Η Mέγγενη και η Nίκη της αξιολόγησης … Του Διονύση Γουσέτη

254

Του Διονύση Γουσέτη*

Όπως μας δίδαξε ο Δαρβίνος, η εξέλιξη συμβαίνει μέσω της φυσικής επιλογής που έχει ως αποτέλεσμα την επιβίωση των καταλληλότερων. Το είδος που επιζεί δεν είναι ούτε το ισχυρότερο ούτε το πιο έξυπνο. Είναι εκείνο που προσαρμόζεται πιο εύκολα στις αλλαγές. Οι αλλαγές που αντιμετωπίζει σήμερα η κοινωνία μας είναι βαθιές και τρέχουν με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Και ο βασικός μοχλός για την προσαρμογή μας -άλλοι τη λένε ανάπτυξη- είναι η προσαρμογή του επιπέδου της παιδείας μας. Σε αυτό θεωρητικά συμφωνούμε όλοι.

Το επίπεδο της παιδείας μας αξιολογείται διεθνώς συστηματικά από τον ΟΟΣΑ (αξιολόγηση PISA), αλλά και από τη UNICEF. Βρίσκουν και οι δυο ότι έχουμε τους χειρότερους μαθητές της Ευρώπης και ότι πρέπει να βελτιώσουμε το επίπεδο της εκπαίδευσής μας, ώστε να εναρμονιστεί με εκείνη άλλων χωρών που προσαρμόζονται στις αλλαγές καλύτερα από μας. Τη διεθνή αυτή αξιολόγηση την επιβεβαιώνει η αξιολόγηση των γονέων που -ενίοτε με θυσίες- στέλνουν τα παιδιά τους στο φροντιστήριο για να αποκτήσουν τις γνώσεις που δεν τους παρέχει το σχολείο.

Είναι λοιπόν πάσα ανάγκη να γνωρίζουμε τις αιτίες που χωλαίνει η εκπαίδευσή μας για να βελτιώσουμε το επίπεδό της. Και αυτό μπορεί να γίνει μόνο με αξιολόγηση κάθε συνιστώσας της. Μέχρι το 1982 υπήρχε μια αξιολόγηση των σχολείων μας. Ήταν ο θεσμός των «Επιθεωρητών της Εκπαίδευσης». Δεν γνωρίζω πόσο επαρκής ήταν ο θεσμός. Γνωρίζω όμως ότι καταργήθηκε και δεν αντικαταστάθηκε από κάτι επαρκέστερο. Δεν αντικαταστάθηκε από τίποτα. Για χάρη του λαϊκισμού του τότε ΠΑΣΟΚ, έμεινε η χώρα χωρίς αξιολόγηση ούτε των σχολείων ούτε των εκπαιδευτικών.

Κανονικά οι εκπαιδευτικοί θα έπρεπε να διαμαρτυρηθούν. Όταν δεν υπάρχει το κριτήριο της αξιολόγησης, τότε οι δομές και οι ιεραρχίες διαμορφώνονται με άλλα κριτήρια, αυθαίρετα, πελατειακά και σκοτεινά, σε βάρος τους και σε βάρος της εκπαίδευσης.

Όμως, η συνδικαλιστική ηγεσία των εκπαιδευτικών δεν διαμαρτυρήθηκε, επειδή λειτουργεί όπως όλοι οι συνδικαλιστές του Δημοσίου. Χωρίς κανένα ενδιαφέρον για το αντικείμενό τους, την εκπαίδευση των παιδιών. Χωρίς ενδιαφέρον για τον φορέα τους. Χωρίς ενδιαφέρον για την βελτίωση των ίδιων των μελών του συνδικάτου τους. Με μοναδικό ενδιαφέρον την εδραίωση στο πόστο τους και τη χρήση του ως εφαλτήριο παραπέρα ανόδου. Για να αποσπάσουν την ψήφο των εκπαιδευτικών ακολουθούν τη πεπατημένη γραμμή της μεγιστοποίησης των αποδοχών σε συνάρτηση με την προάσπιση της ήσσονος προσπαθείας. Όταν καταργήθηκε ο μπαμπούλας του ελέγχου του «Επιθεωρητή», έκαναν ό,τι μπορούσαν για να μην επανέλθει. Απειλούσαν με casus belli οποιαδήποτε σκέψη οποιασδήποτε κυβέρνησης για αξιολόγηση. Και αυτό ισοπέδωνε και ισοπεδώνει κάθε άλλη διαφορά μεταξύ των συνδικαλιστών. Ο συνδικαλιστής της παράταξης που πρόσκειται στο κυβερνών κόμμα δεν θα διστάσει να αντιπαρατεθεί στην κυβέρνηση και στο κόμμα του προκειμένου να υπερασπίσει το καθεστώς της (μη) αξιολόγησης. Όλο αυτό το πακέτο ονομάζεται «συντεχνιακός συνδικαλισμός», και είναι διακομματικός.

