Tο θέμα είναι αν οι νέοι, που εισέρχονται, και πρέπει να εισέρχονται, στην αγορά εργασίας και στην οικονομία, θα βρίσκουν εκεί (πόσο) χώρο και (πόσες) προϋποθέσεις παραγωγής, δημιουργίας και ευημερίας
Του Χρήστου Α. Ιωάννου*
H Ελλάδα πριν εξέλθει οριστικά από την κρίση του 2010-2019, η οποία είχε εξωγενείς αφορμές και ενδογενείς αιτίες, βρέθηκε στην παγκόσμια κρίση της πανδημίας. Η εμπειρία της διαδρομής 2000-2019 είναι εξαιρετικά χρήσιμη για την πορεία προς την υπέρβαση και των δύο αυτών κρίσεων και των συνεπειών τους.
Μπορούμε να είμαστε ικανοποιημένοι αν το 2021 έχουμε επιστρέψει σε επιδόσεις και δείκτες του 2019; Αν δούμε δύο βασικούς δείκτες της Ελλάδας του 2019, πριν την κρίση της πανδημίας, σε σύγκριση με δύο δεκαετίες πριν, του 2000, η εικόνα είναι αποκαλυπτική.
Το ποσοστό απασχόλησης στην Ελλάδα του 2019, ήταν 61,2%, είναι απολύτως συγκρίσιμο και κατά τι χαμηλότερο του ποσοστού απασχόλησης του 2000, που ήταν 61,9%. Tότε και τώρα, ήταν το χαμηλότερο στην ΕΕ. Το ΑΕΠ σε σταθερές τιμές 2015, το 2019 ήταν 183,6 δισ. ευρώ. Συγκρίσιμο, και μόνον κατά τι υψηλότερο, του ΑΕΠ του 2000 που ήταν, σε σταθερές τιμές 2015, 181,7 δισ. ευρώ
Δηλαδή 20 χρόνια μετά, η Ελλάδα του 2019, βρέθηκε, συγκρινόμενη με τον εαυτό της, στο ίδιο σημείο του 2000. Καθώς όμως κρίσιμο είναι το τι κάνουν και οι άλλες κοινωνίες και οικονομίες στον σύγχρονο κόσμο και στην Ευρώπη, η ουσία είναι ότι οι περισσότερες της πρώην Ανατολικής Ευρώπης μας «προσπέρασαν» σε κατά κεφαλήν ΑΕΠ, οι δε υπόλοιπες, της βαλκανικής, μας πλησίασαν και μας πλησιάζουν γοργά.
Η Ελλάδα του 2000 μπορούσε να φανταστεί ότι η Ελλάδα του 2020 θα ήταν στο ίδιο σημείο για τον εαυτό της, και αποκλίνων ουραγός στην ΕΕ και στην Ευρωζώνη; Δεν θα το ήθελε, αλλά αυτό είναι που «επέτυχε». Ως γνωστόν ο δρόμος προς την κόλαση είναι στρωμένος με καλές προθέσεις.
Παρά τις καλές προθέσεις, η Ελλάδα του 2000 στον δρόμο για το 2020 υπέφερε, με δικές της επιλογές, όχι μία αλλά δύο χαμένες δεκαετίες. Το 2000-2009 του παρασιτικού και χρεοβόρου μετασχηματισμού, όταν αύξανε ταχύτερα το κατά κεφαλήν χρέος από ότι το κατά κεφαλήν ΑΕΠ. Και το 2010-2019 της άρνησης των αναγκαίων και δύσκολων προσαρμογών, ως προϋποθέσεων παραγωγικής στροφής και μετασχηματισμού.
Πίσω από την παλινδρόμηση μεταξύ 2000 και 2019, και την υποχώρηση της Ελλάδας στον διεθνή καταμερισμό της παραγωγής και της εργασίας, βρίσκεται η θεμελιώδης ασσυμετρία που χαρακτηρίζει την ελληνική κοινωνία και οικονομία. Που αφιερώνει μικρό μερίδιο/ποσοστό των πόρων της στην παραγωγή διεθνώς εμπορευσίμων προϊόντων και υπηρεσιών.
Αυτός είναι ένας τρίτος βασικός δείκτης. Από 23,4% του ΑΕΠ το 2000, το συρρίκνωσε σε 18,6% το 2009. Ανέκαμψε, ως αποτέλεσμα του αργόσυρτου και δύσκολου παραγωγικού μετασχηματισμού, της περιόδου των δημοσιονομικών προσαρμογών, και των «από τα πάνω» και «από τα έξω» μεταρρυθμίσεων, στο 22% το 2019.
