Η ανάγκη προσαρμογής στις νέες μεταβαλλόμενες συνθήκες… Του Γεώργιου Μέργου

23

Του Γεώργιου Μέργου*

Οι πρόσφατες δεκαετίες έχουν φέρει σημαντικές αλλαγές στο παγκόσμιο οικονομικό τοπίο, που υποκινούνται από τις ραγδαίες τεχνολογικές εξελίξεις, την κλιματική αλλαγή και μια ραγδαία μεταβολή στα καταναλωτικά πρότυπα που διαμορφώνονται με τη γενιά Ζ. Η νέα οικονομία, που χαρακτηρίζεται από την ψηφιακή καινοτομία, την οικονομία της μικροεργασίας και την αυξανόμενη έμφαση στη βιωσιμότητα, έχει μεταμορφώσει τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν οι επιχειρήσεις, τον τρόπο εργασίας των ατόμων, καθώς και πώς παράγεται και διανέμεται ο πλούτος. Ο όρος “Νέα Οικονομία” αναφέρεται σε μια οικονομία όπου οι ικανότητες, η τεχνολογία της πληροφορίας, η ψηφιακή επικοινωνία και το προηγμένο λογισμικό παίζουν κεντρικό ρόλο στην αύξηση της παραγωγικότητας, της καινοτομίας και της οικονομικής ανάπτυξης. Σε αντίθεση με την βιομηχανική οικονομία του προηγούμενου αιώνα, που βασιζόταν στην κατασκευή, στην κλίμακα και στα φυσικά αγαθά, η νέα οικονομία καθοδηγείται από τη γνώση, την ικανότητα, την πληροφορία και τις υπηρεσίες.

Σε απλά λόγια, η έννοια «νέα οικονομία» αποτελείται από μια τριλογία αλληλεξαρτώμενων χαρακτηριστικών, πρώτον την επανάσταση στις τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών, δεύτερον, την παγκοσμιοποίηση στο εμπόριο αγαθών και υπηρεσιών, και τρίτον την αλλαγή στην εργασία και στις αναγκαίες δεξιότητες των ατόμων. Μπορεί συνοπτικά να αποδοθεί και ως εξής: «Η νέα οικονομία είναι ένας νέος κόσμος στον οποίο οι άνθρωποι δουλεύουν περισσότερο με το μυαλό τους παρά με τα χέρια τους, ένας κόσμος στον οποίο η τεχνολογία των επικοινωνιών δημιουργεί παγκόσμιο ανταγωνισμό, στον οποίο η καινοτομία είναι πιο σημαντική από τη μαζική παραγωγή, ένας κόσμος στον οποίο έχει μεγαλύτερη σημασία η δημιουργία νέων καινοτομικών ιδεών παρά νέων μηχανών».

Αυτές οι επαναστατικές αλλαγές δημιουργούν κινδύνους αλλά και ευκαιρίες για τις επιχειρήσεις. Ο ψηφιακός μετασχηματισμός με την ευρεία υιοθέτηση των ψηφιακών τεχνολογιών, που αλλάζει ριζικά όλους τους κλάδους της οικονομίας, επιτρέπει την αυτοματοποίηση, ενισχύοντας την παραγωγικότητα και προωθώντας την καινοτομία. Η άνοδος του διαδικτύου, του υπολογιστικού νέφους, της τεχνητής νοημοσύνης (AI) και του Internet of Things (IoT) έχει δημιουργήσει νέα επιχειρηματικά μοντέλα και έχει αναμορφώσει τα υπάρχοντα. Η επικράτηση της οικονομία της μικροεργασίας και κοινοχρησίας (gig and sharing economy) δημιουργεί νέα επιχειρηματικές πρακτικές. Η οικονομία της μικροεργασίας, που χαρακτηρίζεται από προσωρινές, ευέλικτες δουλειές, και η οικονομία της κοινοχρησίας, όπου τα άτομα μοιράζονται πρόσβαση σε αγαθά και υπηρεσίες, έχουν αναδειχθεί σε σημαντικές πτυχές της νέας οικονομίας. Διάφορες πλατφόρμες εφαρμόζουν αυτές τις τάσεις, παρέχοντας ευκαιρίες για επιχειρηματικότητα και ευέλικτες εργασιακές ρυθμίσεις. Η αλληλεπίδραση νέας οικονομίας και παγκοσμιοποίησης δημιουργεί νέες συνθήκες στις μεταφορές μειώνοντας σημαντικά το κόστος με σημαντικές επιπτώσεις στο εμπόριο γιατί οι ψηφιακές πλατφόρμες επιτρέπουν την πρόσβαση στις παγκόσμιες αγορές.

