Η γλωσσική σαλάτα ως ένδειξη διανοητικής δίαιτας… Του Γιάννη Ρούντου

16

Ένα σχόλιο πάνω σε σχόλιο για το γλωσσικό διατροφολόγιο της εποχής μας

Του Γιάννη Ρούντου*

Ένας διαδικτυακός φίλος (Γιώργος Αναστασίου – Founding Partner at Giraffes in the Kitchen) στον προσωπικό λογαριασμό του (LinkedIn) έστρωσε τραπέζι με ένα ιδιαίτερα δημιουργικό “πιάτο”, κυνικά θερμιδοφόρο για τη σύγχρονη γλωσσική επικοινωνία στις επιχειρηματικές κουζίνες (παραθέτω το κείμενό του στο τέλος του δικού μου σχολίου).

Φοβούμαι ότι πολλά από τα τόσα πολλά στελέχη επιχειρήσεων που δεν φορούν το ρούχο αλλά είναι το ρούχο που τα φοράει, πιστεύοντας πως όταν είναι μέσα στα “trends” – όταν ακολουθούν “τάσεις” γίνονται και αποδεκτά/οικεία “ανήκοντας”, σίγουρα θα περάσουν και δεν θ’ ακουμπήσουν το κείμενο του κ. Αναστασίου, ώστε να μη χαθεί ούτε εκατοστό από τη γραμμή της σιλουέτας και το διανοητικό διαιτολόγιό τους, καθώς “είμαστε η γλώσσα μας” όπως είμαστε “αυτό που τρώμε”.

Οι απανταχού γλωσσολόγοι του στρουκτουραλισμού που επιμένουν αποδεικτικά, από τον Φερντινάν ντε Σωσσύρ (Ferdinand de Saussure, 1857-1913) κι εντεύθεν, ότι η “Γλώσσα είναι το εργαλείο της Σκέψης” και ότι χωρίς Γλώσσα βιώνουμε ένα διανοητικό κενό, έχω τη πεποίθηση πως θα θεωρούσαν αυτό το κείμενο του φίλου μανιφέστο για τη σύγχρονη, αποδομητική (όπως χρησιμοποιείται και στη γαστρονομία των εκπομπών υψηλής τηλεθέασης, με έπαρση “καλλιτεχνίας”) γλωσσική κουζίνα.

Τί θα έλεγαν σχετικά οι συνδαιτυμόνες ροής στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης; (όλοι/ες ανεξαιρέτως, με ή χωρίς κερασάκι κάποιον περίπλοκο τίτλο ιδιότητας που έχει “leader” στην κατάληξη). Ή μήπως είναι καλεσμένοι σε άλλο τραπέζι με θεματικό “brief” την… εμπρεσιονιστική φαντασία στη γλωσσική “ενσυναίσθηση” – το καταχρηστικά/κακοποιητικά παραφθαρμένο “empathy”; Ωστόσο (αγαπητέ κ. Αναστασίου), επί τέσσερεις δεκαετίες περίπου, κατά τη διάρκεια των οποίων ετοίμαζα “πιάτο” σε συναντήσεις των σαράντα κυμάτων ή έγραφα για τη γλωσσική σαλάτα της αγοράς στα “media”, έβλεπα υπο-media-ματα από αξιοσημείωτο πλήθος των εκ προτέρων χορτασμένων του τυποποιημένου ταχυφαγείου να με κοιτάζει σαν εξωγήινο…

Όθεν – για να επιστρέψω στη μεγάλη εικόνα ενός τοπικού Πολιτισμού: η Γλώσσα είναι το θεμέλιό του, πολλώ δε μάλλον του Ελληνικού Πολιτισμού, καθώς σηματοδότησε τη συνέχεια του Γένους μετά από τέσσερεις αιώνες οθωμανικού ζυγού. Τούτο με άλλα λόγια, ισχυρίζομαι πως ορίζει την εθνική Βιωσιμότητά μας. Διερωτώμαι αν το γνωρίζουμε και το αναγνωρίζουμε στις Εκθέσεις Βιωσιμότητας – του πολυσυζητούμενου “Sustainability” σήμερα ή περιοριζόμαστε μόνον στο οικονομικό “profit” – καθώς μάλιστα η διαχείριση της Βιώσιμης Ανάπτυξης (για ποιά άραγε μερίδα της κοινωνίας η ανάπτυξη;) έχει περάσει στην περιοχή ευθύνης των οικονομικών τεχνοκρατών με λογιστική κερδοφορίας.

