Η Τουρκία αναγκάζει τις ΗΠΑ να αλλάξουν σχέδια;

66

Όταν η Ουάσιγκτον ανακοίνωσε την έναρξη των αεροπορικών επιδρομών κατά των μαχητών του Ισλαμικού Κράτους στο έδαφος της Συρίας, το πιθανότερο ήταν ένας από τους στενότερους συμμάχους των Ηνωμένων Πολιτειών στην περιοχή να δηλώσει την προθυμία του σε μια κοινή δράση αναφέρει σε ανάλυσή του το πρακτορείο REUTERS.

Η Τουρκία όμως που είναι μέλος του ΝΑΤΟ διαθέτοντας μια μεγάλη αμερικανική αεροπορική βάση και κοινά σύνορα με το Ιράκ και τη Συρία, έχει καταστήσει σαφές ότι δεν έχει ακόμα πειστεί από τα σχέδια του αμερικανού προέδρου Μπαράκ Ομπάμα να βομβαρδίσει τους μαχητές του Ισλαμικού Κράτους σε περιοχές των δυο γειτονικών της κρατών.

Ενώ η Ουάσιγκτον κέρδισε την περασμένη εβδομάδα τη στρατιωτική στήριξη 10 αραβικών κρατών – της Αιγύπτου, του Ιράκ, της Ιορδανίας, του Λιβάνου και έξι κρατών του Περσικού Κόλπου, μεταξύ των οποίων των εξαιρετικά πλούσιων κρατών της Σαουδικής Αραβίας και του Κατάρ – η Τουρκία μετείχε μεν στις συνομιλίες, αλλά δεν συνυπέγραψε.

Ο πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και ο πρωθυπουργός Αχμέτ Νταβούτογλου, αρχιτέκτονες της εξωτερικής πολιτικής που θεωρεί τη σουνιτική Τουρκία ως περιφερειακή δύναμη, είναι απρόθυμοι να συμμετάσχουν στην κοινή στρατιωτική δράση φοβούμενοι αφενός ότι έτσι θα ενισχυθεί ο εκ των βασικών τους εχθρών ο πρόεδρος της Συρίας Μπασάρ αλ-Άσαντ και αφετέρου ότι θα επιδεινωθούν οι θρησκευτικές εντάσεις στο Ιράκ.

«Είναι μια πολύ περίπλοκη και λεπτή πολιτική ισορροπία. Η Τουρκία προσπαθεί να ικανοποιήσει τον εταίρο της, τις Ηνωμένες Πολιτείες χωρίς όμως να συμμετάσχει ενεργά στις επιχειρήσεις. Βρίσκεται μεν υπό έντονη πίεση, αλλά της είναι πολύ δύσκολο να μπλοκάρει τη στρατηγική των Ηνωμένων Πολιτειών» είπε ο Φάντι Φακούρα, αναλυτής του λονδρέζικου κέντρου μελετών Chatham House.

«Είναι ένας συνασπισμός του απρόθυμου και του απαθή. Η Τουρκία και οι περισσότερες αραβικές χώρες που υποτίθεται ότι είναι κομμάτι αυτής της συμμαχίας είναι βαθιά δύσπιστοι για τις προθέσεις των Ηνωμένων Πολιτειών στην περιοχή» συμπληρώνει.

Ο ρόλος της Τουρκίας μοιάζει να είναι περιορισμένος, λένε αμερικανοί και τούρκοι αξιωματούχοι και αφορά τον έλεγχο της ροής των ξένων μαχητών που διασχίζουν τα σύνορά της, την αναχαίτιση της οικονομικής βοήθειας προς το Ισλαμικό Κράτος και την παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας και υλικοτεχνικής υποστήριξης. Σύμφωνα δε με τούρκους αξιωματούχους, δεν υπάρχουν σχέδια χρήσης της αμερικανικής αεροπορικής βάσης του Ιντσιρλίκ για τις αεροπορικές επιδρομές.

Οι φιλο-κυβερνητικές εφημερίδες χαιρέτισαν δε την απροθυμία της Άγκυρας, κάνοντας παραλληλισμούς με την περίοδο του 2003, όταν η τουρκική Εθνοσυνέλευση απέρριψε το αίτημα των Ηνωμένων Πολιτειών για χρήση του τουρκικού εδάφους στην τότε αμερικανική εισβολή στο Ιράκ.