Δεν πρόκειται για ρητορικό σχήμα. Το έχει αποδείξει η ΟΛΜΕ με τις πράξεις της στο παρελθόν:

– Έχει απεργήσει μέσα στις μέρες των πανελλαδικών εξετάσεων των μαθητών τους για τα ΑΕΙ. Η αγωνία χιλιάδων οικογενειών δεν την άγγιξε.

– Έχει ζητήσει να μη συμμετέχει η Ελλάδα στον διαγωνισμό αξιολόγησης PISA του ΟΟΣΑ, για να μην αποκαλύπτεται η χαμηλή ποιότητα της εκπαίδευσης που παρέχεται στα ελληνόπουλα.

– Έχει τοποθετηθεί εναντίον των πειραματικών σχολείων, που αναζητούν τρόπους βελτίωσης της εκπαίδευσης.

– Έχει τοποθετηθεί και εναντίον των προτύπων σχολείων, που «συνδέονται άμεσα με την έννοια της αριστείας», όταν δουλειά των εκπαιδευτικών είναι ακριβώς η προώθηση της αριστείας.

– Έχει τοποθετηθεί εναντίον της «τράπεζας θεμάτων» του υπουργείου για τις προαγωγικές εξετάσεις. Και αυτό για να μην υπάρχουν θέματα άγνωστα στους καθηγητές. Και ο νοών νοείτω.

– Έχει κινητοποιηθεί εναντίον της τοποθέτησης κάμερας στην τάξη για τηλεμετάδοση του μαθήματος. Υποθέτω επειδή αν πολλοί ενήλικες (γονείς κ.λπ.) παρακολουθούν την ποιότητα του μαθήματος, θα πρόκειται για de facto αξιολόγηση.

– Έχει αποφανθεί πρόεδρός της δημόσια ότι «οι μαθητές μέσω των κινητοποιήσεων (διάβαζε καταλήψεων) γίνονται καλύτεροι πολίτες».

– Ζήτησε την κατάργηση όλου του πειθαρχικού νομοθετικού πλέγματος. Δεν χρειάζονται διευκρινίσεις.

– Αντιτάχθηκε στην ηλεκτρονική ψηφοφορία για την εκλογή υπηρεσιακών συμβουλίων. Προφανώς δεν της αρέσει η μαζικότητα.

– Αντιτάχθηκε στα τηλεδιαγωνίσματα σε καιρό COVID.

– Αντιτάχθηκε στην ελάχιστη βάση εισαγωγής μαθητών στα ΑΕΙ, που παράγουν άνεργους, όταν 72% των εργοδοτών δεν μπορεί να βρει προσωπικό με συγκεκριμένες δεξιότητες.

– Και βέβαια αρνείται συνεχώς και λυσσαλέα την αξιολόγηση. «Επί 40 χρόνια συνδικαλιστικές ηγεσίες απεργούν γιατί δεν τους αρέσει η αξιολόγηση» αποκάλυψε η Νίκη Κεραμέως, υπουργός Παιδείας.

Πώς πετυχαίνουν να πείθουν τόσα χρόνια τους εκπαιδευτικούς να απεργούν για κάτι που είναι αντίθετο στα συμφέροντά τους; Το πετυχαίνουν διαδίδοντας φτηνά επιχειρήματα του τύπου «με την αξιολόγηση θα έχουμε απολύσεις» ή «θα έχουμε οικονομικές τιμωρίες». Επιχειρήματα που σπέρνουν στους εκπαιδευτικούς το φόβο και την ανασφάλεια, παρά τις επανειλημμένες διαψεύσεις των κυβερνήσεων. Οι διαψεύσεις δεν γίνονται πιστευτές επειδή και οι κυβερνήσεις μας έχουν συνηθίσει στις υπαναχωρήσεις. Δεν μπορούν να γίνουν πιστευτές όταν εξαγγέλλουν αξιολόγηση και στη συνέχεια υπαναχωρούν μπροστά στις απεργίες της ΟΛΜΕ. Μα για ποιο λόγο υπαναχωρούν οι κυβερνήσεις; Υπαναχωρούν από φόβο στο διαβόητο «πολιτικό κόστος». Με άλλα λόγια στα ψηφαλάκια της επανεκλογής τους.

