Για τον Τούρκο πρόεδρο η μόνη συνταγή που έχει -έως τώρα- στεφθεί με απόλυτη επιτυχία είναι εκείνη της πρόκλησης εντάσεων σε εσωτερικό και εξωτερικό
«Συνταγή» που διαχρονικά σου εξασφαλίζει επιτυχίες δεν την αλλάζεις. Κάτι τέτοιο, άλλωστε, θα ήταν ευεπίφορο σε αποτυχίες. Και για τον Τούρκο πρόεδρο, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, η μόνη συνταγή που δείχνει μέχρι στιγμής να έχει στεφθεί με σχεδόν απόλυτη επιτυχία μέσα σε ομολογουμένως δύσκολες και πολυκύμαντες συνθήκες είναι εκείνη της… πρόκλησης εντάσεων σε εσωτερικό και εξωτερικό.
Για τις τρεις διαδοχικές στρατιωτικές εισβολές που πραγματοποίησε στη Συρία και τις παράνομες γεωτρήσεις στην κυπριακή ΑΟΖ, για τις επιθέσεις ενάντια στους Κούρδους εντός της Τουρκίας και την εργαλειοποίηση των προσφυγικών ροών στο Αιγαίο, για τους ρωσικούς S-400 και τις παραβιάσεις των εμπάργκο σε Λιβύη και Ιράν, για τις απειλές και τις προσβολές, τις καταπατήσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τους εκβιασμούς, για όλα όσα έχει κάνει με άλλα λόγια τα τελευταία χρόνια… το καθεστώς Ερντογάν στην πραγματικότητα δεν έχει μέχρι στιγμής πληρώσει κάποιο «τίμημα» αντάξιο των πράξεών του.
Και όταν πράξεις αμφιλεγόμενες ή κατάφωρα παράνομες και προκλητικές δεν συνοδεύονται από υπολογίσιμο κόστος για τον εκάστοτε δρώντα, τότε εκείνες τείνουν να διαιωνίζονται ως… πρακτική.
Κάπως έτσι, έχουμε φτάσει πλέον στο κατώφλι του 2020, με τον Ερντογάν να κλιμακώνει έτι περαιτέρω την ένταση στην Ανατολική Μεσόγειο, προωθώντας χάρτες «συνόρων» με τη Λιβύη και απειλώντας πλέον με γεωτρήσεις εντός όχι μόνο της κυπριακής ΑΟΖ αλλά και της ελληνικής υφαλοκρηπίδας στα ανατολικά της Κρήτης.
Ο Ερντογάν έχει βρεθεί στο στόχαστρο διεθνών επικρίσεων για όλους τους λόγους του κόσμου τα τελευταία χρόνια. Απτόητος ωστόσο, εκείνος δεν δείχνει διατεθειμένος να κάνει πίσω για μια σειρά από πολύ συγκεκριμένους λόγους:
- Επειδή, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, η συνταγή της έντασης δείχνει να του «βγαίνει» καθώς του επιτρέπει να ενισχύει de-facto τη θέση του σε όλα τα μέτωπα από τη Συρία έως και τη Λιβύη. Ο Ερντογάν, έτσι, θέτει τις βάσεις για τη δημιουργία τετελεσμένων τουρκικής (συγ)κυριαρχίας σε στεριά και θάλασσα. Ό,τι έπραξε στην Κύπρο το 1974, το πράττει τώρα και στην ανατολική Μεσόγειο, συνδυάζοντας τις στρατιωτικές εισβολές (Συρία) με εκβιαστικές συμφωνίες (μνημόνια με Λιβύη, «παζάρια» ΕΕ-Τουρκίας για το προσφυγικό) και πειρατικές κινήσεις (παράνομες σεισμογραφικές έρευνες και γεωτρήσεις) μέσα σε ένα πλαίσιο «υβριδικό». Όσα ισχύουν άλλωστε σήμερα de-facto, τείνουν να επηρεάζουν και όσα θα ισχύσουν κάποτε de-jure, είτε μας αρέσει είτε όχι. Για του λόγου το αληθές, αρκεί μια ματιά… στην Κύπρο.