«Η Τουρκία μπορεί να παίξει μεγάλο παιχνίδι, αλλά τη δεδομένη στιγμή η στρατηγική που αποκαλύπτεται από την αμερικανική κυβέρνηση δεν παρέχει εγγυήσεις σταθεροποίησης της περιοχής» λέει ο Σινάν Ουλγκέν, επικεφαλής του Κέντρου Οικονομικών Μελετών και Εξωτερικής Πολιτικής στην Κωνσταντινούπολη. «Απλά η πάταξη του Ισλαμικού Κράτους δεν θα λύσει τίποτα…

Η πρόσφατη ιστορία της δυτικής επέμβασης το απέδειξε περίτρανα. Κοιτάξτε που βρίσκεται σήμερα η Λιβύη, το Αφγανιστάν, το Ιράκ», τονίζει. «Το Ισλαμικό Κράτος είναι στην πραγματικότητα μεγαλύτερη απειλή για την Τουρκία από ότι για τις Ηνωμένες Πολιτείες, έτσι η Άγκυρα έχει κάθε λόγο να είναι μέρος αυτού του συνασπισμού. Αλλά τώρα δεν υπάρχει σαφής οριοθέτηση αυτής της στρατηγικής κατεύθυνσης» αναφέρει ο Ουλγκέν.

Κατά τη διάρκεια του περασμένου Ιουνίου και της προέλασης των μαχητών του Ισλαμικού Κράτους στο βόρειο Ιράκ, οι τζιχαντιστές έπιασαν ομήρους 46 τούρκους στην πόλη της Μοσούλης, μεταξύ των οποίων ήταν διπλωμάτες, στρατιώτες ακόμη και παιδιά. Τούρκοι αξιωματούχοι λένε ότι η δεινή θέση των ομήρων είναι ένας λόγος όπου η Άγκυρα είναι απρόθυμη να λάβει πλήρως μέρος στην εκστρατεία εναντίον των τζιχαντιστών.

Ωστόσο, κυβερνητικοί αξιωματούχοι αποκαλύπτουν ότι οι τουρκικές επιφυλάξεις τους σχετικά με την αμερικανική δράση στην περιοχή είναι πολύ βαθύτερες από την ανησυχία τους για την τύχη των αιχμαλώτων. Ο πρωθυπουργός Νταβούτογλου δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ότι η δράση των Ηνωμένων Πολιτειών από μόνη της δεν θα είναι αρκετή για να φέρει τη σταθερότητα. Μερικοί από τους επικριτές του Ερντογάν τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό, λένε ότι ο τούρκος πρόεδρος, ένας μετριοπαθής σουνίτης ισλαμιστής, δεν έχει ακόμη αποδεχθεί ότι κινήματα όπως εν προκειμένω το Ισλαμικό Κράτος είναι τόσο μεγάλη απειλή όσο ο Άσαντ, ο σύρος πρόεδρος που ανήκει στους Αλεβίτες μια αίρεση των σιιτών η οποία υποστηρίζεται από το Ιράν.

Η Τουρκία υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους υποστηρικτές της αντιπολίτευσης στον εμφύλιο πόλεμο της Συρίας, κάνοντας τα στραβά μάτια στην αύξηση των παραφυάδων ανάμεσα στους σουνίτες αντιπάλους του Άσαντ, μεταξύ των οποίων ήταν και το Ισλαμικό Κράτος. Ταυτόχρονα έχει διατηρήσει μια πολιτική ανοικτών συνόρων με τη Συρία, επιτρέποντας αφενός στους πρόσφυγες να φύγουν από τα πεδία των μαχών και αφήνοντας ελεύθερη την είσοδο ξένων μαχητών με την ελπίδα ότι ο Άσαντ θα πέσει γρήγορα. Η παραμονή όμως του Μπασάρ αλ- Ασαντ στην εξουσία και η ριζοσπαστικοποίηση των ανταρτών κάνει τους επικριτές του Ερντογάν να θεωρούν ότι η πολιτική του τούρκου προέδρου απέτυχε, δημιουργώντας ταυτοχρονα και μια νέα απειλή.

