Των Γεώργιου Κ. Μπήτρου και Στέργιου Μπακάλη*
Στο παρόν έχουμε τρεις στόχους. Αυτοί είναι, πρώτον, να αποτυπώσουμε τη θεσμική δομή του χρηματοπιστωτικού συστήματος στην Αυστραλία. Δεύτερον, να εξηγήσουμε πώς εντάσσονται σ’ αυτήν η αγορά των επικουρικών εισφορών και η εποπτεία της από τη Ρυθμιστική Αρχή Ασφαλίσιμων Κινδύνων (ΡΑΑΚ). Και τρίτον, να καταδείξουμε πώς μέσω του εύρωστου ανταγωνισμού που έχει επικρατήσει, η εν λόγω αγορά εξυπηρετεί τα καλύτερα συμφέροντα των εργαζόμενων, εξασφαλίζοντας αποδόσεις στα αποθεματικά τους ανάλογες με τους μακροχρόνιους ρυθμούς ανάπτυξης της οικονομίας.
Για καλύτερη κατανόηση της θεσμικής δομής του συστήματος, ετοιμάσαμε και παραθέτουμε το πιο κάτω σχεδιάγραμμα:
Κοιτώντας από τα πάνω προς τα κάτω, παρατηρούμε ότι η Εκτελεστική Διοίκηση της Ρυθμιστικής Αρχής διορίζεται μεν από την Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση, αλλά κατόπιν αποδοχής του ανώτατου πολιτειακού άρχοντα ή Γενικού Κυβερνήτη, όπως αποκαλείται. Η επιλογή των προσώπων που προτείνονται και τελικά διορίζονται γίνεται στο πλαίσιο της κοινοβουλευτικής διαδικασίας, η οποία χαρακτηρίζεται από πάγιες τάσεις κομματικής συναίνεσης, ώστε να εξασφαλίζεται η απαραίτητη εμπιστοσύνη των πολιτών στις αποφάσεις της Αρχής.
Για εξαιρετικά δύσκολα και αμφιλεγόμενα θέματα, θεωρούμε σημαντικό να αναφέρουμε ότι η Αυστραλία έχει μακρά παράδοση ανάθεσης της διεξαγωγής δημόσιων συζητήσεων και ερευνών σε επιτροπές ειδικών. Για παράδειγμα, οι μεγάλες μεταρρυθμίσεις που έγιναν στο χρηματοπιστωτικό και το συνταξιοδοτικό σύστημα την περίοδο 1996-1997 ακολούθησαν τα ευρήματα και τις προτάσεις μιας δημόσιας έρευνας, γνωστής ως Wallis Inquiry. Μέρος των εν λόγω μεταρρυθμίσεων ήταν και η δημιουργία της προαναφερθείσας Ρυθμιστικής Αρχής.
Στην αρμοδιότητα και ευθύνη αυτής της Αρχής, η οποία βλέπουμε ότι αναφέρεται στην Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση, υπάγονται η εποπτεία του Χρηματοπιστωτικού Τομέα καθώς και η εισήγηση προς την κυβέρνηση και το κοινοβούλιο νομοθετικών πρωτοβουλιών για την επίλυση των εκάστοτε αναφυόμενων νέων προβλημάτων. Αντικείμενο της εποπτείας είναι η παρακολούθηση της λειτουργίας όλων των φορέων που αναφέρονται στο κάτω μέρος του σχεδιαγράμματος, με επίκεντρο τη συμμόρφωση στην κείμενη νομοθεσία και τη διαφύλαξη της ευρωστίας του ανταγωνισμού ως της πλέον αποτελεσματικής μορφής ρύθμισης.
Το έργο αυτό είναι κάθε άλλο παρά εύκολο, γιατί, με δεδομένο το ευρύτατο φάσμα των διαφορετικών επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται, η διατήρηση της ανταγωνιστικής ισορροπίας μεταξύ αντικρουόμενων συμφερόντων, είναι εύλογο να συνοδεύεται από σημαντικές θεσμικές αντιθέσεις και τριβές.
Αλλά κρίνοντας από τις εμπειρίες των δύο τελευταίων δεκαετιών, ισχύει ότι με τη συναινετική κοινωνική και πολιτική κουλτούρα που επικρατεί, ο χρηματοπιστωτικός τομέας στην Αυστραλία βρίσκεται στο μεταίχμιο των παγκόσμιων εξελίξεων, προς γενικό όφελος της Αυστραλίας και των πολιτών της.
