Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΟΥ ΕΝΟΣ ΚΟΜΜΑΤΟΣ… Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου

219

Ένα παλαιότερο άρθρο του καθηγητού Ανδρέα Λοβέρδου, έθετε ένα σοβαρό πρόβλημα που ήδη όλα δείχνουν θα γίνει κρίσιμο.

Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου

«…..Είναι η Ελληνική Δημοκρατία, δημοκρατία του ενός κόμματος; Ναι είναι! Σκληρό; Πρωτότυπο; Αδιανόητο; Απολύτως όλα αυτά αλλά ταυτοχρόνως και 100% αληθινό. Κι αυτό γιατί από το 2019 στη χώρα μας υπάρχει μόνο ένα κόμμα που διεκδικεί και επιτυγχάνει να του αναθέσουν οι πολίτες τη διαχείριση της εκτελεστικής εξουσίας. Οι κάλπες μάλιστα του 2023 και του 2024 με το αποτέλεσμά τους επιβεβαίωσαν, ότι το ανωτέρω συμπέρασμα είναι αδιαμφισβήτητο…..».

Αυτά έγραφε πριν λίγο καιρό στα «Νέα» ο πρώην υπουργός και τότε πρόεδρος των Δημοκρατών κ.Ανδρέας Λοβέρδος, υπό τον τίτλο «Η δημοκρατία ενός κόμματος» και σήμερα τα γεγονότα τον επιβεβαιώνουν κατά τρόπο πανηγυρικό. Είναι πλέον ηλίου φαεινότερον ότι η σημερινή κυβέρνηση κυβερνά ερήμην της αντιπολίτευσης. Δηλαδή με αυτά που κάνει δεν ασχολείται κανείς, που σημαίνει ότι δεν υπάρχει πολιτικό αντίβαρο σε πράξεις και αποφάσεις, που διαιωνίζουν καταστάσεις του παρελθόντος.

Και από την άποψη αυτή είναι εξόχως σοβαρό πρόβλημα του παρόντος το ότι η κυβέρνηση προσπαθεί να ψηφιοποιήσει τη δημόσια ζωή υπό τον έλεγχο και τις απαράδεκτες συντεχνιακές αρχές της γραφειοκρατίας του παρελθόντος και του πελατειακού κράτους.

Όλα αυτά δε συμβαίνουν εν μέσω ανεπίγνωστων πανηγυρισμών για την οικονομία από την κυβερνητική πλευρά, η οποία κερδίζει χρόνο, μεταθέτοντας σοβαρά προβλήματα μεταρρυθμίσεων στο…. αύριο.

Υπό αυτές τις συνθήκες, στην οικονομία για παράδειγμα, κύριο μέλημα της κυβέρνησης είναι η αύξηση των δημοσίων εσόδων με αστυνομικά μέτρα αμφιβόλου δημοκρατικής νομιμοποίησης, η χορήγηση επιδομάτων, μέρος των οποίων αναιρούν την όρεξη για εργασία και η επικοινωνιακή καταπολέμηση της ακρίβειας σε μια εποχή που τίποτε δεν αλλάζει στην πραγματική δομή της εισαγωγικής μας οικονομίας. Στο σημείο αυτό οι αριθμοί και οι τάσεις είναι μοναδικής επικαιρότητας.

Σχεδόν διπλάσια είναι η αξία των αγαθών που εισάγει η Ελλάδα σε σύγκριση με τις εξαγωγές της χώρας, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το εμπορικό ισοζύγιο για το διάστημα Ιανουαρίου – Αυγούστου 2024.