Ο πρώην πρέσβης των Ηνωμένων Πολιτειών στην Τουρκία Φράνσις Ρικιαρντόνε ανάφερε στα μέσα ενημέρωσης στην Ουάσινγκτον την περασμένη εβδομάδα ότι η Τουρκία με την προθυμία της να ενισχύσει τους αντιπάλους του Άσαντ, είχε συνεργαστεί στο παρελθόν με ομάδες όπως το Μέτωπο αλ Νούσρα που θεωρείται παρακλάδι της Αλ Κάιντα στη Συρία.

Από την πλευρά της η Άγκυρα απορρίπτει κάθε κατηγορία ότι φέρει ευθύνη για την άνοδο του Ισλαμικού Κράτους και επιρρίπτει την ευθύνη στον σύρο πρόεδρο Άσαντ και τις πολιτικές του που οδήγησαν τη σουνιτική πλειοψηφία της Συρίας στο ριζοσπαστισμό. «Η θέση μας είναι σαφής, είμαστε ενάντια σε όλες τις μορφές ριζοσπαστικοποίησης και της δραστηριότητας που μπορεί να επηρεάσουν τη σταθερότητα και την ευημερία της περιοχής μας» δήλωσε ο Νταβούτογλου την Τρίτη κατά τη διάρκεια επίσκεψή του στην Κύπρο.

«Εκείνοι που κατηγορούν την Τουρκία … πρέπει να γνωρίζουν ότι η κύρια ευθύνη για όλες αυτές τις σφαγές στην περιοχή είναι του καθεστώτος Άσαντ, που σκότωσε τους πολίτες του και άνοιξε το δρόμο στη ριζοσπαστικοποίηση … καθώς και στις σεχταριστικές πολιτικές στο Ιράκ».

Ενώ η Τουρκία είναι απίθανο να επιτρέψει να χρησιμοποιηθούν οι αμερικανικές αεροπορικές βάσεις για τις επιχειρήσεις, δεν μπορεί ακόμη να πάξει το ρόλο του αγωγού βοήθειας προς άλλους σουνίτες αντιπάλους του Άσαντ, τον οποίο η Ουάσιγκτον βλέπει ως αντίρροπη δύναμη εναντίον του Ισλαμικού Κράτους.

Η Άγκυρα έχει από καιρό ζητήσει από την Ουάσιγκτον να κάνει περισσότερα για να βοηθήσει τους «μετριοπαθείς» αντάρτες της Συρίας κάτι που αν το πράξει η αμερικανική κυβέρνηση θα είχε θετικό αντίκτυπο στα μάτια της τουρικής πολτικής ηγεσίας . «Υποστηρίζοντας τη συριακή αντιπολίτευση είναι το κλειδί για τη νομιμοποίηση των πράξεων της (στα μάτια της Άγκυρας).

Μέχρι στιγμής οι ΗΠΑ διαβάζουν αυτή την κατάσταση πολύ καλά» είπε ένας δυτικός διπλωμάτης, προσθέτοντας ότι ο Ερντογάν τελικά δεν θα θελήσει να θέσει σε κίνδυνο τους δεσμούς της Άγκυρας με την Ουάσιγκτον. Αμερικανοί αξιωματούχοι λένε ότι έχουν ακόμα πολλά να συζητήσουν με την Τουρκία, ακόμη και αν δεν μπορέσουν να χρησιμοποιήσουν τις βάσεις για τις αεροπορικές επιδρομές τους κατά των τζιχαντιστών.

Ένα από τα ζητήματα είναι η πάταξη του λαθρεμπορίου του πετρελαίου, το οποίο η Ουάσινγκτον θεωρεί ως έναν τρόπο χρηματοδότησης των μαχητών του Ισλαμικού Κράτους. Επίσης αν οι βομβαρδισμοί επιδεινώσουν την ανθρωπιστική κρίση με τους πρόσφυγες, ένα μεγάλο μέρος αυτού του προβλήματος θα πέσει στους ώμους της Τουρκίας. Ο Ερντογάν μίλησε αυτή την εβδομάδα για τα σχέδια δημιουργίας μιας «νεκρής ζώνης» κατά μήκος των συνόρων, με στόχο να ελεγχθούν καλύτερα οι πρόσφυγες που θα εισρεύσουν στο τουρκικό έδαφος.

ΠΗΓΗ: REUTERS, ANA