Η Μάστιγα των Δικαστηρίων

242

Ο Παναγιώτης-Προκρούστης Δημητράς του Ηλία, όπως επανειλημμένως έχουμε αναφέρει, έχει στήσει μια παρατηρητήρια παράγκα από το ύψος της οποίας επιβλέπει φανταστικές ή κατασκευασμένες συνήθως παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καταπατώντας έτσι πραγματικά ανθρώπινα δικαιώματα των θυμάτων της μισαλλοδοξίας του. Ειδίκευση της εν λόγω κατασκευής είναι οι δήθεν παραβιάσεις οι αναγόμενες σε ισλαμοφοβικές, ομοφοβικές ή άλλες συμπεριφορές τις οποίες συλλήβδην χαρακτηρίζει ρατσιστικές. Τελευταίο κατόρθωμα της παράγκας τού εν λόγω Προκρούστη ήταν η υποβολή μηνυτήριας αναφοράς, όπου συγκέντρωσε όλες τις ασυναρτησίες και τα παραληρήματα μίσους διαφόρων αριστεριστών δορυφόρων του, κατά του Υπουργού Δικαιοσύνης κ. Κώστα Τσιάρα. Ο τελευταίος με αφορμή συζητούμενο σχετικό νομοσχέδιο εξέφρασε την κοινότοπη άποψη ότι τα παιδιά είναι καλύτερο να μεγαλώνουν με γονείς των δύο φύλων. Η άποψη αυτή προφανέστατα δεν αποτέλεσε φιλοσοφία κανενός νομοθετήματος, ούτε είχε ίχνος μισαλλοδοξίας και ρατσισμού όπως κατήγγειλαν με υστερικό τρόπο ο ύπουλος εθνικός μηνυτής και καταδότης και οι αριστεροί γκεμπελίσκοι της επιμελητείας του. Εκείνο που παρατηρείται στο εν λόγω επανειλημμένο κρούσμα είναι η ετοιμότητα των παρομοίου φυράματος «χώρων» να δώσουν τερατώδη έκταση σε ένα ζήτημα σύγχυσης και προχειρότητας.

Παρόμοιες απόψεις έχουν εκφραστεί από το περί ού ο λόγος «παρατηρητήριο» σχετικά με το τι είναι ή δεν είναι ισλαμοφοβία. Συγκεκριμένα όποιος λ.χ. εκφράσει τον φόβο ή/και τρόμο του μετά από μία τρομοκρατική «παρέμβαση» φονταμενταλιστών αποκεφαλιστών του ισλάμ, μπορεί κάλλιστα να βρεθεί κατηγορούμενος για ρατσισμό, με την ταχυδακτυλουργία: ισλαμοφοβία = ρατσισμός. Αυτό συνέβη επανειλημμένως.

Οι καταγγελίες αυτού του ιδιότυπου, ατομικού και αυτοχρισμένου «παρατηρητηρίου» συνήθως έχουν τη μορφή εκατοντάδων μηνύσεων ή μηνυτήριων αναφορών. Και στη μία περίπτωση και στην άλλη η εισαγγελική αρχή συνήθως διερευνά εντελώς διεκπεραιωτικά τις καταγγελίες, ως καταρχήν σοβαρές. Συνήθως με προκαταρκτικές εξετάσεις αρχικά και ύστερα με παραπομπή των υποθέσεων (και των εγκαλουμένων στο ακροατήριο του αρμοδίου δικαστηρίου). Όμως πολύ σπάνια οι βιομηχανικές αυτές μηνύσεις ή/και αναφορές τίθενται αμέσως στο αρχείο, ενώ το αβάσιμο ή/και απαράδεκτο των πλείστων από αυτές δεν είναι απλώς προφανές: Βοά! Όσες, πάλι, υποθέσεις παραπέμπονται στο ακροατήριο συνήθως λήγουν με απαλλαγή των κατηγορουμένων.

