Εν μέσω μιας απρόβλεπτης οικονομικής συγκυρίας, ο επικεφαλής της Αθηναϊκής Ζυθοποιίας Αλέξανδρος Δανιηλίδης μιλά στο Euro2day.gr για τα σχέδια της εταιρείας που διοικεί, τον ανταγωνισμό, αλλά και για τη δυσκολία που αντιμετωπίζουν ακόμη και μεγάλοι οργανισμοί όπως η Αθηναϊκή, σε αυτό το δυστοπικό περιβάλλον.
Τι λέει για την εκτόξευση του κόστους παραγωγής και διάθεσης, τις ανατιμήσεις και για τις αποφάσεις που καλείται να πάρει ένας οργανισμός για να διατηρήσει την ισορροπία μεταξύ της οικονομικής υγείας της εταιρείας και της δυνατότητας του καταναλωτή να αγοράσει το προϊόν.
Παρά την αρνητική, κατά γενική ομολογία, οικονομική συγκυρία, ο επικεφαλής της Αθηναϊκής Ζυθοποιίας παραμένει συγκρατημένα αισιόδοξος, βασιζόμενος στο αποτέλεσμα που έφερε η φετινή χρονιά αλλά και στις εκτιμήσεις διεθνών αναλυτών και think tanks για το 2023.
Τι απαντά σε όσους υποστηρίζουν ότι η Αθηναϊκή Ζυθοποιία δεν είναι ελληνική εταιρεία, τι λέει για την απόφαση της Επιτροπής Ανταγωνισμού, την προσφυγή στο ΣτΕ και τις νέες ανατιμήσεις που είναι προ των πυλών.
Κύριε Δανιηλίδη, παρά την τρέχουσα οικονομική κρίση, ο κλάδος που δραστηριοποιείται η Αθηναϊκή Ζυθοποιία από τα μέχρι στιγμής στοιχεία φαίνεται ότι ήταν από τους κερδισμένους.
Η φετινή χρονιά θα είναι μια καλή χρονιά για τον κλάδο. Σε αυτό βοήθησε ο τουρισμός, που είναι η ατμομηχανή για την ελληνική οικονομία, το HORECA (Hotel, Restaurant, Catering) και η ανάγκη του Έλληνα καταναλωτή να διασκεδάσει. Αυτοί οι παράγοντες οδήγησαν σε μια σημαντική αύξηση των πωλήσεων του HORECA -μέχρι σήμερα καταγράφεται αύξηση όγκου πωλήσεων 12-15%– ενώ αντιστοίχως διατήρηση της off trade κατανάλωσης (πωλήσεις μέσω των σούπερ μάρκετ) στα περσινά επίπεδα, τα οποία ήταν πολύ υψηλά.
Όμως η φετινή χρονιά κρύβει και μια δυσάρεστη έκπληξη. Διψήφιο ποσοστό πληθωρισμού, αύξηση του κόστους παραγωγής και μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος, άρα και της αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών, δηλαδή των εν δυνάμει πελατών σας.
Η αύξηση του κόστους παραγωγής αποτελεί για τη βιομηχανία, στο σύνολό της, μείζον θέμα. Η δυσκολία έγκειται, πέρα από το ύψος των αυξήσεων στις πρώτες ύλες και στο κόστος ενέργειας, στην ταχύτητα που γίνονται αυτές και στην αδυναμία να πλανάρουμε το budget μας.
Πρέπει συνέχεια να υπολογίζουμε την επίδραση στο κόστος παραγωγής και διάθεσης και να λαμβάνουμε αποφάσεις που θα πρέπει να ισορροπούν μεταξύ της οικονομικής υγείας της εταιρείας και της διευκόλυνσης του καταναλωτή να έχει λογικές τιμές.
Μέχρι στιγμής, η κατηγορία και εμείς έχουμε διαχειριστεί πολύ καλά το υψηλό κόστος παραγωγής και πετύχαμε οι αυξήσεις για τον καταναλωτή στην μπίρα να είναι κάτω από τα επίπεδα του πληθωρισμού.
Πόσο έχει αυξηθεί το κόστος παραγωγής της Αθηναϊκής Ζυθοποιίας;
Δεν μπορώ να σας πω ακριβή νούμερα. Όμως αν δει κάποιος την τιμή του φυσικού αερίου, που αποτελεί βασικό κόστος για την παραγωγή μας, η διαφορά σε σχέση με πέρυσι είναι υψηλό τριψήφιο ποσοστό.
