Η ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΒΛΕΠΕΙ ΠΙΟ ΜΑΚΡΥΑ… Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου

414

Μπορεί η ελληνική βιομηχανία να αντιπροσωπεύει μόνον 11% του ΑΕΠ, πλην όμως οι εκπρόσωποι του ιδιωτικού σκέλους της, αποτελούν ένα από τα πιο προοδευτικά τμήματα της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας.

Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου

Ακούγοντας τον πρόεδρο του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανίας (ΣΕΒ) κ.Δημήτρη Παπαλεξόπουλο να κάνει λόγο στην τελευταία συνέντευξη τύπου για τις αλλαγές που οριοθετούν την εποχή μας, τις αβεβαιότητες που προκαλούν, αλλά και τις προκλήσεις που δημιουργούν για τον κόσμο της βιομηχανίας και των επιχειρήσεων, η σκέψη μου πήγε μακρυά πίσω στην ιστορία.

Πώς ήταν η Ελλάδα τότε που μάλλον πρέπει να ήλθε στη ζωή ο σημερινός πρόεδρος του ΣΕΒ; Τι πρόσφερε στην ανάπτυξη του τόπου η ελληνική βιομηχανία και τι μπορεί να προσφέρει σήμερα;

Σε ποιο βαθμό οι ελληνικές επιχειρήσεις έχουν προσαρμοστικές ικανότητες σε μεταβαλλόμενους καιρούς;

Τα παραπάνω ερωτήματα, μαζί με κάποια άλλα, είναι γεγονός ότι απασχολούν την ηγεσία του ΣΕΒ αλλά και πολλές από τις επιχειρήσεις – μέλη του. Ακόμα περισσότερο, ο ίδιος ο κ.Δημ. Παπαλεξόπουλος, απαντώντας σε σχετική ερώτηση, είπε ότι «…ο χειρισμός των σημερινών προκλήσεων, οφείλει να περάσει μέσα από τον μετασχηματισμό του παραγωγικού μοντέλου της χώρας, την ενίσχυση της εξωστρέφειας και την ενδυνάμωση της ανταγωνιστικότητας….».

Και από την άποψη αυτή, ο ΣΕΒ, όπως προκύπτει από έρευνες στο επίπεδο των μελών του, μάλλον βρίσκεται σε φάση μετρημένης αισιοδοξίας. Διότι γεγονός είναι ότι η εξωστρέφεια και η ανταγωνιστικότητα της χώρας παρουσιάζουν αισθητή βελτίωση τα τελευταία χρόνια. Για παράδειγμα, οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών, σε σταθερές τιμές, το 2022 ξεπέρασαν το 40% του ΑΕΠ, σαφώς βελτιωμένες σε σχέση με το 32% του 2016 ή το 23% του 2007. Επιπρόσθετα, η χώρα έχει σημειώσει σημαντική βελτίωση στην ελκυστικότητα του επιχειρηματικού της περιβάλλοντος, όπως προκύπτει από στοιχεία του Economist Intelligence Unit και του World Economic Forum. Οι διεθνείς αγορές υποστηρίζουν την τάση αυτή, καθώς πλέον έχει επιτευχθεί η επενδυτική βαθμίδα, ενισχύοντας ακόμα περισσότερο τον βαθμό ελκυστικότητας της ελληνικής οικονομίας.

Είναι σαφές έτσι ότι η ελληνική οικονομία έχει κερδίσει αρκετούς βαθμούς εμπιστοσύνης στις διεθνείς αγορές.

«….Η Ελλάδα βρίσκεται στον ασυνήθιστο ρόλο να αποτελεί νησίδα σταθερότητας και προοπτικής, με τον μέλλον να προβλέπεται ευνοϊκό για τα επόμενα 3-4 χρόνια. Η χώρα είναι έτοιμη να κάνει το άλμα, αρκεί να επιταχύνουν τις αλλαγές, τόσο οι επιχειρήσεις, όσο και η δημόσια διοίκηση. Θα πρέπει να ξεβολευτούμε όλοι….» είπε χαρακτηριστικά ο Δημήτρης Παπαλεξόπουλος, συμπληρώνοντας «πως πρέπει να αλλάξουμε το παραγωγικό μοντέλο, ώστε να πετύχουμε διατηρήσιμη ανάπτυξη…».

Και με την έκφραση ξεβόλεμα, ο πρόεδρος του ΣΕΒ έδωσε μια νέα διάσταση στην παρέμβαση του επιχειρηματικού κόσμου στην οικονομία και στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Η διατύπωση ξεβόλεμα, σε μια χώρα με προωθημένες πελατειακές σχέσεις στην πολιτική, ισχυρές συντεχνίες και βέβαια διαπλεκόμενα συμφέροντα, σημαίνει πολλά.

