Τα βλέμματα είναι στραμμένα στη Γενεύη, όπου, μέσω της σύγκλησης μιας ακόμη άτυπης πενταμερούς διάσκεψης, συνεχίζεται η ακανθώδης προσπάθεια επίλυσης του Κυπριακού ζητήματος.
Στην πρόσφατη ιστορία της Κύπρου έλαβαν χώρα ουκ ολίγες πενταμερείς διασκέψεις, από τις οποίες οι δύο πρώτες έγιναν προ της εισβολής, ενώ οι υπόλοιπες μετά την εισβολή του 1974 και υπό εντελώς διαφορετικές συνθήκες.
Οι πενταμερείς διασκέψεις για επίλυση του Κυπριακού ζητήματος έχουν ιστορία πάνω από μισό αιώνα και συγκεκριμένα 62 χρόνια. Η πρώτη πενταμερής διάσκεψη για το Κυπριακό πραγματοποιήθηκε τον Φεβρουάριο 1959 στο Λονδίνο, μεταξύ Ελλάδας, Τουρκίας, Ηνωμένου Βασιλείου και αντιπροσώπων των δύο «κοινοτήτων» της Κύπρου και είχε ως απόρροια την υπογραφή των Συμφωνιών Ζυρίχης και Λονδίνου, με τις οποίες ιδρύθηκε η Κυπριακή Δημοκρατία. Ακολούθησε η δεύτερης πενταμερής στο Λονδίνο, το 1964, μετά την τουρκανταρσία και η τρίτη στη Γενεύη στις 8 Αυγούστου 1974, μεταξύ πρώτης και δεύτερης τουρικής εισβολής. Το 2004 πραγματοποιήθηκε στο Μπούργκενστοκ η τέταρτη πενταμερής, ακολούθησαν τον Νοέμβριο 2016 οι πενταμερείς στο Μοντ Πελεράν και το 2017 στη Γενεύη, με την τελευταία πενταμερή διάσκεψη να πραγματοποιείται στο Κραν Μοντανά το 2017, χωρίς αίσιο αποτέλεσμα.
Εξετάζοντας την πορεία του Κυπριακού, όπως εξελίχθηκε από αποικιακό ζήτημα σε ελληνοτουρκική διαφορά και ακολούθως σε πρόβλημα εισβολής και κατοχής, παρατηρούμε ότι σε όλες τις διεργασίες πρωταγωνιστικό ρόλο είχαν και συνεχίζουν να έχουν οι Βρετανοί. Από τη γένεση του προβλήματος μέχρι σήμερα, τόσο η Βρετανία όσο και η Τουρκία επιχειρούν μέσω του πενταμερούς πλαισίου να διασφαλίσουν διπλωματικά την παρουσία και τα συμφέροντά τους στο νησί, υποσκάπτοντας την Κυπριακή Δημοκρατία, της οποίας η διεθνώς αναγνωρισμένη προσωπικότητα αποτελεί μέχρι και σήμερα το βασικότερο διαπραγματευτικό χαρτί της ελληνοκυπριακής πλευράς.
Σην παρούσα διαδικασία, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι η ελληνοκυπριακή πλευρά επιθυμεί τη συνέχιση των διαπραγματεύσεων από το σημείο που σταμάτησαν πριν από 4 χρόνια στον Κραν Μοντανά, την ώρα που η Τουρκία και Τουρκοκύπριοι διαμηνύουν πως η ομοσπονδιακή λύση δεν είναι πλέον εφικτή, θέτοντας θέμα αλλαγής της βάσης της συζήτησης, με στόχο την επίτευξη μιας συνομοσπονδιακής λύσης, αντιλαμβανόμαστε ότι υπό αυτά τα δεδομένα η άτυπη πενταμερής αρχίζει με χαμηλές προσδοκίες για εύρεση κοινού εδάφους προς επανέναρξη των συνομιλιών.
Από την Τριμερή διάσκεψη του Λονδίνου στην πρώτη Πενταμερή διάσκεψη
Πώς ενεπλάκη η Τουρκία στο Κυπριακό
Πηγή δημιουργίας του Κυπριακού ζητήματος τη δεκαετία του 1950 ήταν η έντονη επιθυμία της συντριπτικής πλειοψηφίας του Κυπριακού Ελληνισμού για ένωση με την Ελλάδα και η παράλληλη εναντίωση στο αίτημα αυτό τόσο από την Τουρκία όσο και από τη Βρετανία.