Συμπυκνώνοντας την αγωνία σε λίγα λόγια: Έχουμε την απαιτούμενη για τη βιωσιμότητα, γλωσσική συνείδηση; Ή μήπως σε ενεστώτα χρόνο η Γλώσσα ως μήτρα του Πολιτισμού μας είναι κενό γράμμα, η συνέχεια του Γένους υποτιμημένη σε σημασία στον περιφρονημένο ή/και αγνοημένο εθνικό πλούτο μας; Θέλουμε να είμαστε ακόλουθοι/“followers” και πάροχοι υπηρεσιών -διάβαζε σερβιτόροι και διεκπεραιωτές- για τις διαθέσεις επιθετικών επενδυτών οι οποίοι χωρίς πολιτισμικό-πολιτιστικό απόθεμα ισορροπίας και κατανόησης του τοπικού πλούτου και της κληρονομιάς, (πιστεύουν πως) απευθύνονται σε πορωμένους ή ανερμάτιστους “consumers”;

Μας ικανοποιεί ένας τέτοιος ρόλος; Αν ναι, δρέπουμε τους καρπούς που μας αξίζουν, με το αναλογούν μέγεθος της ευθύνης μας για μια “βιώσιμη Ελλάδα” που κάποτε αξίζει να την ορίσουμε, με επίκεντρο αναφοράς τον Πολιτισμό και τη Γλώσσα μας, ως επιθυμητό περιεχόμενο υψηλού σεβασμού και αναγνωρισιμότητας ενός τοπικά και διεθνώς αγοραίου “brand” – το γράφω όπως θα αγαπούσαν να το διαβάσουν και οι επικοινωνιολόγοι marketers της σύγχρονης αγοράς.

Αλλά, να προσθέσω στο σχόλιό μου την πολύ μεστή περιεχομένου αφορμή – το κείμενο του Γιώργου Αναστασίου – καθώς το δικό μου σχόλιο είναι απλώς μια προσωπική επίγευση:

