Η Πολιτική του ό,τι να ‘ναι;… Του Γιάννη Πανούση

194

Του Γιάννη Πανούση

H άσκηση πολιτικής δεν είναι ένα παίγνιον των πολιτικών, ούτε μία περιστασιακή συμμετοχή των πολιτών κάθε τέσσερα χρόνια σ’ εκλογές. Η πολιτική για να παραμείνει σημαντικός παράγοντας, με στόχο τη βελτίωση της καθημερινότητας των ανθρώπων, οφείλει ν’ αφουγκράζεται τα μηνύματα των καιρών (κι όχι τα συνθήματα των ημετέρων], να υποστηρίζει τους θεσμούς και ν’ ανανεώνει συνεχώς τη σχέση εμπιστοσύνης με το λαό. Κάθε πολιτικό σύστημα διέρχεται μέσα από μία σειρά παλιγγενεσιών, δηλαδή μέσα από διαδοχικούς «θανάτους» κι «αναστάσεις», ή καλύτερα ανασυστάσεις. Τούτο όμως δεν δικαιολογεί πολιτικές-ζόμπι ή διακηρύξεις περασμένων αιώνων.

Πώς όμως ανανεώνεται ένα πολιτικό σύστημα στη Δημοκρατία; Η φυγή προς τα εμπρός τι μπορεί να σημαίνει όταν μία κοινωνία μένει ακίνητη επειδή φοβάται ή δυσπιστεί;

Κι εντέλει ποιος είναι ο εγγυητής του άλματος προς το καινό [κι όχι βέβαια προς το κενό]; Οι χαρισματικοί Ηγέτες, οι πολιτικοί, οι διανοούμενοι, οι οικονομικοί παράγοντες, οι πλειοψηφίες, το [όποιο] κίνημα, η νεολαία; Ο καθένας δικαιούται ν’ απαντήσει με βάση τα πιστεύω του, ρίχνοντας όμως και μια ματιά στην Ιστορία.

Κατά τη γνώμη μου ούτε ο φανατικός, ούτε ο ενδοτικός, ούτε ο αναβλητικός πολιτικός σχηματισμός είναι κατάλληλοι για τέτοιο εγχείρημα. Προφανώς ένα κόμμα κι ένας Ηγέτης σε συνθήκες ανανέωσης [κι όχι μετάλλαξης) οφείλουν να πάρουν ρίσκα. Λελογισμένα κι υπολογισμένα με βάση τις υπάρχουσες συγκλίσεις και συναινέσεις της κοινωνίας, τις αντοχές του λαού και τη διεθνή συγκυρία. Δεν χρειάζονται, γιατί καθίστανται ιδιαίτερα επικίνδυνοι, οι αριβίστες, οι μεγαλομανείς, οι ιδεοληπτικοί και οι καταστροφολάγνοι λαϊκιστές και δημαγωγοί.

Σε κάθε περίπτωση αυτό που δεν δικαιούνται να πράξουν οι πολιτικοί σχηματισμοί είναι να κινούνται με όρους ΟΦΑ [Όπου Φυσάει ο Άνεμος], χωρίς αρχές, αξίες και πυξίδα πολιτικής ηθικής, να προκαλούν συγχύσεις κι έριδες στο λαό, να παίζουν «διπλά παιχνίδια» με διπρόσωπους πολιτικάντηδες, να υποθηκεύουν το μέλλον των νέων ανθρώπων και της χώρας. Συχνά οι δεξιοί υποκρίνονται τους υπερδημοκράτες και οι αριστεροί λειτουργούν ως υπερσυντηρητικοί. Χάος ιδεολογικό, λόγω βραχυπρόθεσμων σκοπιμοτήτων, που μαγαρίζει την πολιτική ευθύνη και αποπροσανατολίζει τον πολίτη. Δεν πρόκειται για προσαρμογές στην πραγματικότητα αλλά για δόλια παραπλάνηση/εξαπάτηση των μαζών [sic].

Τα όρια της Τιμής του πολιτικού συστήματος έχουν συνταγματικά οριοθετηθεί και οι όροι της Εντιμότητας των πολιτικών ι είναι κοινωνικά αναγνωρισμένοι. Συνεπώς η ανανέωση των κομμάτων και ευρύτερα του πολιτικού προσωπικού της χώρας θα πετύχει μόνον αν άπαντες αφήσουν πίσω τα μεταπολιτευτικά τρικ, κλισέ και «παραμύθια», πουν την αλήθεια στο λαό για τους κινδύνους που διατρέχουν και για το σχέδιό τους να βγούμε από την κρίση και κυρίως απαλλαγούν από τα βάρη και τα βαρίδια μιας περιόδου για την οποία ουδείς μπορεί να υπερηφανεύεται. Ουδέποτε οι αλληλοκαταγγελίες συνιστούσαν λύση ή διέξοδο. Αντίθετα βύθιζαν περισσότερο την πολιτική στην κοινωνική καχυποψία και τους πολιτικούς στην προσωπική ανυποληψία.

Κάθαρση του παρελθόντος – Καθαίρεση των υπαίτιων – Καθαρότητα του μέλλοντος: το τρίπτυχο της νέας Ελπίδας.

ΥΓ. Αυτό που μας δίδαξε η Πανδημία είναι ότι η μοίρα του ανθρώπου δεν είναι δυνατόν’ αυτονομηθεί από τη μοίρα των συνανθρώπων του κι ότι η ελευθερία του καθενός σχετίζεται με μία σειρά αλληλουχιών, την οποία δεν δικαιούται ν’ αγνοεί ή να παραβλέπει. Το ίδιο ισχύει – τηρουμένων των αναλογιών – για το πολιτικό σύστημα. Δεν μπορεί ούτε ν’ αυτονομηθεί από τις βασικές παραδοχές της κοινωνίας, ούτε μπορεί να φορτώνει στο λαό τα δικά του λάθη κι ανομήματα.
ΥΓ2. «Πόσες φορές σε πρόδωσα… Όσες φορές σε πίστεψα…» [Αλεξία Σχορτσιανίτη, Χοάνη]

*πρώην υπουργός