Το 1955, όταν ο αγώνας των Κυπρίων συνεχίστηκε με δυναμικότερο τρόπο με την έναρξη του απελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ, η Βρετανία, προκειμένου να εξασφαλίσει την κυριαρχία της στο νησί και να υποβαθμίσει την πολιτική πίεση που δεχόταν, αποφάσισε να εφαρμόσει τη συνήθη ταχτική του «διαίρει και βασίλευε», εντάσσοντας και την Τουρκία στο παιχνίδι των δικεδικήσεων, ώστε με την εμπλοκή της, να παρουσιάζεται πλέον το Λονδίνο ως διαμεσολαβητής και κηδεμόνας της Κύπρου. Η συμμετοχή της Ελλάδας στην Τριμερή Διάσκεψη του Λονδίνου, που προσκάλεσε η Βρετανία, έχει χαρακτηριστεί ως μέγα σφάλμα της ελληνικής διπλωματίας, καθώς με τη συνάντηση αναγνωρίστηκε η Τουρκία ως ισότιμο μέλος στη διευθέτηση του Κυπριακού, το οποίο από αποικιακό ζήτημα μετατράπηκε σε ελληνοτουρκική διαφορά, ενώ τοποθετήθηκε στο πλαίσιο της δυτικής στρατηγικής στην Ανατολική Μεσόγειο.
Στη διάσκεψη, όπου η Άγκυρα παρουσίασε για πρώτη φορά ολοκληρωμένα την επιχειρηματολογία της, υποστήριξε ότι η αρχή της αυτοδιάθεσης των λαών υποχωρεί μπροστά στις ανάγκες ασφάλειας των γειτονικών κρατών κι αν ακόμη εφαρμοστεί θα πρέπει να γίνει χωριστά για Ελληνοκυπρίους και Τουρκοκυπρίους. Η ελληνική μειονότητα και το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως υπέστησαν πρώτοι τις συνέπειες της κυπριακής διαμάχης, με τους διωγμούς που υπέστησαν στην Κωνσταντινούπολη και τη Σμύρνη.
- Η πρώτη Πενταμερής διάσκεψη στο Λονδίνο
Iδρύθηκε η Κυπριακή Δημοκρατία
Το 1959, μετά το ξέσπασμα διακοινοτικών συγκρούσεων και την πρόταση του σχεδίου ΜακΜίλλαν από τη βρετανική κυβέρνηση, πυρήνας του οποίου αποτελούσε η ιδέα για την εγκαθίδρυση στην Κύπρο ενός καθεστώτος τριπλού «συνεταιρισμού» μεταξύ Βρετανίας, Ελλάδας και Τουρκίας, το εθνικό απελευθερωτικό κίνημα της Κύπρου, υπό την ηγεσία του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, στράφηκε προς την αποδοχή μιας λύσης περιορισμένης ανεξαρτησίας, οι συνισταμένες της οποίας είχαν τύχει επεξεργασίας στη Ζυρίχη από τις κυβερνήσεις Ελλάδας και Τουρκίας.
Στις 19 Φεβρουαρίου 1959 πραγματοποιήθηκε στο Λονδίνο η πρώτη πενταμερής διάσκεψη για το Κυπριακό μεταξύ Μεγάλης Βρετανίας, Ελλάδας, Τουρκίας και αντιπροσώπων των δύο «κοινοτήτων» της Κύπρου, κατά την οποία οι παρευρισκόμενοι υπέγραψαν τη «Βασική Διάρθρωση της Δημοκρατίας της Κύπρου», τη «Συνθήκη Εγγύησης» και τη «Συνθήκη Συμμαχίας μεταξύ της Δημοκρατίας της Κύπρου, της Ελλάδας και της Τουρκίας».
