«Η Ευρώπη μετά την Ουκρανική Κρίση»

277

Ένα Συνέδριο του Κέντρου Ερευνών Προοδευτικής Πολιτικής (ΚΕΠΠ)

Σε ενδιαφέρον Συνέδριο που πραγματοποιήθηκε την Τετάρτη, 18 Μαίου 2022 στο ξενοδοχείο ELECTRA PALACE ATHENS,αναλύθηκαν διεξοδικά πολλές πτυχές μια διαστάσεις της ουκρανικής κρίσης και των επιπτώσεων τους στη διεθνή οικονομία και τις γεωπολιτικές ισιρροπίες

Μιλωλντας στην εκδηλλωση του ΚΕΠΠ κ. Γιάννος Παπαντωνίου,προεδρός του, ανέφερε στον χαιρετισμό του, μεταξύ άλλων , τα εξής:

«Tο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό κραχ του 2007-2008, η παγκόσμια κρίση πανδημίας λόγω του κορονοϊού και ο πόλεμος στην Ουκρανία μετά την ρωσική στρατιωτική εισβολή έχουν θέσει σε δοκιμασία τα συστήματα παγκόσμιας διακυβέρνησης που εδραιώθηκαν μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Ειδικότερα η ουκρανική κρίση αμφισβητεί ευθέως το σύστημα διεθνούς ασφάλειας δημιουργώντας νέα γεωπολιτικά δεδομένα.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση (EE) αντιδρά σε αυτές τις κρίσεις προσπαθώντας να ενισχύσει την ανθεκτικότητά της και να αναβαθμίσει τις οικονομικές και αμυντικές δυνατότητές της ώστε να αυξήσει τη δύναμη επιρροής και να προωθήσει αποτελεσματικά τα συμφέροντα, τις αξίες και τις αρχές της. Οι προσπάθειες στρέφονται στα εξής:

  • Ενίσχυση της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και της Πολιτικής Ασφάλειας. Ο δραστικός περιορισμός του κανόνα της ομοφωνίας στη λήψη αποφάσεων εξωτερικής πολιτικής θα διευρύνει τις δυνατότητες δυναμικής διεθνούς παρουσίας της ΕΕ. Η συγκρότηση ενός πυρήνα «ευρωπαϊκού στρατού», της Δύναμης Ταχείας Επέμβασης με Επιχειρησιακό Στρατηγείο και 5.000 προσωπικό, σε συνδυασμό με την ενίσχυση της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας μέσω υποχρέωσης των εταίρων να αγοράζουν ευρωπαϊκούς εξοπλισμούς, θα αναβαθμίσουν την ικανότητα παρεμβάσεων για την προώθηση στόχων εξωτερικής πολιτικής.

  • Οικονομία: Ανοικτή κρατική στήριξη «ευρωπαϊκών πρωταθλητών» και επαναφορά βιομηχανικών δραστηριοτήτων από το εξωτερικό στο εσωτερικό της ΕΕ με στόχο την ισχυροποίηση της διεθνούς οικονομικής παρουσίας της. Επιτάχυνση των ρυθμών εισαγωγής των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) και επανεξέταση του ρόλου του φυσικού αερίου, ώστε να ενισχυθεί η ευρωπαϊκή ενεργειακή ασφάλεια και αυτονομία. Aύξηση του κοινοτικού προϋπολογισμού και περισσότερο ευέλικτοι δημοσιονομικοί κανόνες σε περιόδους ύφεσης. Δημιουργία ταμείων με ξεχωριστή χρηματοδότηση –όπως ήδη συνέβη με το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας– με σκοπό την πραγματοποίηση συγκεκριμένων προγραμμάτων για την ψηφιακή και πράσινη μετάβαση καθώς και την αντιμετώπιση εκτάκτων καταστάσεων, όπως πανδημίες, κοινωνικές κρίσεις ή πόλεμος.

  • Ανάγκη για νέες πολιτικές, όπως στο προσφυγικό, στην κυβερνο-ασφάλεια καθώς και σε θέματα που αφορούν τα δικαιώματα του Ευρωπαίου πολίτη και το Κράτος Δικαίου.