Δηλαδή 700% πάνω;
Και πώς επιβιώνει μια εταιρεία αν έχει τόσο αυξημένο κόστος όπως λέτε; Καίει από το «λίπος» της, μετακυλίει μέρος αυτού του κόστους στις τελικές τιμές;
Γίνεται τεράστια προσπάθεια συγκράτησης του κόστους. Τεράστια προσπάθεια. Θα σας δώσω ένα παράδειγμα. Στην ενέργεια, ο νούμερο ένα στόχος δεν είναι να βρεις μόνο τα πιο φθηνά συμβόλαια, είναι να μειώσεις την κατανάλωση. Άρα, νούμερο ένα, μειώνουμε την κατανάλωση της ενέργειας -δουλεύουμε αρκετά projects όπως αυτό που ετοιμάζουμε στο εργοστάσιό μας στην Πάτρα για τη μετατροπή της θερμικής ενέργειας σε πράσινη- και δευτερευόντως αναζητούμε καλύτερα συμβόλαια για να επιτύχουμε την καλύτερη δυνατή διαχείριση στο σύνολο του κόστους, ώστε να πάμε στην καλύτερη δυνατή για τον καταναλωτή αύξηση τιμών.
Κύριε Δανιηλίδη, εξετάζετε το σενάριο, όπως κάνουν άλλες ευρωπαϊκές βιομηχανίες, να περιορίσετε ή να διακόψετε την παραγωγή σας;
Δουλεύουμε πολλά σενάρια που οδηγούν στο ίδιο αποτέλεσμα. Η παραγωγή μας να συνεχιστεί απρόσκοπτα.
Υπάρχει σχέδιο από τη μητρική τα εργοστάσιά σας να λειτουργήσουν ως by pass για λογαριασμό της Heineken, στην περίπτωση που αυτό καταστεί αναγκαίο για τη μητρική σας;
Αυτό είναι κάτι το οποίο δεν εξαρτάται από εμάς. Εμείς είμαστε πάντα έτοιμοι για οτιδήποτε χρειαστεί. Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει τέτοιου είδους πλάνο. Αυτό που μας απασχολεί, είναι πώς θα μπορέσουμε να σερβίρουμε την αγορά χωρίς κανένα πρόβλημα.
Κύριε Δανιηλίδη, θα ήθελα να σταθούμε στις τιμές. Εκτιμώ, μιλώντας με το «καπέλο» του καταναλωτή, ότι ο καταναλωτής δεν ασπάζεται την άποψή σας περί καλύτερης δυνατής αύξησης τιμών. Αυτό που αναζητά, είναι χαμηλές τιμές και σίγουρα όχι ανατιμήσεις.
Το ερώτημα είναι αν οι τιμές της μπίρας στην Ελλάδα είναι υψηλές ή όχι. Η απάντηση είναι ότι δεν είναι υψηλές -αυτό που κάνει τη διαφορά είναι ο πολύ υψηλός ΕΦΚ-, ακόμη και μετά τις ανατιμήσεις της τάξεως του 7,5% που έχουν γίνει. Επίσης θα πρέπει να σας πω ότι δεν υπάρχει δίκαιη τιμή, η βιομηχανία δεν διαμορφώνει τους μισθούς και ούτε και τις τελικές τιμές στο ράφι. Από την άλλη πλευρά, εμείς έχουμε να διαχειριστούμε τα κόστη, το margin και τις δυσκολίες που έχει η ελληνική αγορά που δεν τις έχει καμία άλλη στην Ευρώπη. Νούμερο ένα η εποχικότητα. Είμαστε η αγορά με τη μεγαλύτερη εποχικότητα στην Ευρώπη. Εάν οι πωλήσεις μας ήταν πιο ισορροπημένα κατανεμημένες καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, όλο μας το σύστημα θα ήταν πολύ πιο αποδοτικό. Επειδή αυτό δεν συμβαίνει, τον Ιούλιο και τον Αύγουστο, που είναι το τεράστιο peak της δουλειάς μας, το κόστος σε κεφάλαιο κίνησης, σε εργατικό δυναμικό και υπηρεσίες είναι σημαντικό. Αυτή είναι μια πολύ δύσκολη και πολύ κοστοβόρα άσκηση.
Το δεύτερο είναι η διακίνηση. Δεν υπάρχει χώρα στην Ευρώπη με τόσα νησιά, βουνά, δυσκολίες στην πρόσβαση και τέτοια πολυδιάσπαση της αγοράς, με εκατοντάδες χιλιάδες τελικά σημεία πώλησης. Αυτό δημιουργεί πρόσθετα κόστη, διότι πληρώνουμε τη διακίνηση των προϊόντων μας σε οποιοδήποτε σημείο της Ελλάδας, για να υπάρχει ισορροπία τιμών παντού. Διαφορετικά η Ανάφη, η Δονούσα, η Σχοινούσα, κ.ά. θα είχαν πολύ υψηλότερες τιμές.