Οι συνθήκες αυτές είχαν μονογραφηθεί 8 μέρες πριν στη Ζυρίχη από τους πρωθυπουργούς της Ελλάδος, Κωνσταντίνο Καραμανλή και της Τουρκίας, Αντναν Μεντερές, καθ’ υπόδειξη των Βρετανών και στην απουσία των Κυπρίων, καθώς στις διαπραγματεύσεις που έλαβαν μέρος στην Ζυρίχη, με ημερομηνία έναρξης 5 Φεβρουαρίου 1959, συμμετείχαν η Ελλάδα και η Τουρκία, ενώ Κύπριοι πολιτικοί δεν ήταν παρόντες.
Η πρώτη πενταμερής του Λονδίνου αποτελούσε στην ουσία μία «τυπική» διαδικασία, αφού το αποτέλεσμά της ήταν προσχεδιασμένο από τους Βρετανούς και προσυμφωνημένο από την Τουρκία και την Ελλάδα.
Ουσιαστικά με τις συμφωνίες Ζυρίχης – Λονδίνου δρομολογούνταν τα ακόλουθα:
- Ενταφιαζόταν οριστικά η εκφρασθείσα μέσω του δημοψηφίσματος βούληση του κυπριακού λαού για ένωση με την Ελλάδα, καταπατώντας το διεθνώς κατοχυρωμένο δικαίωμα για αυτοδιάθεση.
- Μέσω του συντάγματος της νεοσύστατης Κυπριακής Δημοκρατίας επισφραγιζόταν ο δικοινοτικός διαχωρισμός, που είχε επιβληθεί στον κυπριακό λαό κατά την τουρκοκρατία και είχε μετεξελιχθεί από τους Βρετανούς κατά την αποικιοκρατία.
- Διασφαλιζόταν η συνέχιση της στρατιωτικής παρουσίας της Βρετανίας στο νησί.
- Νομιμοποιείτο η καταπάτηση της συνθήκης της Λωζάνης, με την οποία η Τουρκία είχε αποποιηθεί οποιοδήποτε δικαίωμα στην Κύπρο, ενώ απέκτησε το εγγυητικό δικαίωμα μονομερούς επέμβασης.
Οι τρεις κυβερνήσεις (Αγγλίας, Ελλάδος, Τουρκίας) «έκλεισαν» με ταχύτητα το Κυπριακό στο Λονδίνο, όπως όμως αποδείχθηκε πολύ σύντομα, το Κυπριακό δεν λύθηκε, απλώς οδηγήθηκε σε νέες φάσεις και νέες καταστροφικές εξάρσεις για το νησί.
- Η Πενταμερής του 1964
Η δεύτερη πενταμερής διάσκεψη του Λονδίνου συνεκλήθη από τη βρετανική κυβέρνηση, ως εγγυήτρια δύναμη της Κυπριακής Δημοκρατίας, μετά την τουρκανταρσία, προκειμένου ν’ ασχοληθεί με το Κυπριακό ζήτημα, όπως διαμορφώθηκε μετά την έναρξη των διακοινοτικών ταραχών 1963-64, ενώ διήρκεσε από τις 15 Ιανουαρίου μέχρι τις 10 Φεβρουαρίου, οπότε τερματίστηκε χωρίς κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα. Μαζί με τις εγγυήτριες δυνάμεις συμμετείχαν και οι δύο κοινότητες στην Κύπρο, με παρουσία εκπροσώπων των πέντε μερών και με απούσα την Κυπριακή Δημοκρατία.
Σημειώνεται ότι στο πλαίσιο του ψυχροπολεμικού γίγνεσθαι, οι Αγγλοαμερικανοί με τη σύγκληση πενταμερούς διάσκεψης στις αρχές του 1964 και με υποβολή σχεδίων, προσπαθούσαν να ρυθμίσουν το Κυπριακό στο πλαίσιο του NATO (στο οποίο ανήκαν κι η Ελλάδα κι η Τουρκία), ενώ από τη δική του πλευρά, ο πρόεδρος Μακάριος επιζητούσε οποιαδήποτε εξέλιξη στο πρόβλημα να πραγματοποιείται ή να προέρχεται μέσω του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, γεγονός που δημιουργούσε αναταραχές στο όλο σκηνικό.