«Άνοιξε κανείς ποτέ ελληνικό κείμενο χωρίς να νιώσει ότι μπήκε σε συνέδριο start-up στο Λονδίνο; Κάπου ανάμεσα στο “Το call για το briefing του rebranding έγινε reschedule, θα κάνουμε follow up για να alignάρουμε τα deliverables”, συνειδητοποιείς ότι κατ’ αρχάς δεν είσαι στο σπίτι σου και ψάχνεις χαμένος να βρεις εάν το “engagement” σημαίνει συμμετοχή, αρραβώνας ή απλά κάποιος βαριέται. Βαριέται να σκεφτεί. Βαριέται να σκεφτεί ελληνικά. Την ίδια στιγμή, το δίκιο, φορώντας κόκκινο σακάκι και διαβολεμένο χαμόγελο, κάθεται απέναντι και τρίβει τα χέρια του.
Βέβαια, η γλώσσα εξελίσσεται. Ζήσε με το γεγονός ότι το brainstorming, το brief, το feedback, το concept ήρθαν για να μείνουν. Όχι επειδή δεν έχουμε λέξεις, αλλά γιατί εάν πεις “καταιγισμός ιδεών”, ο μόνος που θα το εκτιμήσει είναι ο Μπαμπινιώτης. Από την άλλη, εάν κάθε δεύτερη λέξη είναι “actionάρω”, “escalate”, “deliverable”, “activation”, “kick-offmeeting”, φλερτάρεις επικίνδυνα με τη γραφικότητα του LinkedIn guru που ακόμα λέει “το παιχνίδι άλλαξε”. Σταμάτα.
Η δικαιοσύνη δεν είναι ευγενική. Εάν επιδώξεις να πουλήσεις corporate φούμαρα στο καφενείο, όπου οι περισσότεροι καταλαβαίνουν “συνάντηση” αλλά τους χάνεις στο “meeting”, είσαι ήδη ένοχος. Εάν το engagement σου είναι τόσο χαμηλό που ούτε οι λέξεις δεν μπαίνουν στη συζήτηση, δεν φταίει η ελληνική γλώσσα αλλά εσύ που θες να κάνεις flex αντί να επικοινωνήσεις.
Η ανατροπή, για πολλούς το θράσος, από την άλλη, είναι πιο πρακτικά. Εάν το αγγλικό εξυπηρετεί, χρησιμοποίησέ το. Εάν το κάνεις μόνο για το “vibe”, καλά να πάθεις. Μίλα απλά. Εάν μπορείς να πεις κάτι με μια λέξη και το κάνεις με πέντε αγγλικές, το μόνο που έχεις καταφέρει είναι να σε καταλάβει μόνο το inner circle σου. Η γλώσσα δεν είναι exclusive club με face control. Είναι πεδίο μάχης για όποιον έχει να πει κάτι σημαντικό.
Βέβαια, μην ξεχνάμε και το πραγματικό έγκλημα. Το “θα κάνουμε launchάρισμα το νέο project” ή το “να το actionάρουμε ASAP”… Κράτα το brief, το storytelling, το pitch, το mood board, το content, αλλά πρόσεξε γιατί όταν η σαλάτα έχει μόνο croutons και τίποτα φρέσκο, μένεις με το ξερό ψωμί.
Χρησιμοποίησε τα αγγλικά όταν το απαιτεί η κατάσταση. Μη γίνεσαι βαρετός, μη γίνεσαι corporate, μη γίνεσαι meme με τη χειρότερη έννοια. Η γλώσσα μας έχει δύναμη και, βασικά, γούστο. Εάν θέλεις mix, φέρε στο μυαλό σου το καλό κοκτέιλ. Έχει μέτρο, στυλ και πάντα αφήνει επίγευση. Όχι πονοκέφαλο.
Εάν όλοι actionάρουν, εσύ υλοποίησε. Εάν όλοι alignάρουν, εσύ συντόνισε. Εάν όλοι κάνουν deliverables, πες το απλά δουλειές. Κι εάν σε ρωτήσουν γιατί, πες: “Nemesis justice. Lucifer approved.”
Disclaimer: Κατά τη συγγραφή του παραπάνω κειμένου, καμία αγγλική ή ελληνική λέξη δεν κακοποιήθηκε περισσότερο απ’ όσο το άξιζε. Όποια έβαλε το κεφάλι της μέσα, ήξερε ότι τα croutons της γλωσσικής σαλάτας ήταν ήδη μπαγιάτικα.
👉 Ειδική αναγνώριση σε όλους όσους διαβάζουν με το μολύβι διορθώσεων στο χέρι, έτοιμοι να σημειώσουν κάθε “brief”, “concept” και “engagement”. Σας βλέπω. Σας ακούω. Και σας αφιερώνω αυτό το post γιατί εάν δεν κάνατε εσείς tik, δεν θα υπήρχε αυτή η κουβέντα. Συνεχίστε να κυνηγάτε το λάθος, και ίσως, που ξέρεις, κάποτε να γράψουμε όλοι με μολύβι και χωρίς αγγλικά. Αλλά όχι σήμερα».

Με ειλικρινείς χαιρετισμούς παρηγοριάς για όσα διασωσμένα γλωσσικά σημεία, όπως π.χ. τα βοηθείας ρήματα των ρύσεων του λόγου, όπως: είναι available, κάνει delete κ.ά., για να μην κατρακυλούν πέτρες στον νου μας, αν μη τι άλλο. “Congrats!” στον κ. Αναστασίου, όπως λένε και στις νεοφυείς επιχειρήσεις της… Καλαμπάκας (εκεί, προσέχουν για να μην πέσουν τα Μετέωρα στο κεφάλι τους!).

——————-
*O Γιάννης Ρούντος διετέλεσε στέλεχος στην επιχειρηματική κοινότητα σε θέσεις διευθυντικής ευθύνης, με αξιοσημείωτο διοικητικό έργο στους τομείς για τις Εταιρικές Υποθέσεις, την Επικοινωνία & Δημόσια Εικόνα και την Εταιρική Ευθύνη & Βιώσιμη Ανάπτυξη και ιδιαίτερες πρωτοβουλίες για τον Πολιτισμό, τα Γράμματα και τις Τέχνες. Μετά την ολοκλήρωση της επαγγελματικής διαδρομής του, δραστηριοποιείται σε θέματα για τον Πολιτισμό και τη Βιωσιμότητα, τις συμβουλευτικές συνεργασίες και αρθρογραφεί.