Άρα με βάση και τα στοιχεία, η τιμή της μπίρας στην Ελλάδα σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη έχει από άποψη παραγωγών πάρα πολύ καλή τιμή. Όμως αυτό δεν αποτυπώνεται στην τελική τιμή που πληρώνει ο καταναλωτής του HORECA, όπου κατευθύνεται το 75% του όγκου πωλήσεων ή στο σούπερ μάρκετ που πραγματοποιείται το 25% του όγκου.
Δεν διαμορφώνουμε εμείς την τελική τιμή. Είμαστε βεβαίως σε θέση να γνωρίζουμε ότι όλοι οι κρίκοι της αλυσίδας, από την πρωτογενή παραγωγή μέχρι και το τελικό σημείο διάθεσης του προϊόντος, υφίστανται πολύ μεγάλη πίεση από τα ασύμμετρα υψηλά κόστη που αντιμετωπίζουν.
Όμως σκοπεύετε να προχωρήσετε σε νέες ανατιμήσεις.
Δεν υπάρχει αμφιβολία, για τους λόγους που ανέλυσα, εκτόξευση του κόστους των πρώτων υλών και διατήρησή τους σε υψηλά επίπεδα και το 2023, το μέλλον θα φέρει περαιτέρω ανατιμήσεις.
Και εντός της φετινής χρονιάς;
Δεν έχουμε στείλει νέους ανατιμημένους τιμοκαταλόγους, ούτε σκοπεύουμε να στείλουμε άμεσα. Η αλήθεια είναι ότι είμαστε συνέχεια με κομπιουτεράκια στα χέρια και προσπαθούμε να υπολογίσουμε συνέχεια την επίδραση που έχει όλο αυτό το ντόμινο στο κόστος, προσπαθώντας επίσης να κρατάμε τις τιμές μας σε πολύ λογικό πλαίσιο. Μέχρι στιγμής το έχουμε καταφέρει. Δεν υπάρχει όμως αμφιβολία ότι η πίεση, λόγω του ενεργειακού κόστους και του ντόμινο που φέρνει αυτό σε όλα τα υπόλοιπα κόστη (υλικά συσκευασίας, πρώτες ύλες) θα ενταθεί. Ελπίζουμε ότι θα μπορέσουμε να το διαχειριστούμε σωστά. Πάντα με γνώμονα, ισορροπία για υγιή οικονομικά αλλά και τις όσο πιο προσιτές τιμές για τον καταναλωτή γίνεται.
Τι επιφυλάσσει το άμεσο μέλλον;
Είναι δύσκολο να κάνω κάποια πρόβλεψη. Υπάρχουν κάποια θετικά σημάδια για την επόμενη χρονιά και κάποια που σίγουρα προκαλούν προβληματισμό. Οι εκτιμήσεις για την άνοδο του ΑΕΠ στα επίπεδα του 2% δεν είναι άσχημα υπό αυτές τις συνθήκες. Τα σημάδια για την πορεία του τουρισμού, έστω και αν είναι πολύ νωρίς, είναι επίσης θετικά. Από την άλλη, υπάρχει σαφής πίεση τουλάχιστον για τον χειμώνα σε ό,τι αφορά την ενεργειακή κρίση και τα απόνερά της και δεν ξέρουμε ακόμη τι επιπτώσεις θα φέρει. Δεν είμαστε ιδιαίτερα απαισιόδοξοι ούτε προσμένουμε τη φετινή ανάπτυξη. Το μόνο βέβαιο είναι ότι πλανάρουμε με πολύ συγκρατημένη αισιοδοξία και αξιολογούμε την κατάσταση συνέχεια με το πώς εξελίσσεται αυτή.
Αυτή η κατάσταση μεταβάλλει τα επενδυτικά σας σχέδια;
Ο σχεδιασμός που έχουμε, είναι να υλοποιήσουμε επενδύσεις 60 εκατ. ευρώ την τετραετία 2022-2025, μέρος των οποίων θα επιδιωχθεί να καλυφθεί και από χρηματοδοτικά προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπως η μετατροπή της θερμικής ενέργειας σε πράσινη στο εργοστάσιο της εταιρείας στην Πάτρα. Σε αυτά τα projects δουλεύουμε σήμερα.
Κύριε Δανιηλίδη, εκτός από την εσωτερική αγορά τι γίνεται με τις εξαγωγές σας; Συνεχίζετε να εξάγετε τα προϊόντα σας στην Κίνα;
Συνεχίζουμε τις εξαγωγές μας στην Ασία, κυρίως στην Κορέα, με τη βοήθεια της μητρικής εταιρείας. Μια απαιτητική από άποψη ποιοτικών χαρακτηριστικών αγορά που πηγαίνει πολύ καλά. Εκτός από την Κορέα, εξάγουμε σε όλες τις ηπείρους ενώ πλέον οι εξαγωγές αποτελούν διψήφιο ποσοστό του όγκου των πωλήσεών μας. Κυνηγάμε κάθε ευκαιρία που προκύπτει για την ανάπτυξη των εξαγωγών μας. Κάθε ευκαιρία για εξαγωγές είναι πάντα καλοδεχούμενη.
