Του Ανδρέα Ανδριανόπουλου
Αναρωτιέσαι καμιά φορά γιά τον τρόπο λειτουργίας της Δικαιοσύνης. Την πρώτη φορά που είχα έντονα προβληματιστεί ήταν όταν ο τότε προϊστάμενος της εισαγγελίας εφετών είχε χαρακτηρίσει ανεπαρκή τα στοιχεία της προκαταρκτικής έρευνας που είχε διενεργήσει ο τότε αντεισαγγελέας Εφετών Γ. Ζορμπάς, για την υπόθεση των ψηφιακών παροχών του ΟΤΕ, και δεν είχε ζητήσει τη σύγκλιση της Ολομέλειας Εφετών και την άσκηση ποινικής δίωξης. Είχε καταγγελθεί τότε πως η σχετική “ανεπάρκεια” της έρευνας είχε διαπιστωθεί σε μια ημέρα, ενώ η δικογραφία ήταν πάνω από 20 χιλ. σελίδες!!
Κάτι εξ ίσου περίεργο συνέβη τις τελευταίες ημέρες. Η εισαγγελέας και το Δικαστικό Συμβούλιο συμφώνησαν για παραπομπή σε δίκη της διοίκησης του Ολυμπιακού για την εγκληματική πράξη εναντίον ενός αστυνομικού. Αυτό έγινε μέσα σε ελάχιστες ημέρες, στη βάση μιας ογκώδους δικογραφίας ⁶άνω των 30 χιλ σελίδων. Σύμφωνα με τους γνωρίζοντες το ζήτημα στις λεπτομέρειές, εκεί περιλαμβάνεται πλήθος νομικών και άλλων επιχειρημάτων που κάνουν το ζήτημα περίπλοκο και σύνθετο. Πότε έγινε η σχετική μελέτη και η ουσιαστική αξιολογηση; Και βέβαια η σχετική απόφαση αγνοεί την άποψη του Ανακριτή, που κατανάλωσε κάποιους μήνες στη μελέτη της υπόθεσης και που δεν διαπίστωσε ευθύνες για τα πρόσωπα αυτά.
Εκ των πραγμάτων τέτοιες διαδικασίες προβληματίζουν τον κόσμο και κάνουν τους ανθρώπους πολύ σκεπτικούς γι’ αυτά που γίνονται γύρω μας. Η Δικαιοσύνη είναι το αποκούμπι των αδυνάτων. Εκεί που ο καθένας ελπίζει να βρεί το δίκηο του απέναντι σε κάθε εμπόδιο που συναντά μπροστά του. Αλλά για να κρατούνται οι θεσμοί στο ύψος τους οφείλει όχι μόνο να είναι, αλλά και να φαίνεται ισχυρή και πέραν επιρροών και επιβουλών. Κανείς δεν έχει την διάθεση να βοηθήσει τους ισχυρούς όταν παραβιάζουν τους νόμους η προκύπτουν αδικήματα σε βάρος τους. Αλλά κάτι τέτοιο πρέπει να αποδεικνύεται και να συνάδει με την κοινή λογική. Κι’ όχι να εκφράζει αντιπαλότητες κοινωνικές, πολιτικές η οπαδικές.
Πέρα όμως από αυτά, που σίγουρα ενοχλούν όσους απο εμάς είμαστε δεμένοι με τον ιστορικό σύλλογο του Πειραιά, παραμένει το ερώτημα της ταχύτητας με την οποία αποφασίσθηκε η παραπομπή. Πότε πρόλαβαν όλοι οι παραπάνω δικαστικοί λειτουργοί να εντρυφήσουν στις λεπτομέρειες της δικογραφίας, να αξιολογήσουν το περιεχόμενό της και να καταλήξουν σε αδιαφιλονίκητα συμπεράσματα ώστε να πεισθούν για τις ευθύνες όσων παραπέμπουν; Αφού η πολιτεία δεν έχει απαγορεύσει την λειτουργία των οργανώσεων των φανατικών οπαδών πως είναι δυνατόν να ευθύνονται για τις ενέργειές τους άτομα που συχνά βρίσκονται ακόμα και στο στόχαστρο των κινητοποιήσεών τους; Απαγορεύθηκε ποτέ η σύνδεση οπαδών με ομάδες ώστε να εξασφαλίζουν φτηνά εισιτήρια και χορηγίες; Όποτε έγιναν εγκληματικές πράξεις οπαδών άλλων ομάδων υπήρξε ποτέ δίωξη των διοικήσεων των δικών τους ΠΑΕ; Γιατί τώρα κάτι τέτοιο γίνεται με τον Ολυμπιακό; Για ιστορίες των φανατικών του ποδοσφαίρου που οδηγούνται σε ακρότητες, δίχως την παραμικρή ανάμιξη των διοικήσεων των συλλόγων, αποκαλυπτικές είναι οι ταινίες που προβάλλονται στο Netflix (λχ. Ultras, Football Factory, Puerta7).
Έτσι, δυστυχώς, καλλιεργούνται ερωτήματα για τους θεσμούς