Η συνολική αξία των εισαγωγών για το πρώτο οκτάμηνο του 2024 ανήλθε σε 55,7 δισ. ευρώ, την ώρα που οι εξαγωγές έφεραν στη χώρα 33,7 δισ. ευρώ, με αποτέλεσμα το ισοζύγιο να είναι ελλειμματικό κατά 22 δισ. ευρώ. Μάλιστα, σε σύγκριση με τους πρώτους οκτώ μήνες του 2023, το εμπορικό έλλειμμα είναι φέτος μεγαλύτερο, καθώς οι εισαγωγές αυξήθηκαν κατά 1 δισ. ευρώ, ενώ οι εξαγωγές μειώθηκαν κατά 500 εκατ. ευρώ.

Αν εξαιρεθούν οι εισαγωγές των πετρελαιοειδών, η αξία των εισαγωγών διαμορφώνεται στα 41,6 δισ. ευρώ στο οκτάμηνο, ενώ αυτή των εξαγωγών πέφτει στα 23,6 δισ. ευρώ, με αποτέλεσμα το έλλειμμα να φτάνει στα 18 δισ. ευρώ.

Το μεγάλο εμπορικό έλλειμμα που καταγράφεται σταθερά τα τελευταία χρόνια προκαλεί εύλογο προβληματισμό, καθώς καθιστά τη χώρα ευάλωτη σε εξωγενείς κρίσεις και στον εισαγόμενο πληθωρισμό. Παράλληλα, αναδεικνύει άλλα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας, όπως είναι η μειωμένη παραγωγή προϊόντων μεγάλης προστιθέμενης αξίας και η έλλειψη ανταγωνιστικότητας.

Σύμφωνα με όσα έχει πει σε πρόσφατες ομιλίες του ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ) Γιάννης Στουρνάρας, βασικός λόγος για την αύξηση του εμπορικού ελλείμματος είναι ο μεγαλύτερος ρυθμός ανάπτυξης σε σύγκριση με τις άλλες χώρες της E.E., σε συνδυασμό με τη χαμηλή διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα της χώρας. Τέλος, παρά την αύξηση των εξαγωγών μετά την κρίση, τα προϊόντα που εισάγονται δεν έχουν αντικατασταθεί.

Το πώς λοιπόν θα αντιμετωπισθεί, με δεδομένες τις δομές αυτές το κρίσιμο θέμα του υψηλού δημοσίου χρέους, σε μια περίοδο επικίνδυνων γεωπολιτικών εξελίξεων, είναι κάτι που βρίσκεται εκτός ενδιαφερόντων του συνόλου των πολιτικών – δυνάμεων.

Όμως, η πρόσφατη αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας από τον αμερικανικό οίκο Moody’s, αν διαβαστεί προσεκτικά και δίχως να στέκεται κάνεις στους τίτλους, θα μπορούσε να αποτελέσει καμπανάκι (όχι επί του παρόντος καμπάνα) κινδύνου. Αλλά βιώνουμε τη δημοκρατία του ενός κόμματος. Το είπαμε αυτό εξαρχής. Το χάσμα της σχέσης εισαγωγών – εξαγωγών καταγράφεται στην αξιολόγηση της Moody’s. Το δημόσιο χρέος κρύβεται μέσω της μετατροπής της καταιγιστικής αύξησης της ονομαστικής του τιμής στη σχέση του με το ΑΕΠ, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως το χρέος παύει να υφίσταται. Και οι καθυστερήσεις σε ό,τι αφορούν την οικονομική ζωή του τόπου που προξενούνται από τις κρατικές λειτουργίες και αυτές επισημαίνονται. Όσο για βελτιώσεις στον τομέα της Δικαιοσύνης, οι ουσιαστικές μπορούν να περιμένουν.

Αν τώρα στο σκηνικό αυτό προσθέτουμε τη δημογραφική καθίζηση, την άνοδο της βίας των νέων και της εγκληματικότητας και την παρακμή της εγχώριας αστικής τάξης, τότε το πρόβλημα της δημοκρατίας του ενός κόμματος γίνεται πολύ πιο σοβαρό από τα ευτελή κουτσομπολιά που συνθέτουν την θλιβερο-κωμική πολιτική μας επικαιρότητα.