Δεν υπάρχουν βέβαιοι νικητές… Του Αντώνη Καρακούση

313

Του Αντώνη Καρακούση

Η κυβέρνηση επαίρεται συχνά-πυκνά για τις δημοσκοπικές της επιδόσεις και τα μέλη της δηλώνουν αυτάρεσκα ότι «τρέχουν» μόνοι, σχεδόν χωρίς αντίπαλο. Και εν μέρει έχουν δίκιο, καθώς η αντιπολίτευση δεν βρήκε ακόμη τρόπο να ανασυγκροτηθεί και να υπερβεί τα βάρη που μετέφερε στην ελληνική κοινωνία η προηγούμενη δική της διακυβέρνηση.

Ωστόσο δεν χωρούν αλαζονικές στάσεις και συμπεριφορές. Η πολιτική είναι δυναμική διαδικασία, γεμάτη απρόοπτα και εκπλήξεις, τίποτε δεν εγγυάται την ευθύγραμμη εξέλιξη των πραγμάτων.

Επιπλέον ο χρόνος επιδρά, οι όποιες ανοχές βαθμηδόν εξαντλούνται και οι φθορές πρέπει να θεωρούνται δεδομένες. Ηδη η κυβέρνηση εισήλθε στον τρίτο της χρόνο και ο εκλογικός κύκλος εκ των πραγμάτων θα αρχίσει να επηρεάζει τη δράση της.

Η αλήθεια είναι επίσης ότι οι όροι που επέτρεψαν τη νεοδημοκρατική επικράτηση πριν από δύο χρόνια έχουν εν πολλοίς αλλάξει.

Αν εξαιρέσει κανείς το δεύτερο, αμέσως μετά τις εκλογές της 7ης Ιουλίου, εξάμηνο του 2019, η δίχρονη νεοδημοκρατική διακυβέρνηση ορίστηκε και συνεχίζει να ορίζεται από τη διαχείριση του πανδημικού φαινομένου και των πολλών συνεπειών της στο σώμα της οικονομίας και της κοινωνίας. Και επειδή ο έλεγχος της πανδημίας δεν φαίνεται στον ορίζοντα και κατά τα φαινόμενα θα απαιτήσει αρκετό χρόνο ακόμη, η επίδρασή της πιθανώς να αποδειχθεί καταλυτική και στα πολιτικά πράγματα της χώρας.

Η κυβέρνηση υπερασπίζεται τις έως τώρα επιλογές της στη διαχείριση της υγειονομικής κρίσης, υπερηφανεύεται για την πρώτη της αντίδραση στην εισβολή του ιού την άνοιξη του 2020 και βεβαίως υπερασπίζεται τόσο τα μέτρα στήριξης της οικονομίας όσο και τις πρωτοβουλίες της για την οργάνωση των εμβολιασμών.

Επιπλέον διακηρύττει ότι δεν εγκατέλειψε τη μεταρρυθμιστική της δέσμευση, αντιθέτως υποστηρίζει ότι την υπηρέτησε με θέρμη, επιβάλλοντας κρίσιμες αλλαγές στη λειτουργία του κράτους, στην εκπαίδευση, στην αγορά εργασίας και αλλού. Επίσης προπαγανδίζει ότι επέτυχε την ψηφιακή αναβάθμιση της δημόσιας διοίκησης και βεβαίως ότι εξασφάλισε πλήθος πόρων από τα ευρωπαϊκά ταμεία, ικανών να στηρίξουν τη μεταπανδημική ανάκαμψη.

Ωστόσο η κυβερνητική επιχειρηματολογία παρακάμπτει τις αποδεδειγμένα πολλές παλινωδίες στη διαχείριση της πανδημίας. Δεν προσμετρά τη φθορά που προκάλεσαν και προκαλούν οι συνεχείς μεταπτώσεις από την υπερφίαλη αισιοδοξία στην αχαλίνωτη κινδυνολογία και βεβαίως παραβλέπει τις αμφισβητήσεις που κατά καιρούς έχουν εγείρει οι πραγματικοί χειριστές της υγειονομικής κρίσης, το πλήθος των γιατρών και των νοσηλευτών του ΕΣΥ που εδώ και ενάμιση χρόνο παλεύουν με νύχια και με δόντια με την πανδημία, με περιορισμένα μέσα.

Οπως και προσπερνά την κριτική που ασκήθηκε και ασκείται για τη σπουδή που επέδειξε στην άρση των περιοριστικών μέτρων, παρότι είχε πικρές εμπειρίες πέρυσι το καλοκαίρι. Τι επέβαλε άραγε την πλήρη άρση των απαγορεύσεων της νυχτερινής κυκλοφορίας, που επέτρεψε να μετατραπούν τα «μπιτσόμπαρα» της παραλιακής σε εστίες υπερμετάδοσης;

Αναξιολόγητη επίσης παραμένει η διαβρωτική κριτική που ασκείται εντός της νεοδημοκρατικής παράταξης από εσωτερικές δυνάμεις και η οποία ευθέως αμφισβητεί ακόμη και στρατηγικές επιλογές του ίδιου του Πρωθυπουργού, όπως αυτή του «επιτελικού κράτους».

Για να μην αναφερθούμε στην αμφισβήτηση που διεθνώς αντιμετωπίζει το νεοφιλελεύθερο μοντέλο υπό το βάρος του πανδημικού φαινομένου. Οι προτεραιότητες τείνουν να αλλάξουν και ο ρόλος του κράτους επανέρχεται.

Κοινώς, το πολιτικό περιβάλλον μόνο ασφαλές δεν είναι. Απειλεί πρωτίστως τους αλαζόνες και τους… βέβαιους νικητές.

Πηγή: tovima.gr