Κατάρρευση ή ανταγωνιστικότητα;… Του Μελέτη Ρεντούμη

281

Του Μελέτη Ρεντούμη*

Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και ο συνεχιζόμενος πόλεμος στην ουκρανική επικράτεια, σε συνδυασμό και με τα ήδη υφιστάμενα προβλήματα που έχει αφήσει η πανδημία, τόσο στις μετακινήσεις όσο και στην εφοδιαστική αλυσίδα, δημιουργούν ένα εκρηκτικό μείγμα προκλήσεων για την ελληνική οικονομία.

Είναι σαφώς πολύ θετικό που η χώρα μας είναι ισότιμο μέλος της ΕΕ και της ευρωζώνης, με αποτέλεσμα να συμμετέχει στην προσπάθεια επίλυσης τόσο του ενεργειακού προβλήματος όσο και της ακρίβειας, μέσα από την συνολική εξωτερική πολιτική της ΕΕ.

Παρόλα αυτά, υπάρχουν σοβαρά και δομικά θέματα που πρέπει να επιλυθούν για την χώρα μας. Το μεγαλύτερο ακούει στον όρο ανταγωνιστικότητα. Η Ελλάδα δεν μπορεί να επιβιώσει μακροπρόθεσμα οικονομικά και κοινωνικά, μόνο μέσω της νομισματικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, ούτε με βάση το πρόσφατο Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας που έχει ενεργοποιήσει η ΕΕ και δικαιούται η χώρα μας κονδύλια άνω των 30 δις ευρώ, όταν σχεδόν τα δύο τρίτα των επιλέξιμων επιχειρήσεων δεν θα είναι σε θέση να απορροφήσουν τα αντίστοιχα ποσά.

Η ρευστότητα προς την ελληνική οικονομία και τις ελληνικές επιχειρήσεις είναι σίγουρα ένα θετικό νέο, όμως όταν υπεισέρχεται ο παράγοντας παραγωγικότητα και απορροφητικότητα τα πράγματα αλλάζουν και δεν είναι τόσο απλά.

Η συνολική παραγωγικότητα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στην χώρα μας είναι χαμηλή σε σχέση με τον μέσο όρο της ΕΕ αλλά και των χωρών του ΟΟΣΑ, ενώ και η ανεργία ακόμη και αν μειώνεται σταδιακά στο 12%, κυρίως λόγω της εποχικότητας συγκεκριμένων επαγγελμάτων, παραμένει υψηλή μεσοσταθμικά για τα επίπεδα της ΕΕ, ενώ το δημόσιο χρέος της χώρας, έχει ήδη εκτοξευθεί στο 210% επί του ΑΕΠ, προσεγγίζοντας τα 400 δις ευρώ, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την μακροχρόνια βιωσιμότητά του.

Η χώρα χρειάζεται δομικές αλλαγές με φόντο την αύξηση της παραγωγικότητας στην βιομηχανία και στην παροχή υπηρεσιών, αλλά και στην κατεύθυνση της μείωσης του οριακού κόστους παραγωγής, ώστε να μπορεί να αυξήσει ο ιδιωτικός τομέας τους ονομαστικούς μισθούς, εν μέσω αυξημένου πληθωρισμού και να προσελκύσει ικανά και εξειδικευμένα στελέχη, που έφυγαν την περίοδο της οικονομικής κρίσης στο εξωτερικό, στα πλαίσια της ανάσχεσης του brain drain, που υποβάθμισε συνολικά την παραγωγική ικανότητα της χώρας.

Συμπερασματικά, θα μπορούσαμε να πούμε πως είναι επιτακτική ανάγκη η παραγωγική αναδιάρθρωση της χώρας, τόσο με την ενεργειακή αυτονομία μέσω των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, όσο και σε παραγωγικές επενδύσεις, από την αγροτική πρωτογενή παραγωγή, μέχρι την υψηλή τεχνολογία και την τεχνητή νοημοσύνη, ώστε να αποτελέσει η Ελλάδα έναν σημαντικό και υπολογίσιμο παίκτη στο παγκόσμιο επιχειρηματικό γίγνεσθαι, μέσω των αυξημένων εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών υψηλής προστιθέμενης αξίας.

*Ο Μελέτης Ρεντούμης είναι οικονομολόγος τραπεζικός

Πηγή: ot.gr