Την ώρα που η εφαρμογή της συμφωνίας της 18ης Μαρτίου για το προσφυγικό κρίνεται στο εάν και σε ποιο βαθμό θα ικανοποιηθεί το αίτημα της Άγκυρας για την απαλλαγή των Τούρκων πολιτών από την υποχρέωση βίζας για τη μετακίνηση εντός της ζώνης Schengen, νέες εστίες έντασης προκύπτουν στις σχέσεις των ευρωπαϊκών χωρών και της Τουρκίας, με αντικείμενο, αυτή τη φορά, την ελευθερία του Τύπου και τα όρια της κριτικής που μπορεί να ασκείται στον Tayyip Erdoğan στο εσωτερικό των ευρωπαϊκών χώρων.
Λίγες μέρες μετά τον μεγάλο θόρυβο που προκλήθηκε στη Γερμανία από την απόφαση της καγκελαρίου Angela Merkel να επιτρέψει την ποινική διερεύνηση, με βάση τη νομοθεσία περί “περιύβρισης Αρχής” (lèse-majesté) για ξένους ηγέτες, του κωμικού Jan Böhmermann επειδή είχε απαγγείλει σε τηλεοπτική εκπομπή ένα σατιρικό αλλά και μειωτικό για τον Erdoğan ποίημα, η αντιπαράθεση μεταφέρθηκε στο πεδίο των τουρκο- ολλανδικών σχέσεων.
Ο Ολλανδός πρεσβευτής στην Άγκυρα Cornelis van Rij κλήθηκε την περασμένη εβδομάδα στο τουρκικό Υπουργείο Εξωτερικών για να ενημερωθεί για την ενόχληση της τουρκικής κυβέρνησης για καρτούν που σατίριζαν τον Τούρκο πρόεδρο. Όμως, με τη σειρά του, ο Ολλανδός πρεσβευτής ζήτησε διευκρινίσεις για μήνυμα που εστάλη από υπάλληλο του τουρκικού προξενείου στο Ρόττερνταμ και ζητούσε από τουρκικές ομάδες και οργανώσεις στην Ολλανδία να παρέχουν στο προξενείο στοιχεία (συμπεριλαμβανομένων ονομάτων των “δραστών”) για υποτιμητικές, προσβλητικές ή διεπόμενες από μίσος αναφορές στον Τούρκο πρόεδρο αλλά και γενικά την Τουρκία και την κοινωνία της μέσα από μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή αναρτήσεις σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Παρότι, η τουρκική πρεσβεία διευκρίνισε ότι επρόκειτο περί παρεξήγησης και “κακής διατύπωσης” ενός μηνύματος που αφορούσε ρατσιστικές καμπάνιες μίσους, η αντιπαράθεση δεν δείχνει να τελειώνει.
Άλλωστε, στην Ολλανδία μετρά περίπου 400.000 κατοίκους τουρκικής καταγωγής και είναι χαρακτηριστικό ότι το συγκεκριμένο μήνυμα κατήγγειλε και εκπρόσωπος του αντιπολιτευόμενου κεμαλικού Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP) της Τουρκίας, ο οποίος ανέφερε ότι αρκετοί άνθρωποι που ανησυχούν γιατί μπορεί στο παρελθόν να είπαν κάτι επικριτικό για τον Erdoğan και την τουρκική κυβέρνηση στο Facebook ή το Twitter. Από την πλευρά του, ο Ολλανδός πρωθυπουργός Mark Rutte εξέφρασε την έκπληξή του καθώς “δεν είναι εμφανές τι επιδιώκει με αυτή την κίνηση η τουρκική κυβέρνηση”, ενώ ο υπουργός Ενσωμάτωσης Lodewijk Asscher κατηγόρησε την τουρκική πρεσβεία ότι αναμειγνύεται σε ζητήματα που αφορούν την ελευθερία του λόγου στην Ολλανδία. Δεν είναι τυχαίο, επομένως, που στην Ολλανδία άνοιξε κατόπιν αυτού η συζήτηση για την αναθεώρηση της νομοθεσίας περί περιύβρισης ξένων ηγετών.
