Του Κώστα Αρβανιτόπουλου*
Την 6η Ιανουαρίου του 2021, η Αμερική βίωσε ένα προεδρικό πραξικόπημα. Μια θεσμική εκτροπή, που άρχισε με την ευθεία αμφισβήτηση του εκλογικού αποτελέσματος από τον Τραμπ. Συνεχίστηκε με τους εκβιασμούς σε Αμερικανούς δημόσιους λειτουργούς σε πολιτείες κλειδιά, από τον ίδιο τον Τραμπ και τους συνεργάτες του, για την αλλοίωση του εκλογικού αποτελέσματος και την ανατροπή της ετυμηγορίας του αμερικανικού λαού. Και κορυφώθηκε με την υποκίνηση της εφόδου στο Κογκρέσο. Ο Τραμπ έστρεψε τον όχλο εναντίον του Κογκρέσου, την ίδια στιγμή που απαιτούσε από τον Αντιπρόεδρό του να παραβιάσει το Σύνταγμα. Να μην δεχθεί, δηλαδή, την επικύρωση της κατανομής των εκλεκτόρων του κολλεγίου κατά τη διάρκεια της τυπικής διαδικασίας επικύρωσης των αποτελεσμάτων από το Κογκρέσο.
Το πραξικόπημα απετράπη γιατί τα σύνθετα θεσμικά αντίβαρα της αμερικανικής δημοκρατίας λειτούργησαν. Ο Αντιπρόεδρος Πενς διεκπεραίωσε τα συνταγματικά του καθήκοντα, παρά τις πιέσεις του Τραμπ και του όχλου που ούρλιαζε, “κρεμάστε τον Πενς”. Οι δημόσιοι λειτουργοί σε πολλές πολιτείες, ανάμεσα στους οποίους και πολλοί ρεπουμπλικάνοι, τήρησαν κατά γράμμα τη νομιμότητα, παρά τις αφόρητες πιέσεις του Λευκού Οίκου. Τα δικαστήρια όλων των βαθμίδων της αμερικανικής δικαιοσύνης, μέχρι το Ανώτατο Δικαστήριο στο οποίο οι συντηρητικοί δικαστές έχουν την πλειοψηφία, απέρριψαν ως αβάσιμες τις αιτιάσεις του Τραμπ για τη δήθεν αλλοίωση του εκλογικού αποτελέσματος.
Η αμερικανική δημοκρατία επιβίωσε το πιο βίαιο stress test της ιστορίας της. Η Τραμπική προεδρία, με την παραφθορά των θεσμών, τη διασπορά ψευδών ειδήσεων, τον υπόρρητο ρατσισμό, τον παραληρηματικό και διχαστικό λόγο, και τη συνωμοσιολογία, φάνηκε ότι θα αποτελούσε παρένθεση στην αμερικανική ιστορία. Ότι τα γεγονότα της 6ης Ιανουαρίου θα ήταν ένα σοκ που θα αφύπνιζε τα αντανακλαστικά της πολιτικής ελίτ και της αμερικανικής κοινωνίας.
Ένα χρόνο μετά, όμως, ο Τραμπ αντί για υπόδικος συνεχίζει ως κατήγορος τη διασπορά του “μεγάλου ψέματος”. Και πάνω από το 60% των Ρεπουμπλικανών ψηφοφόρων εξακολουθεί να πιστεύει τις τερατολογίες του. Με τη δημοφιλία του στη βάση του κόμματος και τον έλεγχο του πολιτικού χρήματος, ο Τραμπ κρατάει σε ομηρία το ρεπουμπλικανικό κόμμα, και το ωθεί σε ακραίες θέσεις στα όρια της δημοκρατικής τάξης.
Εκατό κορυφαίοι Αμερικανοί ακαδημαϊκοί κατήγγειλαν, σε κείμενό τους, ενορχηστρωμένη προσπάθεια παραβίασης του δικαιώματος της ψήφου από ρεπουμπλικανικές πλειοψηφίες που, σε πολλές πολιτείες, δυσχεραίνουν τις εκλογικές διαδικασίες.
Σύμφωνα με το Freedom House, τον αμερικανικό οργανισμό που ίδρυσε το 1941 η Ελέανορ Ρούσβελτ, μαζί με άλλους, για την προάσπιση και προώθηση της δημοκρατίας, η δημοκρατία στην Αμερική υποχωρεί επικίνδυνα.
Η πολιτική πόλωση, η βία, η επιρροή του χρήματος στην πολιτική διαδικασία, είναι ενδημικά φαινόμενα στην αμερικανική πολιτική ιστορία. Σε παρελθούσες κρίσεις, όμως, όπως ο αμερικανικός εμφύλιος, η οικονομική κρίση του ᾽30, η πολιτικά βίαιη δεκαετία του ᾽60, το πολιτικό σύστημα βρήκε τις δυνάμεις και τις ηγεσίες που έφεραν την ανάκαμψη, τη θεσμική ανασυγκρότηση και την πρόοδο.
Η σημερινή Αμερική, όμως, είναι βαθιά διαιρεμένη. Όχι μόνο στη βάση των οικονομικών ανισοτήτων που έχουν δημιουργήσει μια κοινωνία δύο ταχυτήτων, αλλά και στη βάση αξιών. Πολιτισμικό και αξιακό χάος χωρίζει τις κοσμοπολίτικες ελίτ των μητροπόλεων από τα κοινωνικά στρώματα της ενδοχώρας. Και με την άναρχη διάδοση της πληροφορίας από ένα απορυθμισμένο κυβερνοχώρο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, οι κοινωνικές αυτές ομάδες ζουν σε δύο διαφορετικές πραγματικότητες.
Η πόλωση, οι ανισότητες, η κρίση εμπιστοσύνης στους θεσμούς, η βία και οι φυλετικές διακρίσεις, ο κατακερματισμός της κοινωνίας από ένα στείρο δικαιωματισμό, η πρόταξη του κομματικού από το εθνικό συμφέρον, είναι οι μάστιγες που απειλούν την αμερικανική δημοκρατία.
Η ειρωνεία της ιστορίας είναι ότι η Αμερική, που πάλεψε για δεκαετίες για την προώθηση της δημοκρατίας στον κόσμο, βλέπει τη δημοκρατία να υποχωρεί στο ίδιο της το σπίτι.
*καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής στην Έδρα «Κωνσταντίνος Καραμανλής» στη Σχολή Fletcher του Πανεπιστημίου Tufts της Βοστώνης, πρώην υπουργός