Γράφει χαρακτηριστικά ο Νίκος Κρανιδιώτης στο βιβλίο του «Ανοχύρωτη Πολιτεία – Κύπρος 1960 – 1974 – Τόμος Α’»: «Η Διάσκεψη του Λονδίνου ήταν έργο της Βρετανικής και της Αμερικανικής Κυβέρνησης. Η πολιτική του Λονδίνου και της Ουάσιγκτον στο Κυπριακό απέβλεπε τότε στην επιβολή μιας λύσης, που θα εξασφάλιζε την ενότητα της Νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ (προλαμβάνοντας έτσι έναν Ελληνοτουρκικό πόλεμο), την αποτροπή Σοβιετικής ανάμιξης στη διένεξη, την αποφυγή ευρύτερης διεθνοποίησης του θέματος (μέσω του ΟΗΕ), και, τέλος, την υπαγωγή της Κύπρου κάτω από Νατοϊκό έλεγχο».
- Πενταμερής Διάσκεψη της Γενεύης το 1974
Η επόμενη πενταμερής διάσκεψη για το Κυπριακό πραγματοποιήθηκε αμέσως μετά την τουρκική εισβολή, με την κατάσταση στην Κύπρο να είναι δραματική και τα δεδομένα πολύ διαφορετικά από την προηγούμενη δεκαετία.
Στις 20 Ιουλίου 1974, καθώς εξελισσόταν η πρώτη τουρκική εισβολή στην Κύπρο, το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών υιοθέτησε το Ψήφισμα 353, το οποίο μεταξύ άλλων «κάλεσε την Ελλάδα, την Τουρκία και το Ηνωμένο Βασίλειο να προσέλθουν σε συνομιλίες χωρίς καθυστέρηση για την αποκατάσταση της ειρήνης στην περιοχή και της συνταγματικής διακυβέρνησης της Κύπρου και να τηρούν ενήμερο τον γενικό γραμματέα».
Η Πρώτη Διάσκεψη της Γενεύης συνήλθε μεταξύ της 25ης και 30ής Ιουλίου, με συμμετοχή των υπουργών Εξωτερικών των τριών Εγγυητριών Δυνάμεων, οι οποίοι συμφώνησαν στην Κοινή Διακήρυξη της 30ής Ιουλίου 1974.
Το πιο σημαντικό τμήμα της Διακήρυξης ήταν το ακόλουθο: «Οι υπουργοί σημείωσαν την ύπαρξη στην Κύπρο, στην πράξη (in practice), δύο αυτονόμων διοικήσεων, της ελληνικής κοινότητας και της τουρκικής κοινότητας. Χωρίς να προδικάζουν τα συμπεράσματα της κατάστασης αυτής, οι υπουργοί συμφωνούν να εξετάσουν στην προσεχή συνάντησή τους τα προβλήματα, που θα τεθούν λόγω της ύπαρξής τους». Η διατύπωση αυτή θεωρήθηκε από αρκετούς ότι εξίσωνε τη νόμιμη κυβέρνηση της Δημοκρατίας και την παράνομη τουρκοκυπριακή de facto διοίκηση.
Η νέα διάσκεψη συνήλθε στη Γενεύη στις 8 Αυγούστου 1974, με συμμετοχή των υπουργών Εξωτερικών της Μεγάλης Βρετανίας, της Ελλάδας και της Τουρκίας και των εκπροσώπων των Ελληνοκυπρίων, Γλαύκου Κληρίδη και των Τουρκοκυπρίων, Ραούφ Ντενκτάς και στο πλαίσιο της οποίας παρουσιάστηκαν τρεις προτάσεις για το πολιτειακό μέλλον της Κύπρου – οι πρώτες δύο από την τουρκική πλευρά και η τρίτη από την ελληνοκυπριακή (με τη σύμφωνη γνώμη της Αθήνας). Η ελληνοκυπριακή πλευρά υποστήριξε την επιστροφή στο Σύνταγμα του 1960 και την επανάληψη των διακοινοτικών συνομιλιών, αλλά ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών απέρριψε την εισήγηση Κληρίδη και αντιπρότεινε τη συγκρότηση δύο αυτόνομων περιοχών, χωρίς την πλήρη γεωγραφική συνέχεια της τουρκοκυπριακής περιοχής. Ο Τουρκοκύπριος ηγέτης, Ραούφ Ντενκτάς, πρότεινε τη συγκρότηση ομοσπονδίας, που θα αποτελείτο από δύο ομόσπονδα κράτη, ένα ελληνοκυπριακό και ένα τουρκοκυπριακό. Και οι δύο προτάσεις προέβλεπαν ότι οι Τουρκοκύπριοι θα έλεγχαν το 34% του εδάφους της Δημοκρατίας, ενώ και τα δυο σχέδια απέβλεπαν στην κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας και τη διχοτόμηση, με τη νομιμοποίηση των «δυο αυτονόμων διοικήσεων».