Δηλαδή το πλείστον των μηνύσεων / αναφορών αυτών είναι αβάσιμες, απαράδεκτες, συνήθως δε κακόβουλες και διαστροφικές της αλήθειας. Δυστυχώς οι εισαγγελικές αρχές της χώρας (και ιδίως της πρωτεύουσας) φαίνεται να παίρνουν στα σοβαρά τις μηνυσοαναφορές αυτές και έτσι τα δικαστήρια ασχολούνται πέρα από κάθε μέτρο με τις διεστραμμένες φαντασιώσεις του Π. Ηλία Δημητρά, δίνοντας την εσφαλμένη εντύπωση ότι δεν έχουν τίποτε σοβαρότερο να κάνουν. Ότι δεν μπορούν να αντιληφθούν διά γυμνού οφθαλμού το αβάσιμο ή/και γελοίο μιας μήνυσης, ούτε τον προφανή εκβιασμό και την καθ’ έξιν και κατά συρροήν καταπάτηση του θεμελιώδους ανθρώπινου δικαιώματος που είναι η ελευθερία του λόγου – και των εσωτερικών του αισθημάτων, όπως λ.χ. αυτό του φόβου.

Με αφορμή μία από τις εναντίον μας μηνύσεις του διαβόητου πλέον Δημητρά, ζητήσαμε από την Εισαγγελία Αθηνών να διατάξει ο ί κ ο θ ε ν έρευνα σχετικά με το πόσες μηνύσεις έχει υποβάλει το αλλήθωρο «Παρατηρητήριο Δημητρά» και οι παραφυάδες του (άκου Παρατηρητήριο των… Συμφωνιών του Ελσίνκι!) και πόσες απ’ αυτές έχουν καταλήξει σε τελεσίδικες καταδίκες ή απαλλαγές των εγκαλουμένων. Το ζητήσαμε δε αυτό διότι, σύμφωνα με κάποιους πρόχειρους υπολογισμούς, είναι ζήτημα αν μία ή δύο στις εκατό από τις χιλιάδες μηνυτήριες αναφορές Δημητρά κατέληξε σε αμετάκλητη καταδίκη κάποιου εγκαλουμένου. Επί του αιτήματός μας αυτού, που είχε τον χαρακτήρα και αναφοράς πολίτη προς Αρχή, δεν είχαμε καμία απάντηση ή είδηση. Ωστόσο έτσι θα αποδεικνυόταν περίτρανα ότι το σύνολο σχεδόν των καταγγελιών Δημητρά είναι ψευδείς, φανταστικές, αβάσιμες και απαράδεκτες. Κατά κανόνα δε κακόβουλες και δόλιες.

Εν τούτοις οι σωρηδόν καταγγελλόμενοι αθώοι πολίτες έχασαν τον ύπνο τους, χρόνο και χρήματα σε απόκρουση φανταστικών έως και φαιδρών καταγγελιών. Τις οποίες οι εισαγγελικές αρχές, ως μη έδει, εκλάμβαναν σαν σοβαρές και άξιες διερεύνησης. Έτσι, για παράδειγμα οι καταγγελίες κατά του Υπουργού Δικαιοσύνης κ. Τσιάρα, λόγω αρμοδιότητας θα διαβιβαστούν από την Εισαγγελία του Αρείου Πάγου (στην οποία υποβλήθηκε το σχετικό παραλήρημα μίσους και κατασκευής της τρίχας τριχιάς με την επίκληση διαφόρων μισαλλόδοξων γκρουπούσκουλων) προς τη Βουλή, για να κάνει το σόου του το λαϊκιστικό μόρφωμα ΣΥΡΙΖΑ και να διαπιστωθεί, για μία ακόμη φορά[1], ότι η μήνυση / μηνυτήρια αναφορά ήταν ψευδής, κακόβουλη και ασυνάρτητη.

ΟΜΩΣ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ στην αντιμετώπιση του απαράδεκτου αυτού φαινομένου εργαλειοποίησης της δικαιοσύνης είναι πιο απλά απ’ όσο φαίνονται. Σύμφωνα με το άρθρο 229 (ψευδής καταμήνυση) του Ποινικού Κώδικα, ακόμη και του νυν ισχύοντος Συριζοκώδικα,

«όποιος εν γνώσει καταμηνύει άλλον ψευδώς ή αναφέρει γι’ αυτόν ενώπιον της αρχής ότι τέλεσε αξιόποινη πράξη ή πειθαρχική παράβαση, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών και χρηματική ποινή». Κατά δε την παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου, «με την ίδια ποινή τιμωρείται και όποιος εν γνώσει και ψευδώς καθιστά άλλον ύποπτο στην αρχή…».