Προφανώς δε, δείχνει επίσης ότι ένα κομμάτι της παραγωγικής Ελλάδας, αυτό της μεταποίησης ειδικότερα, είναι πρόθυμο να παίζει μεταρρυθμιστικό ρόλο. Και αυτό όχι μόνο στη χώρα μας αλλά και στην Ευρώπη γενικότερα, στην οποίαν σήμερα ο ξεσηκωμός των αγροτών δείχνει ότι όντως ο κόσμος αλλάζει. ¨Οχι χωρίς σοβαρούς κινδύνους για τη δημοκρατία και για κράτη δικαίου που δεν είναι πάντα συμβατά με μεταβαλλόμενες κοινωνικές πραγματικότητες.

Μέσα στο πλαίσιο αυτό, ο Δημήτρης Παπαλεξόττουλος, απαντώντας σε ερωτήσεις δημοσιογράφων, έδωσε – μεταξύ άλλων – το στίγμα των θέσεων του ΣΕΒ σε επτά καυτά ζητήματα που αφορούν την ελληνική οικονομία και κοινωνία.

Διαρθρωτικές αλλαγές: Γίνονται προσπάθειες από την πλευρά της κυβέρνησης, υπάρχει πρόοδος, η Ελλάδα είναι περισσότερο φιλική προς την επιχειρηματικότητα σε σχέση με το παρελθόν, αλλά απαιτούνται περισσότερο γενναίες τομές.

Πού οφείλεται η ανάπτυξη: Η Ελλάδα έχει ξεφύγει από την κρίση, έχει αποκατασταθεί το κλίμα εμπιστοσύνης στο εξωτερικό (επηρεάζονται οι επενδύσεις), εισρέουν σημαντικά Κοινοτικά κονδύλια στη χώρα, ο τουρισμός έχει αναπτυχθεί σημαντικά, ενώ στη βιομηχανία έχουν διπλασιαστεί οι επενδύσεις και οι εξαγωγές σε σχέση με το χαμηλότερο σημείο τους.

Αυξήσεις μισθών: Θέλουμε να αυξηθούν και δεν θα πρέπει να κοιτάζουμε μόνο το επίπεδο των βασικών μισθών. Οι υψηλότεροι μισθοί δεν νομοθετούνται, αλλά παράγονται. Οι αυξήσεις μισθών θα πρέπει να συμβαδίζουν με την παραγωγικότητα, έτσι ώστε να είναι διατηρήσιμες.

Διεθνής ανταγωνιστικότητα: Η Ευρώπη καταγράφει απώλειες κατά τα τελευταία χρόνια σε όρους ανταγωνιστικότητας. Χώρες όπως οι ΗΠΑ, αλλά και ευρωπαϊκές που έχουν δημοσιονομικό χώρο (πχ η Γερμανία και η Γαλλία) στηρίζουν τις βιομηχανίες τους, σε αντίθεση με άλλες χώρες -όπως η Ελλάδα- που δεν έχουν τέτοια περιθώρια. Αυτό όμως έχει επιπτώσεις.

Ενεργειακή μετάβαση: Η αλλαγή του ενεργειακού μοντέλου ωφελεί την Ελλάδα μακροπρόθεσμα, καθώς όχι μόνο αποκτά αυτονομία, αλλά ενδέχεται και να μετατραπεί σε εξαγωγική χώρα. Ωστόσο, μεσολαβεί μια επώδυνη μεταβατική περίοδος, κατά τη διάρκεια της οποίας οι ελληνικές επιχειρήσεις καλούνται να μη χάσουν την ανταγωνιστικότητά τους. Χρειαζόμαστε πολλές επενδύσεις σε μονάδες ΑΠΕ και σε υποδομές, καθώς και μια αγορά ενέργειας περισσότερο αποτελεσματική και ανταγωνιστική.

Έλλειψη προσωπικού: Το φαινόμενο είναι διεθνές, αλλά εντονότερο στην Ελλάδα. Οι εταιρείες δυσκολεύονται να βρουν προσωπικό, παρά το γεγονός ότι η ανεργία κυμαίνεται κοντά στο 10%. Πριν απευθυνθούμε σε μετανάστες, θα πρέπει να δούμε τί μπορούμε να κάνουμε εμείς (πχ κινήσεις για μεγαλύτερη ενσωμάτωση γυναικών και νέων ατόμων στην αγορά εργασίας, απασχόληση ηλικιωμένων, κ.λπ.). Ωστόσο, το δημογραφικό πρόβλημα για τα επόμενα χρόνια θα είναι αμείλικτο. Θα πρέπει να υπάρξει διάλογος στην κοινωνία για το αν θέλουμε μετανάστες και αν ναι, τί είδους μετανάστες θέλουμε. Οι συζητήσεις αυτές δεν είναι εύκολες, όπως άλλωστε έχει φανεί και στην Ευρώπη.