Οι πρόσφατες πολιτικές και γεωπολιτικές εξελίξεις, καθώς επίσης και οι διεθνείς επιπτώσεις τους σε επίπεδο ιδεολογίας, δημοκρατίας και οικονομίας, βρέθηκαν στο επίκεντρο συζήτησης που διεξήγαγε το Κέντρο Ερευνών Προοδευτικής Πολιτικής, ΚΕΠΠ.
Ομιλητές από τον χώρο της πολιτικής και της ακαδημαϊκής κοινότητας, ανέλυσαν τους κινδύνους από τον κλονισμό της πολιτικής και της δημοκρατίας που έχει προκαλέσει η ασυγκράτητη, υπερ-καπιταλιστική, παγκοσμιοποίηση των τελευταίων δύο δεκαετιών. Κοινή παραδοχή ήταν το γεγονός ότι η αποσταθεροποίηση των πολιτικών συστημάτων στις προηγμένες χώρες, σε συνδυασμό με βαθιά κοινωνικά ρήγματα και ιδεολογικούς μετασχηματισμούς που προκάλεσαν οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές, ενίσχυσαν τα άκρα του πολιτικού φάσματος. Ταυτόχρονα, το BREXIT, η άνοδος του Ντόναλντ Τραμπ στις Ηνωμένες Πολιτείες καθώς και η ισχυροποίηση ακροδεξιών σχηματισμών σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες θέτουν σοβαρά ερωτήματα τόσο ως προς την ανθεκτικότητα της δημοκρατίας, όσο και ως προς την ικανότητα διασφάλισης αποτελεσματικής διακυβέρνησης.
Ο Πρόεδρος του ΚΕΠΠ Γιάννος Παπαντωνίου, εστίασε την ομιλία του στη διεύρυνση των οικονομικών ανισοτήτων. Όπως επεσήμανε, κερδισμένοι ήταν οι υπερ-πλούσιοι σε παγκόσμια κλίμακα και οι εργαζόμενοι στις αναπτυσσόμενες χώρες. Αντίθετα, τα χαμηλά εισοδηματικά στρώματα και οι μεσαίες τάξεις στις προηγμένες δημοκρατίες δεν βελτίωσαν τις συνθήκες της ζωής τους, αλλά βλέπουν τις θέσεις απασχόλησης να μειώνονται λόγω του συνδυασμού του εντεινόμενου διεθνούς ανταγωνισμού και της τεχνολογικής αλλαγής.
«Οι κοινωνικές αναταράξεις επηρέασαν τις πολιτικές διαδικασίες. Αυξανόμενος θυμός και αγωνία σε Ευρώπη και Αμερική για τις ανισότητες αποδυνάμωσαν τα πολιτικά συστήματα δημιουργώντας ευκαιρίες για ανταγωνιστές στην Άκρα Δεξιά και Αριστερά. Αντι-φιλελεύθερα κινήματα της Άκρας Δεξιάς προβάλλουν τον εθνικισμό, διάκεινται εχθρικά απέναντι στους μετανάστες και αμφισβητούν την αντιπροσωπευτική δημοκρατία, ανοίγοντας το δρόμο προς τον αυταρχισμό» δήλωσε χαρακτηριστικά.
Πρόσθεσε πως η διεύρυνση των ανισοτήτων έχει οδηγήσει όχι μόνο σε πολιτικές ανακατατάξεις, αλλά και σε βαθιές ιδεολογικές μεταστάσεις. Τα κομμουνιστικά κόμματα τείνουν να εξαφανιστούν, ενώ η σοσιαλδημοκρατία χάνει συνεχώς έδαφος, τόσο στη μάχη της εξουσίας, όσο και στη μάχη των ιδεών. Τα καθιερωμένα κόμματα της κεντροδεξιάς επιβιώνουν στις περισσότερες χώρες, αλλά βρίσκονται σε φθίνουσα πορεία και απειλούνται από την άνοδο ακροδεξιών σχηματισμών. Οι ομάδες χαμηλού εισοδήματος εγκαταλείπουν το χώρο της κεντροαριστεράς αναζητώντας πολιτική στέγη σε εθνικιστικά
ακροδεξιά κόμματα, με έντονα στοιχεία λαϊκισμού. Μάλιστα, οι πρόσφατες νίκες της Ακροδεξιάς στην Ιταλία και στην Σουηδία εκπέμπουν σήμα κινδύνου.
«Οι εξελίξεις αυτές δημιουργούν πρόβλημα διακυβέρνησης, γιατί ο λαϊκισμός και ο καταγγελτικός λόγος δεν επιλύουν, αντίθετα προσθέτουν προβλήματα. Για να ξεπεραστεί η σημερινή πολιτική και ιδεολογική κρίση θα χρειαστούν πολιτικοί οργανισμοί και ηγεσίες με ικανότητα ανανέωσης ιδεών και προγραμμάτων καθώς και ενεργοποίησης των πολιτών. Χρειάζεται ανασύνταξη δυνάμεων και ανασυγκρότηση του πολιτικού χάρτη».
