Του Ηρακλή Ρούπα*
Η αναμενόμενη νέα γενιά “κόκκινων δανείων” δημιουργεί έντονο προβληματισμό, την ίδια στιγμή που το σχέδιο “Ηρακλής” προσφέρει δυνατότητα δικαιότερης αντιμετώπισης και ταχύτερης διεκπεραίωσης σε σύγκριση με τη μέχρι σήμερα τραγικά αργή και αναχρονιστική διαδικασία που έχουν επιλέξει οι τράπεζες. Εν μέσω αυτής της διαδικασίας έχουμε εντρυφήσει πλέον στις διάφορες ορολογίες ενώ ως φορολογούμενοι έχουμε πληρώσει ακριβά τον χρόνο εκμάθησης καθώς και τα σχέδια λύσεων ως προς την διαχείριση του θεσμικού προβλήματος των “κόκκινων δανείων”.
Στο προσκήνιο ήταν πάντα, τόσο σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες, όσο και στην Ελλάδα η δημιουργία Bad Bank. Η θεωρητικά εύκολη και λειτουργικά αποτελεσματικότερη πρόταση που τέθηκε ως μία εκ των ενδεδειγμένων λύσεων. Άλλες προτάσεις συζητούντο μόνον “εξ απαλών ονύχων”, ενώ θα μπορούσαν να αποτελέσουν λύσεις τόσο θεσμικής θωράκισης, όσο και κοινωνικής ισορροπίας. Προτιμήθηκαν όμως οι πωλήσεις στα funds.
Η δημιουργία “bad bank” υπήρξε το μοντέλο αυτό που προωθήθηκε σε ορισμένες χώρες της ΕΕ χωρίς να αναδεικνύεται πάντα το θετικό αποτέλεσμα της ενέργειας αυτής. Όμως, αποτέλεσε λύση βασισμένη στα αναγκαία άμεσα αντανακλαστικά που έπρεπε να αναδεικνύονται στις κρίσεις. Για λόγους που δεν είναι εύκολο να εξηγηθούν όμως, μία τέτοια λύση δεν είχε προκριθεί μέχρι σήμερα στη χώρα μας. Παρά το γεγονός ότι σταθερά υπέρ της λύσης είχαν εκφρασθεί τόσο πολιτικά κόμματα, όσο και ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος.
Μέχρι σήμερα, το πλαίσιο διαχείρισης των προβληματικών δανείων βασίσθηκε στην επιλογή ενός χρονοβόρου συνδυασμού φορέων και πράξεων. Μετά την προστασία από τον Ν. Κατσέλη που επί της ουσίας αποτέλεσε τη μοναδική προστασία της πρώτης κατοικίας, γίνεται λόγος – με καθυστέρηση – για τη δημιουργία εταιρίας Asset Management συμπληρωματική του σχεδίου “Ηρακλής” για τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Παραμένει όμως το ερώτημα ως προς τον λόγο που η πρόταση της ΤτΕ δεν έλαβε τον δρόμο μίας παράλληλης – έστω – υλοποίησης στα αρχικά ακόμα στάδια της κρίσης. Ας μην ξεχνάμε επίσης πως ως συμπληρωματική πρόταση ο κ. Στουρνάρας σε παλαιότερη τοποθέτησή του – που επίσης δεν είχε εισακουσθεί – πρότεινε μία προσέγγιση που συμπεριλάμβανε τη χρήση του αναβαλλόμενου φόρου ως μέρους μίας συνθετικής διαδικασίας.
Στην παρούσα φάση – δέκα χρόνια μετά το “γεγονός” – ακόμα γίνεται λόγος για τον τρόπο διαχείρισης, τόσο των παλαιότερων, όσο και των υπό διαμόρφωση λόγω πανδημίας νέων προβληματικών δανείων. Ουδείς γνωρίζει άλλωστε ποια θα είναι η κατάσταση σε επίπεδο πληρωμών όταν λήξουν τα μορατόρια διευκολύνσεων στα οποία έχουν ενταχθεί δάνεια ύψους περίπου 20 δισ. ευρώ.
Ακόμα πωλούνται δάνεια και γίνεται συζήτηση για υβριδικούς φορείς διαχείρισης ή ακόμα και “δυσνόητων” για την πλειοψηφία των μετόχων προσεγγίσεων εξυγίανσης όπως τα “hive-down”. Δυσνόητες για το επενδυτικό κοινό από το οποίο θα αναζητηθεί στο μέλλον η συμμετοχή του στην πιθανή κεφαλαιακή ενίσχυση των τραπεζών και όχι μόνον. Εκείνο το επενδυτικό κοινό στο οποίο αναφέρθηκε η έκθεση Πισσαρίδη, καθώς και ο Υφ. Οικονομικών κ. Ζαββός ως βάση στήριξης της νέας αναπτυξιακής προσπάθειας. Εκείνο το επενδυτικό κοινό που έχασε τα πάντα επενδύοντας σε τράπεζες.