- Επειδή έτσι εκείνος επεκτείνει τις διεκδικήσεις του στα μάτια όχι μόνο των άμεσα εμπλεκομένων αλλά και της διεθνούς κοινότητας, διεκδικήσεις μονομερείς μεν που δεν παράγουν έννομα αποτελέσματα αλλά που διαμορφώνουν νέα de-facto διαπραγματευτικά δεδομένα, διεκδικήσεις τις οποίες η Τουρκία σπεύδει εν τω μεταξύ και να καταθέσει/πρωτοκολλήσει στον ΟΗΕ. Στο ίδιο πλαίσιο, η Άγκυρα δεν διστάζει ακόμη και να ζητά ψηφοφορίες σε επίπεδο Ηνωμένων Εθνών που μόνη εκείνη καταψηφίζει (επί παραδείγματι για το Δίκαιο της Θάλασσας), προκειμένου ακριβώς να καταγραφεί η αντίθεσή της.
- Επειδή έτσι εκείνος παρουσιάζεται ισχυρός στο εσωτερικό. Και μάλιστα σε μια περίοδο έντονων εσωτερικών πολιτικών εξελίξεων. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Ερντογάν προωθεί δυναμικά την επέκταση των τουρκικών θαλασσίων ζωνών προς τη Λιβύη μέσα από διαδοχικές προσωπικές εμφανίσεις στην τουρκική τηλεόραση και βαρύγδουπες δημόσιες παρεμβάσεις, απευθυνόμενος στο τουρκικό θυμικό (επικαλούμενος εκείνο το καλούμενο «σύνδρομο των Σεβρών»), σε μια περίοδο κατά την οποία άλλοτε κορυφαίοι συνεργάτες του, όπως οι πρώην υπουργοί Αχμέτ Νταβούτογλου και ο Αλί Μπαμπατζάν, λανσάρουν τα δικά τους αντιπολιτευόμενα κόμματα στη γείτονα. Και μόνο το γεγονός ότι η προσωπική δημοφιλία του Ερντογάν ανέβηκε έπειτα από την τελευταία τουρκική στρατιωτική εισβολή στη Συρία τον περασμένο Οκτώβριο αρκεί για να ενθαρρύνει… νέες «εισβολές».
- Επειδή έτσι εκείνος παίρνει με το μέρος του και τους εθνικιστές, όχι μόνο του συμπολιτευόμενου Κόμματος Εθνικιστικής Δράσης (MHP) του Ντεβλέτ Μπαχτσελί αλλά και του αντιπολιτευόμενου καλούμενου Καλού Κόμματος (İYİ Parti) της Μεράλ Ακσενέρ. Ο λόγος για δυο παρατάξεις που είχαν αθροιστικά συγκεντρώσει περίπου 21% στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές του 2018 και περίπου 16% στις τελευταίες δημοτικές εκλογές του 2019, ποσοστά με άλλα λόγια διόλου ευκαταφρόνητα.
- Επειδή έτσι προωθεί υπερκομματικούς στρατηγικούς στόχους, στόχους υπό το βάρος των οποίων η κεμαλική αντιπολίτευση του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP) αναγκάζεται είτε να συμπαραταχθεί πίσω από τον πρόεδρο είτε, σε διαφορετική περίπτωση, να διακινδυνεύσει να θεωρηθεί ότι μειοδοτεί.
- Επειδή έτσι δίνει προς τα έξω της εικόνα μιας περιφερειακής δύναμης που διεκδικεί πλέον λόγο και ρόλο πέραν των γεωγραφικών της συνόρων, μιας περιφερειακής δύναμης χωρίς τη συγκατάθεση της οποίας δεν γίνεται να υλοποιηθούν μεγαλεπήβολα έργα όπως θα ήταν για παράδειγμα ο αγωγός φυσικού αερίου EastMed στην Ανατολική Μεσόγειο. Ενδεικτική ως προς αυτό και η πρόσφατη κρούση του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών προς τις διπλωματικές Αρχές του Ισραήλ, μια κρούση σύμφωνα με την οποία ο αγωγός EastMed χρειάζεται μεταξύ άλλων και… τουρκική έγκριση για να περάσει από τα νερά της Ανατολικής Μεσογείου. Αξιοσημείωτη, ωστόσο, και η στάση του Ισραήλ το οποίο, σύμφωνα με δημοσιεύματα, εμφανίζεται να συζητάει και το ενδεχόμενο αγωγού προς την Τουρκία, δίνοντας έτσι τροφή στις ορέξεις του Ερντογάν.
- Επειδή έτσι παγιώνει τον τουρκικό μαξιμαλισμό στο δρόμο προς το επετειακό 2023 και τη συμπλήρωση 100 ετών από την ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας, περιορίζοντας τα περιθώρια υπαναχώρησης για οιονδήποτε βρεθεί στην τουρκική ηγεσία.