Ο επικεφαλής του ΚΕΠΠ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η φορολογία πρέπει να γίνει πολύ προοδευτικότερη και κυρίως, να ενισχυθεί το κοινωνικό κράτος. Παράλληλα, τα πολιτικά συστήματα πρέπει να ανασυνταχθούν ώστε να προσφέρουν καθαρές επιλογές στους πολίτες και συγχρόνως να επανασυνδεθούν με το νήμα του πραγματικού εκσυγχρονισμού.
Ο λαϊκισμός ενισχύει την πόλωση
Το παρών στην εκδήλωση έδωσε ο κ. Δημήτρης Κατσίκας, Επίκουρος Καθηγητής στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, ο οποίος μίλησε για την αποδυνάμωση της δημοκρατίας διεθνώς, η οποία καταγράφεται από τις αρχές του 21ου αιώνα, και συσχέτισε την τάση αυτή με την άνοδο του λαϊκισμού.
«Ο λαϊκισμός βασίζεται σε μια μανιχαϊστική ανάγνωση της πραγματικότητας, όπου οι οικονομικές και πολιτικές ελίτ στοχοποιούνται ως εχθρός του ‘λαού’ , τον οποίο εκπροσωπούν οι λαϊκιστικές δυνάμεις. Ο λαϊκισμός ενισχύει την πόλωση, υπονομεύει τη δυνατότητα επίτευξης συναινέσεων και διαμορφώνει ένα συγκρουσιακό πολιτικό περιβάλλον που αποδυναμώνει βασικούς πυλώνες του δημοκρατικού πολιτεύματος, όπως η αποδοχή των εκλογικών αποτελεσμάτων και η ομαλή μετάβαση της εξουσίας» υπογράμμισε.
Σύμφωνα με τον καθηγητή, η άνοδος του λαϊκισμού οφείλεται, μεταξύ άλλων παραγόντων, στις έντονες οικονομικό-κοινωνικές μεταβολές και τις συνεχείς κρίσεις που βιώνουμε τις τελευταίες δεκαετίες. Οι μεταβολές αυτές, πολλές από τις οποίες συνδέονται με τις πιέσεις της παγκοσμιοποίησης, αλλά και οι συνεχείς κρίσεις, έχουν οδηγήσει, όπως τόνισε, σε μείωση της ευημερίας και αύξηση της ανασφάλειας σε τμήματα του εκλογικού σώματος σε πολλές χώρες.
«Οι εκλογείς σε αυτές τις περιπτώσεις συχνά εκφράζουν τη δυσαρέσκειά τους στρεφόμενοι σε ακραίες και λαϊκίστικές δυνάμεις που προσφέρουν εύκολες – αλλά στην ουσία ανεφάρμοστες – λύσεις στα σύνθετα προβλήματα που έχουν προκύψει. Η απάντηση στις προκλήσεις αυτές θα πρέπει να έρθει μέσα από την εμβάθυνση της δημοκρατίας μέσα στα κράτη και την προώθηση της συνεργασίας σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο για την αποτελεσματικότερη επίλυση των κρίσεων».
Ο πόλεμος στην Ουκρανία μας κάνει όλους φτωχότερους
Το δικό του στίγμα έδωσε ο Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Σωτήρης Ντάλης, εκφράζοντας την άποψη πως έχουμε έναν περιφερειακό πόλεμο με χαρακτηριστικά παγκοσμίου πολέμου που επαναπροσδιορίζει σήμερα την έννοια της ισχύος στον σύγχρονο κόσμο και επαναφέρει στην Ευρώπη την αυξημένη σημασία των συνόρων.
«Ο Πούτιν πάντα πίστευε ότι η δημοκρατία είναι η μεγαλύτερη αδυναμία της Ευρώπης. Σήμερα πιστεύει ότι η αλληλεγγύη και η συνοχή στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα τελειώσει με την ακρίβεια που νιώθουν οι ευρωπαίοι πολίτες στην τσέπη τους. Πράγματι όλο αυτό το διάστημα η ανάπτυξη μειώνεται και οι τιμές αυξάνονται. Ο πόλεμος μας κάνει όλους φτωχότερους και τα Ευρωπαϊκά κράτη δυσκολεύονται να απορροφήσουν αυτή την απώλεια ευημερίας».
Υπενθύμισε πως, το φετινό καλοκαίρι βρεθήκαμε μπροστά σε μια αλληλουχία κρίσεων -πανδημία, ξηρασία, πυρκαγιές και ο πόλεμος στην Ουκρανία. Καταλήγοντας, ο καθηγητής επισήμανε ότι συντελούνται μεγάλες αλλαγές και ανατροπές, και οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις δεν πρέπει να υποχωρήσουν στη δημαγωγία και στις Σειρήνες του λαϊκισμού που ανθούν στις σύγχρονες δημοκρατίες.