Όμως οι εξαγωγές της Αθηναϊκής και η πορεία αυτών εξαρτάται από τις ανάγκες της μητρικής σας.
Πάντα από κάτι εξαρτάσαι.
Άρα δεν μιλάμε για «κλειδωμένες» αγορές και κατ’ επέκταση εξαγωγές.
Ούτως ή άλλως δεν υπάρχουν κλειδωμένες αγορές. Ο κόσμος έχει αλλάξει. Όποιος αναζητά κλειδωμένα πράγματα είναι σαν να κυνηγά χίμαιρες. Για την Αθηναϊκή Ζυθοποιία είναι πολύ σημαντικό που έχει αυτή τη δίοδο στις διεθνείς αγορές. Είναι δε σημαντικό να αναφέρω ότι ο κλάδος έχει καταφέρει το ισοζύγιο εξαγωγών – εισαγωγών να είναι πλεονασματικό και αυτό είναι σημαντικό για την ελληνική οικονομία, το οποίο υποτιμάται πολλές φορές.
Κύριε Δανιηλίδη, η Αθηναϊκή Ζυθοποιία έχει κατηγορηθεί για πολλά. Όπως για craft washing, ότι δεν είναι ελληνική εταιρεία, οι μέτοχοί της έχουν ξένο διαβατήριο και η ίδια, έδρα στο εξωτερικό.
Αυτά είναι κραυγαλέα ψεύδη. Η έδρα της εταιρείας είναι στην Ελλάδα και φορολογούμαστε στην Ελλάδα. Μάλιστα η εταιρεία φορολογείται πολύ περισσότερο από αυτούς που διασπείρουν τέτοια ψεύδη. Η Αθηναϊκή Ζυθοποιία συνεισφέρει, ανά λίτρο προϊόντος που παράγει, πολύ περισσότερα στην ελληνική οικονομία και στα δημόσια οικονομικά. Επίσης εδώ και 14 χρόνια, μέσω του προγράμματος συμβολαιακής καλλιέργειας, η Αθηναϊκή Ζυθοποιία αγοράζει πλέον το 20% του ελληνικού κριθαριού ενώ το 80% του συνόλου αυτού του κριθαριού είναι πλέον βέλτιστης γεωργικής πρακτικής. Συνεργαζόμαστε με τη Γεωπονική Σχολή και την Αμερικανική Σχολή και έχουμε βοηθήσει τους 2.000 συνεργαζόμενους παραγωγούς να αυξήσουν τη στρεμματική τους απόδοση. Αυτό το κριθάρι μετατρέπεται σε βύνη στα βυνοποιεία που έχουμε σε Θεσσαλονίκη και Πάτρα και σε μπίρα στα εργοστάσιά μας στην Ελλάδα. Αυτά είναι άλματα και για τον αγροτικό τομέα της Ελλάδας και την εθνική οικονομία και παρ’ όλες τις δυσκολίες και τις αυξήσεις τιμών, οι σχέσεις μας με τον αγροτικό τομέα έχει γίνει ακόμη καλύτερη μέσα σε μια πραγματικά μεγάλη κρίση. Αν όλα αυτά δεν είναι η απόλυτη ελληνικότητα, κάποιος θα πρέπει να μας εξηγήσει τι ακριβώς είναι.
Και τι απαντάτε για το ξένο διαβατήριο των μετόχων σας;
Την ελληνική κοινωνία και οικονομία πρέπει να την απασχολούν η επίδραση που έχει μια εταιρεία στην οικονομία της και όχι το διαβατήριο των μετόχων της.
Όπως και η επίδραση που έχει στον ανταγωνισμό. Αναφέρομαι στο πρόστιμο που σας έχει επιβάλει η Επιτροπή Ανταγωνισμού και στην προσφυγή σας στο ΣτΕ.
Στην Αθηναϊκή Ζυθοποιία έχουμε μια αρχή. Σεβόμαστε τις οποιεσδήποτε αποφάσεις των ελληνικών δικαστηρίων. Όμως πάντα θα διατηρούμε την άποψή μας ότι η απόφαση της Επιτροπής Ανταγωνισμού δεν ανταποκρινόταν σε πραγματικά δεδομένα. Για τον λόγο αυτό προσφύγαμε αρχικά στο Διοικητικό Εφετείο, όπου το πρόστιμο μειώθηκε, και μετά στο Συμβούλιο της Επικρατείας για ανατροπή της απόφασης της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Η προσφυγή μας στο ΣτΕ εκδικάσθηκε και αναμένουμε την απόφαση.
Πηγή: euro2day.gr