχώριας αγοράς. Όταν η Μέι θα διαπραγματεύεται πχ με την Κίνα, το μόνο που θα μπορέσει να προσφέρει θα είναι αυτοί οι 65 εκατ. καταναλωτές στη χώρα της. Από οικονομικής και επιχειρηματικής άποψης, αυτό ισοδυναμεί με αυτοκτονία».
Ανάμεσα σε πολλά άλλα, η Τερέζα Μέι δεσμεύτηκε ότι η Βρετανία θα αποχωρήσει από την Ευρωπαϊκή Ένωση προκειμένου να περιορίσει την μετανάστευση, ενώ ταυτόχρονα θα διεκδικήσει εμπορικές συμφωνίες που θα παρέχουν στις επιχειρήσεις της τη μέγιστη δυνατή πρόσβαση στην ευρωπαϊκή αγορά. Επ’ αυτού, όμως, ο βουλευτής Γιάν Άλμπρεχτ του γερμανικού κόμματος των Πράσινων δήλωσε ότι «με αυτά που λέει η Μέι κοροϊδεύει τους Βρετανούς πολίτες», καθώς ο ίδιος θεωρεί ότι η επιδίωξη της Βρετανίδας πρωθυπουργού να αποσπάσει τα μέγιστα οφέλη χωρίς να παραχωρήσει τίποτα ουσιαστικό στην Ευρώπη ως αντάλλαγμα του διαζυγίου, είναι κάτι εντελώς ανέφικτο και απολύτως επιζήμιο για τους Βρετανούς.
Η Γαλλίδα φιλελεύθερη βουλευτής Σιλβί Γκουλάρ θεωρεί ότι στην ομιλία της η Μέι απέφυγε να αναφερθεί στο πώς η Βρετανία θα διαχειριστεί την αποζημίωση των 61 δισ. ευρώ που θα κληθεί να καταβάλει στην Ευρωπαϊκή Ένωση σύμφωνα με τον «λογαριασμό» που έχει βγάλει ο Μισέλ Μπαρνιέ, ο υπεύθυνος διαπραγμάτευσης του Brexit εκ μέρους της ΕΕ. Η Γκουλάρ πιστεύει επίσης ότι το σχέδιο της Μέι να μειώσει την φορολόγηση των ξένων επιχειρήσεων στη Βρετανία είναι μια μορφή εκβιασμού. Και η ίδια λέει σχετικά ότι «η Βρετανία, εξ όσων γνωρίζω, παραμένει μέλος του ΟΟΣΑ (Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης) και είναι υποχρεωμένη να μην ευνοεί την φοροδιαφυγή. Το να εκβιάζεις τους εταίρους σου δεν είναι ποτέ κάτι καλό».