Η παρακμή της Δύσης… Του Δημήτρη Κούρκουλα

349

Του Δημήτρη Κούρκουλα

Δεν είναι πολύ μακρινές οι εποχές που η μονοκρατορία των ΗΠΑ ήταν επιβλητική και αναμφισβήτητη. Ο αμερικανός σύμβουλος εθνικής ασφαλείας Ζμπίγκνιου Μπρζεζίνσκι είχε χαρακτηρίσει τη χώρα του σαν την πρώτη και τελευταία μόνη παγκόσμια υπερδύναμη ενώ ο ιστορικός Πολ Κένεντι την είχε χαρακτηρίσει ως τη μεγαλύτερη υπερδύναμη που έχει ποτέ υπάρξει.

Σήμερα παρόμοιοι χαρακτηρισμοί θα ήταν σε προφανή αναντιστοιχία με την πραγματικότητα. Η εικόνα της μοναδικής υπερδύναμης έχει διαβρωθεί εδώ και χρόνια. Η χαοτική αποχώρηση των αμερικανικών και άλλων συμμαχικών δυνάμεων από την Καμπούλ δεν είναι παρά η πανηγυρική επιβεβαίωση ότι οι καιροί έχουν αλλάξει.

Η αποτυχία των δυτικών συμμάχων να επιβάλουν τις εξελίξεις που θα επιθυμούσαν σε πολλές περιοχές του πλανήτη έχει
επαναληφθεί συχνά τα τελευταία χρόνια. Η λεγόμενη «αραβική άνοιξη», κατ’ εξοχήν αμερικανική επινόηση, οδήγησε σε ενίσχυση του ριζοσπαστικού Ισλάμ, ο εκδημοκρατισμός της Συρίας με την εκδίωξη του Ασαντ από την προεδρία της πολύπαθης χώρας του όχι μόνο δεν πραγματοποιήθηκε αλλά αντιθέτως το έδαφος της Συρίας φιλοξένησε το ισλαμικό κράτος των τζιχαντιστών.

Η αποτυχία του Αφγανιστάν είναι η πλέον επώδυνη και θα έχει σημαντικές στρατηγικές επιπτώσεις: θα μεταβάλει τον τρόπο που το ίδιο το λεγόμενο δυτικό στρατόπεδο βλέπει τον εαυτό του και τον ρόλο του στον σημερινό κόσμο, αλλά και τον τρόπο που το βλέπουν οι τρίτοι, εχθροί και φίλοι. Στο Αφγανιστάν οι δυτικές χώρες, με επικεφαλής τις ΗΠΑ, είχαν επενδύσει τεράστιους στρατιωτικούς, οικονομικούς και πολιτικούς πόρους. Σε αντίθεση με την αμερικανική εισβολή στο Ιράκ που είχε προκαλέσει τη σφοδρή αντίθεση πολλών δυτικών χωρών και μεγάλου μέρους της κοινής γνώμης, η επέμβαση στο Αφγανιστάν έγινε με τη σύμφωνη γνώμη και την ενεργό συμμετοχή όλων σχεδόν των δυτικών χωρών. Στη χθεσινή του δήλωση ο πρόεδρος Μπάιντεν προσπάθησε να «χρυσώσει το χάπι» ισχυριζόμενος ότι ο αρχικός στόχος της επέμβασης – η εξουδετέρωση των τρομοκρατών της Αλ Κάιντα – έχει επιτευχθεί.

Η παταγώδης αποτυχία της Δύσης δίνει ίσως την ευκαιρία σε κάποιους στρατηγικούς της ανταγωνιστές, όπως η Ρωσία και η Κίνα, να τρίβουν τα χέρια τους πιστεύοντας ότι θα επωφεληθούν από το στρατηγικό κενό που δημιουργεί στην περιοχή η αποχώρηση των Αμερικανών. Η χαρά τους δεν θα διαρκέσει ίσως πολύ. Γρήγορα θα βρεθούν και οι ίδιοι αντιμέτωποι με μια εφιαλτική πραγματικότητα. Ο κόσμος που εκπροσωπούν οι Ταλιμπάν και οι φανεροί ή κρυφοί τους σύμμαχοι δεν είναι μόνο εχθρικός στις αρχές και αξίες της δυτικής φιλελεύθερης δημοκρατίας. Είναι ένας κόσμος που δύσκολα μπορεί να συνυπάρξει με όσους δεν αποδέχονται τη σαρία.

Η θέση της Τουρκίας στο νέο σκηνικό είναι μάλλον δυσανάγνωστη: εκ πρώτης όψεως οι στενοί ιστορικοί της δεσμοί με το
Αφγανιστάν και το ομογάλακτο Πακιστάν αυξάνουν την επιρροή της στην περιοχή. Κάτι παρόμοιο είχε συμβεί πριν από μερικά χρόνια με την πολιτική ενίσχυση των Αδελφών Μουσουλμάνων και την άνοδό τους στην εξουσία σε πολλές αραβικές χώρες.

Μεσοπρόθεσμα όμως η Τουρκία θα βρεθεί αντιμέτωπη με την αφγανική εκδοχή του πολιτικού Ισλάμ που ενδεχομένως θα είναι δύσκολο να συνυπάρξει με την όποια τουρκική εκδοχή επικρατήσει στη γειτονική χώρα.

Μια άλλη αρνητική για την Τουρκία εξέλιξη ενδέχεται να προκύψει από τη συσπείρωση του δυτικού στρατοπέδου που θα προκαλέσει η ταπεινωτική ήττα, μόλις ξεπεραστεί το πρώτο σοκ. Μια τέτοια συσπείρωση θα διαθέτει πολύ λιγότερα περιθώρια ανοχής στις τουρκικές ιδιομορφίες και θα απαιτεί μεγαλύτερη συμμόρφωση με τις δυτικές αρχές και αξίες.

Η ήττα της Καμπούλ θα ερμηνευθεί από τους περισσότερους σαν μια ακόμα απόδειξη της παρακμής της Δύσης. Θα μπορούσε
όμως να προκαλέσει μια σωτήρια αναδίπλωση ώστε οι χώρες που μοιράζονται τις αρχές και αξίες που απειλούνται από καθεστώτα τύπου Ταλιμπάν να ανασυνταχθούν για να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τη νέα σκοταδιστική πρόκληση.