Του Γιώργου Παυλόπουλου
Ο επικεφαλής του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (ΙΕΑ) έκρουσε για μια ακόμη φορά το καμπανάκι, προειδοποιώντας για το πρωτόγνωρα δύσκολο διάστημα που περιμένει νοικοκυριά, επιχειρήσεις και, φυσικά, κυβερνήσεις.
Ο κόσμος βρίσκεται σήμερα εν μέσω της «πρώτης πραγματικά παγκόσμιας ενεργειακής κρίσης», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Φατίχ Μπιρόλ από τη Σιγκαπούρη. Επανέλαβε, έτσι, με πιο καθαρό τρόπο, τον ισχυρισμό που είχε διατυπώσει τον Ιούλιο, ισχυριζόμενος ότι «ο κόσμος δεν έχει βιώσει ποτέ στο παρελθόν μια τόσο μεγάλη ενεργειακή κρίση, όσον αφορά στο βάθος και την πολυπλοκότητά της».
Όσο για τις αιτίες που προκαλούν αυτή την κατάσταση, ο Μπιρόλ ξεχώρισε δύο – πέρα, φυσικά, από τον πόλεμο στην Ουκρανία: Αφενός, τα μικρά περιθώρια αύξησης της προσφοράς υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) στις διεθνείς αγορές και, αφετέρου, τις αποφάσεις του OPEC να μειώσει την παραγωγή αργού πετρελαίου.
Εκρηκτικός συνδυασμός
Τα απλά μαθηματικά δείχνουν ότι ο συνδυασμός των παραπάνω παραγόντων δικαιώνει τον Μπιρόλ και τις εκτιμήσεις του, τουλάχιστον σε ένα βαθμό.
Πράγματι, τα επίσημα στοιχεία δείχνουν ότι το 2021, το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος – για την ακρίβεια, το 84% – της ενέργειας που καταναλώθηκε παγκοσμίως προερχόταν από τα ορυκτά καύσιμα, δηλαδή πετρέλαιο, φυσικό αέριο (συμπεριλαμβανομένου του LNG) και γαιάνθρακα. Κι αυτό παρά τη διαρκή αύξηση του μεριδίου των ανανεώσιμων πηγών, που όμως ακόμη είναι μειοψηφικό στα μεγαλύτερα τμήματα του πλανήτη.
Εύκολα, λοιπόν, μπορεί κανείς να καταλάβει ότι το δεδομένο αυτό, μαζί βεβαίως με τις κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας, που αφαιρούν από την αγορά σημαντικές ποσότητες αερίου, αργού και γαιάνθρακα, καθώς και με την χειραγώγηση των τιμών από το καρτέλ του πετρελαίου, έχει καταστροφικές συνέπειες. Πολύ περισσότερο καθώς η σχεδόν πλήρης μετατροπή της ενέργειας σε χρηματιστηριακό προϊόν, κάτι που σημαίνει ότι οι συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί συνιστούν μια τεράστια ευκαιρία κερδοσκοπίας.
Δεν είναι όλοι το ίδιο…
Ως εδώ, όλα καλά. Μόνο που ο Μπιρόλ κάνει λάθος μιλώντας για την «πρώτη πραγματικά παγκόσμια» ενεργειακή κρίση. Κι αυτό διότι, εκτός από το γεγονός ότι έχει προηγηθεί εκείνη του 1973, σήμερα τα δεδομένα για τις διάφορες περιοχές του πλανήτη είναι διαφορετικά.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες, για παράδειγμα, σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε πριν από μισό αιώνα, έχουν καταφέρει να είναι όχι απλώς αυτάρκεις σε αέριο και πετρέλαιο, αλλά και να καταστούν εξαγωγική δύναμη, εκμεταλλευόμενες (έστω και με επιζήμιες για το περιβάλλον μεθόδους) τα πλούσια σχιστολιθικά τους κοιτάσματα.
Η Ρωσία, από την άλλη, έχει την πολυτέλεια να διαθέτει την ενέργεια στους πολίτες της και τις επιχειρήσεις σχεδόν σε τιμή κόστους, κάτι που ισχύει και για το σύνολο των πετρελαιοπαραγωγών κρατών. Στους φίλους της δε, στους οποίους συμπεριλαμβάνονται η Κίνα, η Ινδία, η Τουρκία και άλλες χώρες, κάνει μεγάλες εκπτώσεις, κάτι που σημαίνει ότι οι δικές τους οικονομίες δεν αισθάνονται την ίδια πίεση με όσους δεν βρίσκονται στην ίδια θέση.
Σε δύσκολη θέση Ευρώπη, Ιαπωνία
Ποιος μένει, λοιπόν, με βάση όλα τα παραπάνω; Μα φυσικά η Ευρώπη, η οποία διαθέτει ανεπαρκείς πηγές ορυκτών καυσίμων για να καλύψει τις ανάγκες της και υφίσταται όλη την πίεση. Μαζί της δε και ένα ακόμη παραδοσιακό οικονομικό κέντρο, η Ιαπωνία, η οποία αντιμετωπίζει ανάλογο πρόβλημα.
Το αποτέλεσμα είναι προφανές: Αμφότερες χάνουν πολλούς πόντους απέναντι στους άλλους μεγάλους «παίκτες», καθώς αποκτούν ένα ανταγωνιστικό μειονέκτημα που ήρθε για να μείνει.
Είναι γεγονός, βεβαίως, ότι το πρόβλημα σήμερα ούτε περιορίζεται ούτε εξαντλείται στους λογαριασμούς της ενέργειας. Η κρίση έχει οδηγήσει στα ύψη τις τιμές μιας σειράς αγαθών πρώτης ανάγκης, των τροφίμων συμπεριλαμβανομένων, όπως και των περισσότερων προϊόντων και υπηρεσιών, καθώς οι εφοδιαστικές αλυσίδες παραμένουν σε μεγάλο βαθμό διεθνοποιημένες, παρά την ένταση των ανταγωνισμών και τα εμπόδια που ορθώνονται στο ελεύθερο εμπόριο.
Οικονομική κρίση, όχι μόνο ενεργειακή
Από αυτή την άποψη, η κρίση έχει όντως παγκόσμιες διαστάσεις. Μόνο που δεν είναι απλώς ενεργειακή, αλλά πλήττει συνολικά τις οικονομίες, οι οποίες τραβούν απότομα χειρόφρενο, οδηγούμενες με βεβαιότητα είτε στην ύφεση (όπως στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ) είτε σε σημαντική επιβράδυνση (όπως στην Κίνα).
Έτσι, το 2023 προβλέπεται εξαιρετικά δύσκολο – χωρίς να είναι βέβαιο ότι τα δύσκολα θα τελειώσουν εκεί. Κι αυτό παρά το γεγονός ότι ο Μπιρόλ προσπάθησε να εμφυσήσει μια νότα αισιοδοξίας στους Ευρωπαίους, λέγοντας: «Εάν δεν έχουμε ένα εξαιρετικά βαρύ και μακρύ χειμώνα και εάν δεν υπάρξουν άλλες εκπλήξεις όπως αυτές που είδαμε, όπως για παράδειγμα οι εκρήξεις στους αγωγούς Nord Stream, η Ευρώπη αναμένεται να εξέλθει από αυτόν τον χειμώνα έχοντας απλώς αποκομίσει μερικές κοινωνικές και οικονομικές… μελανιές».
Κοντός ψαλμός…
Πηγή: ot.gr