Η ελληνοκυπριακή πλευρά απέρριψε τις προτάσεις με το επιχείρημα ότι δεν θα ήταν λειτουργικές και βιώσιμες στα κυπριακά δεδομένα, ενώ θα αποτελούσε και αναγνώριση των αποτελεσμάτων της τουρκικής εισβολής.
Η Διάσκεψη της Γενεύης έληξε χωρίς αποδοχή των τουρκικών προτάσεων και χωρίς αναγνώριση των στρατιωτικών τετελεσμένων στην Κύπρο. Εν αντιθέσει, τονίστηκαν η συνεχιζόμενη ύπαρξη της Κυπριακής Δημοκρατίας και η νομιμότητα της κυπριακής κυβέρνησης, όπως είχε αποκατασταθεί με την κατάρρευση του ελληνικού στρατιωτικού καθεστώτος και την ανάληψη της εξουσίας στην Κύπρο από τον Γλαύκο Κληρίδη.
Παρόλο που δεν αποσόβησε την περαιτέρω τουρκική στρατιωτική επέκταση στην Κύπρο και την ανθρωπιστική τραγωδία που ακολούθησαν, η Διάσκεψη της Γενεύης βοήθησε και συνέβαλε στη διατήρηση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η μη αποδοχή των σχεδίων της Τουρκίας εμπόδισε την τελευταία να πραγματοποιήσει πλήρως τους στόχους της και να υλοποιήσει τα όσα πέτυχε στην πρώτη φάση της διάσκεψης της Γενεύης.
- Η Πενταμερής Διάσκεψη στο Μπούργκενστοκ το 2004
Στις 23 Μαρτίου 2004 κορυφώθηκε στο χιονισμένο θέρετρο Μπούργκενστοκ της Λουκέρνης στην Ελβετία η προσπάθεια για επίλυση του Κυπριακού, παρουσία των πρωθυπουργών της Ελλάδας Κώστα Καραμανλή, της Τουρκίας Ταγίπ Ερτογάν και σύσσωμης της πολιτικής ηγεσίας υπό τον τότε Πρόεδρο, Τάσο Παπαδόπουλο. Στις 29 Μαρτίου ο Γ.Γ. του ΟΗΕ, Κόφι Ανάν, επέδωσε αναθεωρημένο σχέδιο λύσεως (Σχέδιο Ανάν IV), αιτούμενος από όλες τις πλευρές να καταθέσουν παρατηρήσεις μέχρι την επομένη, ώστε να καταλήξει στο οριστικό σχέδιο, χωρίς, ωστόσο, να δοθεί περιθώριο διαπραγμάτευσης. Το κείμενο, το οποίο δεν ήταν προϊόν συμφωνίας μεταξύ των δύο πλευρών, αλλά το αποτέλεσμα επιδιαιτησίας που άσκησε ο Γ.Γ. του ΟΗΕ, τέθηκε ενώπιον Ε/κ και Τ/κ σε ξεχωριστά δημοψηφίσματα που διεξήχθησαν στις 24 Απριλίου 2004.
Στις 24 Απριλίου 2004 το 76% των Ελληνοκυπρίων ψήφισε ΟΧΙ στο Σχέδιο Ανάν, ενώ αντίθετα το 62% των Τουρκοκυπρίων ψήφισε ΝΑΙ. Ακολούθως, ο πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, Τάσος Παπαδόπουλος, ο οποίος με την επιστροφή του στο νησί, είχε πάρει σαφή θέση εναντίον του Σχεδίου Ανάν, άρχισε διεθνή εκστρατεία για να εξηγήσει τους λόγους του ΟΧΙ, ενώ την 1 Μαϊου 2004, στη Σύνοδο Κορυφής του Δουβλίνου, η Κυπριακή Δημοκρατία έγινε αποδεκτή ως πλήρες μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
- Οι Πενταμερείς στο Μοντ Πελεράν 2016
Τον Νοέμβριο 2016 στο Μοντ Πελεράν της Ελβετίας, έλαβαν χώρα τρεις πενταμερείς διασκέψεις. Στις πρώτες δύο παρόντες ήταν παρόντες ο Πρόεδρος Αναστασιάδης και ο Μουσταφά Ακιντζί στην παρουσία εκπροσώπων των 3 εγγυητριών δυνάμεων και των Ηνωμένων Εθνών, ενώ η τρίτη πενταμερής διεξήχθη στην παρουσία των διαπραγματευτών του Κυπριακού Ανδρέα Μαυρογιάννη και Οζντίλ Ναμί.