Πριν κλείσουμε το άρθρο μας αυτό, θεωρούμε σκόπιμο να προσελκύσουμε την προσοχή των αναγνωστών στο τμήμα του χρηματοπιστωτικού τομέα στο οποίο δραστηριοποιούνται τα συνταξιοδοτικά ταμεία. Το μεγάλο επίτευγμα για το οποίο θέλουμε να μιλήσουμε στους Έλληνες εργαζόμενους είναι ότι έχουν εδραιωθεί και λειτουργούν πλείστα όσα ταμεία διαχείρισης επικουρικών ασφαλιστικών εισφορών, ώστε να ικανοποιούνται οι προτιμήσεις των εργαζόμενων.
Η κινητήριος δύναμη σ’ αυτή την εξέλιξη είναι η φροντίδα και οι επιλογές των εργαζόμενων. Με την ενεργή άσκηση των προτιμήσεών τους, τα ταμεία αναγκάζονται να λειτουργούν ανταγωνιστικά προς όφελος των εργαζομένων, με την έννοια ότι τους εξασφαλίζουν αποδόσεις ανάλογες των μακροχρόνιων ρυθμών ανάπτυξης της οικονομίας.
Από την άλλη πλευρά, ισχύει ότι τα αποθεματικά των επικουρικών ταμείων χρηματοδοτούν σε μεγάλο βαθμό τις επενδύσεις και την ανάπτυξη της οικονομίας. Με τον τρόπο αυτό, οι εργαζόμενοι γίνονται συνιδιοκτήτες των επιχειρήσεων που χρηματοδοτούνται και αντιλαμβάνονται έτσι ότι τα συμφέροντα των κεφαλαιούχων συμβαδίζουν με τα συμφέροντά τους. Όπως αποκαλείται στα Αγγλικά, αυτή είναι μια win-win κοινωνική διευθέτηση, γιατί όλοι είναι κερδισμένοι.
Συμπέρασμα
Τα πολιτικά κόμματα στην Αυστραλία προχώρησαν στις αρχές της δεκαετίας του 1990 στη μεταρρύθμιση για την οποία γράφουμε, κατόπιν διαλόγου με τους εργαζόμενους και τις φωτισμένες συνδικαλιστικές ηγεσίες τους, όπως και τον επιχειρηματικό κόσμο. Έκτοτε, τα εξαιρετικά αποτελέσματα δικαίωσαν πλήρως τις προσδοκίες όλων των μεταρρυθμιστών της εποχής εκείνης, γιατί κατέληξαν σε κοινωνική συναίνεση μεταξύ «εργοδοτών» και «εργαζομένων» για το καλό όλων.
Αντιθέτως, η μεταρρύθμιση που υιοθετήθηκε στη Ελλάδα βασίζεται στην αυθαίρετη ερμηνεία των κομματικών και ακαδημαϊκών εμπνευστών της ότι η αγορά και ο ανταγωνισμός αντιβαίνουν με ευρύτερες κοινωνικές συναινέσεις. Αν και ευθύνονται για την πτώχευση της χώρας το 2009, συνεχίζουν να επιμένουν σε προσεγγίσεις σοβιετικού τύπου. Τους διαψεύδουν πλήρως τα αποτελέσματα στην Αυστραλία, τη Νέα Ζηλανδία την Ιρλανδία κ.λπ.
Συνεπώς, απομένει στον πατριωτισμό και στο συμφέρον των Ελλήνων εργαζομένων να κινητοποιηθούν και να πιέσουν κοινωνικά και πολιτικά για μια μεταρρύθμιση στην κατεύθυνση που δείχνουν αυτές οι χώρες. Αν το κάνουν, η ελληνική μεταρρύθμιση ίσως τροποποιηθεί, δημιουργώντας κατάλληλες συνθήκες για μια καλύτερη αντιμετώπιση των κινδύνων που διαβλέπουμε για τη χώρα από το υπάρχον συνταξιοδοτικό αδιέξοδο.
* Ο Γεώργιος Κ. Μπήτρος είναι Ομότιμος Καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Οικονομικό Πα-νεπιστήμιο Αθηνών, ενώ ο Στέργιος Μπακάλης είναι τ. καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Βικτόρια της Αυστραλίας.
Πηγή: euro2day.gr