Είναι λοιπόν προφανές, εφόσον οι πλείστες των μηνύσεων Δημητρά «πάνε στο βρόντο» (μετά όμως από προηγούμενο βασανισμό συμπολιτών μας), ότι οι μηνύσεις αυτές είναι ψευδείς, ή –όπερ ταυτόν– προϊόν αρρωστημένης φαντασίας. Επειδή δε συνήθως ο μηνυτής καλείται να επιβεβαιώσει ενόρκως το περιεχόμενο της μήνυσής του, εδώ έχουμε την σωρηδόν διάπραξη ενός ακόμη αδικήματος, εκείνου της ψευδορκίας. Αυτονοήτως εδώ έχουμε κατ’ επάγγελμα τέλεση των συγκεκριμένων εγκλημάτων, αφού υπάρχει επανειλημμένη τέλεση της πράξης, η δε ύπαρξη υποδομής («παράγκας») μαρτυρεί πρόθεση επανειλημμένης διάπραξης των εγκλημάτων αυτών. Αναφερόμαστε στο κατ’ επάγγελμα, διότι ο περί ού ο λόγος Δημητράς δεν μας έχει εξηγήσει ποιο είναι εν τέλει το επάγγελμά του και από πού κερδίζει τα προς το ζην – ζήτημα εξίσου ερευνητέο.

Πέραν τούτων, τόσο η ψευδής καταμήνυση όσο και η ψευδορκία (και μάλιστα βιομηχανικά διαπραττόμενες) αποτελούν αδικήματα στρεφόμενα κατά της ίδιας της Δικαιοσύνης, ζήτημα για το οποίο οι αρμόδιες εισαγγελικές αρχές θα έπρεπε να είναι ιδιαίτερα ευαίσθητες, αφού τα αδικήματα αυτά αποτελούν την μάστιγα των δικαστηρίων μας, διώκονται δε αυτεπαγγέλτως.

Παρ’ όλα αυτά τα αυτονόητα, οι εισαγγελικές αρχές δείχνουν απαθείς μπροστά στο φαινόμενο Δημητρά, με αποτέλεσμα το συγκεκριμένο άτομο να έχει αποθρασυνθεί. Το κανονικό βέβαια είναι κάθε καταγγελθείς πολίτης να κινεί την αντίστροφη διαδικασία, έτσι ώστε ο κακόβουλος βιομήχανος των μηνύσεων να υποστεί τα επίχειρα των πράξεών του. Συνήθως όμως ο καταγγελθείς πολίτης δεν δίνει συνέχεια, γιατί κάτι τέτοιο θα σήμαινε συνέχιση των ταλαιπωριών, πέρα από εκείνες που υπέστη για την απόκρουση της εναντίον του «τρελής» συνήθως μηνύσεως. Οι Αρχές όμως; Γιατί οι δικαστικές αρχές δέχονται την εργαλειοποίησή τους από αυτόν το συστημικό καταδιωξιομανή;

Επειδή λοιπόν το «καλαμπούρι» Δημητρά παρατράβηξε, νομίζουμε ότι επιβάλλεται:

Α) Να ερευνηθεί από τις εισαγγελικές αρχές πόσες μηνύσεις / αναφορές έχει υποβάλει αυτός ο «εθνικός μηνυτής» (ως άτομο και διά των ποικιλώνυμων «παρατηρητηρίων» του) και πόσες απ’ αυτές έχουν καταλήξει σε αμετάκλητη καταδίκη των μηνυθέντων.

Β) Για όλες τις άλλες –επαναλαμβάνουμε: για όλες τις άλλες– θα πρέπει να ασκηθούν αυτεπάγγελτες διώξεις κατά Δημητρά για σωρεία ψευδών καταμηνύσεων και ψευδορκιών, πέραν των λοιπών υποκρυπτομένων αδικημάτων (π.χ. εκείνου της εκβίασης), αφού η απέναντι του ατόμου αυτού ανοχή έχει μάλλον εκληφθεί απ’ αυτόν ως επικρότηση των μεθόδων του και του «προγράμματός» του.