Ύστερα από δύο γύρους Αναστασιάδης και Ακιντζί δεν μπόρεσαν να επιτύχουν στις απαραίτητες περαιτέρω συγκλίσεις στα κριτήρια για εδαφικές προσαρμογές, που θα άνοιγαν το δρόμο για την τελευταία πράξη των συνομιλιών.
Σε δείπνο που ακολούθησε στη Λευκωσία, την 1η Δεκεμβρίου 2016, αποφάσισαν όπως συνεχίσουν τις διαπραγματεύσεις στη Λευκωσία και συναντηθούν στη Γενεύη.
- Πενταμερής Διάσκεψη της Γενεύης 2017
Η Διάσκεψη της Γενεύης απαρτιζόταν από δύο μέρη και στηριζόταν στη συμφωνία στην οποία είχαν καταλήξει οι δύο ηγέτες στο δείπνο της 1ης Δεκεμβρίου 2016, δηλαδή να συγκαλέσουν για πρώτη φορά στη διαδικασία του Κυπριακού διαπραγματεύσεις για την Ασφάλεια και της Εγγυήσεις, με τη συμμετοχή των εγγυητριών δυνάμεων.
Το πρώτο μέρος ξεκίνησε με τα κεφάλαια του Περιουσιακού και της Διακυβέρνησης στις 11 Ιανουαρίου, οπότε οι δύο πλευρές για πρώτη φορά στην ιστορία του Κυπριακού αντάλλαξαν χάρτες, με ποσοστά εντός των συμφωνημένων παραμέτρων.
Στις 12 Ιανουαρίου 2017 η διάσκεψη ξεκίνησε με συνάντηση Γκουτέρες-Αναστασιάδη-Ακιντζί, ενώ παρούσες ήταν και οι τρεις εγγυήτριες δυνάμεις αλλά και η Ευρωπαϊκή Ένωση διά του Προέδρου της Κομισιόν Ζαν Κλοντ Γιούγκερ, υπό το καθεστώς του παρατηρητή. Το κεντρικό πρόβλημα που είχε τεθεί προς συζήτηση και επί του οποίου δεν υπήρχε σύμπτωση απόψεων ήταν το ζήτημα των εγγυήσεων, των παρεμβατικών δικαιωμάτων και της Ασφάλειας, στο οποίο ο πρώην Υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας, Νίκος Κοτζιάς, είχε καταθέσει ολοκληρωμένη πρόταση, καθιστώντας σαφή την επιθυμία της Αθήνας για κατάργηση του καθεστώτος των εγγυήσεων, πράγμα στο οποίο διαφωνούσε η Άγκυρα.
Λίγο πριν ξεκινήσει το δεύτερο μέρος της Διάσκεψης για το Κυπριακό στη Γενεύη, ο Έλληνας ΥΠΕΞ τόνιζε σε δηλώσεις του την ανάγκη αποχώρησης του τουρκικού στρατού κατοχής με συνεχή ροή, μία μεγάλη αποχώρηση την πρώτη εβδομάδα και συγκεκριμένη καταληκτική ημερομηνία. Ο κ. Κοτζιάς εξήγησε ότι πρότεινε να μπει αυτό το σχέδιο «υπό την ομπρέλα του ΟΗΕ, να υπάρξει μια ειδική ομάδα που να καταγράψει με ακρίβεια το μέγεθος του τουρκικού στρατού, αλλά και της ΕΛΔΥΚ- δεν έχουμε καμία αντίρρηση-, τον οπλισμό που έχει και τον τύπο του οπλισμού και να μπορεί αυτή η ομάδα κατόπιν – ο ΟΑΣΕ και ο ΟΗΕ έχουν μεγάλες εμπειρίες – να καταγράφει τη ροή αποχώρησης αυτών των ομάδων».
