Η παρακαταθήκη του Πάπα Φραγκίσκου στην εξωτερική πολιτική… Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου

35

Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου

Όπως επισημάναμε σε προηγούμενο σημείωμά μας, ο Πάπας Φραγκίσκος υπήρξε ο πρώτος Ιησουίτης και μη Ευρωπαίος προκαθήμενος της Καθολικής Εκκλησίας. Και από πολλές πλευρές η θητεία του την Αγία Έδρα είχε αδρά ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά.

Σημαντική έτσι, από την άποψη αυτή, θεωρείται και η εξωτερική πολιτική που ακολούθησε. Ευθύς εξ αρχής δε, μπορούμε να πούμε ότι η συνεισφορά του Αργεντινού Πάπα στη διπλωματία του Βατικανού θα είναι μια διαρκής κληρονομιά.

Ο Φραγκίσκος χάραξε μια διπλωματική πορεία ανεξάρτητη από τις δυτικές πρωτεύουσες, ανύψωσε τους Καθολικούς ηγέτες σε χώρες που ποτέ δεν ήταν μέρος της διακυβέρνησης της εκκλησίας και εφάρμοσε μια διπλωματική μέθοδο που είναι τόσο ρεαλιστική όσο και φιλόδοξη. 

Μέσω αυτών των προσπαθειών, ο αποβιώσας Ποντίφικας άφησε πίσω του ένα ενισχυμένο διπλωματικό δίκτυο με πρόσβαση σε όλο τον κόσμο. Ο διάδοχος του πρέπει τώρα να κεφαλαιοποιήσει την τεράστια καλή θέληση που συγκεντρώθηκε υπό τον Φραγκίσκο για να προωθήσει τις προτεραιότητες της εκκλησίας, όπως έλεγε ο ίδιος, για συμπόνια, δικαιοσύνη και ειρήνη.  Το ερώτημα είναι αν ο επόμενος Πάπας θα έχει την ικανότητα να αξιοποιήσει στο έπακρο όσα θα παραλάβει. 

Από την άποψη αυτή, ένα πρώτο αγκάθι για τον νέο Πάπα θα είναι οι σχέσεις του Βατικανού με τον μουσουλμανικό κόσμο. Υπενθυμίζουμε ότι το μεγαλύτερο ταξίδι του Πάπα Φραγκίσκου στη διάρκεια της θητείας του, ήταν αυτό των 12 ημερών στην Ινδοκίνα, Παπούα, Νέα Γουϊνέα, Ανατολικό Τιμόρ και Σιγκαπούρη τον Σεπτέμβριο 2024. 

Στόχος δε της παπικής περιοδείας ήταν η βελτίωση των σχέσεων μεταξύ της Καθολικής Εκκλησίας και του μουσουλμανικού κόσμου, ιδιαίτερα με τους οπαδούς του σουνιτικού Ισλάμ. Αυτές οι σχέσεις ήταν σε χαμηλό επίπεδο επί του προκατόχου του Φραγκίσκου, Πάπα Βενέδικτου XVI.

Το 2006, ο Βενέδικτος είχε δώσει μια ομιλία που πολλοί μουσουλμάνοι αντιλήφθηκαν ως προσβολή του προφήτη Μωάμεθ. Και το 2011, μια από τις υψηλότερες σουνιτικές αρχές του κόσμου, ο μεγάλος ιμάμης του al-Azhar Ahmed al-Tayeb, διέκοψε τις σχέσεις με το Βατικανό λόγω των σχολίων που έκανε ο τότε Πάπας μετά από μια τρομοκρατική επίθεση στην Αίγυπτο. Ο Φραγκίσκος ηρέμησε την ένταση με τον Tayeb και τελικά οι δύο ηγέτες εμφανίστηκαν μαζί το 2012 στο Αμπού Ντάμπι και υπέγραψαν μια κοινή συμφωνία – ορόσημο που καταδίκαζε τον θρησκευτικό εξτρεμισμό! 

Ας σημειωθεί ότι ήταν η πρώτη φορά που ένας Πάπας επισκεπτόταν την Αραβική Χερσόνησο. Όσο για την παπική επίσκεψη στην Ινδονησία, στην πολυπληθέστερη μουσουλμανική χώρα, επιβεβαίωσε τη δέσμευση του στη διαθρησκευτική συνεργασία. 

Ο Φραγκίσκος προέτρεψε επίσης την Καθολική Εκκλησία να είναι λιγότερο θεσμική ή εσωστρεφής, και περισσότερο ιεραποστολική, στρέφοντας την προσοχή της στις περιφέρειες της παγκόσμιας κοινωνίας.

