Του Αντώνη Παπακώστα*
Τον Ιούνιο, οι πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης συμμετέχουν στις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Υπολογίζεται ότι περίπου 440 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν το δικαίωμα να ψηφίσουν, επιλέγοντας τους 705 Ευρωβουλευτές. Πρόκειται για τη δεύτερη μεγαλύτερη εκλογή στον κόσμο. Στην Ελλάδα, οι 10 εκατομμύρια εγγεγραμμένοι ψηφοφόροι θα κληθούν να ψηφίσουν για τους 21 Ευρωβουλευτές.
Οι πολιτικές αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης επηρεάζονται σε μεγάλο βαθμό από το Ευρωκοινοβούλιο. Οι θέσεις του Ευρωκοινοβουλίου διαμορφώνονται από το συσχετισμό των δυνάμεων που εκφράζεται από τη δύναμη των πολιτικών ομάδων, επειδή καμία πολιτική ομάδα δεν έχει αυτοδυναμία και οι αποφάσεις λαμβάνονται με δύσκολες διαπραγματεύσεις είτε στα παρασκήνια είτε κατά τη διάρκεια των συνεδριάσεων.
Μια απαιτητική ιδιότητα
Οι Ευρωβουλευτές εντάσσονται στις πολιτικές ομάδες ή είναι «μη εγγεγραμμένοι». Οι πολιτικές Ομάδες καλύπτουν ουσιαστικά όλο το πολιτικό φάσμα. Οι Ευρωβουλευτές της ΝΔ εντάσσονται στο ΕΛΚ, του ΠΑΣΟΚ στη Σοσιαλιστική Ομάδα, του ΣΥΡΙΖΑ στην Αριστερά, της Ελληνικής Λύσης στο ECR, στους Ευρωπαίους Συντηρητικούς και Μεταρρυθμιστές. Οι υπόλοιποι είναι μη εγγεγραμμένοι.
Οι Ευρωβουλευτές συμμετέχουν σε επιτροπές, οι οποίες έχουν καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της Ευρωπαϊκής Νομοθεσίας. Οι πολιτικές Ομάδες, μαζί με τις συμφωνίες που δημιουργούνται, είναι αυτές που τελικά αποφασίζουν για την τύχη των προτάσεων. Είναι προφανές ότι οι μη εγγεγραμμένοι δεν έχουν καμία ή, στην καλύτερη περίπτωση, έχουν περιορισμένη επιρροή. Στην ουσία, το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να υποβάλλουν ερωτήσεις.
Η ιδιότητα του Ευρωβουλευτή είναι πολύ απαιτητική, απαιτώντας πολιτική ευαισθησία, διπλωματικές ικανότητες, γνώσεις της Ευρωπαϊκής και Εθνικής πολιτικής, καθώς και ικανότητα να επιλέγει συνεργάτες. Εκτός από γλωσσικές ικανότητες, ο Ευρωβουλευτής πρέπει να κατανοεί τις διαφορετικές προσεγγίσεις των χωρών για να μπορεί να διαπραγματευτεί με τους συναδέλφους του από τις άλλες χώρες. Όσοι διαθέτουν διαπραγματευτικές ικανότητες επιτυγχάνουν τους στόχους τους.
Οι Ευρωεκλογές είναι σημαντικές, καθώς από την ποιότητα των Ευρωβουλευτών εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό το αποτέλεσμα των αποφάσεων. Στην Ελλάδα, όμως, όπως και σε άλλες χώρες, οι Ευρωεκλογές αντιλαμβάνονται σαν μια μεγάλη και αξιόπιστη δημοσκόπηση χωρίς σημαντικές επιπτώσεις. Είναι εκλογές τρίτης κατηγορίας μετά τις Εθνικές και τις Δημοτικές εκλογές, και η έλλειψη διαλόγου για την Ευρώπη είναι ανησυχητική.
Σε πρόσφατη δημοσκόπηση για τις Ευρωεκλογές, οι ψηφοφόροι επέλεξαν ανάμεσα στην επικρότηση και την καταδίκη της κυβερνώντος κόμματος ως κύριο κίνητρο για την ψήφο τους. Ουσιαστικά, επιθυμούν να στείλουν ένα μήνυμα, αλλά αυτό έχει υψηλό κόστος. Ο αντιευρωπαϊσμός στον ελληνικό χώρο εκφράζεται με ψήφους αντιευρωπαϊκών κομμάτων και σε τελική ανάλυση με αδιάφορους Ευρωβουλευτές.
Οι επιδόσεις των Ελλήνων Ευρωβουλευτών
Οι Ευρωεκλογές στην Ελλάδα αποτελούν μια μεγάλη δημοσκόπηση που επικεντρώνεται στην εσωτερική πολιτική. Η έλλειψη διαλόγου για την Ευρώπη είναι ανησυχητική. Τα αποτελέσματα αυτών των επιλογών φαίνονται στις επιδόσεις των Ευρωβουλευτών μας στην Ευρωβουλή.