Το γεγονός όμως ότι εδώ και δέκα χρόνια ακόμα αναζητούνται λύσεις για τα κόκκινα δάνεια, δεν αναδεικνύει μία σταθερή και στοχευμένη προσέγγιση. Το αντίθετο μάλιστα. Ίσως να παρατείνει την εικόνα αδυναμίας των τραπεζών που αδυνατώντας να ισχυροποιήσουν την εξυγιαντική τους διαδικασία, αποφεύγουν να συμμετάσχουν στην χρηματοδοτική διαδικασία ουσιαστικής στήριξης σημαντικού αριθμού επιχειρήσεων. Ειδικά των μικρομεσαίων. Για να αναφερθώ δε σε συνθήκες χρηματιστηρίου, αρκεί να παρατηρήσουμε τις κινήσεις των τραπεζικών μετοχών το τελευταίο διάστημα για να αντιληφθούμε πως το όποιο επενδυτικό “κοινό” διαθέτει το ΧΑΑ, διακατέχεται από έντονο προβληματισμό.
Η λύση της “bad bank” που προτείνει ο διοικητής της ΤτΕ είναι δυνατόν να δώσει ουσιαστική λύση στήριξης της όλης διαδικασίας, ως συμπληρωματικό πλέον εργαλείο, καθώς σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια – σύμφωνα με τα στοιχεία του Μαρτίου – ανήρχοντο σε 61 δις ευρώ περίπου (37% του συνόλου). Με την ολοκλήρωση δε των προγραμμάτων διαχείρισης η ΤτΕ εκτιμά πως το ποσοστό αυτό θα είναι δυνατόν να αγγίξει το 25% μετά από δέκα χρόνια.
Όταν όμως η εξυγίανσή του τραπεζικού συστήματος ακόμα βασίζεται σε προγράμματα εθελουσίας, δεν προβλέπεται αυτό να εμφανίσει ουσιαστική χρηματοδοτική δυναμική σε διάστημα νωρίτερα της διετίας. Με εξαίρεση τις νέες τράπεζες που ίσως δημιουργηθούν και ξεκινούν “καθαρές” όπως για παράδειγμα η “Optima”. Επιπρόσθετα τα προγράμματα τιτλοποιήσεων χρειάζονται χρόνο για να ωριμάσουν. Το σχέδιο “Ηρακλής” ξεκίνησε με καθυστέρηση, ενώ το νομοσχέδιο για τον νέο Κώδικα ρύθμισης οφειλών και παροχής δεύτερης ευκαιρίας ακόμα δεν έχει αρχίσει να δημιουργεί πεδίο στήριξης
Με την έμφαση των Ευρωπαϊκών χωρών να δίδεται στο μεγαλύτερο πρόβλημα κόκκινων δανείων και στόχευση μεταφοράς του προβλήματος εκτός εγχώριων οικονομιών, διαπιστώνεται συνολικά πλέον για τις χώρες της Ευρωζώνης πως η ανεπάρκεια ρευστότητας του τραπεζικού συστήματος δρα αντιαναπτυξιακά, στερώντας την δυνατότητα χρηματοδότησης είτε νέων επιχειρήσεων, είτε των μικρών εκείνων που την χρειάζονται για να επιβιώσουν και να αναπτυχθούν.
Με δεδομένο το γεγονός ότι το “μέγεθος” μετράει, οι περιπτώσεις διατήρησης στην “ζωή” επιχειρήσεων αντιπαραγωγικών στερεί κονδύλια από την προσπάθεια συνολικής ανασύστασης της παραγωγικής δυναμικής κυρίως των ασθενέστερα οικονομικά χωρών. Η πραγματικότητα αυτή νομοτελειακά οδηγεί σε εξαρτήσεις και περιορισμό της αναπτυξιακής αυτονομίας των χωρών αυτών στην κατηγορία των οποίων εντάσσεται η Ελλάδα.
Αν ρωτηθούν πρώην και νυν τραπεζικοί το πιθανότερο είναι να αποφύγουν να “εμπλακούν” στην ανάδειξη της πραγματικής πηγής του προβλήματος. Σε τελική ανάλυση μπορεί ένα μέρος του σημερινού προβλήματος της χρηματοδότησης της οικονομίας να είναι πρόβλημα περιορισμένης υγιούς ζήτησης για πιστώσεις. Όμως, η ανάδειξη πολιτικής πεδίου υγιούς ζήτησης αποτελεί πρωταρχική υποχρέωση της αναπτυξιακής πολιτικής της Κυβέρνησης.
Υπάρχει ανάγκη προώθησης νέων ευέλικτων και καινοτόμων χρηματοδοτικών φορέων. Με έμφαση στις μικρομεσαίες και νεοφυείς επιχειρήσεις των Περιφερειών. Ένας Περιφερειακός χρηματοδοτικός φορέας με βάση κονδύλια του ΕΣΠΑ μοχλευμένα είναι δυνατόν να δημιουργήσουν έναν υποστηρικτικό χρηματοδοτικό ιστό για όλες τις Περιφέρειες της χώρας. Πρόταση που προωθείται από την Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας. Λύσεις υπάρχουν αρκεί να αρχίσουν οι πολιτικοί να σκέπτονται εκτός κλειστού και ασφαλούς πλαισίου της πεπατημένης. Για να αρχίσουμε επιτέλους να συζητάμε για τραπεζικό σύστημα ανάπτυξης και όχι λύσεις “κακών τραπεζών”.
* Ο κ. Ηρακλής Ρούπας είναι Οικονομολόγος