Ήδη, για την αντιμετώπιση της παρούσας κρίσης είναι εμφανείς οι αδυναμίες διακυβέρνησης της ΕΕ. Η στήριξη της Ουκρανίας στον αγώνα που διεξάγει για την εδαφική ακεραιότητα και την ανεξαρτησία της είναι κοινός και αδιαμφισβήτητος στόχος της ΕΕ, των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ. Υπάρχει όμως ασάφεια σε ότι αφορά τους σκοπούς του αγώνα: Επιδιώκεται ολοκληρωτική νίκη της Ουκρανίας, ισοδύναμη με στρατηγική ήττα και ταπείνωση της Ρωσίας, ώστε να «πάρει ένα μάθημα» και να μην ξαναδοκιμάσει παρόμοιο εγχείρημα;

Το σενάριο ολοκληρωτικής νίκης είναι επιθυμητό, γιατί στέλνει ένα ισχυρό μήνυμα σε μελλοντικούς υποψήφιους παραβάτες. Περικλείει όμως κινδύνους. Μήπως ένας παρατεταμένος πόλεμος φθοράς προκαλέσει πολύ υψηλά κόστη για τις ευρωπαϊκές χώρες και οδηγήσει σε κοινωνικές αναταραχές και πολιτική αποσταθεροποίηση, ενώ στο βάθος θα προβάλει το φάσμα γενικευμένης επέκτασης του πολέμου με χρήση πυρηνικών όπλων – που η Ρωσία επιμένει να επικαλείται ως απειλή;

Η ΕΕ πρέπει να είναι ήδη σε θέση να ετοιμάσει, σε συνεργασία με την Ουκρανία και τις ΗΠΑ, σχέδια ειρηνικής διευθέτησης, με επίτευξη εκεχειρίας και ανάληψη διπλωματικών πρωτοβουλιών. Για να προχωρήσει αξιόπιστα σε αυτήν την κατεύθυνση, η ΕΕ πρέπει να ενισχύσει την «στρατηγική αυτονομία» της προωθώντας δυναμικά ενοποιητικές αλλαγές στους τομείς της Εξωτερικής Πολιτικής και της Πολιτικής Άμυνας, της Οικονομίας και της Δημοσιονομικής Πολιτικής, καθώς και της Ενεργειακής Απεξάρτησης από τη Ρωσία.

Θα συναντήσει, βέβαια, σημαντικά εμπόδια και αντιστάσεις. Είναι ενδεικτικό ότι στις προτάσεις του Γάλλου προέδρου Εμανουέλ Μακρόν στις αρχές Μαΐου για αλλαγές των ευρωπαϊκών Συνθηκών αντέδρασαν 13 χώρες-μέλη – μεταξύ των οποίων οι περισσότερες ανατολικές, σκανδιναβικές και βαλτικές χώρες. Αλλαγές στη Ευρωπαϊκή Ένωση υπήρξαν πάντοτε δύσκολες. Όμως οι σημερινές περιστάσεις τις απαιτούν, αν εμείς οι Ευρωπαίοι θέλουμε να αποφασίζουμε αυτόνομα για το μέλλον μας».

Από την πλευρά του,αναφερόμενος στο θέμα της στρατηγικής αυτονομίας της ΕΕ, ο

Ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών Π.Κ. Ιωακειμίδης τόνισε ότι έχουμε μια νέα Ευρώπη μετά την 24η Φεβρουαρίου και την απρόκλητη επίθεση της Ρωσίας εναντίον της Ουκρανίας. Η νέα πραγματικότητα που έχει δημιουργηθεί επιβάλλει στην Ευρωπαϊκή Ένωση να εμβαθύνει την ενοποίησή της με, μεταξύ άλλων, την ανάπτυξη της αμυντικής πολιτικής στη βάση της Στρατηγικής Πυξίδας, τον εκσυγχρονισμό της κοινής εξωτερικής πολιτικής με την κατάργηση της ομοφωνίας στη λήψη των αποφάσεων τουλάχιστον για ορισμένους τομείς, την επιτάχυνση της διαδικασίας της διεύρυνσης με την ένταξη των χωρών των Δ. Βαλκανίων, Ουκρανίας, Γεωργίας και Μολδαβίας στην Ένωση και την ανάπτυξη νέων κοινών πολιτικών παράλληλα με τη μείωση της ενεργειακής της εξάρτησης από τη Ρωσία.

Για το ίδιο θέμα,ο Καθηγητής του Πανεπιστημίου του Αιγαίου Σ. Ντάλης τόνισε ότι τα επόμενα χρόνια στη βόρεια Ευρώπη, η άμυνα και η ασφάλεια θα είναι περισσότερο Νατοϊκή λόγω Ουκρανίας. Αντιθέτως στη νότια Ευρώπη και ειδικότερα στη Μεσόγειο, η άμυνα και η ασφάλεια θα είναι περισσότερο ευρωπαϊκή, λόγω της προβολής ισχύος από την πλευρά της Τουρκίας. Μια μορφή διαφοροποιημένης ολοκλήρωσης με έμφαση και στα ζητήματα άμυνας και ασφάλειας, έχει ήδη ξεκινήσει στη Μεσόγειο με τις διμερείς συμφωνίες που έχουν υπογράψει μεταξύ τους Γαλλία, Ελλάδα και Ιταλία.