Στη Διάσκεψη εν τέλει αποφασίστηκε, σύμφωνα με την ανακοίνωση του ΟΗΕ, να πραγματοποιηθούν τα παρακάτω βήματα:
– «Δημιουργία μιας ομάδας εργασίας στο επίπεδο των αντιπροσωπειών. Η ομάδα αυτή θα αρχίσει τις εργασίες της στις 18 Ιανουαρίου. Το έργο της θα είναι να καθορίσει συγκεκριμένα ερωτήματα και τα όργανα που χρειάζονται για να απαντηθούν.
– Παράλληλα οι διαπραγματεύσεις για τα εκκρεμούντα θέματα στα άλλα κεφάλαια θα συνεχιστούν μεταξύ των δύο πλευρών στην Κύπρο.
– Η διάσκεψη θα συνεχιστεί σε πολιτικό επίπεδο αμέσως μετά για να ανασκοπήσει το αποτέλεσμα των συζητήσεων της ομάδας εργασίας. Στη Διάσκεψη επιβεβαιώθηκε η πλήρης δέσμευση των τριών εγγυητριών δυνάμεων να υποστηρίξουν την επίτευξη συνολικής συμφωνίας».
- Η Πενταμερής Διάσκεψη στο Κραν Μοντανά
Η τελευταία μέχρι στιγμής πενταμερής πραγματοποιήθηκε στο Κραν Μοντανά της Ελβετίας από τις 30 Ιουνίου έως και τις 7 Ιουλίου 2017 και κατέληξε σε αδιέξοδο, αφήνοντας εντούτοις στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων το πολυσυζητημένο «πλαίσιο Γκουτέρες».
Τον συντονισμό της διάσκεψης είχε ο Γ.Γ. του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες και ο εκπρόσωπος του Έσπεν Μπαρθ Έιντε και έλαβαν μέρος ο Πρόεδρος Αναστασιάδης, ο Μουσταφά Ακιντζί εκ μέρους των Τουρκοκυπρίων, ενώ την Ελλάδα εκπροσώπησε ο ΥΠΕΞ Νίκος Κοτζιάς, την Τουρκία ο ΥΠΕΞ Μεβλουτ Τσαβούσογλου και τη Βρετανία ο ΥΠΕΞ, Μπόρις Τζόνσον. Διαπραγματευτής της ε/κ πλευράς ήταν ο πρέσβης Ανδρέας Μαυρογιάννης και της τουρκοκυπριακής ο Οζντίλ Ναμί.
Μετά το τέλος της διάσκεψης σε συνέντευξη τύπου ο ΓΓ του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, δήλωνε ότι «οι συνομιλίες για το Κυπριακό έκλεισαν χωρίς συμφωνία» και τόνιζε: «Λυπάμαι πολύ που ανακοινώνω ότι παρά την πολύ ισχυρή δέσμευση και συμμετοχή όλων των αντιπροσωπειών και διαφορετικών πλευρών η Διάσκεψη για τo Κυπριακό έκλεισε χωρίς να επιτευχθεί συμφωνία».
Σφυρίζοντας τη λήξη της Διάσκεψης για την Κύπρο στο Κραν Μοντανά, ο Αντόνιο Γκούτερες άφηνε παρακαταθήκη, η οποία συντηρούσε ζωντανή την ελπίδα για επανέναρξη του διαλόγου και συνέχιση της προσπάθειας για λύση. Επρόκειτο για το περιβόητο πλαίσιο έξι σημείων του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ, το οποίο, ως περίγραμμα αρχών που δόθηκε με την προοπτική ν’ αποτελέσει το κοινό έδαφος επί του οποίου οι δύο πλευρές να επιχειρήσουν να οικοδομήσουν τις απαιτούμενες συγκλίσεις στα ζητήματα της διαπραγμάτευσης, έμελλε εν τέλει μέσα από τις διπλές ερμηνείες που του δόθηκαν στη συνέχεια να μετατραπεί σε ένα ακόμη πεδίο αντιπαράθεσης.
Πηγή: www.philenews.com