Έφτιαξε το Κολέγιο των Καρδιναλίων, το οποίο θα επιλέξει τον διάδοχο του, με άνδρες από χώρες που προηγουμένως είχαν μικρή ή καθόλου εκπροσώπηση στην ηγεσία της εκκλησίας. Μεταξύ των διορισθέντων του ήταν καρδινάλιοι σε 25 χώρες, που δεν είχαν ποτέ καρδινάλιο όπως η Παπούα, η Νέα Γουινέα, η Σιγκαπούρη και το Ανατολικό Τιμόρ. Όλοι οι Πάπες χρησιμοποιούν καρδινάλιους ως απεσταλμένους, αλλά κανένας Πάπας δεν τους έχει διορίσει σε τόσα μέρη. 

Αυτό το δίκτυο νέων ηγετών υπηρέτησε τον στόχο του Φραγκίσκου να κάνει την εκκλησία λιγότερο ευρωκεντρική και περισσότερο εστιασμένη σε χώρες όπου ο καθολικισμός έχει προοπτικές. Επισκέφτηκε έτσι 13 χώρες στην Ασία και εννέα στην Αφρική κατά τη διάρκεια του παπισμού του, μια αξιοσημείωτη αύξηση σε σχέση με τις τρεις αφρικανικές επισκέψεις του Βενέδικτου και τα μηδενικά ταξίδια στην Ασία.

Το Ανατολικό Τιμόρ, η χώρα με το υψηλότερο σήμερα ποσοστό Καθολικών στον κόσμο, προσφέρει ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της αυξανόμενης επιρροής της εκκλησίας. Όταν ο Φραγκίσκος το επισκέφθηκε, σχεδόν ο μισός πληθυσμός της χώρας των 1,3 εκατομμυρίων παρακολούθησε τη λειτουργία που πρόσφερε, παρά την υπερβολική ζέστη.

Μιλώντας στο έδαφος όπου ο ινδονησιακός στρατός είχε θάψει μαχητές της ελευθερίας του Τιμόρ, ο Φραγκίσκος καταφέρθηκε κατά της  εισβολής δυτικών φιλελεύθερων αξιών που ενθαρρύνουν τον υλισμό και τον εγωισμό.

Όπως επισημαίνει στην Επιθεώρηση «Φόρεϊν Αφαίρς», ο Βίκτωρ Γκαετάν, συγγραφέας και συνεργάτης του Πρακτορείου Ειδήσεων του Βατικανού, ο Πάπας Φραγκίσκος συχνά παρουσίαζε την άποψή του για τον παγκοσμιοποιημένο κόσμο όχι ως σφαίρα αλλά ως πολύεδρο, που βοηθά την αντιμετώπιση της πολυπλοκότητας.

Εκτίμησε, για παράδειγμα, την αποφασιστικότητα της Σιγκαπούρης να παραμείνει πάνω από τη μάχη των γεωπολιτικών αντιπαλοτήτων και να αγκαλιάσει την πολυπολικότητα. Και κατά τη διάρκεια της παπικής εξουσίας του Φραγκίσκου, το ίδιο το Βατικανό έκανε έντονες προσπάθειες για να ξεπεράσει τις γεωπολιτικές διαφορές, αφιερώνοντας ιδιαίτερη διπλωματική προσοχή στην Κίνα. Πριν από τον Φραγκίσκο, η αμοιβαία καχυποψία είχε κατακλύσει τις προσπάθειες για την επίλυση μιας μακροχρόνιας ρήξης μεταξύ Πεκίνου και Ρώμης. Αλλά όταν η Κίνα επέλεξε τον νέο της ηγέτη, την πρώτη μέρα στην εξουσία του, ο Πάπας έγραφε μια προσωπική συγχαρητήρια επιστολή στον Σι Τζινπίνγκ. Ο Σι απάντησε εγκάρδια, προς έκπληξη ορισμένων υπαλλήλων του Βατικανού. 

Ο Φραγκίσκος είχε μια δια βίου αγάπη για την Κίνα. Επέλεξε ως υπουργό Εξωτερικών τον Πιέτρο Παρολίν, τον καρδινάλιο που ηγήθηκε των διαπραγματεύσεων του Βατικανού με το Πεκίνο μεταξύ 2005 και 2009 (και τώρα έναν από τους κορυφαίους υποψηφίους για να τον διαδεχθεί).