Τη συζήτηση μεταξύ των δύο ομιλητών συντόνισε ο γενικός γραμματέας του ΚΕΠΠ, οικονομολόγος κ. Κωνσταντίνος Μελίδης

Στη δεύτερη Συνεδρία για την πράσινη μετάβαση,ο γνωστός

Ομότιμος Καθηγητής του ΕΜΠ κ. Κ. Χατζημπίρος συντόνισε τη συζήτηση, στην οποία συμμετείχαν ο Ομότιμος Καθηγητής του ΕΜΠ κ. Παντελής Κάπρος, ο Πρόεδρος του ΙΕΝΕ κ. Κωστής Σταμπολής και ο Αναπληρωτής Καθηγητής του ΕΜΠ κ. Χάρης Δούκας.

Σκοπός: Στρατηγική προσέγγιση για το 2030, με προοπτική για το 2050, πέρα από τα τρέχοντα προβλήματα υψηλών τιμών ενέργειας.

Εξετάστηκαν 3 ερωτήματα: 1) Είναι έγκυρη η Πράσινη Μετάβαση που προωθεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή; Οι εισηγητές έκριναν ότι ο σχεδιασμός είναι άρτιος αν και φιλόδοξος, αντίθετα με κάποιες αρνητικές κριτικές που ακούγονται από πολιτικούς ή βιομηχανικούς κύκλους. Σημαντική είναι η ανάπτυξη τρόπων αποθήκευσης, ιδιαίτερα του πράσινου υδρογόνου. 2) Θα συνεχίσει το φυσικό αέριο να αποτελεί μεταβατικό καύσιμο; Οι εισηγητές έκριναν ότι η απανθρακοποίηση, με την ανάπτυξη ΑΠΕ, προχωρεί αργά, ιδίως σε παγκόσμιο επίπεδο, ενώ στην Ελλάδα γίνονται νέες επενδύσεις για φυσικό αέριο, εν μέσω ενεργειακής κρίσης. 3) Είναι εναλλακτική λύση η πυρηνική ενέργεια; Οι εισηγητές έκριναν ότι η παραγωγή ηλεκτρισμού από πυρηνικά εργοστάσια, πέρα από τους κινδύνους, έχει υπερβολικό κόστος, ανεκτό μόνο από χώρες, όπως η Γαλλία, που έχει επιτύχει οικονομίες κλίμακας.

Επιπλέον, οι εισηγητές επισήμαναν την ανάγκη σημαντικών επενδύσεων από το Ταμείο Ανάκαμψης, όχι μόνο σε ΑΠΕ και αποθήκευση αλλά και σε σύγχρονα δίκτυα μεταφοράς ηλεκτρισμού.

Στην Τρίτη Συνεδρία για τους θεσμούς της ΕΕ,ο αναπληρωτής

Καθηγητής του Πανεπιστημίου Πειραιώς Π. Τήνιος τόνισε ότι η ενδυνάμωση της δημοσιονομικής ενοποίησης και η ανάγκη για νέες πολιτικές, όπως στο προσφυγικό, είναι θέματα αλληλένδετα.  Η αδήριτη ανάγκη για δημοσιονομικούς σταθεροποιητές προσκρούει σε έλλειμμα «νομιμοποίησης» των κατάλληλων δαπανών. Η προσφυγική κρίση ανοίγει το δρόμο επιτρέποντας την υιοθέτηση πολιτικών που ήταν ανέκαθεν αναγκαίες. Οι πολεμικές εξελίξεις μπορούν να συνδεθούν με κοινωνικές και δημογραφικές πολιτικές σε επίπεδο ΕΕ. Η κρίση στην Ουκρανία μπορεί να αποτελέσει έναυσμα αναπτυξιακής ευκαιρίας, αλλά μόνο αν πλαισιωθεί από κατάλληλα συντονισμένες κοινωνικές πολιτικές – που ανέκαθεν χρειαζόταν η ΕΕ -, αν φιλοδοξεί να είναι κάτι περισσότερο από τελωνειακή ένωση.