Γ) Η τυχόν επίκληση εκ μέρους του ότι «νόμιζε» πως έχουν διαπραχθεί αδικήματα, γι’ αυτό και τα κατήγγειλε, δεν έχει εδώ θέση, αφού ο δόλος του είναι υπερχειλής και προφανής. Και, σε κάθε περίπτωση, πόσες εκατοντάδες ή και χιλιάδες φορές έχει κάποιος δικαίωμα στην παράνοια (< παρα-νοείν); Όμως όποιος «ακούει φωνές», πέραν των δικαστικών, ανήκει στην αρμοδιότητα και άλλων αρχών και καθιδρυμάτων.

Θεωρούμε ότι αυτός είναι ο μοναδικός τρόπος με τον οποίο θα πρέπει να (αντι)δράσουν οι δικαστικές αρχές της χώρας μας, που αγχωμένα προσπαθεί να ανήκει στον Δυτικό νομικό πολιτισμό.

— The Athens Review of Books


ΥΓ.
 Τις ημέρες αυτές ο διευθυντής της Athens Review of Books Μανώλης Βασιλάκης έλαβε μια κλήση να εμφανιστεί στο ακροατήριο του Πλημμελειοδικείου Αθηνών επί μιας ακόμη μηνύσεως Δημητρά, υπόθεση η οποία έχει αναβληθεί αμέτρητες φορές. Η μήνυση έγινε διότι υπερασπίστηκε τους συγγραφείς Σώτη Τριανταφύλλου, Τάκη Θεοδωρόπουλο και Λώρη Κέζα, οι οποίοι όμως εν τω μεταξύ αθωώθηκαν ή απαλλάχθηκαν. Κατόπιν τούτου ο Π. Δημητράς του Ηλία είναι ηλίου φαεινότερον πως επιδιώκει τη λύση της παραγραφής της υπόθεσης, και όχι την ουσιαστική εξέτασή της. Η ειρωνεία είναι ότι η δίκη έχει προσδιοριστεί για την 21η Απριλίου 2021. Έτσι αποκτά σαφές νόημα η επισήμανση του πατρωνύμου του βιομηχάνου (< βιο-μηχανεύομαι) μηνύσεων Π. Δημητρά, του Ηλία, αφού ο διόλου αοίδιμος πατήρ ως γνωστόν υπηρέτησε τη Χούντα από τη θέση του υπουργού.

DIM 2
Ένα δείγμα από το «πρόγραμμα» του Προκρούστη: «Σας υποβάλλουμε άλλη μια μηνυτήρια αναφορά, κατ’ άρθρο 42 ΚΠΔ, στα πλαίσια του προγράμματος [!] του Παρατηρητηρίου Ρατσιστικών Εγκλημάτων, κατά της Υπουργού Παιδείας ….».

[1] Σημειώνουμε δυο προηγούμενες κακόβουλες μηνυτήριες αναφορές κατά υπουργών, στα πλαίσια του προγράμματος (!) μηνύσεων ενός από τα Παρατηρητήριά του (οι υπογραμμίσεις δικές μας):

α. «Σας υποβάλλουμε άλλη μια μηνυτήρια αναφορά, κατ’ άρθρο 42 ΚΠΔ, στα πλαίσια του προγράμματος [!] του Παρατηρητηρίου Ρατσιστικών Εγκλημάτων, κατά της Υπουργού Παιδείας Νίκης Κεραμέως και της Υφυπουργού Παιδείας Ζέττας Μακρή, αναφορικά με τον αποκλεισμό των παιδιών των αιτούντων άσυλο που διαμένουν στα Κ.Υ.Τ. από την εκπαίδευση κατά τις περιόδους “καραντίνας”», 31.1.2021.

β. «Μηνυτήρια αναφορά κατά Υπουργού & Υφυπουργού Παιδείας για κατά συρροή αποκλεισμό παιδιών Ρομά από την τηλεκπαίδευση», 30.11.2020.

Πηγή: athensreviewofbooks.com