Η Ελλάδα δεν μπορεί να μείνει ανεπηρέαστη από τι αλλαγές αυτές και οι επιχειρήσεις για να επιβιώσουν πρέπει να προσαρμοστούν στις μεταβαλλόμενες συνθήκες. Οι επιχειρήσεις οφείλουν να επενδύσουν στις νέες τεχνολογίες και στο ανθρώπινο δυναμικό και να αναπροσαρμόσουν την οργανωτική τους δομή ενθαρρύνοντας την καινοτομία και τη γνώση. Το κράτος, επίσης, οφείλει να ενισχύσει την μεταφορά τεχνολογίας στον παραγωγικό ιστό ενισχύοντας τις επιχειρήσεις να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες.

Τι πρέπει να κάνουν οι επιχειρήσεις για να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις και να αξιοποιήσουν τις ευκαιρίες. Μονολεκτικά, Προσαρμογή στις Αλλαγές! Γνωρίζουμε ότι στη φύση, νομοτελειακά, όταν ένα είδος δεν προσαρμόζεται στις νέες μεταβαλλόμενες συνθήκες, εξαφανίζεται. Το ίδιο συμβαίνει και με τις επιχειρήσεις. Αν δεν προσαρμοσθούν, στο νέο επιχειρηματικό περιβάλλον δεν θα επιβιώσουν. Οι επιχειρήσεις πρέπει (α) Να επενδύσουν και να επιταχύνουν την ένταξη των νέων τεχνολογιών στις δραστηριότητές τους στην παραγωγή, τη διανομή και την κατανάλωση. (β) Να επενδύσουν στο ανθρώπινο κεφάλαιο με εκπαίδευση και ανάπτυξη του εργατικού δυναμικού, εκπαιδευτικά προγράμματα ειδικά για εισερχόμενους και μεσαίου επιπέδου εργαζόμενους και να εστιάσουν στη δημιουργία ταλέντων και όχι στην απλή πρόσληψη, γεγονός που συνεπάγεται στενότερη συνεργασία με εκπαιδευτικά και ερευνητικά ιδρύματα και προγράμματα ανάπτυξης εργατικού δυναμικού. (γ) Να παρακολουθήσουν τις ανατροπές στην επιχειρηματική πρακτική που φέρνουν οι νέες τεχνολογίες και να αξιοποιήσουν τις νέες ιδέες μέσα από πιο οριζόντιες οργανωτικές και διοικητικές δομές. (δ) Να επενδύσουν σε δραστηριότητες R&D και να ενθαρρύνουν την καινοτομία και την ανάπτυξη νέων προϊόντων και μεθόδων για δημιουργία αξίας με αφετηρία την έρευνα και τη γνώση. (ε) Να υιοθετήσουν πιο βιώσιμες και κοινωνικά υπεύθυνες επιχειρηματικές πρακτικές και να εξισορροπήσουν το κέρδος με το κοινωνικό καλό, αναπτύσσοντας ταυτόχρονα τοπικές αλυσίδες εφοδιασμού και παραγωγής όπου είναι δυνατόν.