Συνεπώς στην πορεία προς την Ελλάδα μετά την κρίση της πανδημίας, έχει αποφασιστική σημασία ο προσανατολισμός. Και η ταχύτητα.
Ο προσανατολισμός πόρων και πολιτικών προς διεθνώς εμπορεύσιμα προϊόντα και υπηρεσίες πρώτον, κλάδων Τεχνολογικής αιχμής, που είναι οι Μεταποιητικοί κλάδοι και οι Τεχνολογίες Πληροφορικής και Επικοινωνίας και δεύτερον, κλάδων συνδεόμενων με τις Τάσεις Παγκόσμιας Οικονομίας, που είναι οι Μεταλλευτικές, οι Διεθνείς Μεταφορές (ναυτιλία, logistics, κ.λπ.), ο Τουρισμός, και Ανταγωνιστική Αγροτική παραγωγή.
Η προηγουμένη διαδρομή έχει μία ακόμη αποκαλυπτική πλευρά. Συμβαίνουν, είναι στο πρόγραμμα, κρίσεις. Η διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, η κρίση του ευρώ του 2010-2012, η μεταναστευτική κρίση στην Ευρώπη του 2015, η παγκόσμια κρίση λόγω της πανδημίας το 2020, η κλιματική αλλαγή που έγινε πλέον κλιματική κρίση.
Που σημαίνει ότι η διαδρομή στην έξοδο μετά την κρίση της πανδημίας, και στην τρίτη δεκαετία του αιώνα, δεν θα είναι γραμμική. Στον δρόμο έχει κι άλλες κρίσεις. Κρίσεις διεθνείς, ευρωπαϊκές, περιφερειακές, εθνικές. Αυτές που ξέρουμε ότι έρχονται, αλλά δεν γνωρίζουμε πότε περίπου και πως θα εκδηλωθούν. Και αυτές που δεν ξέρουμε, ούτε ποιές είναι, ούτε πότε θα εκδηλωθούν.
Στις κρίσεις που προαναφέραμε δεν συμπεριλάβαμε στη δημογραφική κρίση της ελληνικής κοινωνίας. Η οποία δεν γίνεται αντιληπτή αναλόγως με τις άλλες, διότι είναι αργόσυρτη, αλλά είναι και θεμελιακή.
Παράλληλα με την αργόσυρτη δημογραφική κρίση, ανάλογης εθνικής σημασίας είναι και η περιβαλλοντική κρίση στον τόπο μας. Που εξελίχθηκε παράλληλα με την κλιματική αλλαγή και τώρα την βρίσκουμε μπροστά μας συναρθρωμένη με την κλιματική κρίση.
Αν γίνει αντιληπτό ότι η Ελλάδα της νέας δεκαετίας εξαρτάται από το τι κάνουμε τώρα, το 2021, το 2022, το 2023 κοκ, τότε είναι κρίσιμο αν οι επιλογές μας βασίζονται και επιβεβαιώνουν την κατανόηση ότι δεν μπορούμε να βγούμε από την κρίση από την ίδια πόρτα που μπήκαμε. Με τις ίδιες προτεραιότητες και ανάλογες επιλογές.
Κάθε μέρα, κάθε στιγμή το θέμα είναι αν οι νέοι, που εισέρχονται, και πρέπει να εισέρχονται, στην αγορά εργασίας και στην οικονομία, θα βρίσκουν εκεί (πόσο) χώρο και (πόσες) προϋποθέσεις παραγωγής, δημιουργίας και ευημερίας.
Αυτό εξαρτάται από το εάν οι γονείς τους, και οι προηγούμενες γενιές, θα επιλέξουν και θα μπορέσουν, στη διαδρομή από το 2021 στα επόμενα χρόνια, να κινηθούν και να ζήσουν παραγωγικότερα και δημιουργικότερα.
Από το εάν η «αλλαγή παραδείγματος» που «σέρνεται» στα χρόνια της δημοσιονομικής προσαρμογής, θα πραγματοποιηθεί, ως ανάγκη και ως επιλογή, και θα επιταχυνθεί μέσω ραγδαίων μεταρρυθμίσεων.
Η πρόκληση είναι αν μπορούμε να ξανασκεφτούμε τα πάντα, σχεδόν τα πάντα, από την αρχή. Και οι δυο τελευταίες κρίσεις που ζήσαμε, παρέχουν άφθονες αίτιες και αφορμές για αυτό.
*Διευθυντή Απασχόλησης και Αγοράς Εργασίας του ΣΕΒ