Ένα χρόνο μετά τη θητεία του, ο Φραγκίσκος είπε στην ιταλική εφημερίδα Corriere della Sera ότι το Βατικανό ήταν «κοντά στην Κίνα» και ότι οι διπλωμάτες διατηρούσαν σχέσεις και στις δύο πλευρές. Αυτές οι σχέσεις ήταν ζωτικής σημασίας για την επίλυση μιας κομβικής διαφωνίας σχετικά με τον διορισμό επισκόπων: για δεκαετίες, το Πεκίνο επέμενε να επιλέγει το ίδιο Κινέζους επισκόπους, απορρίπτοντας το καθολικό θρησκευτικό δόγμα που παρέχει αυτή την εξουσία στον πάπα.

Μετά από τέσσερα χρόνια αθόρυβων διαπραγματεύσεων, το 2018 το Βατικανό και η κινεζική κυβέρνηση κατέληξαν σε μια προσωρινή συμφωνία για να κάνουν κοινούς διορισμούς επισκόπων. Η συμφωνία αυτή ανανεώθηκε τρεις φορές και 11 νέοι επίσκοποι έχουν εγκριθεί σύμφωνα με τις διατάξεις της.  

Εκτός από τις συμφωνίες με την Κίνα, ο Φραγκίσκος, διαφοροποιήθηκε από τις δυτικές δυνάμεις και στην απάντησή του για τον τον πόλεμο στην Ουκρανία. Αντιτάχθηκε στις κυρώσεις κατά της Ρωσίας, επικαλούμενος τη μακροχρόνια θέση της εκκλησίας ότι οι κυρώσεις δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται ως διπλωματικό όπλο επειδή βλάπτουν την ευημερία των τακτικών ανθρώπων.

Ο Φραγκίσκος έδωσε επίσης προτεραιότητα στους δεσμούς με τη Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία. Οι Πάπες, από τον Ιωάννη XXIII, ο οποίος υπηρέτησε από το 1958 έως το 1963, επιδίωξαν την καθολική-ορθόδοξη συμφιλίωση και η ενίσχυση της σχέσης του Βατικανού με το Πατριαρχείο της Μόσχας ήταν ένα από τα μεγαλύτερα διπλωματικά επιτεύγματα του Βενέδικτου XVI.

Ο Φραγκίσκος ανέπτυξε στενή φιλία με τον ηγέτη της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, τον Οικουμενικό Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίο, και επέκτεινε την προσέγγιση του Βενέδικτου στη Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία. Σε ένα αεροδρόμιο στην Αβάνα της Κούβας, το 2016, έγινε ο πρώτος Πάπας που συνάντησε προσωπικά έναν Ρώσο Πατριάρχη. Η υπογραφή του όμως σε μια κοινή συμφωνία με τον Πατριάρχη Κύριλλο, ενόχλησε τους Ουκρανούς Καθολικούς. 

Καθώς η σύγκρουση κλιμακώθηκε στην Ουκρανία, ο Φραγκίσκος αρνήθηκε να δαιμονοποιήσει τη Ρωσία. Αντίθετα, μίλησε για την τραγωδία της «αδελφοκτονίας» μεταξύ χριστιανών αδελφών.  Σίγουρα, καταδίκασε τον πόλεμο και πρόσφερε δημόσιες προσευχές για τον «μαρτυρικό ουκρανικό λαό», ακόμη και από το κρεβάτι του στο νοσοκομείο, αλλά ποτέ δεν απήγγειλε προσωπική κατηγορία εναντίον του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν. 

Ακόμα κι αν κάποιες από τις θέσεις του θα μπορούσαν να είναι αμφιλεγόμενες, ο Φραγκίσκος έκανε την Καθολική διπλωματία ξανά επίκαιρη. Ενδυνάμωσε τον διπλωματικό μηχανισμό του Βατικανού, προσθέτοντας ένα νέο τμήμα στη Γραμματεία του Κράτους για την υποστήριξη του διπλωματικού προσωπικού. Ενίσχυσε τις ειρηνευτικές προσπάθειες ορίζοντας καρδινάλιους σε περιοχές συγκρούσεων, συμπεριλαμβανομένης της Συρίας και της Ιερουσαλήμ.

«Οι αξίες και οι στρατηγική που έφερε ο Φραγκίσκος στη διεθνή δέσμευση έχουν τις ρίζες τους στο ευαγγέλιο, δεν είναι μοναδικά σε αυτόν. Το διπλωματικό του ύφος, εξάλλου, διδάσκεται στο σώμα των ιερέων- διπλωματών του Βατικανού στην παλαιότερη διπλωματική σχολή του κόσμου, την Ποντιφική Εκκλησιαστική Ακαδημία», επισημαίνει ο Βίκτορ Γκαετάν και οι απόψεις του έχουν ιδιαίτερο διπλωματικό βάρος.  

Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

Πηγή: euro2day.gr