Φτάνουμε λοιπόν στο συμπέρασμα ότι οι μεν συνδικαλιστές σαμποτάρουν την αξιολόγηση για να μαζεύουν ψηφαλάκια, οι δε κυβερνήσεις δεν τους κοντράρουν για τον ίδιο λόγο. Έτσι, η αξιολόγηση συνθλίβεται στην μέγγενη συντεχνιακού συνδικαλισμού και κυβερνητικών πελατειακών σχέσεων.

Με αυτή την εκατέρωθεν παρόμοια λογική, είναι φανερό ότι η προσαρμογή της παιδείας μας είναι ένα όνειρο απατηλό. Γενναίες προσπάθειες της Μαριέττας Γιαννάκου και της Άννας Διαμαντοπούλου ακυρώθηκαν από τη συνεργασία του συντεχνιακού συνδικαλισμού και των πελατειακών σχέσεων των κομμάτων τους. Πολύ περισσότερο, ο συντεχνιακός συνδικαλισμός της ΟΛΜΕ βρίσκει πιστό σύμμαχο τη συντηρητική Αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΚΕ. Στα κόμματα αυτά, ο κρατισμός και οι ιδεολογικά παρωχημένες ιδεοληψίες καθηλώνουν τη δική τους μετεξέλιξη, αλλά παράλληλα απειλούν την επιβίωση της κοινωνίας μας. Και τελικά το είδος μας κινδυνεύει να μην είναι ανάμεσα σ’ εκείνα που θα επιζήσουν.

Η ελπίδα τώρα ξαναγεννιέται με τη Νίκη Κεραμέως, που έκανε τομή σε αυτή την ολέθρια παράδοση του «πολιτικού κόστους». Όταν άρχισε πάλι η ΟΛΜΕ την πάγια τακτική των εκβιασμών με εξαγγελία «απεργίας-αποχής» από την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, η κα Κεραμέως όχι μόνο δεν υπαναχώρησε, αλλά κατέθεσε, πρώτη φορά στα χρονικά, αγωγή κατά των συνδικαλιστικών οργανώσεων και της «απεργίας-αποχής».

Η αξιολόγηση είναι νόμος του κράτους (Ν. 4692/2020 και Ν.4823/2021) και οι νόμοι δεν εφαρμόζονται μόνο από αυτούς που συμφωνούν. Όποιος τους κρίνει ανεπαρκείς ή λάθος, αγωνίζεται να τους αλλάξει. Μέχρι τότε τους εφαρμόζει. Γι’ αυτό η «απεργία – αποχή» κηρύχτηκε από το δικαστήριο παράνομη και καταχρηστική στις 30 Σεπτεμβρίου.

Τι νομίζετε ότι έγινε στη συνέχεια; Προφανώς δεν φαντάζεστε να συμμορφώθηκε η ΟΛΜΕ με την καταδικαστική απόφαση των ενεργειών της. Ιδού τα βήματα:

Κάλεσε για την επομένη, 1η Οκτωβρίου, πανεκπαιδευτικό συλλαλητήριο στα Προπύλαια. Ο όρος ακούγεται μεγαλοπρεπής, αλλά σύμφωνα με την ΕΛΑΣ, περίπου 800 άτομα όλα κι όλα, επί συνόλου 150.000 εκπαιδευτικών, προσπάθησαν να κλείσουν την Αμαλίας. Και τότε αστυνομικές δυνάμεις τους εμπόδισαν, ενώ έγινε περιορισμένη χρήση χημικών και ρίψη νερού.

Παράλληλα, η ΟΛΜΕ άσκησε έφεση εναντίον της πρωτόδικης απόφασης και μέχρι την εκδίκαση της έφεσης η «απεργία-αποχή» είναι νόμιμη. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις ανακοινώνουν ότι μετέχει το 69% των σχολικών μονάδων. Το ΥΠΑΙΘ όμως ανακοινώνει στις 13 Οκτωβρίου ότι περίπου 6.500 σχολεία, το ένα δεύτερο του συνόλου, έχουν ήδη υποβάλει την πρώτη αναφορά αξιολόγησης και αυτή ήταν η πρώτη ηχηρή απάντηση στις συνδικαλιστικές ηγεσίες. Διότι οι συνδικαλιστές δεν μπορούν να ισχυριστούν ότι τα σχολεία πιέστηκαν από τη δικαστική απόφαση, δεδομένου ότι μόνο την ίδια μέρα η απεργία κρίθηκε τελεσίδικα, σε 2ο βαθμό, παράνομη. Πρόκειται για δείγμα της απεξάρτησης των εκπαιδευτικών από τη συνδικαλιστική τους ηγεσία. Η οποία ηγεσία προφανώς δεν είχε διαβάσει τη σφυγμομέτρηση της εταιρείας Marc (είχε δημοσιευτεί στις 21 Ιουλίου), κατά την οποία το 75,3% των συμπολιτών μας επιθυμεί αξιολόγηση των εκπαιδευτικών.