Ο δημοσιογράφος Γ. Παλαιολόγος επισήμανε ότι τα τελευταία δυόμισι χρόνια, το πρώτο μισό της θητείας της τρέχουσας ηγεσίας των ευρωπαϊκών θεσμών, έχουν επιβεβαιώσει πανηγυρικά το κλισέ ότι η ΕΕ προχωρά προς τα εμπρός ωθούμενη από κρίσεις. Η πανδημία οδήγησε σε σημαντικά βήματα προς τη δημοσιονομική ένωση – με το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας – και στην υπέρβαση της κοινής στρατηγικής για τα εμβόλια συμβάλλοντας στη θωράκιση της συνοχής της ΕΕ. Ο πόλεμος στην Ουκρανία μετά τη ρωσική στρατιωτική εισβολή, προκαλώντας πρωτοφανείς αντιδράσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο, οδηγεί την ΕΕ προς βαθύτερη ενοποίηση σε κρίσιμα πεδία, όπως η ενέργεια και η άμυνα. 

Το Συνέδριο έκλεισε με στρογγυλό τραπέζι,στο οποίο τη σχετική συζήτηση,

συντόνισε η δημοσιογράφος κα Εύα Μπούρα. Συμμετείχαν ο συνταγματολόγος κ. Κώστας Μποτόπουλος και ο πρόεδρος του ΚΕΠΠ κ. Γιάννος Παπαντωνίου.

Οι δύο ομιλητές αναγνώρισαν την αμεσότητα της αντίδρασης της ΕΕ στην κρίση που προκάλεσε η ρωσική στρατιωτική εισβολή στην Ουκρανία. Η βοήθεια που χορήγησε τόσο σε στρατιωτικό επίπεδο όσο και στο αμιγώς οικονομικό ήταν ουσιαστική, ενώ το ΝΑΤΟ, που σε μεγάλο βαθμό είναι «ευρωπαϊκό» σε ότι αφορά την συμμετοχή, κινητοποιήθηκε με αποφασιστικό τρόπο. Ανάλογη ετοιμότητα έδειξε η ΕΕ και στον ενεργειακό τομέα, όπου τόσο στο σκέλος της αναζήτησης νέων προμηθευτών – ώστε να περιοριστούν οι αγορές ρωσικών ορυκτών καυσίμων – όσο και για την σταθεροποίηση των τιμών έδρασε γρήγορα και αποτελεσματικά, χρησιμοποιώντας όλα τα διαθέσιμα εργαλεία για συντονισμένες παρεμβάσεις.

Εκφράστηκε, βέβαια, προβληματισμός για την εμβέλεια αυτών των αντιδράσεων σε ότι αφορά την πραγματοποίηση ενός ποιοτικού άλματος για την προώθηση της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Σημειώθηκε ότι η ενεργοποίηση του ΝΑΤΟ, όπου οι ΗΠΑ κατέχουν ηγετική θέση, μπορεί να αποδυναμώσει προσπάθειες της ΕΕ για στρατηγική αυτονομία. Είναι όμως νωρίς να εξαχθούν συμπεράσματα γιατί όλα θα κριθούν από τη διάρκεια του πολέμου – και συνακόλουθα την ένταση της στρατιωτικής προσπάθειας – καθώς και το βάρος που θα δοθεί στην αναζήτηση διπλωματικής λύσης, όπου η ΕΕ είναι σε θέση να παίξει βασικό ρόλο.

Τέλος, για τη θέση της Ελλάδας στο σκηνικό που διαμορφώνεται, διατυπώθηκε η άποψη ότι η ανάδειξη των κινδύνων του «αναθεωρητισμού», η υπενθύμιση της σημασίας του σεβασμού των συνόρων καθώς και η ανάγκη διατήρησης συμπαγούς μετώπου μεταξύ των χωρών – μελών του ΝΑΤΟ ενισχύει τη διεθνή θέση της Ελλάδας ενώ, αντίθετα, οδηγεί την Τουρκία σε θέση «άμυνας». Η υποδοχή του Έλληνα πρωθυπουργού στην Ουάσινγκτον πιστοποιεί την αναβάθμιση της χώρας μας.  Από την άλλη πλευρά, η κεφαλαιοποίηση αυτής της αναβάθμισης αντιμετωπίζει εγγενείς δυσκολίες, όπως η μεταρρυθμιστική υστέρηση, η κόπωση της κοινωνίας από τις αλλεπάλληλες κρίσεις σε συνδυασμό με την προοπτική μιας δύσβατης εκλογικής διαδικασίας – πιθανότατα δύο γύρων – και η παγίωση συνθηκών γεωπολιτικής και οικονομικής αβεβαιότητας.