Η Ολλανδική κυβέρνηση δήλωσε ότι εξετάζει την κατάργηση του σχετικού νόμου, που επιφέρει ποινή φυλάκισης έως και δύο ετών, ενώ σχετική πρωτοβουλία πήραν και βουλευτές από δύο φιλελεύθερα κόμματα, το Λαϊκό Κόμμα για την Ελευθερία (VVD) τους Δημοκράτες 66. Αλλά και στη Γερμανία η καγκελάριος Angela Merkel υποσχέθηκε ότι σχετικό άρθρο 103 του Γερμανικού ποινικού κώδικα θα έχει αφαιρεθεί μέχρι το 2018. Την ίδια στιγμή στο εσωτερικό της Τουρκίας πληθαίνουν οι καταγγελίες για την καταπάτηση της ελευθερίας του λόγου. Συνολικά, περίπου 2000 άνθρωποι έχουν παραπεμφθεί στην Τουρκία για προσβολή του Tayyip Erdoğan, συμπεριλαμβανομένων και ξένων υπηκόων.
Η Ebru Umar, Ολλανδή δημοσιογράφος, που διατηρεί και την τουρκική υπηκοότητα συνελήφθη στις 23 Απριλίου στο Κουσάντασι, στις ακτές του Αιγαίου, επειδή έστειλε μέσω Twitter απόσπασμα από επικριτικό για τον Erdoğan άρθρο που είχε γράψει για την ολλανδική εφημερίδα Metro.
Η υπόθεση έχει πάρει πολιτικές διαστάσεις, καθώς με τη δημοσιογράφο επικοινώνησαν τόσο ο Ολλανδός πρωθυπουργός όσο και ο υπουργός Εξωτερικών, ενώ ο προξενικός ακόλουθος της Ολλανδίας στη Σμύρνη όρισε ως δικηγόρο της Ebru Umar τον δικηγόρο Nail Özazman, ηγετικό στέλεχος του αντιπολιτευόμενου Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP) στη περιοχή.
Την ίδια μέρα της σύλληψης της Ebru Umar οι τουρκικές αρχές απαγόρευσαν στον Έλληνα φωτογράφο Γιώργο Μουτάφη, που εργάζεται για την γερμανική εφημερίδα Bild, να συνεχίσει στο ταξίδι του στη Λιβύη, μέσω του αεροδρομίου της Κωνσταντινούπολης και τον υποχρέωσαν να επιστρέψει στην Αθήνα επειδή το όνομά του περιλαμβανόταν σε λίστα ατόμων για τα οποία ισχύει απαγόρευση εισόδου στην Τουρκία.
Μία μέρα νωρίτερα, είχε απαγορευτεί η είσοδος και σε Γερμανό δημοσιογράφο, ενώ και ο Τούρκος συγγραφέας και δημοσιογράφος Ümit Zileli αφέθηκε ελεύθερος ύστερα από κράτηση στις 24 Απριλίου, καθώς είχε εκδοθεί ένταλμα σύλληψή τους, επειδή είχε υποστηρίξει ότι ο επικεφαλής της φυλακής του Ντιγιάρμπακιρ ήταν βασανιστής στην περίοδο του πραξικοπήματος του 1980.
Όλα αυτά συμβαίνουν, ενώ εκκρεμεί η κρίσιμη έγκριση από το Ευρωκοινοβούλιο της θετικής έκθεσης προόδου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που θα δώσει ουσιαστικά και το “πράσινο φως” για την άρση της υποχρέωσης χορήγησης βίζας στους Τούρκους πολίτες για ταξίδια στη ζώνη Schengen, που αποτελεί και τον βασικό όρο που έχει θέσει η τουρκική κυβέρνηση για τη συνέχιση της υλοποίησης της συμφωνίας με την Ε.Ε. για το προσφυγικό.
Στην πραγματικότητα, έρχεται στο προσκήνιο μια βαθύτερη αντίφαση που διαπερνά τις ευρωτουρκικές σχέσεις, το γεγονός δηλαδή ότι την ώρα που οι ανάγκες της συγκυρίας πιέζουν τους “28” σε αναβάθμιση των σχέσεων με την Τουρκία, από τη γενικότερη σκοπιμότητα συνοχής του ευρωατλαντικού τόξου έως την αντιμετώπιση ζητημάτων όπως το προσφυγικό, μεγάλα τμήματα των ευρωπαϊκών κοινωνιών αλλά και πολιτικοί από ένα ευρύτερο φάσμα παραμένουν εξαιρετικά επιφυλακτικοί απέναντι σε αυτό το ενδεχόμενο, είτε ως αποτέλεσμα ξενοφοβικών αντανακλαστικών, είτε, όμως, και ως διαπίστωση ότι η Τουρκία του Tayyip Erdoğan δεν αποτελεί ακριβώς τον… ιδεότυπο της φιλελεύθερης δημοκρατίας.
Πηγή : capital.gr