Ο δε τομεάρχης παιδείας του ΣΥΡΙΖΑ Νίκος Φίλης δεν διάβασε ότι 53,4% των ψηφοφόρων τους τάχθηκαν υπέρ της αξιολόγησης. Και με μια εξωφρενική ανακοίνωση κάλεσε την ίδια μέρα τους μαθητές «να συμπαραταχθούν με τους εκπαιδευτικούς». Ευτυχώς τα παιδιά δεν πείστηκαν και δεν είχαμε σχολικές καταλήψεις μετά από αυτή την προτροπή.

Ακόμα, η ΟΛΜΕ επιστράτευσε την ΑΔΕΔΥ να κηρύξει απεργία με τα ίδια αιτήματα ώστε να νομιμοποιείται η απεργία μέχρι την εκδίκαση και αυτής της αγωγής που έκανε η κα Κεραμέως. Εκδικάστηκε και κηρύχτηκε και αυτή παράνομη.

Στις 16 Οκτωβρίου, η Γενική Συνέλευση των προέδρων των ΕΛΜΕ αποφάσισε τον τερματισμό της απεργίας. Τα φανατικά συντεχνιακά μυαλά χαρακτήρισαν την απόφαση «πραξικοπηματική», ενώ δεν σταματούν να σκαρφίζονται νέα κουτοπόνηρα κόλπα. Τρεις μέρες αργότερα, η συνδικαλιστική ηγεσία της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας Ελλάδας (ΔΟΕ) απέστειλε στα σχολεία ενιαία κείμενα «αξιολόγησης» και ζήτησε από τα σχολεία να δοθούν αυτά στο υπουργείο, ως πανομοιότυπες απαντήσεις για όλους τους καθηγητές και όλες τις σχολικές μονάδες, ώστε να ευτελιστεί η διαδικασία της αξιολόγησης.

Είναι γνωστό από την πείρα ότι κανένας νόμος και κανένα διοικητικό μέτρο δεν μπορεί να επιβάλει σε μια κοινωνία κάτι στο οποίο είναι αντίθετη. Πάντα θα βρει τρόπους, με ελιγμούς, με μετωπικές συγκρούσεις, με βία, να αντισταθεί. Σε αυτό ποντάρισε η ΔΟΕ, αλλά γελάστηκε. Η κοινότητα των εκπαιδευτικών δεν αντιστάθηκε στην αξιολόγησή τους. Αντίθετα, μέχρι τις 26 Οκτωβρίου είχαν στείλει αναφορές αξιολόγησης 8.500 σχολεία σε σύνολο 13.000 με την προθεσμία να λήγει στις 15 Νοεμβρίου. Και σχεδόν καμία από αυτές δεν ακολούθησε το «σκονάκι» της ΔΟΕ που αφορούσε 3.500 δημοτικά σχολεία. Αυτή είναι η δεύτερη ηχηρή απάντηση των εκπαιδευτικών στις συνδικαλιστικές ηγεσίες τους. Πρόκειται για νίκη της αξιολόγησης.

Φαίνεται ότι έφτασε ο καιρός της ωρίμανσης. Οι εκπαιδευτικοί απογαλακτίζονται από τις συνδικαλιστικές ηγεσίες τους και από τις παρωχημένες αριστερές προκαταλήψεις, που δρουν ενάντια στο συμφέρον τους. Χρειάζεται μόνο επιμονή και σταθερότητα στο ΥΠΑΙΘ. Δεν ξεχνώ το πισωγύρισμα της σπουδαίας μεταρρύθμισης Διαμαντοπούλου στα πανεπιστήμια, που ψηφίστηκε από 255 βουλευτές και στη συνέχεια υπονομεύτηκε από τα κόμματα που την ψήφισαν πριν η αριστερά την καταργήσει.

*πολιτικός μηχανικός

*Μια πρώτη μορφή του κειμένου δημοσιεύτηκε στην Καθημερινή, στις 20/10/21