Τα αποτελέσματα αυτών των επιλογών γίνονται φανερά μέσα από τις επιδόσεις των Ευρωβουλευτών μας στην Ευρωβουλή. Ο BCW Influence Index έχει δημιουργήσει έναν δείκτη με βάση τον οποίο αξιολογούνται όλοι οι Ευρωβουλευτές, λαμβάνοντας υπόψη τις πρωτοβουλίες που παίρνουν, τη συμμετοχή τους στις εργασίες της ολομέλειας, στις επιτροπές, καθώς και τις ερωτήσεις που καταθέτουν και τις θέσεις που καταλαμβάνουν. Μπορεί κάποιος να αμφισβητήσει τη μέθοδο, αλλά δεν πιστεύω ότι μια διαφορετική μεθοδολογία θα είχε διαφορετικά αποτελέσματα.
Οι μη εγγεγραμμένοι βουλευτές έχουν ελάχιστη ή καμία επιρροή. Οι 6 Έλληνες Ευρωβουλευτές που δεν εντάσσονται σε μια πολιτική ομάδα που αποτελούν το 28% των Ελλήνων Ευρωβουλευτών είναι το υψηλότερο ποσοστό που καταγράφεται. Είναι 2,5 φορές πάνω από τον μέσο όρο των μη εγγεγραμμένων Ευρωβουλευτών που είναι μόλις 6,5%. Το υψηλό αυτό ποσοστό υποδηλώνει περιορισμένες δυνατότητες και αποτελεσματικότητα για τους Έλληνες Ευρωβουλευτές. Στην ουσία στέλνουμε 15 Ευρωβουλευτές αντί για τους 21 που δικαιούμαστε.
Οι τρείς πολιτικές ομάδες με την μεγαλύτερη επιρροή είναι το ΕΛΚ, η Σοσιαλιστική ομάδα και η ομάδας «Ανανεώνουμε την Ευρώπη». Οι υπόλοιπες ομάδες έχουν περιορισμένο ρόλο.
Ποια είναι όμως η κατάταξη των Ελλήνων Ευρωβουλευτών;
Στους πρώτους 100 Ευρωβουλευτές, δυστυχώς, δεν εντοπίζουμε ούτε έναν Έλληνα, ενώ υπάρχουν έξι στις τελευταίες 100 θέσεις. Αυτή η κατάταξη οδηγεί τη χώρα σε χαμηλή θέση, συγκεκριμένα στην 24η θέση από τις 27. Αντίθετα, η Πορτογαλία, με παρόμοιο πληθυσμό και εμπειρία από τα μνημόνια, βρίσκεται στην 3η θέση. Παρόμοιες παρατηρήσεις ισχύουν και για τους Κύπριους Ευρωβουλευτές, όπου ο καλύτερος Κύπριος βρίσκεται σε χαμηλότερη θέση από τον χειρότερο Μαλτέζο.
Ψήφος διαμαρτυρίας, μια χαμένη ψήφος
Παρατηρείται σαφής συσχέτιση μεταξύ της επιρροής του Ευρωβουλευτή στις αποφάσεις και του ενδιαφέροντος που εκδηλώνει για την Ευρώπη. Ένας αντιευρωπαίος ευρωβουλευτής εκδηλώνει αδιαφορία για τις εργασίες του Ευρωκοινοβουλίου, δεν προβαίνει σε πρωτοβουλίες, δεν συμμετέχει στις διαδικασίες. Ο αντιευρωπαϊσμός που διακρίνει τον Ελλαδικό χώρο οδηγεί σε αντιευρωπαϊκές ψήφους και, τελικά, σε αδιάφορους Ευρωβουλευτές.
Στην Ευρωβουλή έχουμε βουλευτές θεατές που απλά παρακολουθούν το παιχνίδι και βουλευτές που συμμετέχουν και διαμορφώνουν το παιχνίδι.
Η ψήφος «διαμαρτυρίας» αποδεικνύεται όχι μόνο ανεπαρκής, αλλά στην ουσία αποδυναμώνει την ελληνική φωνή στην Ευρωβουλή.
Ο Πλάτων είχε πει: «Μια από τις τιμωρίες που δεν καταδέχεσαι να ασχοληθείς με την πολιτική είναι ότι καταλήγεις να σε κυβερνούν οι κατώτεροι». Στην περίπτωση των Ευρωεκλογών μπορούμε να παραφράσουμε «Μια από τις τιμωρίες που δεν καταδέχεσαι να ασχοληθείς σοβαρά με τις Ευρωεκλογές είναι ότι καταλήγεις να αποφασίζουν για σένα οι κατώτεροί σου».
*Ο Αντώνης Παπακώστας είναι διδάκτωρ Πληροφορικής από το Πανεπιστήμιο Pierre et Marie Curie του Παρισιού. Εργάστηκε από το 1985 για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σε διάφορες θέσεις ευθύνης της Πληροφορικής αλλά και της Επικοινωνίας. Από το 2000 έως το 2008 ήταν υπεύθυνος και για το Ευρωβαρόμετρο με το οποίο έκανε εκατοντάδες έρευνες.
Πηγή: www.kreport.gr, metarithmisi.gr