Τι πρέπει να κάνει το κράτος για να βοηθήσει τις επιχειρήσεις να προσαρμοσθούν. Μονολεκτικά, Υποστήριξη της τεχνολογικής αλλαγής, με έμφαση στη δημιουργία αλυσίδας για μεταφορά στον παραγωγικό ιστό γνώσης και τεχνολογίας! Κεντρικής σημασίας είναι η προώθηση της χώρας ως περιφερειακού τεχνολογικού κόμβου και η προσέλκυση τεχνολογικών επιχειρήσεων για τη δημιουργία δραστηριότητας με εξαγωγικό προσανατολισμό. Τα κράτη με κορυφαίες επιδόσεις στη «νέα οικονομία» τείνουν να έχουν συγκεντρώσεις εταιρειών υψηλής τεχνολογίας και κόμβους καινοτομίας. Ταυτόχρονα, χρειάζεται δημιουργία ενός μηχανισμού μεταφοράς τεχνολογίας στον παραγωγικό ιστό. Ας θυμηθούμε το ΕΛΚΕΠΑ που ήταν ο φορέας που παρήγαγε ουσιαστικά τους πρώτους προγραμματιστές στις δεκαετίες του 1980 και 1990. Όμως σήμερα χρειάζονται διαφορετικού είδους αλυσίδες μεταφοράς της τεχνολογίας για την επιτυχία του εγχειρήματος. Το κράτος πρέπει (α) Να επενδύσει στη δημιουργία αποκεντρωμένων οικοσυστημάτων καινοτομίας και κόμβων τεχνολογίας σε διάφορα μέρη της χώρας, σε συνεργασία με τα περιφερειακά πανεπιστήμια, όχι μόνο στα μεγάλα αστικά κέντρα για την προσέλκυση ξένων εταιρειών και τη διάχυση της γνώσης. (β) Να ενθαρρύνει τις άμεσες ξένες επενδύσεις τεχνολογικής έντασης σε παραγωγικές δραστηριότητες, ώστε να αποτελέσουν σημαντικά κανάλια μεταφοράς και διάχυσης τεχνολογίας και γνώσης στον παραγωγικό ιστό, καθώς και σύνδεση με τα διεθνή δίκτυα τεχνολογίας και διανομής. (γ) Να εκπονήσει ολοκληρωμένες στρατηγικές ανάπτυξης του εργατικού δυναμικού, να προσφέρει κίνητρα και χρηματοδότηση στις επιχειρήσεις να επενδύσουν σε προγράμματα μαθητείας και επαγγελματικής κατάρτισης στις νέες τεχνολογίες και να αναπροσαρμόσει το εκπαιδευτικό σύστημα με έμφαση στις ανάγκες της νέας οικονομίας με βάση δεδομένα και προβλέψεις για την αγορά εργασίας. (δ) Να υιοθετήσει πολιτικές για την προσέλκυση υψηλής ποιότητας επιστημονικού και τεχνικού προσωπικού, καθώς και για την επάνοδο του επιστημονικού και τεχνικού προσωπικού που έφυγε στο εξωτερικό στα χρόνια της κρίσης. (ε) Να αξιοποιήσει τις δυνατότητες που δίδονται από τις πολιτικές και τα προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) και τη στρατηγική της βιομηχανικής πολιτικής. Η ανακοίνωση για την ενίσχυση της καινοτομίας στις περιφέρειες της Ευρώπης σκιαγραφεί τι πρέπει να γίνει για να επωφεληθούν οι χώρες από τα οφέλη της παγκοσμιοποίησης.

Συμπερασματικά, οι ραγδαίες τεχνολογικές αλλαγές της Νέας Οικονομίας δημιουργούν κινδύνους αλλά και ευκαιρίες για τις επιχειρήσεις, που για να επιβιώσουν θα πρέπει να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες. Η προώθηση της έξυπνης οικονομίας είναι κεντρική προτεραιότητα. Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης και του ψηφιακού μετασχηματισμού η έξυπνη οικονομία, η οικονομία της γνώσης και το ανθρώπινο κεφάλαιο αποτελούν το σημαντικότερο παράγοντα οικονομικής ανάπτυξης. Οι επενδύσεις στην έρευνα, την καινοτομία και το ανθρώπινο κεφάλαιο είναι βασικοί τομείς προτεραιότητας για την τόνωση της απασχόλησης και της κοινωνικής ανάπτυξης, ιδίως στο πλαίσιο της ψηφιακής οικονομίας. Τόσο οι ίδιες οι επιχειρήσεις όσο και το κράτος πρέπει να επενδύσουν στη γνώση και στις νέες τεχνολογίες. Για την επιτυχία του εγχειρήματος χρειάζεται ένας δημόσιος διάλογος υψηλού επιπέδου, χωρίς ιδεολογικές αγκυλώσεις, που θα φωτίσει τις διαφορετικές διαστάσεις του θέματος και θα εμπλουτίσει τη συζήτηση σχετικά με την πολιτική καινοτομίας και τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Ας σημειωθεί ότι η σημαντικότερη αλλαγή αφορά τη νέα γενιά, τη γενιά Ζ όπως είναι γνωστή, που τόσο ως εργαζόμενοι και όσο και ως καταναλωτές δεν είναι απλά εξοικειωμένοι με τις νέες τεχνολογίες, το διαδίκτυο και τις νέες συνθήκες αλλά ουσιαστικά είναι ταυτισμένοι με αυτές και πολύ διαφορετικοί, τόσο από τους ενήλικες όσο και από τη γενιά Υ (millennials).

*Ομότιμος Καθηγητής Οικονομικών Επιστημών, ΕΚΠΑ
πρώην ΓΓ Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών